Ο ανθρώπινος σπαραγμός ενός συντετριμμένου βασιλιά.
Πόσο άδικο είναι μια προικισμένη φύση να αναγκάζεται να υποκύψει
στην πολιτική αναγκαιότητα;
Πόσο άδικο είναι μια προικισμένη φύση να αναγκάζεται να υποκύψει
στην πολιτική αναγκαιότητα;
Έργο γραμμένο το 1595 ή 1596 που πρωτοπαίχτηκε το 1596, ο Ριχάρδος ο Β' είναι βασισμένος σε στοιχεία που ο Σαίξπηρ βρήκε σε χρονικογράφους και παλαιότερα θεατρικά έργα. Ο ήρωάς του, ο βασιλιάς Ριχάρδος ο Β', είναι ο μεσαιωνικός μονάρχης που ξυπνάει από το λήθαργό του όταν συνειδητοποιεί ότι του αφαιρείται η κοσμική εξουσία που είχε στηρίξει στη δήθεν «θεία βούληση». Την αντίληψη αυτή στηλιτεύει ο Σαίξπηρ που ευαγγελίζεται και προσδοκά την Αναγέννηση όχι μόνο στις ιδέες αλλά και στις ανθρώπινες αξίες. Ο Σαίξπηρ έχει καταφέρει, όσο λίγοι συγγραφείς στην παγκόσμια δραματουργία, να περιγράψει μέσω της διήγησης των μύθων του, το εσωτερικό δράμα του ταξιδιού της ψυχής των ηρώων του. Τα έργα του δεν αφορούν μόνο τη λειτουργία της ανθρώπινης υπόστασης, αλλά μπορούν να ερμηνευτούν ως ιερά, ονειροπόλα ακόμα και μυστικιστικά.Η ιστορία του Ριχάρδου Β’, όπως την προσέγγισε ο Σαίξπηρ, είναι η ιστορία του βασιλιά που «πρέπει». Ο Ριχάρδος πρέπει να εγκαταλείψει το αξίωμά του. Πρέπει να παραδώσει το στέμμα του στον σφετεριστή Μπόλινμπροουκ (και μετέπειτα βασιλιά Ερρίκο Δ’). Δεν έχει άλλη επιλογή: ο αντίπαλος υπερτερεί στρατιωτικά και πολιτικά. Ο Ριχάρδος πρέπει να πάψει να είναι βασιλιάς. Πρέπει να πάψει να είναι αυτό που ήταν ολόκληρη τη ζωή του: να αποποιηθεί τον τίτλο που του έδινε λόγο ύπαρξης, που ήταν η ίδια του η ύπαρξη. «Είσαι πρόθυμος να παραδώσεις το στέμμα;» τον ρωτάει ο Μπόλινμπροουκ. «Ναι, όχι· όχι, ναι· γιατί πρέπει να γίνω τίποτα». Ο Ριχάρδος ξέρει ότι πρέπει να υποχωρήσει, ότι η ήττα του είναι αναπόφευκτη και ότι τη θέση του που του ανήκε κληρονομικά από τη στιγμή της γέννησής του πρέπει να πάρει κάποιος άλλος. Η γνώση αυτή όμως δεν τον απελευθερώνει. Αντιθέτως τον οδηγεί στην οδυνηρή αμφισβήτηση της ταυτότητάς του: «Δεν έχω όνομα, δεν έχω τίτλο»: αν δεν είναι βασιλιάς, πώς μπορεί να είναι ο Ριχάρδος;
Η Υπόθεση
Ο Ριχάρδος Β’ μεσολαβεί στη διαμάχη μεταξύ δύο ευγενών του Ερρίκου Μπολιγκμπρόουκ και του Δούκα του Νόρφολκ. Ο βασιλιάς αποφασίζει να τους εξορίσει και τους δύο από τη χώρα. Οταν ο πατέρας του Μπόλιγκμπρoκ, ο Ιωάννης της Γάνδης, θείος του Ριχάρδου Β’, πεθαίνει, ο βασιλιάς αποφάσισε να κάνει κατάσχεση της περιουσίας του γιου του, Ερρίκου του Μπόλινμπροκ. Ενώ ο Ριχάρδος Β’ βρίσκεται στην Ιρλανδία για να καταπνίξει μια επανάσταση, ο Μπόλιγκμπροκ επιστρέφει στην Αγγλία για να διεκδικήσει δυναμικά την κληρονομιά του και το θρόνο.Ο Ριχάρδος συμφώνησε να παραδώσει το θρόνο στον Ερρίκο αφού πρώτα του εγγυηθεί ότι θα του χαρίσει τη ζωή αλλά τον Σεπτεμβρίο του 1399, φυλακίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου. Εκεί, ο έκπτωτος μονάρχης θα βρει το θάνατο από το χέρι δολοφόνου.
