Η αποικιακή πολιτική της Γαλλίας στην Ινδοκίνα
Τα γαλλικά στρατεύματα εισέβαλαν στο Βιετνάμ στα 1858 με το πρόσχημα πως ήθελαν να προστατεύσουν τους καθολικούς ιεραποστόλους, αλλά η αντίσταση του ντόπιου πληθυσμού υπήρξε ισχυρή. Στα 1867 ολόκληρο το Νότιο Βιετνάμ έγινε γαλλική αποικία ενώ από το 1863 η γειτονική Καμπότζη είχε μετατραπεί σε γαλλικό προτεκτοράτο. Από τις αρχές της 9ης δεκαετίας του 19ου αιώνα, η Γαλλία ενέτεινε τις προσπάθειές της για να καθυποτάξει ολόκληρο το Βιετνάμ. Στα 1900, η Γαλλία κυριαρχούσε στο μεγαλύτερο μέρος της ινδοκινεζικής χερσονήσου. Κάνοντας μια σύνοψη των στόχων των Γάλλων αποικιοκρατών, οι Βιετναμέζοι ιστορικοί σημειώνουν: «Σκοπός των Γάλλων αποικιοκρατών ήταν να μετατρέψουν τη χώρα σε αγορά για τα εμπορεύματά τους, να αρπάξουν τις πρώτες ύλες μας, να εκμεταλλευτούν την εργατική μας δύναμη σε εξευτελιστική τιμή, να υποχρεώσουν το λαό μας να τους χρησιμεύσει σαν κρέας για τα κανόνια. Διατηρούσαν το φεουδαρχικό καθεστώς για να το κάνουν ένα εργαλείο καταπίεσης και εκμετάλλευσης του πληθυσμού, χώρισαν τη χώρα μας σε τρία ''Κι'' (περιοχές) με διαφορετικές μορφές διοίκησης και νομοθεσίας και εφάρμοσαν μια πολιτική σκοταδισμού που απέβλεπε στο να αποβλακώσει το λαό μας». Η αντίσταση του λαού ήταν τέτοια που οι αποικιστές χρειάστηκαν περίπου 30 χρόνια (1858-1884) για να εγκαταστήσουν το μηχανισμό κυριαρχίας τους. Ενα μηχανισμό όμως που ποτέ δεν ήταν σταθερός και που πάντα κλυδωνιζόταν από τις εκδηλώσεις της λαϊκής αντίστασης.Το Βιετναμέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα γεννήθηκε στις 3 Φλεβάρη του 1930 και τον Οκτώβρη του ιδίου έτους μετονομάστηκε σε ΚΚ Ινδοκίνας. Ηγετική φυσιογνωμία από το ξεκίνημα του κόμματος υπήρξε ο Ντγκουγιέν Ε-Κουόκ, γνωστός παγκοσμίως με το όνομα Χο Τσι Μιν.Η κορύφωση του εθνικοαπελευθερωτικού - επαναστατικού αγώνα στο Βιετνάμ ήρθε τον Αύγουστο του 1945 . Η δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας του Βιετνάμ δεν έφερε αμέσως και την απελευθέρωση του λαού της χώρας. Οι αποικιοκράτες δεν παραδέχτηκαν την ήττα τους, παρά μόνο όταν αυτή κατέστη ολοκληρωτική. Το 1950, το 90% του Βιετνάμ ήταν απελευθερωμένο και μόνο το 10% ήταν υπό γαλλικό έλεγχο. Στις 20 Ιούλη του 1954 στη Γενεύη αποφασίστηκε οτι το Βιετνάμ χωριζόταν σε Βόρειο και Νότιο, αλλά αυτός ο διαχωρισμός, οι συμφωνίες προέβλεπαν ότι θα είναι προσωρινός κι ότι η χώρα σύντομα θα συνενωνόταν. Για να συμβεί όμως αυτό, χρειάστηκε νέος αγώνας του βιετναμέζικου λαού έως το 1975, αυτή τη φορά εναντίον των ΗΠΑ, που είχαν έρθει να αντικαταστήσουν την ηττημένη Γαλλία.
