Η Τζόνι Μίτσελ γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1943, στο Φορτ ΜακΛέοντ, στην Αλμπέρτα του Καναδά. Στα 8 της η Τζόνι Μίτσελ αρρώστησε με πολιομυελίτιδα και οι γιατροί της έλεγαν ότι δεν θα περπατήσει ποτέ ξανά. Ένα χρόνο αργότερα, η Τζόνι σηκώθηκε όρθια και μέσα σε λίγους μήνες έκανε μαθήματα μπαλέτου. Τον ίδιο χρόνο δοκίμασε για πρώτη φορά να καπνίσει τσιγάρο και από τότε δεν σταμάτησε ποτέ. Ως έφηβη, έραβε μόνη της τα ρούχα της και άκουγε φανατικά ροκ ‘ν’ ρολ. Πίστευε ότι θα γινόταν ζωγράφος, αλλά λάτρευε να “γρατζουνάει” το γιουκαλίλι που αγόρασε με δικά της χρήματα. Όταν αποφοίτησε, μετακόμισε στο Calgary, για να σπουδάσει στην Σχολή Καλών Τεχνών. Έβγαζε το χαρτζιλίκι της παίζοντας μουσική και τραγουδώντας σε μια καφετέρια. Μετά από λίγο καιρό παράτησε τις σπουδές και ασχολήθηκε αποκλειστικά με το τραγούδι. Ξεκίνησε την μουσική της σταδιοδρομία στα εφηβικά της χρόνια παίζοντας μουσική φολκ στους δρόμους και σε μπαρ του Τορόντο.
Αναγκάστηκε να τα παρατήσει όλα, όταν έμαθε ότι ήταν έγκυος. Οι εκτρώσεις ήταν παράνομες τότε στον Καναδά και η 20χρονη Τζόνι δεν είχε άλλη επιλογή απ’ το να κρατήσει το μωρό, αν και δεν μπορούσε να το συντηρήσει οικονομικά. Ο φίλος της την εγκατέλειψε όταν ήταν τριών μηνών έγκυος. Ο κόσμος δεν αντιμετώπιζε φιλικά μία ανύπαντρη μητέρα και η Τζόνι χρειάστηκε να δώσει το νεογέννητο κοριτσάκι σε ανάδοχη οικογένεια. Ήλπιζε να καταφέρει να το μεγαλώσει η ίδια, γι’ αυτό και δέχτηκε την πρόταση γάμου του μουσικού Τσακ Μίτσελ, χωρίς να τον γνωρίζει πολύ καιρό. Ο Μίτσελ την είχε ακούσει να τραγουδά και της πρότεινε να συνεργαστούν. Όταν του είπε ότι είχε ένα νεογέννητο παιδί, την παντρεύτηκε. Αλλά αμέσως μετά τον γάμο, της ξεκαθάρισε ότι δεν είχε καμία όρεξη να μεγαλώσει το παιδί ενός άλλου άντρα και η Τζόνι αναγκάστηκε να δώσει την κόρη της για υιοθεσία. Ο γάμος με τον Μίτσελ ήταν βραχύβιος, όπως και η μουσική τους συνεργασία. Το 1967, η Μίτσελ ξεκίνησε την σόλο καριέρα της. Τα τραγούδια της συγκινούσαν με την ειλικρίνεια και την εκφραστικότητά τους. Όσοι την άκουγαν, ένιωθαν ότι τραγουδούσε μόνο για εκείνους. Παρά το νεαρό της ηλικίας της, μπορούσε να καταλάβει και να εκφράσει τον ανθρώπινο πόνο, ίσως επειδή είχε περάσει και η ίδια πολλές δύσκολες στιγμές. Η επιτυχία μπορεί να της έφερε χρήματα και πολυτέλειες, αλλά δεν τη διέφθειρε. Η Μίτσελ ζούσε την ελεύθερη ζωή του καλλιτέχνη, αλλά δεν έφτασε στις ακρότητες άλλων ροκ σταρ της εποχής. Δεν φημιζόταν για καταχρήσεις και στις ερωτικές της σχέσεις υπήρχε πάντα έντονος συναισθηματικός δεσμός. Πολλά απ’ τα τραγούδια της βασίζονταν στις εμπειρίες που αποκόμιζε από αυτές.