Η παράσταση «Ριχάρδος Β’-Το Ρέκβιεμ ενός Βασιλιά» αποτελεί μια πιο συμπυκνωμένη εκδοχή του Σαιξπηρικού «Ριχάρδος Β’». Ξεκινά, δε, από το τέλος: Ο Ριχάρδος έχει χάσει το θρόνο του από τον αντίπαλό του τον Μπόλιμπροκ. Φυλακισμένος πια, απογυμνωμένος από αξιώματα και προνόμια, βιώνει το σκοτάδι και την απόλυτη μοναξιά. Ώσπου ένας απροσδόκητος επισκέπτης εμφανίζεται στο παράθυρο της φυλακής, βγάζοντάς τον από τον λήθαργο. Ισχυρίζεται πως είναι ο πρώην σταβλίτης του και γίνεται η αφορμή ώστε ο έκπτωτος βασιλιάς να ζήσει ξανά νοερά το ένδοξο παρελθόν του και ν’ αναλογιστεί το ζοφερό παρόν του. Φωνές από το παρελθόν αρχίζουν να ζωντανεύουν στη συνείδησή του. Ψευδαισθήσεις πλημμυρίζουν τον μικρόκοσμο της φυλακής του. Καθώς ο Ριχάρδος αναμετράται με τα αίτια του ξεπεσμού και της καθαίρεσής του, τον βλέπουμε να ταλαντεύεται μεταξύ παραληρήματος και διαύγειας, αμφιβολίας και αλαζονείας, χιούμορ και αυτολύπησης. Ο επισκέπτης, ο οποίος φαίνεται πως έχει μια μυστηριώδη δύναμη, προτρέπει τον Ριχάρδο ν’ αντιμετωπίσει κατάματα τη θνητή αλλά και την ηθική του υπόσταση. Πλέον, αναζητά απάντηση σε μια τελευταία-ίσως την πιο καθοριστική-ερώτηση: «Τώρα που τα έχασα όλα, ποιος είμαι;» Και ενώ έχει χάσει τα πάντα και ο θάνατος πλησιάζει, ίσως τελικά μπορέσει να συναντήσει την ψυχή του.
