Ο Τζορτζ Χέρμαν Ρουθ τζούνιορ ήταν γνωστός με τα προσωνύμια Μπέιμπ Ρουθ (Babe Ruth) ή Μπαμπίνο ή Σουλτάνος των βολών. Αγωνίστηκε στην Επαγγελματική Λίγκα από το 1914 ως το 1935. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους ήρωες της αμερικανικής κουλτούρας και αναφέρεται ως ο μεγαλύτερος παίκτης του αθλήματος όλων των εποχών με τα στατιστικά του να είναι μέχρι σήμερα ασυναγώνιστα. Η δύναμη των βολών του και η χαρισματική του προσωπικότητα τον κατέστησαν μια χαρακτηριστική αγαπητή φιγούρα στα χρόνια του μεσοπολέμου. Ήταν ο πρώτος που κατάφερε 60 home runs σε μια περίοδο, το 1927, δημιουργώντας ένα ρεκόρ που έμεινε ακατάρριπτο για 34 χρόνια ως το 1961. Συνολικά πέτυχε 714 home runs, που ήταν ρεκόρ της Λίγκας για 39 έτη, ως το 1974.
Ο Τζορτζ Ρουθ γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1895 στη Βαλτιμόρη του Μέριλαντ από γονείς Αμερικανούς γερμανικής καταγωγής. Οι γονείς του ονομάζονταν Τζορτζ Χέρμαν Ρουθ (George Herman Ruth, Sr.) και Κέιτ Σάμπεργκερ-Ρουθ (Kate Schamberger-Ruth) και είχαν μια σειρά από σαλούν. Μόνο ένα από τα επτά αδέλφια του επέζησε από την παιδική ηλικία, η αδερφή του Μάμι (Mamie). Η μητέρα του ήταν φιλάσθενη και πέθανε από φυματίωση, όταν ο Ρουθ ήταν έφηβος. Σε ηλικία επτά ετών ο πατέρας του τον έστειλε εσώκλειστο στο Επαγγελματικό Σχολείο Αρρένων Σεντ Μέρις (St. Mary's Industrial School for Boys), το οποίο ήταν οικοτροφείο-ορφανοτροφείο, υπό την επίβλεψη της καθολικής ιεραποστολής. Παρέμεινε εκεί για 12 χρόνια, μέχρι την ηλικία των 19 ετών, συναντώντας σπάνια την οικογένειά του, από την οποία τελικά αποκόπηκε. Στο μπέιζμπολ τον ώθησε ο αδελφός Matthias Boutlier, ο οποίος αποτέλεσε την πατρική φιγούρα στη ζωή του Ρουθ. Αυτός του έμαθε ανάγνωση και γραφή και τον μύησε στα μυστικά του αθλήματος. Παράλληλα, διδάχτηκε ραπτική υποκαμίσων και μετείχε στη σχολική μπάντα και στη θεατρική ομάδα. Οι καλές του εμφανίσεις στα παιχνίδια με τη σχολική ομάδα είχαν ως αποτέλεσμα να γίνει γνωστός. Το 1914 υπέγραψε συμβόλαιο με την ομάδα χαμηλότερης κατηγορίας Όριολς Βαλτιμόρης (Baltimore Orioles) με αποδοχές 250 δολάρια το μήνα. Ο 19χρονος Ρουθ ήταν ο μικρός της ομάδας, μιας και οι υπόλοιποι παίκτες του συλλόγου ήταν πάνω από 25 ετών κατά μέσο όρο. Έτσι του κόλλησαν το παρατσούκλι Mπέμπης (Babe), το οποίο έκτοτε έμεινε ως το τέλος της καριέρας του.
