Ο Ηρόδοτος τον χαρακτήριζε «λογοποιό» και ο Πλούταρχος τον περιέγραφε ως έναν παροιμιωδώς κακάσχημο και στραβοκάνη δούλο που τραύλιζε. Όλοι παραδέχονταν ωστόσο πως ήταν ένας ιδιαιτέρως οξυδερκής άνθρωπος με οξυμένη κοινωνική ματιά, γι’ αυτό και οι μύθοι του δεν ήταν παρά διδακτικές αλληγορίες για τη ζωή την ίδια και τον ανθρώπινο παράγοντα. Στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., ο περιπατητικός φιλόσοφος και πολιτικός άντρας Δημήτριος ο Φαληρεύς δημοσιεύει την πρώτη γνωστή έκδοση των μύθων του Αισώπου, σφραγίζοντας λίγο πολύ το πρόσωπο του αρχαίου παραμυθά. Τι είναι όμως αλήθεια και τι ψέματα; Την πρώτη μάλιστα βιογραφία του τη γράφει κατά τον 14ο αιώνα μ.Χ. ο βυζαντινός μοναχός και λόγιος Μάξιμος Πλανούδης, μπολιάζοντας μύθους και λαϊκές διηγήσεις της δικής του εποχής με τα ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία που μας παραδίδουν οι αρχαίοι συγγραφείς. Κι έτσι ο μεγαλύτερος παραμυθάς της αρχαιότητας παραμένει εν πολλοίς ένας από τους μεγάλους αγνώστους του πνεύματος, καθώς σήμερα πολλοί μελετητές του Αισώπου αμφισβητούν και το ίδιο το γεγονός ότι ήταν ένας άνθρωπος!Τι δίδαξε ο Αίσωπος τον κόσμο; Πως η ευγνωμοσύνη είναι χαρακτηριστικό των ευγενικών ψυχών, πως η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι προάγγελος της δυστυχίας, πως η ανέχεια δεν αναγνωρίζει νόμους, πως η κακοτυχία δοκιμάζει την ειλικρίνεια των φίλων και η εκδίκηση θα βλάψει τελικά τον εκδικητή. «Μπορεί τα ρούχα να συγκαλύψουν έναν ανόητο, αλλά τα λόγια του θα τον αποκαλύψουν», μας λέει ο μεγάλος παραμυθάς προειδοποιώντας μας: «Πρόσεξε μη χάσεις την ουσία προσπαθώντας να πιάσεις τη σκιά»…
Μύρμηξ και κάνθαρος
«Το μυρμήγκι όλο το καλοκαίρι αγωνιζόταν επίπονα μαζεύοντας και αποθηκεύοντας σπόρους και κάθε είδους τροφή. Το σκαθάρι, που τρεφόταν με κοπριά και την είχε μπόλικη, έβλεπε αυτήν τη συμπεριφορά πολύ εκκεντρική και κορόιδευε το μυρμήγκι. Ύστερα, όταν ήρθε ο χειμώνας, δεν βρισκόταν για το σκαθάρι κοπριά να τρώει, ακόμη και εκεί όπου τα βόδια έβγαιναν στην εξοχή και κόπριζαν, οι βροχές και οι άνεμοι σκόρπιζαν την κοπριά, και έτσι το σκαθάρι πεινούσε. Πήγε τότε στο μυρμήγκι και του ζήτησε λίγη τροφή: «Εσύ έχεις αρκετή τροφή, αφού μάζευες όλο το καλοκαίρι δώσε λίγη τροφή και σε μένα, γιατί θα ψοφήσω από την πείνα!» – «άμα ήθελες να μην πεινάσεις, έπρεπε και εσύ να μαζεύεις εγώ σου έδινα το καλό παράδειγμα, αλλά εσύ αντί να με μιμηθείς με κορόιδευες»....