Η Παράσταση
Η Marlene Kaminsky σκηνοθέτησε μια άκρως ενδιαφέρουσα σκηνική ανάγνωση του Ριχάρδου Β΄, ενός πολυπρόσωπου, μεταφυσικού, λυρικού ποίηματος του Σαίξπηρ . Στο «Ριχάρδος Β’΄. -Το Ρέκβιεμ ενός Βασιλιά», με οδηγό την μετάφραση του Κ. Καρθαίου, η οποία έναν αιώνα μετά παραμένει ποιητική και ρέουσα,η Kaminsky κατόρθωσε- μορφολογικά, δραματουργικά και αισθητικά- να χτίσει μια παράσταση με απαρέγκλιτο ρυθμό και λεπτομερή κινησιολογικό σχεδιασμό, που παρακολουθεί εναγωνίως τον σπαραγμό ενός συντετριμμένου βασιλιά, που έρχεται αντιμέτωπος με τις σκοτεινές φωνές της ψυχής του, μέσα απο μια οδυνηρή αμφισβήτηση της ταυτότητάς του: «Δεν έχω όνομα, δεν έχω τίτλο»: αν δεν είναι βασιλιάς, πώς μπορεί να είναι ο Ριχάρδος; Ο Ριχάρδος δίνει ποιητική διάσταση στο μαρτύριό του μέσα από τις περίτεχνες μεταφορές που κατασκευάζει ασταμάτητα επιβεβαιώνοντας τη ρήση του Νίτσε, ότι η ανάγκη της μεταφοράς είναι η ανάγκη να βρεθείς κάπου αλλού. Ο Τάσος Νούσιας έχει τη στιβαρότητα και το μέτρο που απαιτεί ο ρόλος, αν έπρεπε να υπογραμμίσω τη βασική αρετή του, αυτή θα ήταν η ικανότητά του να συνδυάζει τη γλυκιά θλίψη με την πυρωμένη οργή. Ο ρυθμός του λόγου του παλμογραφεί τις έντονες συναισθηματικές διακυμάνσεις, με αφομοιωμένο αίσθημα και τεχνικές, ενσυναίσθηση και ψυχοσωματική ετοιμότητα. Λίγοι ηθοποιοί έχουν τη σκηνική πυγμή και τη στεντόρεια φωνή, που τους επιτρέπουν να πυρπολήσουν τη σκηνή, ανά πάσα ώρα και σκηνή. Με συγκίνησε η ετοιμότητα του να καταδύεται με θέρμη και αλήθεια στο ρόλο του. Ο Αλέξανδρος Φιλιππόπουλος, βρίσκεται επάξια δίπλα του, μοναχική φιγούρα που αφουγκράζεται την ερημοσύνη της ψυχής και της φυλακής του Ριχάρδου. Υποκριτικά είναι άρτιος, μας χαρίζει μια στέρεα ερμηνεία,υποδυόμενος διάφορα πρόσωπα, που βασανίζουν και συντροφεύουν τον ταλανισμένο βασιλιά. Το ατμοσφαιρικό/συμβολικό σκηνικό σύμπαν, με πολύτιμο αρωγό τους φωτισμούς συνδημιούργησαν μία σειρά συναισθημάτων που ξεχείλιζαν από το εσωτερικά πλουσιοπάροχο και φορτισμένο παίξιμο του Νούσια.
Μετάφραση: Κ. Καρθαίος
Σκηνοθεσία-δραματουργία-σκηνογραφία: Marlene Kaminsky
Κατασκευή σκηνικού και σκηνικών αντικειμένων: Ρούλης και Γιώργος Αλαχούζος
Πρωτότυπη μουσική: Constantine
Σχεδιασμός φωτισμού: Σεσίλια Τσελεπίδη
Φωτογραφίες: Δημοσθένης Γαλλής
Κινηματογράφηση trailer : Γιώργος Γεωργόπουλος – Multivision
Εκτέλεση παραγωγής: Πάνος Αγγελόπουλος
Δημόσιες σχέσεις: Βάσω Σωτηρίου-We Will
Social media manager: Χριστίνα Αντωνοπούλου
Παίζουν: Τάσος Νούσιας, Αλέξανδρος Φιλιππόπουλος
Φωνή της Βασίλισσας: Μάιρα Μηλολιδάκη
Θέατρο Άλφα Ιδέα, 28ης Οκτωβρίου 37,
Τετάρτη και Σάββατο στις 21.00, Κυριακή στις 19.00
Η Υπόθεση
Ο Ριχάρδος Β’ μεσολαβεί στη διαμάχη μεταξύ δύο ευγενών του Ερρίκου Μπολιγκμπρόουκ και του Δούκα του Νόρφολκ. Ο βασιλιάς αποφασίζει να τους εξορίσει και τους δύο από τη χώρα. Οταν ο πατέρας του Μπόλιγκμπρoκ, ο Ιωάννης της Γάνδης, θείος του Ριχάρδου Β’, πεθαίνει, ο βασιλιάς αποφάσισε να κάνει κατάσχεση της περιουσίας του γιου του, Ερρίκου του Μπόλινμπροκ. Ενώ ο Ριχάρδος Β’ βρίσκεται στην Ιρλανδία για να καταπνίξει μια επανάσταση, ο Μπόλιγκμπροκ επιστρέφει στην Αγγλία για να διεκδικήσει δυναμικά την κληρονομιά του και το θρόνο.Ο Ριχάρδος συμφώνησε να παραδώσει το θρόνο στον Ερρίκο αφού πρώτα του εγγυηθεί ότι θα του χαρίσει τη ζωή αλλά τον Σεπτεμβρίο του 1399, φυλακίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου. Εκεί, ο έκπτωτος μονάρχης θα βρει το θάνατο από το χέρι δολοφόνου.