Η μπάλα μπέιζμπολ του Μπέιμπ Ρουθ - Τιμή: 308.000 ευρώ
Η μπάλα που υπέγραψε ο αστέρας το 1927 πουλήθηκε σε δημοπρασία το 2012 και ξεπέρασε τις 300.000 ευρώ! Ο Ρουθ είχε δώσει το υπογεγραμμένο μπαλάκι στον 11χρονο Johnny Sylvester, ο οποίος είχε τραυματιστεί όταν έπεσε από άλογο, μόνο και μόνο για να γίνει λίγο αργότερα η ακριβότερη υπογεγραμμένη μπάλα του κόσμου…
Η μπάλα που υπέγραψε ο αστέρας το 1927 πουλήθηκε σε δημοπρασία το 2012 και ξεπέρασε τις 300.000 ευρώ! Ο Ρουθ είχε δώσει το υπογεγραμμένο μπαλάκι στον 11χρονο Johnny Sylvester, ο οποίος είχε τραυματιστεί όταν έπεσε από άλογο, μόνο και μόνο για να γίνει λίγο αργότερα η ακριβότερη υπογεγραμμένη μπάλα του κόσμου…
Στις 9 Ιουλίου 1914 οι Όριολς έδωσαν τον Ρουθ στους Μπόστον Ρεντ Σοξ (Boston Red Sox), μια από τις διασημότερες επαγγελματικές ομάδες των ΗΠΑ. Με τους Ρεντ Σοξ της Βοστόνης έκανε το ντεμπούτο του στις 11 Ιουλίου 1914. Αλλά επειδή τότε η ομάδα είχε πολλούς σταρ, έπειτα από πέντε ματς τον έδωσε δανεικό για το υπόλοιπο της σεζόν στους Πρόβιντενς Γκρέις (Providence Grays), ομάδα χαμηλότερης κατηγορίας από το Πρόβιντενς του Ρόουντ Άιλαντ. Με την ομάδα αυτή ο Ρουθ κατέκτησε τον πρώτο του τίτλο στην Ιντερνάσιοναλ Λιγκ. Από το 1915 ως το 1919 ο Ρουθ έκανε μεγάλα παιχνίδια με τους Ρεντ Σοξ. Κατέκτησε τρία Πρωταθλήματα (1915, 1916, 1918) και άρχισε να δημιουργεί το θρύλο του. Στις 26 Δεκεμβρίου 1919 οι Σοξ πούλησαν τον Ρουθ στην ομάδα θρύλος Γιάνκις της Νέας Υόρκης (New York Yankees). Ο Ρουθ διπλασίασε το μισθό του, φθάνοντας τα 20.000 δολάρια. Με τους Γιάνκις αρχικά είχε προβλήματα προσαρμογής, που προέρχονταν κι από την προσωπική του ζωή. Όμως, σταδιακά συνήλθε και κατέκτησε μαζί τους τέσσερις τίτλους (1923, 1927, 1928, 1932), πετυχαίνοντας ορισμένα απίστευτα ρεκόρ. Το 1930 έφτασε να αμείβεται με 80.000 δολάρια, μισθό μεγαλύτερο από του Προέδρου των ΗΠΑ που ήταν 75.000, γεγονός πρωτοφανές για αθλητή εκείνα τα χρόνια.
Καθώς τα χρόνια περνούσαν ο Ρουθ είχε βαρύνει, ενώ η κακή εξωγηπεδική ζωή του χειροτέρευε τις επιδόσεις του. Ο Ρουθ επιθυμούσε να γίνει προπονητής των Γιάνκις αλλά ο πρόεδρος του πρότεινε να αναλάβει την μικρότερης κατηγορίας θυγατρική ομάδα των Γιάνκις, την Νιούαρκ Μπέαρς (Newark Bears). Ο Ρουθ αρνήθηκε και ζήτησε να τον αποδεσμεύσουν. Αν και η δεύτερη σύζυγός του, η Κλερ Μέριτ Χόντσον (Claire Merritt Hodgson), επέμενε να σταματήσει, εκείνος αναζήτησε σύλλογο και τελικά το 1935 υπέγραψε στους Μπόστον Μπρέιβς (Boston Braves), τη δεύτερη επαγγελματική ομάδα της Βοστόνης, με σκοπό έπειτα από τη σεζόν να αναλάβει ως μάνατζερ της ομάδας. Με τους Μπρέιβς δεν έκανε σπουδαία ματς αλλά κατάφερε να δώσει μια αίγλη και μια οικονομική ανάσα στο σωματείο, το οποίο ήταν πάντα στη σκιά των Ρεντ Σοξ, γεμίζοντας το στάδιο με κόσμο που ερχόταν να δει το ζωντανό θρύλο του μπέιζμπολ. Όμως, η ομάδα δεν ήταν ανταγωνιστική και σταδιακά ο Ρουθ έχασε την ικμάδα του. Μόνο στα τελευταία παιχνίδια της σεζόν ξαναγεννήθηκε, θυμίζοντας τον παλιό του καλό εαυτό. Στις 25 Μαΐου 1935, σε αγώνα στο Πίτσμπουργκ, πέτυχε έπειτα από καιρό τρία home runs, τα τελευταία της καριέρας του. Μάλιστα στο τελευταίο του χτύπημα έστειλε την μπάλα έξω από το στάδιο, κάτι που δεν είχε καταφέρει ποτέ ως τότε παίκτης σε αυτό το γήπεδο. Πέντε μέρες αργότερα, στη Φιλαδέλφεια, αγωνίστηκε για τελευταία φορά και αποχώρησε τραυματισμένος στο γόνατο. Το 1936 ο Ρουθ ήταν ένας από τους πέντε παίκτες που επιλέχθηκαν για το Εθνικό Μουσείο του Μπέιζμπολ (National Baseball Hall of Fame and Museum). Τον Ιούνιο του 1938 ανέλαβε προπονητής στους Ντότζερς του Μπρούκλιν (Brooklyn Dodgers) αλλά παραιτήθηκε πριν από το τέλος της σεζόν. Αυτή ήταν η μοναδική του απόπειρα να εργαστεί ως προπονητής και η τελευταία του επαγγελματική επαφή με το χώρο του μπέιζμπολ. Το 1943 αγωνίστηκε για τελευταία φορά σε έναν φιλανθρωπικό αγώνα στο Στάδιο των Γιάνκις και πέτυχε ένα δυνατό χτύπημα και γύρο. Το 1947 ανέλαβε υπεύθυνος σε πρόγραμμα για νέους αθλητές. Το ίδιο έτος ίδρυσε το «Ίδρυμα Μπέιμπ Ρουθ» για παιδιά με προβλήματα.