Στα 27 της σταμάτησε να ασχολείται με τη μουσική για δύο χρόνια. Έπασχε από μία άγνωστη ψυχική διαταραχή και έκλαιγε συνεχώς για ασήμαντους λόγους. Δεν μπορούσε να ελέγξει τις αντιδράσεις της και έφτασε στο σημείο να κλαίει, επειδή είδε μία μπουλντόζα στο δρόμο. Στην αυτοβιογραφία της “In Her Own Words”, η Μίτσελ έγραψε ότι η διαταραχή προκλήθηκε από μια χημική ανισορροπία του οργανισμού της, αλλά δεν αναφέρει κάποιο όνομα ή κάποια ιατρική εξήγηση. Ξεπέρασε το πρόβλημα κάνοντας διαλογισμό και μελετώντας τα έργα του Φρόυντ, του Νίτσε και του Γιουνγκ. Η Μίτσελ με την κόρη της, το 1997. Είχαν μια έντονη συνάντηση, αλλά και επεισοδιακό χωρισμό Το 1982, παντρεύτηκε τον μουσικό παραγωγό και μπασίστα Λάρι Κλάιν. Η Μίτσελ έμεινε έγκυος, αν και πίστευε ότι δεν θα κατάφερνε ποτέ να κάνει άλλο παιδί ύστερα από μία σοβαρή μόλυνση. Ήθελε απεγνωσμένα να γίνει μητέρα, αλλά δυστυχώς απέβαλε. Η αποβολή και οι απιστίες του Κλάιν οδήγησαν στη διάλυση του γάμου, το 1994. Η επανένωση με την κόρη της Τον Μάρτιο του 1997, η Τζόνι Μίτσελ γνώρισε την κόρη που έδωσε για υιοθεσία. Η Kilauren Gibb έψαχνε τη βιολογική της μητέρα και η Μίτσελ έσπευσε να τη συναντήσει. Η επανένωση ήταν ιδιαίτερα θερμή και για τα επόμενα χρόνια, περνούσαν πολύ χρόνο μαζί για να γνωριστούν καλύτερα. Όμως το 2001 έκοψαν κάθε επαφή, ύστερα από ένα τεράστιο καβγά, όπου κλήθηκε μέχρι και η αστυνομία. Η Μίτσελ χαστούκισε την κόρη της, η οποία ανέφερε το περιστατικό στην αστυνομία αλλά δεν υπέβαλε μήνυση..
| |
| |
| |
Η μεγάλη αναγνώριση ήρθε στα χρόνια του 2000 με επανειλημμένες βραβεύσεις. Το 2000 επίσης έκανε την πρώτη παρουσίαση ζωγραφικών της έργων στον Καναδά, παρότι για πολλά χρόνια πριν, φιλοτεχνούσε η ίδια τα εξώφυλλα των δίσκων της. Τα τελευταία χρόνια, η Μίτσελ δε δίνει συναυλίες, αλλά έχει εμφανιστεί περιστασιακά σε συναυλίες συναδέλφων της. Τον χρόνο της τον μοιράζει πλέον ανάμεσα στο Λος Άντζελες και την Βρετανική Κολομβία.Το 2010, πρότειναν στη Μίτσελ να τραγουδήσει στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς της Βανκούβερ, μία εκδήλωση που την τιμούσε, αλλά δυστυχώς δεν μπόρεσε να εμφανιστεί. Έπασχε από το σπάνιο σύνδρομο Morgellons, όπου ο ασθενής νιώθει ότι έντομα περπατούν κάτω από το δέρμα του. Ο πόνος ήταν αφόρητος και χτύπησε πολλά απ’ τα σημεία που είχε αποδυναμώσει η πολιομυελίτιδα, δεκαετίες πριν. “Δεν μπορούσα να βάλω ρούχα και για χρόνια δεν έβγαινα απ’ το σπίτι μου. Μερικές φορές ήταν τόσο άσχημα, που σερνόμουν στο πάτωμα. Είμαι άρρωστη όλη μου τη ζωή”, περιγράφει στην αυτοβιογραφία της. Έχει καταπολεμήσει τα συμπτώματα με χάπια, τα οποία όμως της προκαλούν ζαλάδες και μια συνεχή αίσθηση εξάντλησης. Δεν κοιμάται, αλλά δεν είναι ποτέ εντελώς ξύπνια. Οι νύχτες είναι ιδιαίτερα μαρτυρικές, καθώς φοβάται το σκοτάδι. “Με παρακολουθούν διάφοροι θαυμαστές. Είναι πολλοί και επικίνδυνοι σαν τον Μάνσον”.