«Το μυρμήγκι όλο το καλοκαίρι αγωνιζόταν επίπονα μαζεύοντας και αποθηκεύοντας σπόρους και κάθε είδους τροφή. Το σκαθάρι, που τρεφόταν με κοπριά και την είχε μπόλικη, έβλεπε αυτήν τη συμπεριφορά πολύ εκκεντρική και κορόιδευε το μυρμήγκι. Ύστερα, όταν ήρθε ο χειμώνας, δεν βρισκόταν για το σκαθάρι κοπριά να τρώει, ακόμη και εκεί όπου τα βόδια έβγαιναν στην εξοχή και κόπριζαν, οι βροχές και οι άνεμοι σκόρπιζαν την κοπριά, και έτσι το σκαθάρι πεινούσε. Πήγε τότε στο μυρμήγκι και του ζήτησε λίγη τροφή: «Εσύ έχεις αρκετή τροφή, αφού μάζευες όλο το καλοκαίρι δώσε λίγη τροφή και σε μένα, γιατί θα ψοφήσω από την πείνα!» – «άμα ήθελες να μην πεινάσεις, έπρεπε και εσύ να μαζεύεις εγώ σου έδινα το καλό παράδειγμα, αλλά εσύ αντί να με μιμηθείς με κορόιδευες»....
Λέγεται ότι γεννήθηκε το 625 π.Χ.. Όπως με τον Όμηρο έτσι και με τον Αίσωπο πολλές πόλεις και χώρες διεκδικούν την καταγωγή του. Άλλοι λένε ότι γεννήθηκε στη Φρυγία, περιοχή της σημερινής βορειοκεντρικής Τουρκίας, άλλοι στη Σάμο ή τη Θράκη, τις Σάρδεις, την Αίγυπτο ή σε περιοχές της Αφρικής όπως την Αιθιοπία. Εκτός όμως από τον τόπο καταγωγής του, ορισμένοι αμφισβητούν και την ίδια την ύπαρξη του. Τον Αίσωπο πάντως, αναφέρει ο Ηρόδοτος, ο Αριστοφάνης ακόμα και ο Πλούταρχος στο έργο του « Των επτά σοφών συμπόσιον», όπου φαίνεται να παίρνει μέρος και να ελέγχει με την ευφυολογία και τη σοφία του τους λόγους των επτά σοφών.Από τις παραπάνω πηγές μαθαίνουμε για τη ζωή του Αισώπου. Ο Αίσωπος ήταν ταπεινής καταγωγής και πιθανότατα γεννήθηκε από οικογένεια δούλων. Ήταν άσχημος, μαυριδερός, καμπούρης, τραυλός, κοντολαίμης, στραβοπόδης, με πλακουτσωτή μύτη και τριγωνικό κεφάλι, αλλά ευφυέστατος και παρατηρητικός. Είχε ταλέντο στο να πλάθει μύθους. Μύθους που χρησιμοποιούσε κυρίως για να περνάει μηνύματα στους ακροατές του, να διδάσκει ήθος και να καυτηριάζει την αδικία, την προδοσία και γενικά όλες τις ευτελείς πράξεις των ανθρώπων της εποχής του. Είναι ο πρώτος που χρησιμοποίησε αλληγορικό αλλά και πεζό λόγο στα έργα του. Έως τότε οι συγγραφείς χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά έμμετρο λόγο. Παρότι όσο ζούσε ήταν δούλος, οι Αθηναίοι του έστησαν ανδριάντα για να δείξουν ότι κάθε άνθρωπος με αξία πρέπει να τιμάται, ανεξάρτητα από την καταγωγή του.
Η ΑΛΕΠΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΣΤΑΦΥΛΙΑ
Μια πεινασμένη αλεπού είδε κάτι τσαμπιά σταφύλια να κρέμονται από μια κληματαριά και θέλησε να τα φτάσει, αλλά δεν μπορούσε. Φεύγοντας λοιπόν είπε μέσα της: «Άγουρα είναι».
