Με τους Rolling Stones, ο Κιθ Ρίτσαρντς δημιούργησε κιθαριστικά ριφ, στίχους και τραγούδια που ταρακούνησαν όλο τον κόσμο. Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες έζησε με τον πιο αυθεντικό ροκ εν ρολ τρόπο ζωής, παίρνοντας τα ρίσκα του εκεί που επέλεγε, κάνοντας τη δική του εσωτερική αναζήτηση και επιβιώνοντας μέσα από όλα αυτά με τρόπο που κανένας πριν από αυτόν δεν είχε καταφέρει. Αν και αυτοδίδακτος στην κιθάρα, υπήρξε βιρτουόζος και ο άνθρωπος που εισήγαγε τον γνωστό σε όλους πια, κυματισμό της ηλεκτρικής κιθάρας. Θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους κιθαρίστες που έχουν περάσει από την παγκόσμια μουσική ιστορία, ενώ 15 από τα τραγούδια που έχει συνθέσει συγκαταλέγονται στη λίστα με τα 500 καλύτερα τραγούδια όλων των εποχών.
Ο Keith Richards γεννήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου του 1943 στο Ντάρτφορντ του Κεντ, στην Αγγλία. Εξαρχής υπήρξε, και θριαμβικά παραμένει, ο βασικός κιθαρίστας των Rolling Stones, φημισμένος για τη ρυθμική του ακρίβεια, η οποία βασίστηκε στο πρότυπο του Chuck Berry. Είναι παντρεμένος με την Patti Hansen, με την οποία έχει δύο παιδιά. Επίσης είναι πατέρας δύο ακόμη παιδιών, που έχει φέρει στον κόσμο η πρώην γυναίκα του Anita Pallenberg. Η προσωπική του περιουσία υπολογίζεται ότι ξεπερνά τα 100 εκατομμύρια λίρες Αγγλίας. Η μητέρα του, Doris, εκτελώντας τις δουλειές μιας νοικοκυράς, συνήθιζε να ακούει στο σπίτι μουσική από ονόματα όπως οι Sarah Vaughan, Ella Fitzgerald και Billy Eckstein, τραγουδιστές αρκετά διαφορετικούς από τους ποπ ήχους ονομάτων, όπως η Patti Page που συνήθιζαν να ακούνε οι Βρετανοί εκείνη την εποχή. Οι γονείς του αγαπούσαν επίσης τη μουσική κάντρι και καλλιτέχνες όπως οι George Jones, Hank Williams και Ernest Tubb ακούγονταν συχνά στο σπίτι και μετέφεραν αυτή την αγάπη στον μοναχογιό τους και αυτός με τη σειρά του συχνά, ειδικά μετά το 1970, ηχογραφούσε με τους Stones τραγούδια που ανήκαν σ’ αυτό το είδος. Η συμβολή της μητέρας του στα μουσικά του γούστα ήταν καθοριστική και από μικρός ο Keith έμαθε να αγαπά την τζαζ, τα μπλουζ, την καλή αμερικανική μουσική που είχε δημιουργούς συνθέτες όπως οι George Gershwin και Irving Berlin, αλλά και την κλασική. Πρόσφατα μάλιστα εξέφρασε την αγάπη που έχει για την κλασική μουσική, λέγοντας ότι δεν μπορεί να περάσει μέρα που να μην ακούσει συνθέσεις του Mozart για τον οποίο μάλιστα αναφέρει «σκεφτείτε αυτοί οι φοβεροί δημιουργοί, όπως ήταν οι Beethoven, Mozart και Bach, τι θα μπορούσαν να πετύχουν αν είχαν τις σημερινές τεχνικές δυνατότητες στη διαμόρφωση του ήχου της μουσικής τους». Ο παππούς του ήταν επίσης μουσικόφιλος και μάλλον αυτός που τον οδήγησε στο να αγαπήσει την κιθάρα, με επακόλουθο να πάρει την πρώτη του κιθάρα σαν δώρο γενεθλίων από τη μητέρα του όταν έγινε 15 ετών. Με τον Mick Jagger συναντήθηκαν για πρώτη φορά όταν και οι δύο ήταν 6 ετών, στο σχολείο του Dartford όπου είχαν γεννηθεί, ο