Από το 1946 άρχισε να έχει προβλήματα υγείας και τελικά πέθανε στις 16 Αυγούστου 1948 από καρκίνο.
Από το 1946 άρχισε να έχει προβλήματα υγείας και τελικά πέθανε στις 16 Αυγούστου 1948 από καρκίνο.
Προσωπική ζωή
Στις 17 Οκτωβρίου 1914 ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε μια σερβιτόρα από τη Βοστόνη, την Έλεν Γούντφορντ . Γύρω στο 1926 χώρισαν χωρίς διαζύγιο, ένεκα της άστατης ζωής του Ρουθ. Ο Ρουθ ήδη είχε δεσμό με την ηθοποιό Κλερ Μέριτ Χόντσον. Στη συνέχεια η Έλεν δημιούργησε δεσμό με έναν επιστήμονα φυσικό. Τον Ιανουάριο του 1929 η Έλεν πέθανε κατά τη διάρκεια μιας πυρκαγιάς. Ακολούθως, ο Ρουθ παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Κλερ Μέριτ, η οποία ήταν ήδη χήρα με μία κόρη την Τζούλια (1917). Ο Μπέιμπ Ρουθ είχε μια κόρη την Ντόροθι (1921-1989), την οποία απέκτησε με την Χουανίτα Τζένινγκς το 1921. Ο Ρουθ την υιοθέτησε και τη μεγάλωσε η πρώτη του σύζυγος, η Έλεν, ως το 1929 που πέθανε από πυρκαγιά, μάλλον χωρίς να μάθει ποτέ ότι ήταν πραγματική κόρη του συζύγου της. Στη συνέχεια η Ντόροθι μεγάλωσε με τον Μπέιμπ Ρουθ και τη δεύτερη σύζυγό του, την Κλερ. Η Ντόροθι έμαθε σε μεγάλη ηλικία ότι ήταν υιοθετημένη και θεωρούσε τη φυσική της μητέρα, τη Χουανίτα Τζένινγκς, ως μια οικογενειακή φίλη.
Στις 17 Οκτωβρίου 1914 ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε μια σερβιτόρα από τη Βοστόνη, την Έλεν Γούντφορντ . Γύρω στο 1926 χώρισαν χωρίς διαζύγιο, ένεκα της άστατης ζωής του Ρουθ. Ο Ρουθ ήδη είχε δεσμό με την ηθοποιό Κλερ Μέριτ Χόντσον. Στη συνέχεια η Έλεν δημιούργησε δεσμό με έναν επιστήμονα φυσικό. Τον Ιανουάριο του 1929 η Έλεν πέθανε κατά τη διάρκεια μιας πυρκαγιάς. Ακολούθως, ο Ρουθ παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Κλερ Μέριτ, η οποία ήταν ήδη χήρα με μία κόρη την Τζούλια (1917). Ο Μπέιμπ Ρουθ είχε μια κόρη την Ντόροθι (1921-1989), την οποία απέκτησε με την Χουανίτα Τζένινγκς το 1921. Ο Ρουθ την υιοθέτησε και τη μεγάλωσε η πρώτη του σύζυγος, η Έλεν, ως το 1929 που πέθανε από πυρκαγιά, μάλλον χωρίς να μάθει ποτέ ότι ήταν πραγματική κόρη του συζύγου της. Στη συνέχεια η Ντόροθι μεγάλωσε με τον Μπέιμπ Ρουθ και τη δεύτερη σύζυγό του, την Κλερ. Η Ντόροθι έμαθε σε μεγάλη ηλικία ότι ήταν υιοθετημένη και θεωρούσε τη φυσική της μητέρα, τη Χουανίτα Τζένινγκς, ως μια οικογενειακή φίλη.