Η παράσταση «Ριχάρδος Β’-Το Ρέκβιεμ ενός Βασιλιά» αποτελεί μια πιο συμπυκνωμένη εκδοχή του Σαιξπηρικού «Ριχάρδος Β’». Ξεκινά, δε, από το τέλος: Ο Ριχάρδος έχει χάσει το θρόνο του από τον αντίπαλό του τον Μπόλιμπροκ. Φυλακισμένος πια, απογυμνωμένος από αξιώματα και προνόμια, βιώνει το σκοτάδι και την απόλυτη μοναξιά. Ώσπου ένας απροσδόκητος επισκέπτης εμφανίζεται στο παράθυρο της φυλακής, βγάζοντάς τον από τον λήθαργο. Ισχυρίζεται πως είναι ο πρώην σταβλίτης του και γίνεται η αφορμή ώστε ο έκπτωτος βασιλιάς να ζήσει ξανά νοερά το ένδοξο παρελθόν του και ν’ αναλογιστεί το ζοφερό παρόν του. Φωνές από το παρελθόν αρχίζουν να ζωντανεύουν στη συνείδησή του. Ψευδαισθήσεις πλημμυρίζουν τον μικρόκοσμο της φυλακής του. Καθώς ο Ριχάρδος αναμετράται με τα αίτια του ξεπεσμού και της καθαίρεσής του, τον βλέπουμε να ταλαντεύεται μεταξύ παραληρήματος και διαύγειας, αμφιβολίας και αλαζονείας, χιούμορ και αυτολύπησης. Ο επισκέπτης, ο οποίος φαίνεται πως έχει μια μυστηριώδη δύναμη, προτρέπει τον Ριχάρδο ν’ αντιμετωπίσει κατάματα τη θνητή αλλά και την ηθική του υπόσταση. Πλέον, αναζητά απάντηση σε μια τελευταία-ίσως την πιο καθοριστική-ερώτηση: «Τώρα που τα έχασα όλα, ποιος είμαι;» Και ενώ έχει χάσει τα πάντα και ο θάνατος πλησιάζει, ίσως τελικά μπορέσει να συναντήσει την ψυχή του.