Mick στις 26 Ιουλίου και ο Keith στις 18 Δεκεμβρίου του 1943. Οι γονείς του Keith ήταν πολύ φτωχοί και χώρισαν το 1962 και ο Keith, που ήταν μοναχογιός, έμεινε με τη μητέρα του. Αντίθετα, ο Mick ήταν γιος μεσοαστικής οικογένειας και ο πατέρας του ήταν καθηγητής πανεπιστημίου. Ήταν το 1960 όταν ο Keith με τον Mick ανακάλυψαν ότι και οι δύο είχαν μεγάλο πάθος για το μπλουζ και το ρυθμ εντ μπλουζ μέσω του κοινού τους φίλου κιθαρίστα Dick Taylor, ο οποίος στη συνέχεια τους ενέταξε στο συγκρότημά του Little Boy Blue & The Blue Boys. Ο Brian Jones που έπαιζε περιοδικά στο συγκρότημα του Alexis Corner σε ένα από τα πολλά κλαμπ του Λονδίνου που έπαιζαν ρυθμ εντ μπλουζ, ήταν αυτός που θα οδηγήσει ύστερα από αρκετές περιπέτειες στην ηχογράφηση του πρώτου ντέμο, που θα απορριφθεί όμως από την ΕΜΙ. Το καλοκαίρι του 1962 και ενώ είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούν το όνομα Rolling Stones, που είχαν εμπνευστεί από ένα τραγούδι του Muddy Waters, εκμεταλλεύτηκαν μια απουσία του Alexis Corner και έκαναν την πρώτη τους πετυχημένη εμφάνιση στο κλαμπ Marquee του Λονδίνου με το όνομα Brian Jones and Mick Jagger & The Rolling Stones αρχίζοντας παράλληλα να χτίζουν τη σχέση τους με το δικό τους κοινό. Οι πρώτες επιτυχίες δεν άργησαν να έρθουν, αλλά ο μάνατζέρ τους Andrew Oldham, που σκεφτόταν πιο μακροπρόθεσμα, τους συνέστησε να δοκιμάσουν να γράψουν δικά τους τραγούδια, γιατί ένα συγκρότημα που έπαιζε διασκευές όπως οι Stones στην πρώτη τους περίοδο δεν θα είχε και πολύ μέλλον. Εκτός από τη συμμετοχή του στους Stones, ο Richards έχει κυκλοφορήσει και τρία προσωπικά άλμπουμ, από τα οποία το ένα είναι ζωντανά ηχογραφημένο, και το πρώτο από αυτά με τίτλο Talk Is Cheap να κυκλοφορεί μόλις το 1988, ενώ έχει και πολλές συμμετοχές σε δίσκους άλλων καλλιτεχνών, όπως είναι οι Beatles, Billy Preston, Faces, Peter Tosh, Tom Waits, Chuck Berry, John Lee Hooker, Willie Nelson και πολλοί άλλοι.
Ένα συγκλονιστικό απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του Life σε μετάφραση Γιάννη Νένε
“Είμαι καλός οδηγός. Εννοώ ότι εντάξει, κανείς δεν είναι τέλειος, σωστά; Κάπου το έχασα, με πήρε ο ύπνος. Έπεσα σε λήθαργο. Και βγήκαμε από την πορεία μας. Άκουσα μόνο τον Φρέντι Σέσλερ στο πίσω κάθισμα να λέει: “Jesus fucking Christ!” Κατάφερα όμως να το βγάλω από το δρόμο και να το ρίξω σε ένα χωράφι, το πιο λογικό πράγμα που θα μπορούσα να κάνω εκείνη τη στιγμή. Τουλάχιστον δε χτυπήσαμε κανέναν, δε σκοτώσαμε κανέναν, δε χτυπήσαμε ούτε εμείς οι ίδιοι. Και μετά οι μπάτσοι βρήκαν άσιντ στην τσέπη του σακακιού μου. Πώς είχε ξεμείνει αυτό; Μόλις είχαμε τελειώσει από συναυλία. Τα σακάκια που φορούσαμε ήταν κάτι σαν η «στολή» της μπάντας, ίδιο σχέδιο αλλά διαφορετικά χρώματα. Θα μπορούσε να είναι του Μικ αυτό που φορούσα και όχι δικό μου· ή θα μπορούσα να είχα φορέσει κατά λάθος του Τσάρλι. Θα μπορούσε να είναι το σακάκι οποιουδήποτε. Αυτή ήταν η υπερασπιστική μου γραμμή.