H Τζόνι Μίτσελ στα Μάταλα
Σε ένα ήσυχο ψαροχώρι της Κρήτης, στα φημισμένα Μάταλα, η Τζόνι Μίτσελ πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι, ίσως το πιο ανατρεπτικό της ζωής της. Μέσα σε μια νεολιθικού τύπου σπηλιά από ψαμμίτη, λαξευμένη στο βράχο , τραγουδούσε και έγραφε στίχους αντικρίζοντας -όπως έλεγε- «τον έναστρο ουρανό, κάτω από το φεγγάρι…. στα Μάταλα». Το 1960 μια ομάδα χίπις με τα σακίδια στην πλάτη εγκαταστάθηκαν στα Μάταλα. Ήταν για τους Δυτικούς μια απομακρυσμένη γωνιά της Μεσογείου, όπου οι ντόπιοι δεν είχαν δει τουρίστα μέχρι να εμφανιστούν εκείνοι. Ήταν η στιγμή που εμπνεύστηκε το τέλειο σκηνικό για να γράψει το τραγούδι «Carey», με φόντο την παρθένα παραλία και τα καταγάλανα νερά. «Μόλις δύο παντοπωλεία, ένα αρτοποιείο όπου ο ιδιοκτήτης έκανε φρέσκο γιαούρτι και ψωμί, ένα κατάστημα γενικού εμπορίου με το μοναδικό τηλέφωνο, δύο καφετέριες και λίγες καλύβες ενοικίασης», θυμάται η Τζόνι σε συνέντευξη της. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στα 71 της χρόνια, από το διαμέρισμά της στο Λος Άντζελες, η Τζόνι υπενθυμίζει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκε στα Μάταλα ύστερα από έναν οδυνηρό χωρισμό από τον τότε σύντροφο της, Βρετανό τραγουδιστή και τραγουδοποιό Graham Nash. «Η Πηνελόπη κι εγώ ξεκινήσαμε τις διακοπές μας στην Ελλάδα από την Αθήνα. Δεν είχα καταλάβει ότι η εμφάνιση μου εκείνα τα χρόνια παρέπεμπε σε χίπι. Σίγουρα δεν έμοιαζα με Ελληνίδα, αλλά ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι τα ξανθά μακριά μαλλιά μου θα εισέπρατταν τόσο αρνητικά βλέμματα κυρίως από τον αντρικό πληθυσμό». «Μου φώναζαν με θυμό: Χίπη, Χίπη… Μάταλα, Μάταλα! Εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω τι μου έλεγαν και έτσι ρώτησα να μου εξηγήσουν. Μου είπαν λοιπόν ότι μου φώναζαν: Χίπη πήγαινε στα Μάταλα όπου ανήκεις» αφηγείται η Τζόνι. Η φράση αυτή αποτέλεσε την αφορμή για την έναρξη της περιπέτειας. Την επόμενη κιόλας μέρα βρέθηκαν στο πλοίο προκειμένου να ανακαλύψουν τα ξακουστά Μάταλα....
Σε ένα ήσυχο ψαροχώρι της Κρήτης, στα φημισμένα Μάταλα, η Τζόνι Μίτσελ πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι, ίσως το πιο ανατρεπτικό της ζωής της. Μέσα σε μια νεολιθικού τύπου σπηλιά από ψαμμίτη, λαξευμένη στο βράχο , τραγουδούσε και έγραφε στίχους αντικρίζοντας -όπως έλεγε- «τον έναστρο ουρανό, κάτω από το φεγγάρι…. στα Μάταλα». Το 1960 μια ομάδα χίπις με τα σακίδια στην πλάτη εγκαταστάθηκαν στα Μάταλα. Ήταν για τους Δυτικούς μια απομακρυσμένη γωνιά της Μεσογείου, όπου οι ντόπιοι δεν είχαν δει τουρίστα μέχρι να εμφανιστούν εκείνοι. Ήταν η στιγμή που εμπνεύστηκε το τέλειο σκηνικό για να γράψει το τραγούδι «Carey», με φόντο την παρθένα παραλία και τα καταγάλανα νερά. «Μόλις δύο παντοπωλεία, ένα αρτοποιείο όπου ο ιδιοκτήτης έκανε φρέσκο γιαούρτι και ψωμί, ένα κατάστημα γενικού εμπορίου με το μοναδικό τηλέφωνο, δύο καφετέριες και λίγες καλύβες ενοικίασης», θυμάται η Τζόνι σε συνέντευξη της. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στα 71 της χρόνια, από το διαμέρισμά της στο Λος Άντζελες, η Τζόνι υπενθυμίζει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκε στα Μάταλα ύστερα από έναν οδυνηρό χωρισμό από τον τότε σύντροφο της, Βρετανό τραγουδιστή και τραγουδοποιό Graham Nash. «Η Πηνελόπη κι εγώ ξεκινήσαμε τις διακοπές μας στην Ελλάδα από την Αθήνα. Δεν είχα καταλάβει ότι η εμφάνιση μου εκείνα τα χρόνια παρέπεμπε σε χίπι. Σίγουρα δεν έμοιαζα με Ελληνίδα, αλλά ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι τα ξανθά μακριά μαλλιά μου θα εισέπρατταν τόσο αρνητικά βλέμματα κυρίως από τον αντρικό πληθυσμό». «Μου φώναζαν με θυμό: Χίπη, Χίπη… Μάταλα, Μάταλα! Εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω τι μου έλεγαν και έτσι ρώτησα να μου εξηγήσουν. Μου είπαν λοιπόν ότι μου φώναζαν: Χίπη πήγαινε στα Μάταλα όπου ανήκεις» αφηγείται η Τζόνι. Η φράση αυτή αποτέλεσε την αφορμή για την έναρξη της περιπέτειας. Την επόμενη κιόλας μέρα βρέθηκαν στο πλοίο προκειμένου να ανακαλύψουν τα ξακουστά Μάταλα....