Η ΚΟΛΟΒΗ ΑΛΕΠΟΥ
Μια αλεπού που ένα δόκανο της είχε κόψει την ουρά, πίστευε πως η ζωή της είχε γίνει αφόρητη από την ντροπή, κι έτσι σκέφτηκε να πείσει και τις άλλες αλεπούδες να κάνουν το ίδιο, ώστε το κοινό πάθημα να συγκαλύψει το δικό της το κουσούρι. Τις συγκέντρωσε λοιπόν όλες και τις προέτρεπε να κόψουν την ουρά τους, λέγοντας πως όχι μόνο δεν τους πηγαίνει, αλλά και τις φορτώνει με περιττό βάρος. Τότε μία από αυτές της απάντησε: «Φιλενάδα, αν αυτό δε σε συνέφερε, δε θα μας συμβούλευες».
Μια πεινασμένη αλεπού είδε κάτι τσαμπιά σταφύλια να κρέμονται από μια κληματαριά και θέλησε να τα φτάσει, αλλά δεν μπορούσε. Φεύγοντας λοιπόν είπε μέσα της: «Άγουρα είναι».
Η ΚΟΛΟΒΗ ΑΛΕΠΟΥ
Μια αλεπού που ένα δόκανο της είχε κόψει την ουρά, πίστευε πως η ζωή της είχε γίνει αφόρητη από την ντροπή, κι έτσι σκέφτηκε να πείσει και τις άλλες αλεπούδες να κάνουν το ίδιο, ώστε το κοινό πάθημα να συγκαλύψει το δικό της το κουσούρι. Τις συγκέντρωσε λοιπόν όλες και τις προέτρεπε να κόψουν την ουρά τους, λέγοντας πως όχι μόνο δεν τους πηγαίνει, αλλά και τις φορτώνει με περιττό βάρος. Τότε μία από αυτές της απάντησε: «Φιλενάδα, αν αυτό δε σε συνέφερε, δε θα μας συμβούλευες».
Όσον αφορά τη ζωή του, τουλάχιστον στην αρχή της πρέπει να ήταν δύσκολη. Κάποιοι λένε ότι ήταν βοσκός – δούλος ενός κτηματία. Μια μέρα είδε έναν επιστάτη να χτυπά άδικα έναν άλλο δούλο και έτρεξε να τον βοηθήσει. Ο επιστάτης, εκνευρισμένος και για να τον εκδικηθεί, τον κατηγόρησε στον κτηματία και αυτός τον πήγε στην αγορά της Εφέσου για να τον πουλήσει. Εκεί τον αγόρασε ένας σοφός, ο Ξάνθος από τη Σάμο,που τον εκτίμησε, τον πήρε μαζί του σαν δούλο και ταξίδεψαν μαζί για να του γνωρίσει όλο τον κόσμο. Στη συνέχεια τον πούλησε στο σοφό Ιάδμονα το Σάμιο. Αυτός όμως εκτιμώντας τα πνευματικά χαρίσματα του Αισώπου, τη σοφία και την ευφυΐα του τον απελευθέρωσε. Ο Αίσωπος ταξίδεψε και έτσι κάποτε έφτασε στο Μαντείο των Δελφών.Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή ο βασιλιάς Κροίσος ήταν εκείνος που τον έστειλε στο Μαντείο των Δελφών το 560 π.Χ. με δώρα για το ναό του Απόλλωνα και για να λάβει χρησμό. Όπως και να’ χει ο Αίσωπος με κάποιο τρόπο βρέθηκε στο Μαντείο των Δελφών. Λένε λοιπόν ότι εκεί κατηγόρησε με σαρκαστικό τρόπο τους ιερείς για απάτη και απληστία και τους ειρωνεύτηκε λέγοντας ότι μαντεύουν για να πλουτίζουν. Τους κατοίκους τους κατηγόρησε ότι ζούσαν από τα αφιερώματα των προσκυνητών αντί να καλλιεργούν τα κτήματά τους και να φροντίζουν τα ζώα τους. Οι ιερείς θύμωσαν, εξοργίστηκαν και σκέφτηκαν να τον θανατώσουν με δόλο. Έτσι τον παγίδεψαν, λίγο πριν φύγει, βάζοντας στις αποσκευές του ένα χρυσό ποτήρι. Κατόπιν τον κατηγόρησαν για κλέφτη και ιερόσυλο. Τον δίκασαν άδικα και τον καταδίκασαν σε θάνατο, ρίχνοντάς τον από τις κορυφές του Παρνασσού. Σύμφωνα με την παράδοση, ο θεός Απόλλωνας τιμώρησε την αδικία στέλνοντας στους κατοίκους των Δελφών λιμό. Αυτοί τότε για να εξιλεωθούν έστησαν μαρμάρινη στήλη προς τιμή του Αισώπου.Τη βιογραφία του Αισώπου συνέγραψε τον 14ο μ.Χ. αιώνα ο μοναχός Μάξιμος Πλανούδης και περιέχονται σ’ αυτή πολλά ανέκδοτα για τη ζωή και την εν γένει δράση του.