Κατά την απολογία μου έβγαλα και ένα μικρό λόγο του τύπου «αυτή είναι η ζωή μου, αυτός είναι ο τρόπος που ζούμε και μερικές φορές συμβαίνουν και ατυχήματα». «Εσείς δε ζείτε όπως εγώ. Εγώ κάνω αυτό που πρέπει. Αν τα κάνω σκατά μερικές φορές, λυπάμαι πολύ. Αλλά ζω μια ήρεμη ζωή. Αφήστε με να πάω στην επόμενη συναυλία μου, έτσι είναι το ροκ εν ρολ. Αυτό είναι. It’s only rock and roll.» Άντε όμως να τα πεις αυτά σε ένα τσούρμο υδραυλικούς από το Έιλσμπερι της Αγγλίας. Μπορεί να «γοήτευσα τους ενόρκους», όπως έγραψε μια εφημερίδα. Δύσκολο να το πιστέψω όμως, γιατί η όλη μου στάση απέναντί τους ήταν: «Χρειάζομαι ένα σώμα ενόρκων που τουλάχιστον οι μισοί να είναι κιθαρίστες ροκ εν ρολ για να καταλάβουν για τι διάολο μιλάω. Ένα δικαστήριο κατάλληλο για μένα θα ήταν ο Τζίμι Πέιτζ, ένα σώμα μουσικών, άνθρωποι που έχουν βρεθεί σε περιοδεία και ξέρουν τι σημαίνει αυτό. Οι ένορκοί μου δεν πρέπει να είναι μια γιατρίνα και δύο υδραυλικοί. Εφόσον αυτός είναι ο νόμος στην Αγγλία, τον σέβομαι πάρα πολύ. Αλλά κάντε μου τη χάρη.» Βασικά πρέπει να κατάλαβαν τι ήθελα να πω. Εκείνη τη φορά, όπως φαίνεται, κανείς δεν προσπαθούσε να μου διδάξει κανένα μάθημα και με άφησαν ελεύθερο με ένα πρόστιμο και μια ελαφριά ξυλιά στο χεράκι.
“Είμαι καλός οδηγός. Εννοώ ότι εντάξει, κανείς δεν είναι τέλειος, σωστά; Κάπου το έχασα, με πήρε ο ύπνος. Έπεσα σε λήθαργο. Και βγήκαμε από την πορεία μας. Άκουσα μόνο τον Φρέντι Σέσλερ στο πίσω κάθισμα να λέει: “Jesus fucking Christ!” Κατάφερα όμως να το βγάλω από το δρόμο και να το ρίξω σε ένα χωράφι, το πιο λογικό πράγμα που θα μπορούσα να κάνω εκείνη τη στιγμή. Τουλάχιστον δε χτυπήσαμε κανέναν, δε σκοτώσαμε κανέναν, δε χτυπήσαμε ούτε εμείς οι ίδιοι. Και μετά οι μπάτσοι βρήκαν άσιντ στην τσέπη του σακακιού μου. Πώς είχε ξεμείνει αυτό; Μόλις είχαμε τελειώσει από συναυλία. Τα σακάκια που φορούσαμε ήταν κάτι σαν η «στολή» της μπάντας, ίδιο σχέδιο αλλά διαφορετικά χρώματα. Θα μπορούσε να είναι του Μικ αυτό που φορούσα και όχι δικό μου· ή θα μπορούσα να είχα φορέσει κατά λάθος του Τσάρλι. Θα μπορούσε να είναι το σακάκι οποιουδήποτε. Αυτή ήταν η υπερασπιστική μου γραμμή.