Η Υπόθεση
Ένα εστιατόριο παγωμένο σ’ έναν μεταιχμιακό χωροχρόνο, κάπου ανάμεσα στη Σαϊγκόν της δεκαετίας του ’50 και το Παρίσι της δεκαετίας του ’90, με μουσική υπόκρουση βιετναμέζικη ποπ και γαλλικά chansons. Τα μονοπάτια έντεκα χαρακτήρων, γαλλικής, βιετναμέζικης ή γαλλοβιετναμέζικης καταγωγής, όπως ακριβώς και οι ηθοποιοί που τους υποδύονται, διασταυρώνονται επί σκηνής και μοιράζονται τοπία, πρόσωπα, τραγούδια και μια γλώσσα που, για ορισμένους από αυτούς, επιβιώνει μόνο στις αναμνήσεις τους. Συναντιούνται για φαγητό, πίνουν, χορεύουν, τραγουδάνε, ερωτεύονται, γιορτάζουν τη ζωή.Η ιστορία αρχίζει το 1956, όταν ένας Γάλλος στρατιώτης ετοιμάζεται να φύγει από την Ινδοκίνα και πείθει τη Βιετναμέζα ερωμένη του να τον ακολουθήσει στη Γαλλία. Μετά απο 40 χρόνια, στο Παρίσι του 1996 επιτρέπεται για πρώτη φορά στους εξόριστους Βιετναμέζους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Πού βρίσκεται, όμως, πλέον η πατρίδα;
Η Παράσταση
Διθυραμβικές κριτικές απέσπασε η πολυφωνική παράσταση της Γαλλοβιετναμέζας δημιουργού στο Φεστιβάλ Αβινιόν, όπου πρωτοπαρουσιάστηκε πέρυσι. Μια συγκινητική, πολυφωνική παράσταση, με αντρικές και γυναικείες φωνές που φέρουν μέσα τους τα τραύματα της ιστορίας. Προσωπικές ιστορίες αγάπης, πόνου κι ελπίδας μπλέκουν σε ένα κουβάρι που ξετυλίγουν οι έντεκα γαλλικής, βιετναμέζικης και μεικτής καταγωγής ηθοποιοί, συνθέτοντας ένα εύγλωττο δραματουργικό μωσαϊκό όπου ο πόθος της ανεξαρτησίας, η προσφυγιά, ο πόλεμος, η νοσταλγία της πατρίδας είναι οι αθέατοι συμπρωταγωνιστές τους. Εκμεταλλευόμενη το ιδιαίτερο ηχόχρωμα της γαλλο-βιετναμέζικης προφοράς, η σκηνοθέτις, κόρη και η ίδια μετανάστριας, παραδίδει μια συγκινητική παράσταση, που αναμετράται με τα τραύματα που αφήνει η Ιστορία στις μνήμες και τις ψυχές των ανθρώπων. Η Σαϊγκον είναι μια πληγωμένη γη: πάντοτε κάποιος αγνοείται, πάντοτε υπάρχει κάποιος να τον κλάψεις.Γιατι όλες οι ιστορίες εξορίας περιέχουν πόνο,δάκρυα και συνάμα ελπίδα.
Αυτή η παρασταση εκτυλίσσεται μέσα απο μνήμες ζωής, απο την σκοπιά της μητέρας της Caroline Nguyen και απο τις συνεντεύξεις των Βιετναμέζων μεταναστών και αυτών που έμειναν πίσω. Ένα αυτοβιογραφικό θέατρο, που αγκαλιάζει με συγκίνηση την καθημερινότητα ανθρώπων ,που συναντιούνται για να μιλήσουν,να γελάσουν,να τραγουδήσουν,να επικοινωνήσουν,να κρατήσουν την ιστορία του τόπου τους ζωντανή,μέσα απο θύμησες και με τη ζωντάνια της γλώσσας του τόπου τους. Όλοι οι ηθοποιοί, Γάλλοι και Βιετναμέζοι,όπως και οι ερασιτέχνες βιετναμέζικης καταγωγής, κατέθεσαν τη ψυχή τους πάνω στη σκηνή. Μια σκηνή,όμως, αξίζει να απομονωθεί και να τοποθετηθεί πιο πάνω απο τις άλλες: οι αγωνιώδεις προσπάθειες της Μαρίας Αντουανέτας, να βρει το γιο της,που δεν γύρισε απο την Γαλλία, μετά τη λήξη του πολέμου. Η προσπάθεια επικοινωνίας της με τη σύζυγο ενός γάλλου υπαλλήλου στη Σαϊγκόν, η ανακοίνωση του θανάτου του γιού της μέσω....μετάφρασης, αποτελεί μια συμπυκνωμένη δόση συγκινησιακής φόρτισης και συνάμα μια κατάθεση ψυχής.