Οι μύθοι του
Οι Αισώπειοι μύθοι είναι σύντομα αφηγήματα με θέματα φανταστικά ή πραγματικά από την καθημερινή ζωή ή το φυσικό κόσμο, δοσμένα με εύθυμο τρόπο, με χαρακτήρα γνωμικό και διδακτικό. Ήρωες στους μύθους του είναι κυρίως τα ζώα όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι, ο λαγός κ.ά. ενώ υπάρχουν και μερικοί μύθοι με ανθρώπους ή θεούς. Στα έργα του τα ζώα μιλούν και συμπεριφέρονται σαν άνθρωποι. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες όπως ψυχή και λαλιά. Τα αφηγήματά του είναι ιστορίες από την καθημερινή ζωή και τη φύση και ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός και αλληγορικός. Μέσα από αυτά δεν περνάμε απλά την ώρας μας, δεν ψυχαγωγούμαστε μόνο αλλά σκεπτόμαστε, μαθαίνουμε και προβληματιζόμαστε. Ιδεολογία των «Αισωπικών» μύθων είναι η αποδοκιμασία του κακού στις πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του: της βίας, της αυθαιρεσίας, της απάτης, της προδοσίας, της ματαιοδοξίας, της αλαζονείας, της ψευδολογίας, της πλεονεξίας, της πονηριάς. Η αποδοκιμασία επιχειρείται άλλοτε με αναφορά στη θεία δίκη, άλλοτε με πειστικές υποδείξεις, πιο συχνά όμως με τη διαπίστωση του παραλογισμού του κακού, με τη γελοιοποίηση του καθώς και με τη φιλοσοφική ενατένιση της ζωής. Μέσα τους διακρίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει με μικρές, απλές ιστορίες, που πάντα έχουν στο τέλος κάποιο ηθικό δίδαγμα. Συνήθιζε με την παρατηρητικότητα και τη βαθιά σοφία του να πλάθει τέτοιες ιστορίες και να τις λέει γύρω του. Με τον καιρό απέκτησε μεγάλη φήμη κι όλοι έτρεχαν κοντά του για να ακούσουν κάποιο μύθο του σχετικά με κάποιο πρόβλημα τους. Σιγά σιγά οι μύθοι του άρχισαν να μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ των ανθρώπων, μέχρι την ελληνιστική εποχή οπότε συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά.