Κατά την απολογία μου έβγαλα και ένα μικρό λόγο του τύπου «αυτή είναι η ζωή μου, αυτός είναι ο τρόπος που ζούμε και μερικές φορές συμβαίνουν και ατυχήματα». «Εσείς δε ζείτε όπως εγώ. Εγώ κάνω αυτό που πρέπει. Αν τα κάνω σκατά μερικές φορές, λυπάμαι πολύ. Αλλά ζω μια ήρεμη ζωή. Αφήστε με να πάω στην επόμενη συναυλία μου, έτσι είναι το ροκ εν ρολ. Αυτό είναι. It’s only rock and roll.» Άντε όμως να τα πεις αυτά σε ένα τσούρμο υδραυλικούς από το Έιλσμπερι της Αγγλίας. Μπορεί να «γοήτευσα τους ενόρκους», όπως έγραψε μια εφημερίδα. Δύσκολο να το πιστέψω όμως, γιατί η όλη μου στάση απέναντί τους ήταν: «Χρειάζομαι ένα σώμα ενόρκων που τουλάχιστον οι μισοί να είναι κιθαρίστες ροκ εν ρολ για να καταλάβουν για τι διάολο μιλάω. Ένα δικαστήριο κατάλληλο για μένα θα ήταν ο Τζίμι Πέιτζ, ένα σώμα μουσικών, άνθρωποι που έχουν βρεθεί σε περιοδεία και ξέρουν τι σημαίνει αυτό. Οι ένορκοί μου δεν πρέπει να είναι μια γιατρίνα και δύο υδραυλικοί. Εφόσον αυτός είναι ο νόμος στην Αγγλία, τον σέβομαι πάρα πολύ. Αλλά κάντε μου τη χάρη.» Βασικά πρέπει να κατάλαβαν τι ήθελα να πω. Εκείνη τη φορά, όπως φαίνεται, κανείς δεν προσπαθούσε να μου διδάξει κανένα μάθημα και με άφησαν ελεύθερο με ένα πρόστιμο και μια ελαφριά ξυλιά στο χεράκι.
Ήμουν στο Παρίσι με τον Μάρλον, πάλι σε περιοδεία, όταν έμαθα ότι ο μικρός μου γιος, ο Τάρα, μόλις δύο-μηνών-και-κάτι, είχε βρεθεί νεκρός στην κούνια του. Με πήραν τηλέφωνο ακριβώς την ώρα που ετοιμαζόμουν να βγω στη σκηνή για το σόου. Και ακούω ένα: «Έχω κάποια άσχημα νέα για εσάς…» – φράση που σε χτυπάει στο κεφάλι σαν πυροβολισμός όταν την ακούς. Και μετά: «Καταλαβαίνω ότι θα θέλατε να ακυρώσουμε το σόου…» Το σκέφτηκα για μερικά δευτερόλεπτα και μετά είπα: «Όχι φυσικά, δεν το ακυρώνουμε.» Θα ήταν το χειρότερο πράγμα που θα μπορούσα να κάνω, γιατί δεν είχα πουθενά να πάω. Τι θα έκανα δηλαδή; Θα έπαιρνα το αυτοκίνητο και θα γύριζα στην Ελβετία να μάθω τι είχε συμβεί; Ό,τι ήταν να γίνει είχε γίνει. Τελείωσε. Ή θα καθόμουνα να κλαίω και θα άρχιζε να μου στρίβει; Κι έπειτα να έκανα τι; Γιατί; Φυσικά τηλεφώνησα στην Ανίτα, η οποία έκλαιγε με λυγμούς και όσες πληροφορίες μού έδωσε ήταν μπερδεμένες. Έπρεπε όμως να μείνει εκεί και να φροντίσει όλες τις λεπτομέρειες για την αποτέφρωση και όλα τα σου ‘πα-μου ‘πες με τους Ελβετούς ιατροδικαστές και μετά να έρθει στο Παρίσι.
