Ο Χιράμ Οδυσσεύς Σίμσον Γκραντ ήταν Αμερικανός, στρατηγός των Βορείων και συνεργάτης του Αβραάμ Λίνκολν, ο νικητής του Αμερικανικού Εμφυλίου πολέμου και πολιτικός που ανήκε στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα, που εκλέχθηκε δύο φορές και διατέλεσε 18ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής,
Γεννήθηκε στις 27 Απριλίου 1822 στο Πόιντ Πλέσαντ στην πολιτεία του Οχάιο.Πατέρας του ήταν ο βυρσοδέψης Jesse Root Grant και μητέρα του η εβραϊκής καταγωγής Hannah Simpson. Ένα χρόνο μετά τη γέννηση του η οικογένεια Grant μετακόμισε στο Georgetown του Οχάιο. Ο πατέρας του θεωρούσε ότι δεν θα τα κατάφερνε στην οικογενειακή επιχείρηση βυρσοδεψίας και υπέβαλε αίτηση εισαγωγής του Γκραντ στη Στρατιωτική Ακαδημία των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου η εκπαίδευση παρεχόταν δωρεάν. Ο Οδυσσέας Γκραντ ήταν μέτριος μαθητής στο Γουέστ Πόιντ. Αφού αποφοίτησε και τοποθετήθηκε στον Αμερικανικό στρατό αναχώρησε για τον Πόλεμο του Μεξικού, αν και ήταν επικριτικός για τον χαρακτήρα της αμερικανικής εισβολής. Ως υπολοχαγός υπηρετούσε στο 4ο Σύνταγμα Πεζικού του Μισούρι, όπου ανέπτυξε φιλία με τον μετέπειτα στρατηγό των Νοτίων Τζέημς Λόνγκστρητ Στη διάρκεια του πολέμου στο Μεξικό ο Γκραντ έφτασε μέχρι τον βαθμό του λοχαγού. Το καλοκαίρι του 1853 διατάχθηκε να μεταβεί στη βορειοδυτική ακτή του Ειρηνικού στο Φρούριο Humboldt και υποχρεώθηκε να αφήσει πίσω την έγκυο γυναίκα του. Μόνος, υποφέροντας από κατάθλιψη, άρχισε να πίνει και το 1854 δεχόμενος πιέσεις από το διοικητή του κάστρου, Αντισυνταγματάρχη Robert C. Buchanan παραιτήθηκε από τον στρατό. Επέστρεψε στο Μισούρι και ασχολήθηκε με την γεωργία, όμως έφτασε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και μετακόμισε στην πόλη Galena στην πολιτεία του Ιλινόις, όπου εργάστηκε ως υπάλληλος στο κατάστημα της οικογένειας του. Το 1861 με το ξέσπασμα του Αμερικανικού εμφυλίου πολέμου, επανήλθε στις ως Συνταγματάρχης στο 21ο Σύνταγμα του Πεζικού στο Ιλινόις, στις τάξεις του στρατού των Βορείων κυρίως για βιοποριστικούς λόγους. Συγκρότησε σώμα εθελοντών με το οποίο συμμετείχε σε πολλές μάχες και παρά το γεγονός ότι δεν διακρινόταν για τη στρατηγική του ευφυΐα και παρότι αντιπαθούσε το στρατό και τον πόλεμο. Τον Ιούλιο του 1861 προήχθη στο βαθμό του Ταξιάρχου και το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου του ανατέθηκε η αρχηγία της Περιφέρειας στο Νοτιοανατολικό Μιζούρι.
Τον διέκριναν η ψυχραιμία, το πείσμα και η αφοσίωση στο σκοπό του, επέδειξε θάρρος και τόλμη και σύντομα προήχθη σε στρατάρχη. Όταν ο αντίπαλός του ζητούσε να διαπραγματευθεί τους όρους παραδόσεως, ο Γκραντ απαντούσε με τη φράση «Unconditional surrender», δηλαδή «παράδοση άνευ όρων», λόγος για τον οποίο του αποδόθηκε το προσωνύμιο «Ο άνευ όρων στρατηγός». Στις 3 Μαρτίου 1864 ανακηρύχθηκε αρχηγός όλων των δυνάμεων των Βορείων, με απόφαση του τότε προέδρου Αβραάμ Λίνκολν και επικεφαλής του στρατού των Βορείων διέφυγε από την αιματηρή και χωρίς νικητή Μάχη της Ερημιάς και οδήγησε τον Στρατό του Πότομακ στην επίθεση στα νότια, όπου με στρατηγικές κινήσεις κατάφερε να εξαναγκάσει του Νότιους να παραδοθούν Ο Γκραντ κατάφερε να γίνει ο μοναδικός στρατηγός που νίκησε τον Ρόμπερτ Λι στο πεδίο της μάχης. Στενός του φίλος ήταν ο στρατηγός Ουίλιαμ Σέρμαν, ο οποίος παρότι διαφορετικοί σαν χαρακτήρες, συνδέθηκε από νωρίς με τον Γκραντ επειδή, όπως ομολόγησε ο ίδιος «...μου συμπαραστεκόταν όποτε παραφρονούσα και του συμπαραστεκόμουν όποτε ήταν μεθυσμένος...». Σύμφωνα με την αθηναϊκή εφημερίδα «Αλήθεια» της 7ης Μαΐου 1866 «Ο γνωστός στρατηγός Γκραντ ετέθη εσχάτως υπό κράτησιν εν Ουασιγκτώνι ως διευθύνας την άμαξάν του εν ταις οδοίς της πόλεως μεθ’ υπερμέτρου ταχύτητος. Ιδών εαυτόν κρατηθέντα εζήτησε να πληρώση το αντίποινον όπως απαλλαχθή της κρατήσεως, αλλ’ ο αστυνομικός υπάλληλος είπων ότι δεν είναι επιτετραμμένος να δέχηται αυτός τα πρόστιμα της παραβάσεως των νόμων, επέμενεν όπως ο στρατηγός εμφανισθή ενώπιον των αρμοδίων αρχών. Ο στρατηγός εδέησεν όπως υπακούση και ακολουθήσας τον κλητήρα εις τον πλησιέστερον αστυνομικόν σταθμόν επλήρωσε τον φόρον του εις τον γενικόν νόμον».