Οι Αισώπειοι μύθοι είναι σύντομα αφηγήματα με θέματα φανταστικά ή πραγματικά από την καθημερινή ζωή ή το φυσικό κόσμο, δοσμένα με εύθυμο τρόπο, με χαρακτήρα γνωμικό και διδακτικό. Ήρωες στους μύθους του είναι κυρίως τα ζώα όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι, ο λαγός κ.ά. ενώ υπάρχουν και μερικοί μύθοι με ανθρώπους ή θεούς. Στα έργα του τα ζώα μιλούν και συμπεριφέρονται σαν άνθρωποι. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες όπως ψυχή και λαλιά. Τα αφηγήματά του είναι ιστορίες από την καθημερινή ζωή και τη φύση και ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός και αλληγορικός. Μέσα από αυτά δεν περνάμε απλά την ώρας μας, δεν ψυχαγωγούμαστε μόνο αλλά σκεπτόμαστε, μαθαίνουμε και προβληματιζόμαστε. Ιδεολογία των «Αισωπικών» μύθων είναι η αποδοκιμασία του κακού στις πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του: της βίας, της αυθαιρεσίας, της απάτης, της προδοσίας, της ματαιοδοξίας, της αλαζονείας, της ψευδολογίας, της πλεονεξίας, της πονηριάς. Η αποδοκιμασία επιχειρείται άλλοτε με αναφορά στη θεία δίκη, άλλοτε με πειστικές υποδείξεις, πιο συχνά όμως με τη διαπίστωση του παραλογισμού του κακού, με τη γελοιοποίηση του καθώς και με τη φιλοσοφική ενατένιση της ζωής. Μέσα τους διακρίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει με μικρές, απλές ιστορίες, που πάντα έχουν στο τέλος κάποιο ηθικό δίδαγμα. Συνήθιζε με την παρατηρητικότητα και τη βαθιά σοφία του να πλάθει τέτοιες ιστορίες και να τις λέει γύρω του. Με τον καιρό απέκτησε μεγάλη φήμη κι όλοι έτρεχαν κοντά του για να ακούσουν κάποιο μύθο του σχετικά με κάποιο πρόβλημα τους. Σιγά σιγά οι μύθοι του άρχισαν να μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ των ανθρώπων, μέχρι την ελληνιστική εποχή οπότε συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά.
Ο ΓΕΩΡΓΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ
Ένας γεωργός ετοιμοθάνατος, θέλοντας να γίνουν και τα παιδιά του άξιοι γεωργοί, τα κάλεσε κοντά του και τους είπε: «Παιδιά μου, σ’ ένα από τα αμπέλια μου έχω κρυμμένο θησαυρό». Έτσι, όταν πέθανε, τα παιδιά του πήραν υνιά και δικέλλες κι έσκαψαν βαθιά όλα τους τα χωράφια. Και φυσικά θησαυρό δε βρήκαν, όμως τα αμπέλια τούς έδωσαν πολλαπλάσια σοδειά.
ΟΙ ΒΑΤΡΑΧΟΙ ΠΟΥ ΖΗΤΟΥΣΑΝ ΒΑΣΙΛΙΑ
Βάτραχοι που στενοχωριόνταν για την έλλειψη αρχηγού έστειλαν απεσταλμένους στον Δία ζητώντας του να τους δώσει βασιλιά. Εκείνος είδε την ανοησία τους και έριξε ένα ξύλο στη λίμνη. Οι βάτραχοι στην αρχή τρόμαξαν από τον κρότο και χώθηκαν στα βάθη της λίμνης• αργότερα, καθώς το ξύλο ήταν ακίνητο, βγαίνοντας στην επιφάνεια έφτασαν σε τέτοιο σημείο περιφρόνησης, ώστε ανέβηκαν και κάθισαν πάνω του. Επειδή θεωρούσαν ανάξιό τους να έχουν τέτοιο βασιλιά, πήγαν για δεύτερη φορά στον Δία και τον παρακαλούσαν να τους αλλάξει τον αρχηγό• διότι του έλεγαν ότι ο πρώτος είναι πολύ αδρανής. Ο Δίας αγανάκτησε εναντίον τους και τους έστειλε ένα νερόφιδο• κι αυτό τους έπιανε και τους καταβρόχθιζε.
Ένας γεωργός ετοιμοθάνατος, θέλοντας να γίνουν και τα παιδιά του άξιοι γεωργοί, τα κάλεσε κοντά του και τους είπε: «Παιδιά μου, σ’ ένα από τα αμπέλια μου έχω κρυμμένο θησαυρό». Έτσι, όταν πέθανε, τα παιδιά του πήραν υνιά και δικέλλες κι έσκαψαν βαθιά όλα τους τα χωράφια. Και φυσικά θησαυρό δε βρήκαν, όμως τα αμπέλια τούς έδωσαν πολλαπλάσια σοδειά.