Η χρήση της βιετναμέζικης και της γαλλικής γλώσσας δίνει την ευκαιρία στην Nguyen να ξεδιπλώσει την δυσφορία των μεταναστών, την σκληρή στάση των αποικιοκρατών,το συναισθηματικό βάρος, που καταβάλλουν οι χαρακτήρες, όταν προσπαθούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους.Η Σαϊγκόν γίνεται ένας συμβολικός τόπος μιας χαμένης ιστορίας, γιατι όταν ο Χάο γυρίζει πίσω, μετά απο 40 χρόνια,ανακαλύπτει ότι το κενό όλων αυτών των χρόνων, είναι αδύνατον να καλύφθεί,όσο η ζωή συνεχιζόταν,οι γενιές διαδέχονταν η μια την άλλη, τα ήθη άλλαζαν και τώρα πια,ο ίδιος νοιώθει ξένος στην άλλοτε πατρίδα του. Δυσκολεύεται να μιλήσει τη γλώσσα του,ενώ μόνο ένα νοσταλγικό τραγούδι και λέξεις που ψελλίζει σε σπασμένα αγγλικά γίνονται πια, το μέσο επικοινωνίας, με τους ανθρώπους της παλιάς του πατρίδας. Ποια είναι η πατρίδα,πόσο πονάει να αισθάνεσαι άπατρις,να νοιώθεις κομμένες τις ρίζες σου,σαν κλαδάκι,που το παρασύρει ο άνεμος ολλούθε; Τελικά,ναι,αυτές οι ιστορίες, αφηγούνται με δάκρυα και πόνο.
Η παράσταση παρουσιάστηκε στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών, στην Πειραιώς 260, 28-29/6
Κείμενο: Caroline Guiela Nguyen με τη συμμετοχή ολόκληρου του θιάσου
Σκηνοθεσία: Caroline Guiela Nguyen
Καλλιτεχνική συνεργασία: Claire Calvi
Σκηνικά Alice: Duchange
Φωτισμοί: Jérémie Papin
Σχεδιασμός ήχου και μουσικής: Antoine Richard
Σύνθεση :Teddy Gauliat–Pitois
Δραματουργία – Υπέρτιτλοι: Jérémie Scheidler – Manon Worms
Μετάφραση: Duc Duy Nguyen, Thi Thanh Thu Tô
Ερμηνεύουν: Caroline Arrouas, Dan Artus, Adeline Guillot, Thi Truc Ly Huynh,
Hoàng Son Lê, Phú Hau Nguyen, My Chau Nguyen Thi, Pierric Plathier,
Thi Thanh Thu Tô, Anh Tran Nghia, Hiep TranNghia
Παραγωγή: Les Hommes Approximatif
Τα γαλλικά στρατεύματα εισέβαλαν στο Βιετνάμ στα 1858 με το πρόσχημα πως ήθελαν να προστατεύσουν τους καθολικούς ιεραποστόλους, αλλά η αντίσταση του ντόπιου πληθυσμού υπήρξε ισχυρή. Στα 1867 ολόκληρο το Νότιο Βιετνάμ έγινε γαλλική αποικία ενώ από το 1863 η γειτονική Καμπότζη είχε μετατραπεί σε γαλλικό προτεκτοράτο. Από τις αρχές της 9ης δεκαετίας του 19ου αιώνα, η Γαλλία ενέτεινε τις προσπάθειές της για να καθυποτάξει ολόκληρο το Βιετνάμ. Στα 1900, η Γαλλία κυριαρχούσε στο μεγαλύτερο μέρος της ινδοκινεζικής χερσονήσου. Κάνοντας μια σύνοψη των στόχων των Γάλλων αποικιοκρατών, οι Βιετναμέζοι ιστορικοί σημειώνουν: «Σκοπός των Γάλλων αποικιοκρατών ήταν να μετατρέψουν τη χώρα σε αγορά για τα εμπορεύματά τους, να αρπάξουν τις πρώτες ύλες μας, να εκμεταλλευτούν την εργατική μας δύναμη σε εξευτελιστική τιμή, να υποχρεώσουν το λαό μας να τους χρησιμεύσει σαν κρέας για τα κανόνια. Διατηρούσαν το φεουδαρχικό καθεστώς για να το κάνουν ένα εργαλείο καταπίεσης και εκμετάλλευσης του πληθυσμού, χώρισαν τη χώρα μας σε τρία ''Κι'' (περιοχές) με διαφορετικές μορφές διοίκησης και νομοθεσίας και εφάρμοσαν μια πολιτική σκοταδισμού που απέβλεπε στο να αποβλακώσει το λαό μας». Η αντίσταση του λαού ήταν τέτοια που οι αποικιστές χρειάστηκαν περίπου 30 χρόνια (1858-1884) για να εγκαταστήσουν το μηχανισμό κυριαρχίας τους. Ενα μηχανισμό όμως που ποτέ δεν ήταν σταθερός και που πάντα κλυδωνιζόταν από τις εκδηλώσεις της λαϊκής αντίστασης.