Όσο για μένα, το μόνο που μπορούσα να κάνω εκείνη τη στιγμή ήταν να προστατεύσω τον Μάρλον από αυτό το γεγονός, να προσπαθήσω να μην ξεσπάσω πάνω του. Το μόνο πράγμα που είχα και με κράτησε σε εκείνη την ιστορία ήταν ο Μάρλον και η καθημερινή απασχόληση, το να πρέπει να προσέχω ένα επτάχρονο παιδί που ήταν μαζί μου σε τουρνέ. Δεν είχα χρόνο για να κλάψω, έπρεπε να κοιτάξω πρώτα αν αυτό το παιδάκι μαζί μου ήταν καλά. Ευχαριστώ το Θεό που ήταν εκεί ο Μάρλον. Ήταν πολύ μικρός για να καταλάβει τι πραγματικά συνέβη. Το μόνο ας-το-πούμε-καλό σε αυτή την υπόθεση ήταν ότι τουλάχιστον ο Μάρλον κι εγώ ήμασταν μακριά από το άμεσο πένθος. Εκείνο το βράδυ έπρεπε οπωσδήποτε να ανέβω στη σκηνή. Και μετά από αυτό έπρεπε να αντέξω στη διάρκεια της περιοδείας με τον Μάρλον κρατώντας τη λύπη μέσα μου. Ήταν κάτι που μας έκανε πιο δυνατούς τον Μάρλον κι εμένα για ό,τι κι αν συνέβαινε πια. Έχασα το μικρό μου γιο, δε θα επέτρεπα με τίποτα να χάσω και το μεγάλο.
Όσο για μένα, το μόνο που μπορούσα να κάνω εκείνη τη στιγμή ήταν να προστατεύσω τον Μάρλον από αυτό το γεγονός, να προσπαθήσω να μην ξεσπάσω πάνω του. Το μόνο πράγμα που είχα και με κράτησε σε εκείνη την ιστορία ήταν ο Μάρλον και η καθημερινή απασχόληση, το να πρέπει να προσέχω ένα επτάχρονο παιδί που ήταν μαζί μου σε τουρνέ. Δεν είχα χρόνο για να κλάψω, έπρεπε να κοιτάξω πρώτα αν αυτό το παιδάκι μαζί μου ήταν καλά. Ευχαριστώ το Θεό που ήταν εκεί ο Μάρλον. Ήταν πολύ μικρός για να καταλάβει τι πραγματικά συνέβη. Το μόνο ας-το-πούμε-καλό σε αυτή την υπόθεση ήταν ότι τουλάχιστον ο Μάρλον κι εγώ ήμασταν μακριά από το άμεσο πένθος. Εκείνο το βράδυ έπρεπε οπωσδήποτε να ανέβω στη σκηνή. Και μετά από αυτό έπρεπε να αντέξω στη διάρκεια της περιοδείας με τον Μάρλον κρατώντας τη λύπη μέσα μου. Ήταν κάτι που μας έκανε πιο δυνατούς τον Μάρλον κι εμένα για ό,τι κι αν συνέβαινε πια. Έχασα το μικρό μου γιο, δε θα επέτρεπα με τίποτα να χάσω και το μεγάλο.