Νοίκιασαν μια τσιμεντένια καλύβα δίπλα από μια έκταση γεμάτη παπαρούνες και στη συνέχεια περπάτησαν μέχρι την παραλία. Ξαφνικά κατά τη διάρκεια της βόλτας τους ένας εκκωφαντικός θόρυβος τους τράβηξε την προσοχή. «Γύρισα στη στιγμή γιατί ένιωθα τρομαγμένη από τον δυνατό θόρυβο που ακούστηκε μέσα από ένα καφενείο. Αντίκρισα ένα αγόρι με κόκκινη γενειάδα, λευκό ινδικού τύπου πουκάμισο, λευκό τουρμπάνι και παντελόνι. Αμέσως είπα στη φίλη μου πόσο πολύ εντυπωσιάστηκα από τον τρόπο που τον πρόσεξα και ότι έπρεπε να τον γνωρίσω καλύτερα. Προφανώς ο ίδιος είχε προκαλέσει την έκρηξη της σόμπας από απροσεξία της στιγμής. Ήταν υπάλληλος του καφενείου. Αυτός ήταν ο Carey Raditz που εισέβαλε στη ζωή μου τόσο απλά ». Φυσικά πρόκειται για τον «Carey» που κρύβεται πίσω από το γνωστό τραγούδι της Τζόνι Μίτσελ που συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ της «Blue» το 1971....
«Είχα δανειστεί μια χοντρή κουβέρτα και την τοποθέτησα στην είσοδο της σπηλιάς γιατί όταν τα κύματα ήταν ψηλά συγκλονιζόταν όλη η σπηλιά μας». Όταν η Τζόνι Μίτσελ έγραφε το τραγούδι για τον Carey είχε ήδη αρχίσει να νοσταλγεί τις ανέσεις του σπιτιού της και ανυπομονούσε ενδόμυχα για την στιγμή της αναχώρησης. Έγραφε τραγούδια με το σαντούρι της, που έπαιρνε μαζί της σε όλες τις μοναχικές της εξορμήσεις προκειμένου να κρυφτεί από τους θαυμαστές που είχε αποκτήσει. Το τραγούδι «Carey» το πρόσφερε ως δώρο στον αγαπημένο της την ημέρα των γενεθλίων του. Ο στοίχος: «Ω, Cary άφησε επιτέλους το ραβδί σου» αναφέρεται σε ένα ραβδί που δεν αποχωριζόταν ποτέ ο φίλος της γιατί είχε την τάση να απαγγέλει θεατρικούς μονολόγους. Έτσι το είχε ως θεατρικό στοιχείο στο σκηνικό που δημιουργούσε κάθε φορά. «Όταν έπαιξα το τραγούδι για τα γενέθλια του Carey δεν θυμάμαι την ακριβή αντίδρασή του», αναφέρει η Τζόνι και συνεχίζει « Το μυαλό του ήταν μονίμως αλλού. Κάποιες φορές γινόταν ασεβής και αγενής προκειμένου να με μειώσει και να με κάνει να τον φοβηθώ. Ήθελε πάντα να δείχνει ανώτερος από τις γυναίκες και γι’ αυτό στο τραγούδι τον αναφέρω ως γέρο, κακό πατέρα». Την άνοιξη το ζευγάρι επισκέφτηκε κάποιους φίλους χίπις στην Αθήνα που συμμετείχαν στην θεατρική παραγωγή «Hair». Ήταν και η τελευταία φορά που βρέθηκε με τον αγαπημένο της. Δεν επέστρεψε ποτέ στα Μάταλα. «Τα μαλλιά μου ήταν μπερδεμένα από την παρατεταμένη χρήση θαλασσινού νερού. Τα πόδια μου γεμάτα από τσιμπήματα ψύλλων. Οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά δύσκολες. Με την επιστροφή μου συνειδητοποίησα ότι δεν είχα ξεπεράσει τον χωρισμό μου με τον Βρετανό συνθέτη και τραγουδοποιό Graham Nash».... Τι απέγινε ο Carey; Η Τζόνι εκμυστηρεύτηκε πως είχε να τον δει πολλά χρόνια. «Μείναμε φίλοι μέχρι που παντρεύτηκε και χάσαμε την επαφή μας. Κάθε τόσο αναπολώ εκείνη την εποχή στα Μάταλα. Πριν από κάποια χρόνια ένας φίλος μου έστειλε ένα άρθρο σχετικά με εκείνη την περιοχή. Διάβασα ότι διοργανώνεται ένα ετήσιο μουσικό φεστιβάλ. Το άρθρο ανέφερε πως είμαι πιο γνωστή και από τον Δία εκεί»…...