Το Βιετναμέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα γεννήθηκε στις 3 Φλεβάρη του 1930 και τον Οκτώβρη του ιδίου έτους μετονομάστηκε σε ΚΚ Ινδοκίνας. Ηγετική φυσιογνωμία από το ξεκίνημα του κόμματος υπήρξε ο Ντγκουγιέν Ε-Κουόκ, γνωστός παγκοσμίως με το όνομα Χο Τσι Μιν.Η κορύφωση του εθνικοαπελευθερωτικού - επαναστατικού αγώνα στο Βιετνάμ ήρθε τον Αύγουστο του 1945 . Η δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας του Βιετνάμ δεν έφερε αμέσως και την απελευθέρωση του λαού της χώρας. Οι αποικιοκράτες δεν παραδέχτηκαν την ήττα τους, παρά μόνο όταν αυτή κατέστη ολοκληρωτική. Το 1950, το 90% του Βιετνάμ ήταν απελευθερωμένο και μόνο το 10% ήταν υπό γαλλικό έλεγχο. Στις 20 Ιούλη του 1954 στη Γενεύη αποφασίστηκε οτι το Βιετνάμ χωριζόταν σε Βόρειο και Νότιο, αλλά αυτός ο διαχωρισμός, οι συμφωνίες προέβλεπαν ότι θα είναι προσωρινός κι ότι η χώρα σύντομα θα συνενωνόταν. Για να συμβεί όμως αυτό, χρειάστηκε νέος αγώνας του βιετναμέζικου λαού έως το 1975, αυτή τη φορά εναντίον των ΗΠΑ, που είχαν έρθει να αντικαταστήσουν την ηττημένη Γαλλία.
Η Υπόθεση
Ένα εστιατόριο παγωμένο σ’ έναν μεταιχμιακό χωροχρόνο, κάπου ανάμεσα στη Σαϊγκόν της δεκαετίας του ’50 και το Παρίσι της δεκαετίας του ’90, με μουσική υπόκρουση βιετναμέζικη ποπ και γαλλικά chansons. Τα μονοπάτια έντεκα χαρακτήρων, γαλλικής, βιετναμέζικης ή γαλλοβιετναμέζικης καταγωγής, όπως ακριβώς και οι ηθοποιοί που τους υποδύονται, διασταυρώνονται επί σκηνής και μοιράζονται τοπία, πρόσωπα, τραγούδια και μια γλώσσα που, για ορισμένους από αυτούς, επιβιώνει μόνο στις αναμνήσεις τους. Συναντιούνται για φαγητό, πίνουν, χορεύουν, τραγουδάνε, ερωτεύονται, γιορτάζουν τη ζωή.Η ιστορία αρχίζει το 1956, όταν ένας Γάλλος στρατιώτης ετοιμάζεται να φύγει από την Ινδοκίνα και πείθει τη Βιετναμέζα ερωμένη του να τον ακολουθήσει στη Γαλλία. Μετά απο 40 χρόνια, στο Παρίσι του 1996 επιτρέπεται για πρώτη φορά στους εξόριστους Βιετναμέζους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Πού βρίσκεται, όμως, πλέον η πατρίδα;
Η Παράσταση
Διθυραμβικές κριτικές απέσπασε η πολυφωνική παράσταση της Γαλλοβιετναμέζας δημιουργού στο Φεστιβάλ Αβινιόν, όπου πρωτοπαρουσιάστηκε πέρυσι. Μια συγκινητική, πολυφωνική παράσταση, με αντρικές και γυναικείες φωνές που φέρουν μέσα τους τα τραύματα της ιστορίας. Προσωπικές ιστορίες αγάπης, πόνου κι ελπίδας μπλέκουν σε ένα κουβάρι που ξετυλίγουν οι έντεκα γαλλικής, βιετναμέζικης και μεικτής καταγωγής ηθοποιοί, συνθέτοντας ένα εύγλωττο δραματουργικό μωσαϊκό όπου ο πόθος της ανεξαρτησίας, η προσφυγιά, ο πόλεμος, η νοσταλγία της πατρίδας είναι οι αθέατοι συμπρωταγωνιστές τους. Εκμεταλλευόμενη το ιδιαίτερο ηχόχρωμα της γαλλο-βιετναμέζικης προφοράς, η σκηνοθέτις, κόρη και η ίδια μετανάστριας, παραδίδει μια συγκινητική παράσταση, που αναμετράται με τα τραύματα που αφήνει η Ιστορία στις μνήμες και τις ψυχές των ανθρώπων. Η Σαϊγκον είναι μια πληγωμένη γη: πάντοτε κάποιος αγνοείται, πάντοτε υπάρχει κάποιος να τον κλάψεις.Γιατι όλες οι ιστορίες εξορίας περιέχουν πόνο,δάκρυα και συνάμα ελπίδα.