Τι ακριβώς είχε συμβεί όμως; Ξέρω ελάχιστα από τις συνθήκες του θανάτου. Το μόνο που είχα από τον Τάρα ήταν εκείνη η εικόνα, ένα πανέμορφο μωράκι μέσα στην κούνια του. «Έι, ψιτ, μπαγασάκο, θα σε δω όταν γυρίσω από την περιοδεία, εντάξει;» Έδειχνε υγιέστατο το μωρό. Έμοιαζε με τον Μάρλον σε μινιατούρα. Δεν το είχα ζήσει το μικράκι, ελάχιστα μόνο. Του άλλαξα πάνες δυο φορές νομίζω. Αναπνευστική ανεπάρκεια είπανε, θάνατος ανεπιτήρητου βρέφους. Η Ανίτα το βρήκε το πρωί. Δεν ήθελα να κάνω ερωτήσεις εκείνη τη στιγμή. Μόνο η Ανίτα γνωρίζει την αλήθεια. Όσο για μένα, δεν έπρεπε ποτέ να τον είχα αφήσει. Δε νομίζω ότι ήταν δικό της λάθος· ήταν αιφνίδιος βρεφικός θάνατος. Αλλά το να αφήσω ένα νεογέννητο και να φύγω είναι κάτι για το οποίο δεν μπορώ να συγχωρήσω τον εαυτό μου. Ήταν σαν να άφησα το πόστο μου. Με την Ανίτα μέχρι και σήμερα δεν το έχουμε συζητήσει ποτέ. Το άφησα, δεν ήθελα να ανοίξω παλιές πληγές. Αν η Ανίτα ήθελε να καθίσει δίπλα μου και να μιλήσουμε γι’ αυτό, μπορεί να το έκανα, αλλά εγώ δεν μπορούσα να το θέσω το θέμα. Πονούσε πολύ. Κανείς απ’ τους δυο μας –είμαι σίγουρος και για εκείνη– δεν το έχει ξεπεράσει. Δεν τα ξεπερνάς αυτά τα πράγματα. Εκείνη την εποχή όμως, αυτό που συνέβη σίγουρα διέβρωσε τη σχέση μας με την Ανίτα και την έκανε να βυθιστεί ακόμα πιο βαθιά στο φόβο και στην παράνοια. Ο χαμός ενός παιδιού είναι αναμφίβολα το χειρότερο πράγμα που μπορεί να σου συμβεί και αυτός είναι ο λόγος που έγραψα στον Έρικ Κλάπτον όταν πέθανε ο γιος του, γνωρίζοντας κάτι από αυτό που περνούσε. Όταν συμβεί κάτι τέτοιο, για λίγη ώρα μένεις εντελώς μουδιασμένος. Τα συναισθήματα αγάπης που είχα για το μικρούλη άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια πολύ αργά μετά από ώρα. Διαφορετικά, δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις ξαφνικά όλο μαζί. Και δεν μπορείς να χάσεις ένα παιδί χωρίς αυτό να έρχεται μετά και να σε στοιχειώνει. Υποτίθεται ότι κάποια στιγμή όλα σε αυτή τη ζωή φεύγουν. Η μητέρα μου κι ο πατέρας μου έχουν φύγει, έτσι είναι ο νόμος της φύσης. Αλλά το να χάνεται ένα μωρό είναι διαφορετικό. Ποτέ δε σε αφήνει να ησυχάσεις αυτή η σκέψη. Τώρα μέσα μου υπάρχει μόνιμα ένα άδειο παγωμένο σημείο. Απλώς με έναν εγωιστικό τρόπο σκέφτομαι ότι, αφού ήταν να συμβεί, χαίρομαι που συνέβη τότε. Που ήταν ακόμα πολύ μικρούλης για να μπορέσει να δεθεί συναισθηματικά μαζί μας. Τώρα έρχεται η εικόνα του και με κυριεύει απότομα, περίπου μια φορά την εβδομάδα, κάτι τέτοιο. Έχασα ένα αγοράκι. Θα μπορούσε να είχε γίνει ένας παλίκαρος, κάποιος σπουδαίος. Όταν κρατούσα σημειώσεις γι’ αυτό το βιβλίο έγραψα στο σημειωματάριό μου: «Κάθε τόσο ο Τάρα έρχεται και με κυριεύει. Ο γιος μου. Θα ήταν τριάντα-και-κάτι τώρα.» Ο Τάρα ζει στην καρδιά μου. Αλλά δεν ξέρω καν πού είναι θαμμένος ο κακόμοιρος, εάν θάφτηκε ποτέ.”