«Είχα δανειστεί μια χοντρή κουβέρτα και την τοποθέτησα στην είσοδο της σπηλιάς γιατί όταν τα κύματα ήταν ψηλά συγκλονιζόταν όλη η σπηλιά μας». Όταν η Τζόνι Μίτσελ έγραφε το τραγούδι για τον Carey είχε ήδη αρχίσει να νοσταλγεί τις ανέσεις του σπιτιού της και ανυπομονούσε ενδόμυχα για την στιγμή της αναχώρησης. Έγραφε τραγούδια με το σαντούρι της, που έπαιρνε μαζί της σε όλες τις μοναχικές της εξορμήσεις προκειμένου να κρυφτεί από τους θαυμαστές που είχε αποκτήσει. Το τραγούδι «Carey» το πρόσφερε ως δώρο στον αγαπημένο της την ημέρα των γενεθλίων του. Ο στοίχος: «Ω, Cary άφησε επιτέλους το ραβδί σου» αναφέρεται σε ένα ραβδί που δεν αποχωριζόταν ποτέ ο φίλος της γιατί είχε την τάση να απαγγέλει θεατρικούς μονολόγους. Έτσι το είχε ως θεατρικό στοιχείο στο σκηνικό που δημιουργούσε κάθε φορά. «Όταν έπαιξα το τραγούδι για τα γενέθλια του Carey δεν θυμάμαι την ακριβή αντίδρασή του», αναφέρει η Τζόνι και συνεχίζει « Το μυαλό του ήταν μονίμως αλλού. Κάποιες φορές γινόταν ασεβής και αγενής προκειμένου να με μειώσει και να με κάνει να τον φοβηθώ. Ήθελε πάντα να δείχνει ανώτερος από τις γυναίκες και γι’ αυτό στο τραγούδι τον αναφέρω ως γέρο, κακό πατέρα». Την άνοιξη το ζευγάρι επισκέφτηκε κάποιους φίλους χίπις στην Αθήνα που συμμετείχαν στην θεατρική παραγωγή «Hair». Ήταν και η τελευταία φορά που βρέθηκε με τον αγαπημένο της. Δεν επέστρεψε ποτέ στα Μάταλα. «Τα μαλλιά μου ήταν μπερδεμένα από την παρατεταμένη χρήση θαλασσινού νερού. Τα πόδια μου γεμάτα από τσιμπήματα ψύλλων. Οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά δύσκολες. Με την επιστροφή μου συνειδητοποίησα ότι δεν είχα ξεπεράσει τον χωρισμό μου με τον Βρετανό συνθέτη και τραγουδοποιό Graham Nash».... Τι απέγινε ο Carey; Η Τζόνι εκμυστηρεύτηκε πως είχε να τον δει πολλά χρόνια. «Μείναμε φίλοι μέχρι που παντρεύτηκε και χάσαμε την επαφή μας. Κάθε τόσο αναπολώ εκείνη την εποχή στα Μάταλα. Πριν από κάποια χρόνια ένας φίλος μου έστειλε ένα άρθρο σχετικά με εκείνη την περιοχή. Διάβασα ότι διοργανώνεται ένα ετήσιο μουσικό φεστιβάλ. Το άρθρο ανέφερε πως είμαι πιο γνωστή και από τον Δία εκεί»…...