ΟΙ ΒΑΤΡΑΧΟΙ ΠΟΥ ΖΗΤΟΥΣΑΝ ΒΑΣΙΛΙΑ
Βάτραχοι που στενοχωριόνταν για την έλλειψη αρχηγού έστειλαν απεσταλμένους στον Δία ζητώντας του να τους δώσει βασιλιά. Εκείνος είδε την ανοησία τους και έριξε ένα ξύλο στη λίμνη. Οι βάτραχοι στην αρχή τρόμαξαν από τον κρότο και χώθηκαν στα βάθη της λίμνης• αργότερα, καθώς το ξύλο ήταν ακίνητο, βγαίνοντας στην επιφάνεια έφτασαν σε τέτοιο σημείο περιφρόνησης, ώστε ανέβηκαν και κάθισαν πάνω του. Επειδή θεωρούσαν ανάξιό τους να έχουν τέτοιο βασιλιά, πήγαν για δεύτερη φορά στον Δία και τον παρακαλούσαν να τους αλλάξει τον αρχηγό• διότι του έλεγαν ότι ο πρώτος είναι πολύ αδρανής. Ο Δίας αγανάκτησε εναντίον τους και τους έστειλε ένα νερόφιδο• κι αυτό τους έπιανε και τους καταβρόχθιζε.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ήταν πολύ γνωστός «λογοποιός». Εκτός από τους μύθους γνώριζε και διηγούνταν πολλά αστεία και ανέκδοτα. Άλλοι υποστηρίζουν ότι δεν δημιούργησε μύθους αλλά τους συγκέντρωσε, τους συμπλήρωσε και τους τελειοποίησε. Αυτοί προέρχονταν είτε από τους αρχαιότερους Έλληνες είτε από άλλους λαούς, όπως οι Φρύγες. Δεν αποκλείεται βέβαια να επινόησε και ο ίδιος μερικούς απ’ αυτούς. Πάντως τους χρησιμοποίησε πολύ στη ζωή του, με τόση δεξιότητα κι επιτυχία, ώστε να συνδεθεί τελικά το όνομά του με αυτούς.
Έκδοση των μύθων
Η πρώτη Συλλογή των Αισωπείων μύθων προέρχεται από τον 4ο αιώνα π.Χ από τον Δημήτριο τον Φαληρέα. Η συλλογή αυτή δεν σώζεται και μόνο ποιητικές επεξεργασίες του Βαβρίου – Eλληνικά, του Φαίδρου – Λατινικά και άλλων διέσωσαν το υλικό της συγκεκριμένης επιτομής.Όλες οι σωζόμενες σήμερα συλλογές είναι πολύ μεταγενέστερες και προέρχονται από τον 1ο ή 2ο αιώνα και εξής.Οι μύθοι του έχουν συγκεντρωθεί σε «Συλλογή Αισώπειων Μύθων». Πρώτη φορά εκτυπώθηκαν στο Μιλάνο το 1479 μ.Χ., στην Βενετία το 1525 και 1543 από την οικογένεια τυπογράφων Damiano di Santa Maria ενώ ακολούθησε μία έκδοση στο Παρίσι το 1547. Ο Κοραής τους τύπωσε το 1810 στο Παρίσι κι ακολούθησε κριτική έκδοση το 1852 στη Λειψία από τον Χαλμ. Έκτοτε πολλές εκδόσεις παρουσιάστηκαν κι οι Μύθοι πιστεύεται πως έχουν διαβαστεί παγκοσμίως σχεδόν όσο κι η Βίβλος. Η πιο πρόσφατη έκδοση τους έγινε από τον βρετανικό εκδοτικό οίκο Penguin το 1997 σε 50.000 αντίτυπα. Η απόδοση τους στη νέα ελληνική γλώσσα έγινε από τους Ανδρόνικο Νούκιο και Γεώργιο Αιτωλό, που έζησαν τον 16ο αιώνα.