Η ιστορία με τα δικά του λόγια
- «Δώσε στον Mick Jagger μια σκηνή σε μέγεθος τραπεζιού και θα την αξιοποιήσει καλύτερα από τον καθένα, εκτός ίσως από τον James Brown»
- «Κι αυτός είχε στα χέρια του μια άλλη πολύ καλή μπάντα. Το θέμα δεν ήταν να αναμασήσει αυτό που έκαναν οι Beatles. Το θέμα ήταν να μας κάνει τους αντι-Beatles. Δε θα γινόμασταν ποτέ τα τέσσερα μπιτλάκια., οι Fab Four, ούτε θα ντυνόμασταν όλοι με τις ίδιες μαλακίες» (συστάσεις προς τον Andrew Loog Oldham, τον μάνατζερ με τον οποίο απογειώθηκαν οι Rolling Stones)
- «Ποτέ στη ζωή μου δεν την έχω πέσει εγώ σε κορίτσι. Ειλικρινά, δεν ξέρω πώς να το κάνω. Το ένστικτό μου πάντα μου λέει να αφήνω την πρωτοβουλία στη γυναίκα»
- «Στο πίσω κάθισμα της Bentley, κάπου ανάμεσα στη Βαρκελώνη και τη Βαλένθια, η Anita κι εγώ κοιταχτήκαμε στα μάτια, η ένταση είχε φτάσει στο κατακόρυφο και το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι την Anita να μου παίρνει π...α. Ο πάγος έσπασε. Ουφ. Επιτέλους»
- «Ο Brando ένα βράδυ έκλεψε την Anita και την πήγε κάπου να της διαβάσει ποίηση και, όταν αυτό απέτυχε, προσπάθησε να μας την πέσει – και στην Anita και σε μένα. "Άσε, άλλη φορά, φίλε"»
- «Εκεί είναι που τα έκαναν θάλασσα οι άσχετοι με χαρακτηρισμούς όπως «αυτό είναι ροκ» και «το άλλο είναι ροκ». Όχι, δεν έχει καμία σχέση με το ροκ. Όλη η σημασία είναι το ρολ. Χτύπημα και μετά παύση. Ρολ, η στιγμή που μετράς το ρυθμό.»
- «Το θέμα όμως με τον John Lennon είναι ότι – παρά την πολυδιαφημισμένη του μαγκιά – δεν άντεχε πολύ. Ήθελε να παίρνει ό,τι έπαιρνα κι εγώ χωρίς όμως να έχει τη δική μου εξάσκηση»
- «Ποτέ δεν με ενδιέφερε αυτό το σκυλολόι. Επίτηδες δεν τις γαμ...σα. Τις έβαζα να γδυθούν και μετά τους έλεγα: “OK, τώρα μπορείς να πηγαίνεις”. Ήξερα, ότι αν τις πηδούσα, μετά θα έμπαινε το όνομά μου στον πίνακα των σκορ»
- «Έτσι με φαντάστηκαν, έτσι με έφτιαξαν, ο λαός εκεί έξω έφταιξε έναν λαϊκό ήρωα. Να’ ναι καλά οι άνθρωποι. Κι εγώ με τη σειρά μου θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ για να ικανοποιήσω τη φαντασία τους. Με θέλουν να κάνω πράγματα που αυτοί οι ίδιοι δεν μπορούν. Γιατί πρέπει να κάνουν τη δουλειά που κάνουν, γιατί πρέπει να ζήσουν τη ζωή που ζουν, γιατί είναι πωλητές σε ασφαλιστικές εταιρείες…"
- «Μου άρεσε πολύ να κάνουμε παρέα με τον Mick, αλλά έχω να πατήσω στο καμαρίνι του μπορεί και 20 χρόνια. Μερικές φορές μου λείπει ο φίλος μου. Πού στο διάολο πήγε ο Mick που ήξερα;»
ΚΙΘ ΡΙΤΣΑΡΝΤΣ, Life (εκδόσεις Το Ροδακιό)