Αυτή η παρασταση εκτυλίσσεται μέσα απο μνήμες ζωής, απο την σκοπιά της μητέρας της Caroline Nguyen και απο τις συνεντεύξεις των Βιετναμέζων μεταναστών και αυτών που έμειναν πίσω. Ένα αυτοβιογραφικό θέατρο, που αγκαλιάζει με συγκίνηση την καθημερινότητα ανθρώπων ,που συναντιούνται για να μιλήσουν,να γελάσουν,να τραγουδήσουν,να επικοινωνήσουν,να κρατήσουν την ιστορία του τόπου τους ζωντανή,μέσα απο θύμησες και με τη ζωντάνια της γλώσσας του τόπου τους. Όλοι οι ηθοποιοί, Γάλλοι και Βιετναμέζοι,όπως και οι ερασιτέχνες βιετναμέζικης καταγωγής, κατέθεσαν τη ψυχή τους πάνω στη σκηνή. Μια σκηνή,όμως, αξίζει να απομονωθεί και να τοποθετηθεί πιο πάνω απο τις άλλες: οι αγωνιώδεις προσπάθειες της Μαρίας Αντουανέτας, να βρει το γιο της,που δεν γύρισε απο την Γαλλία, μετά τη λήξη του πολέμου. Η προσπάθεια επικοινωνίας της με τη σύζυγο ενός γάλλου υπαλλήλου στη Σαϊγκόν, η ανακοίνωση του θανάτου του γιού της μέσω....μετάφρασης, αποτελεί μια συμπυκνωμένη δόση συγκινησιακής φόρτισης και συνάμα μια κατάθεση ψυχής.
Η χρήση της βιετναμέζικης και της γαλλικής γλώσσας δίνει την ευκαιρία στην Nguyen να ξεδιπλώσει την δυσφορία των μεταναστών, την σκληρή στάση των αποικιοκρατών,το συναισθηματικό βάρος, που καταβάλλουν οι χαρακτήρες, όταν προσπαθούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους.Η Σαϊγκόν γίνεται ένας συμβολικός τόπος μιας χαμένης ιστορίας, γιατι όταν ο Χάο γυρίζει πίσω, μετά απο 40 χρόνια,ανακαλύπτει ότι το κενό όλων αυτών των χρόνων, είναι αδύνατον να καλύφθεί,όσο η ζωή συνεχιζόταν,οι γενιές διαδέχονταν η μια την άλλη, τα ήθη άλλαζαν και τώρα πια,ο ίδιος νοιώθει ξένος στην άλλοτε πατρίδα του. Δυσκολεύεται να μιλήσει τη γλώσσα του,ενώ μόνο ένα νοσταλγικό τραγούδι και λέξεις που ψελλίζει σε σπασμένα αγγλικά γίνονται πια, το μέσο επικοινωνίας, με τους ανθρώπους της παλιάς του πατρίδας. Ποια είναι η πατρίδα,πόσο πονάει να αισθάνεσαι άπατρις,να νοιώθεις κομμένες τις ρίζες σου,σαν κλαδάκι,που το παρασύρει ο άνεμος ολλούθε; Τελικά,ναι,αυτές οι ιστορίες, αφηγούνται με δάκρυα και πόνο.
Η παράσταση παρουσιάστηκε στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών, στην Πειραιώς 260, 28-29/6
Κείμενο: Caroline Guiela Nguyen με τη συμμετοχή ολόκληρου του θιάσου
Σκηνοθεσία: Caroline Guiela Nguyen
Καλλιτεχνική συνεργασία: Claire Calvi
Σκηνικά Alice: Duchange
Φωτισμοί: Jérémie Papin
Σχεδιασμός ήχου και μουσικής: Antoine Richard
Σύνθεση :Teddy Gauliat–Pitois
Δραματουργία – Υπέρτιτλοι: Jérémie Scheidler – Manon Worms
Μετάφραση: Duc Duy Nguyen, Thi Thanh Thu Tô
Ερμηνεύουν: Caroline Arrouas, Dan Artus, Adeline Guillot, Thi Truc Ly Huynh,
Hoàng Son Lê, Phú Hau Nguyen, My Chau Nguyen Thi, Pierric Plathier,
Thi Thanh Thu Tô, Anh Tran Nghia, Hiep TranNghia
Παραγωγή: Les Hommes Approximatif