Μερικοί από τους δημοφιλέστερους μύθους:
Ο ψεύτης βοσκός
Ο Δίας και η χελώνα
Το παιδί και το ζωγραφισμένο λιοντάρι
Ο γάιδαρος και η σκιά του
Το μονόφθαλμο ελάφι
Οι δυο φίλοι και η αρκούδα
Τα βόδια και ο άξονας
Ο φονιάς
Η Αλκυόνη
Ο αγαλματοπώλης
Η αλεπού και ο σκύλος
Η αλεπού και η μαϊμού
Συμμαχία λύκων και σκυλιών
Οδοιπόροι και πέλεκυς
Ο γάιδαρος και το αλάτι
Το πάθημα του πελαργού
Το μυρμήγκι
Ο λύκος και το αρνί
Ο άνθρωπος και η τύχη
Τα σαλιγκάρια
Ο Βοριάς κι ο Ήλιος
Ο γάτος και τα ποντίκια
Η γυναίκα και οι δουλειές
Το παιδί που έκλεβε και η μητέρα του
Το λιοντάρι, ο κυνηγός και ο λοτόμος
Το λιοντάρι και η ύαινα
Έκδοση των μύθων
Η πρώτη Συλλογή των Αισωπείων μύθων προέρχεται από τον 4ο αιώνα π.Χ από τον Δημήτριο τον Φαληρέα. Η συλλογή αυτή δεν σώζεται και μόνο ποιητικές επεξεργασίες του Βαβρίου – Eλληνικά, του Φαίδρου – Λατινικά και άλλων διέσωσαν το υλικό της συγκεκριμένης επιτομής.Όλες οι σωζόμενες σήμερα συλλογές είναι πολύ μεταγενέστερες και προέρχονται από τον 1ο ή 2ο αιώνα και εξής.Οι μύθοι του έχουν συγκεντρωθεί σε «Συλλογή Αισώπειων Μύθων». Πρώτη φορά εκτυπώθηκαν στο Μιλάνο το 1479 μ.Χ., στην Βενετία το 1525 και 1543 από την οικογένεια τυπογράφων Damiano di Santa Maria ενώ ακολούθησε μία έκδοση στο Παρίσι το 1547. Ο Κοραής τους τύπωσε το 1810 στο Παρίσι κι ακολούθησε κριτική έκδοση το 1852 στη Λειψία από τον Χαλμ. Έκτοτε πολλές εκδόσεις παρουσιάστηκαν κι οι Μύθοι πιστεύεται πως έχουν διαβαστεί παγκοσμίως σχεδόν όσο κι η Βίβλος. Η πιο πρόσφατη έκδοση τους έγινε από τον βρετανικό εκδοτικό οίκο Penguin το 1997 σε 50.000 αντίτυπα. Η απόδοση τους στη νέα ελληνική γλώσσα έγινε από τους Ανδρόνικο Νούκιο και Γεώργιο Αιτωλό, που έζησαν τον 16ο αιώνα.