- «Δώσε στον Mick Jagger μια σκηνή σε μέγεθος τραπεζιού και θα την αξιοποιήσει καλύτερα από τον καθένα, εκτός ίσως από τον James Brown»
- «Κι αυτός είχε στα χέρια του μια άλλη πολύ καλή μπάντα. Το θέμα δεν ήταν να αναμασήσει αυτό που έκαναν οι Beatles. Το θέμα ήταν να μας κάνει τους αντι-Beatles. Δε θα γινόμασταν ποτέ τα τέσσερα μπιτλάκια., οι Fab Four, ούτε θα ντυνόμασταν όλοι με τις ίδιες μαλακίες» (συστάσεις προς τον Andrew Loog Oldham, τον μάνατζερ με τον οποίο απογειώθηκαν οι Rolling Stones)
- «Ποτέ στη ζωή μου δεν την έχω πέσει εγώ σε κορίτσι. Ειλικρινά, δεν ξέρω πώς να το κάνω. Το ένστικτό μου πάντα μου λέει να αφήνω την πρωτοβουλία στη γυναίκα»
- «Στο πίσω κάθισμα της Bentley, κάπου ανάμεσα στη Βαρκελώνη και τη Βαλένθια, η Anita κι εγώ κοιταχτήκαμε στα μάτια, η ένταση είχε φτάσει στο κατακόρυφο και το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι την Anita να μου παίρνει π...α. Ο πάγος έσπασε. Ουφ. Επιτέλους»
- «Ο Brando ένα βράδυ έκλεψε την Anita και την πήγε κάπου να της διαβάσει ποίηση και, όταν αυτό απέτυχε, προσπάθησε να μας την πέσει – και στην Anita και σε μένα. "Άσε, άλλη φορά, φίλε"»
- «Εκεί είναι που τα έκαναν θάλασσα οι άσχετοι με χαρακτηρισμούς όπως «αυτό είναι ροκ» και «το άλλο είναι ροκ». Όχι, δεν έχει καμία σχέση με το ροκ. Όλη η σημασία είναι το ρολ. Χτύπημα και μετά παύση. Ρολ, η στιγμή που μετράς το ρυθμό.»
- «Το θέμα όμως με τον John Lennon είναι ότι – παρά την πολυδιαφημισμένη του μαγκιά – δεν άντεχε πολύ. Ήθελε να παίρνει ό,τι έπαιρνα κι εγώ χωρίς όμως να έχει τη δική μου εξάσκηση»
- «Ποτέ δεν με ενδιέφερε αυτό το σκυλολόι. Επίτηδες δεν τις γαμ...σα. Τις έβαζα να γδυθούν και μετά τους έλεγα: “OK, τώρα μπορείς να πηγαίνεις”. Ήξερα, ότι αν τις πηδούσα, μετά θα έμπαινε το όνομά μου στον πίνακα των σκορ»
- «Έτσι με φαντάστηκαν, έτσι με έφτιαξαν, ο λαός εκεί έξω έφταιξε έναν λαϊκό ήρωα. Να’ ναι καλά οι άνθρωποι. Κι εγώ με τη σειρά μου θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ για να ικανοποιήσω τη φαντασία τους. Με θέλουν να κάνω πράγματα που αυτοί οι ίδιοι δεν μπορούν. Γιατί πρέπει να κάνουν τη δουλειά που κάνουν, γιατί πρέπει να ζήσουν τη ζωή που ζουν, γιατί είναι πωλητές σε ασφαλιστικές εταιρείες…"
- «Μου άρεσε πολύ να κάνουμε παρέα με τον Mick, αλλά έχω να πατήσω στο καμαρίνι του μπορεί και 20 χρόνια. Μερικές φορές μου λείπει ο φίλος μου. Πού στο διάολο πήγε ο Mick που ήξερα;»
ΚΙΘ ΡΙΤΣΑΡΝΤΣ, Life (εκδόσεις Το Ροδακιό)