Η Παράσταση
Η Marlene Kaminsky σκηνοθέτησε μια άκρως ενδιαφέρουσα σκηνική ανάγνωση του Ριχάρδου Β΄, ενός πολυπρόσωπου, μεταφυσικού, λυρικού ποίηματος του Σαίξπηρ . Στο «Ριχάρδος Β’΄. -Το Ρέκβιεμ ενός Βασιλιά», με οδηγό την μετάφραση του Κ. Καρθαίου, η οποία έναν αιώνα μετά παραμένει ποιητική και ρέουσα,η Kaminsky κατόρθωσε- μορφολογικά, δραματουργικά και αισθητικά- να χτίσει μια παράσταση με απαρέγκλιτο ρυθμό και λεπτομερή κινησιολογικό σχεδιασμό, που παρακολουθεί εναγωνίως τον σπαραγμό ενός συντετριμμένου βασιλιά, που έρχεται αντιμέτωπος με τις σκοτεινές φωνές της ψυχής του, μέσα απο μια οδυνηρή αμφισβήτηση της ταυτότητάς του: «Δεν έχω όνομα, δεν έχω τίτλο»: αν δεν είναι βασιλιάς, πώς μπορεί να είναι ο Ριχάρδος; Ο Ριχάρδος δίνει ποιητική διάσταση στο μαρτύριό του μέσα από τις περίτεχνες μεταφορές που κατασκευάζει ασταμάτητα επιβεβαιώνοντας τη ρήση του Νίτσε, ότι η ανάγκη της μεταφοράς είναι η ανάγκη να βρεθείς κάπου αλλού. Ο Τάσος Νούσιας έχει τη στιβαρότητα και το μέτρο που απαιτεί ο ρόλος, αν έπρεπε να υπογραμμίσω τη βασική αρετή του, αυτή θα ήταν η ικανότητά του να συνδυάζει τη γλυκιά θλίψη με την πυρωμένη οργή. Ο ρυθμός του λόγου του παλμογραφεί τις έντονες συναισθηματικές διακυμάνσεις, με αφομοιωμένο αίσθημα και τεχνικές, ενσυναίσθηση και ψυχοσωματική ετοιμότητα. Λίγοι ηθοποιοί έχουν τη σκηνική πυγμή και τη στεντόρεια φωνή, που τους επιτρέπουν να πυρπολήσουν τη σκηνή, ανά πάσα ώρα και σκηνή. Με συγκίνησε η ετοιμότητα του να καταδύεται με θέρμη και αλήθεια στο ρόλο του. Ο Αλέξανδρος Φιλιππόπουλος, βρίσκεται επάξια δίπλα του, μοναχική φιγούρα που αφουγκράζεται την ερημοσύνη της ψυχής και της φυλακής του Ριχάρδου. Υποκριτικά είναι άρτιος, μας χαρίζει μια στέρεα ερμηνεία,υποδυόμενος διάφορα πρόσωπα, που βασανίζουν και συντροφεύουν τον ταλανισμένο βασιλιά. Το ατμοσφαιρικό/συμβολικό σκηνικό σύμπαν, με πολύτιμο αρωγό τους φωτισμούς συνδημιούργησαν μία σειρά συναισθημάτων που ξεχείλιζαν από το εσωτερικά πλουσιοπάροχο και φορτισμένο παίξιμο του Νούσια.
Μετάφραση: Κ. Καρθαίος
Σκηνοθεσία-δραματουργία-σκηνογραφία: Marlene Kaminsky
Κατασκευή σκηνικού και σκηνικών αντικειμένων: Ρούλης και Γιώργος Αλαχούζος
Πρωτότυπη μουσική: Constantine
Σχεδιασμός φωτισμού: Σεσίλια Τσελεπίδη
Φωτογραφίες: Δημοσθένης Γαλλής
Κινηματογράφηση trailer : Γιώργος Γεωργόπουλος – Multivision
Εκτέλεση παραγωγής: Πάνος Αγγελόπουλος
Δημόσιες σχέσεις: Βάσω Σωτηρίου-We Will
Social media manager: Χριστίνα Αντωνοπούλου
Παίζουν: Τάσος Νούσιας, Αλέξανδρος Φιλιππόπουλος
Φωνή της Βασίλισσας: Μάιρα Μηλολιδάκη
Θέατρο Άλφα Ιδέα, 28ης Οκτωβρίου 37,
Τετάρτη και Σάββατο στις 21.00, Κυριακή στις 19.00