Μερικοί από τους δημοφιλέστερους μύθους:
Ο ψεύτης βοσκός
Ο Δίας και η χελώνα
Το παιδί και το ζωγραφισμένο λιοντάρι
Ο γάιδαρος και η σκιά του
Το μονόφθαλμο ελάφι
Οι δυο φίλοι και η αρκούδα
Τα βόδια και ο άξονας
Ο φονιάς
Η Αλκυόνη
Ο αγαλματοπώλης
Η αλεπού και ο σκύλος
Η αλεπού και η μαϊμού
Συμμαχία λύκων και σκυλιών
Οδοιπόροι και πέλεκυς
Ο γάιδαρος και το αλάτι
Το πάθημα του πελαργού
Το μυρμήγκι
Ο λύκος και το αρνί
Ο άνθρωπος και η τύχη
Τα σαλιγκάρια
Ο Βοριάς κι ο Ήλιος
Ο γάτος και τα ποντίκια
Η γυναίκα και οι δουλειές
Το παιδί που έκλεβε και η μητέρα του
Το λιοντάρι, ο κυνηγός και ο λοτόμος
Το λιοντάρι και η ύαινα
ΕΛΑΦΙ ΚΑΙ ΛΙΟΝΤΑΡΙ
Ένα διψασμένο ελάφι βρήκε μια πηγή. Καθώς έπινε, είδε τη σκιά του στο νερό και χάρηκε με το μέγεθος και την ποικιλία των κεράτων του, αλλά στενοχωρήθηκε πολύ με τας πόδια του, επειδή ήταν πολύ λεπτά και ασθενικά. Ενώ τα σκεφτόταν ακόμα αυτά, φάνηκε ένα λιοντάρι και άρχισε να το κυνηγάει. Το ελάφι το ’βαλε στα πόδια και άφησε πολύ πίσω το λιοντάρι[γιατί η δύναμη των ελαφιών είναι στα πόδια, του λιονταριού στην καρδιά]. Όσο ήταν άδεντρος ο τόπος, το ελάφι γλίτωνε τρέχοντας μπροστά, όταν όμως έφτασε σ’ ένα δασωμένο μέρος, τα κέρατά του μπλέχτηκαν στα κλαδιά και επειδή δεν μπορούσε να τρέξει, πιάστηκε. Λίγο πριν χάσει τη ζωή του, είπε στον εαυτό του: «Αχ, εγώ το δύστυχο, που σώθηκα απ’ αυτά που νόμιζα ότι θα προδινόμουν και χάνομαι από κείνα στα οποία πίστευα πολύ».
Η ΚΟΤΑ ΠΟΥ ΓΕΝΝΟΥΣΕ ΧΡΥΣΑ ΑΥΓΑ
Κάποιος είχε μια κότα που γεννούσε χρυσά αυγά. Νομίζοντας λοιπόν πως μέσα της έκρυβε πολύ χρυσάφι, την έσφαξε, αλλά ανακάλυψε ότι εσωτερικά ήταν ίδια με όλες τις άλλες κότες. Έτσι, ενώ περίμενε να βρει αμύθητα πλούτη, έχασε και τα λίγα που είχε.
Ένα διψασμένο ελάφι βρήκε μια πηγή. Καθώς έπινε, είδε τη σκιά του στο νερό και χάρηκε με το μέγεθος και την ποικιλία των κεράτων του, αλλά στενοχωρήθηκε πολύ με τας πόδια του, επειδή ήταν πολύ λεπτά και ασθενικά. Ενώ τα σκεφτόταν ακόμα αυτά, φάνηκε ένα λιοντάρι και άρχισε να το κυνηγάει. Το ελάφι το ’βαλε στα πόδια και άφησε πολύ πίσω το λιοντάρι[γιατί η δύναμη των ελαφιών είναι στα πόδια, του λιονταριού στην καρδιά]. Όσο ήταν άδεντρος ο τόπος, το ελάφι γλίτωνε τρέχοντας μπροστά, όταν όμως έφτασε σ’ ένα δασωμένο μέρος, τα κέρατά του μπλέχτηκαν στα κλαδιά και επειδή δεν μπορούσε να τρέξει, πιάστηκε. Λίγο πριν χάσει τη ζωή του, είπε στον εαυτό του: «Αχ, εγώ το δύστυχο, που σώθηκα απ’ αυτά που νόμιζα ότι θα προδινόμουν και χάνομαι από κείνα στα οποία πίστευα πολύ».
Η ΚΟΤΑ ΠΟΥ ΓΕΝΝΟΥΣΕ ΧΡΥΣΑ ΑΥΓΑ
Κάποιος είχε μια κότα που γεννούσε χρυσά αυγά. Νομίζοντας λοιπόν πως μέσα της έκρυβε πολύ χρυσάφι, την έσφαξε, αλλά ανακάλυψε ότι εσωτερικά ήταν ίδια με όλες τις άλλες κότες. Έτσι, ενώ περίμενε να βρει αμύθητα πλούτη, έχασε και τα λίγα που είχε.