Μετά την λήξη του εμφυλίου ο Γκραντ ανακηρύχθηκε εθνικός ήρωας, ενώ ασχολήθηκε με την πολιτική και προσχώρησε στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Το 1868 ο Γκραντ ανακηρύχθηκε υποψήφιος πρόεδρος. Ο Γκραντ επανεκλέχθηκε στις εκλογές του 1872 με ποσοστό 55,60%. Τον ίδιο χρόνο υπέγραψε τον πρώτο γενικό Μεταλλευτικό Νόμο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, με σκοπό να ενθαρρύνει την εγκατάσταση εποίκων στις Δυτικές Πολιτείες της Ομοσπονδίας. Ο νόμος παρείχε τίτλους ιδιοκτησίας επί της μεταλλοφόρου γης σαν κίνητρο για εγκατάσταση και έβαζε τάξη στην τρομακτική αναρχία των προηγούμενων ετών, διευθετώντας το πρόβλημα της ιδιοκτησίας των μεταλλευμάτων. Στη διάρκεια της δεύτερης θητείας του στο Λευκό Οίκο ξέσπασαν σκάνδαλα οικονομικής φύσεως, ενώ επικρίθηκε και για την καταπιεστική συμπεριφορά του απέναντι στους Νότιους. Ο Γκραντ, αν και αναφέρεται ότι υπήρξε τέκτονας, θεωρούσε ότι «Όλες οι μυστικές υπηρεσίες που διοικούνται από όρκους είναι επικίνδυνες σε κάθε έθνος» ενώ διακήρυξε πως «σε 200 χρόνια όταν οι Η.Π.Α. θα έχουν αποκομίσει ότι μπορεί να προσφέρει ο Προστατευτισμός θα υιοθετήσουν με τη σειρά τους το ελεύθερο εμπόριο»'΄. Σύμφωνα με μια εκδοχή ο όρος «Lobby» αναφέρεται στη συνήθεια του στρατηγού να συγκεντρώνει ομάδες ψηφοφόρων του στον προθάλαμο του ξενοδοχείου «Willard», δυο στενά από τον Λευκό Οίκο. Εκεί ο πρόεδρος κάπνιζε πούρο πούρο κι έπινε ένα ποτήρι κονιάκ καθώς τον προσέγγιζαν διάφοροι άνθρωποι που του ζητούσαν μικρές ή μεγαλύτερες διευκολύνσεις. Έκτοτε ο όρος «λόμπι» αποδίδεται στις ομάδες πιέσεως που προσεγγίζουν πολιτικούς για να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένα συμφέροντα.
| |
Το 1865 ήταν από τους πρώτους δυτικούς που παρακολούθησαν παράσταση θεάτρου Νο, όταν είχε επισκεφθεί το Τόκιο. Ήταν η περίοδος που αυτό το είδος της Ιαπωνικής δραματικής τέχνης απειλούνταν με εξαφάνιση και πολλοί ηθοποιοί του είδους ήταν άνεργοι. Οι Ιάπωνες φοβόταν ότι ο Γκραντ δεν θα καταλάβει ή θα το θεωρήσει κατώτερο, όμως εκείνος το παρακολούθησε και στη συνέχεια συμβούλεψε τους Ιάπωνες ότι πρέπει να διατηρήσουν με κάθε κόστος αυτό το είδος δραματικής τέχνης . Για δύο χρόνια μετά τη λήξη της δεύτερης θητείας του ο Γκραντ πραγματοποίησε μια θριαμβευτική παγκόσμια περιοδεία. Το 1884, έχασε όλες τις οικονομίες του από τραπεζική χρεωκοπία και προκειμένου να καλύψει τις απώλειες του, έγραψε και δημοσίευσε τις εμπειρίες του από τον πόλεμο στο περιοδικό «Αιώνας». Αυτό στάθηκε αφορμή να γράψει την εξαιρετική δίτομη αυτοβιογραφία του, την οποία ολοκλήρωσε μόλις λίγες μέρες πριν πεθάνει. Η μορφή του Γκραντ απεικονίζεται στο Αμερικανικό χαρτονόμισμα των 50 δολαρίων. Το καλοκαίρι του 1884, παραπονέθηκε για πόνο στο λαιμό του, όμως παρέλειψε να επισκεφθεί γιατρό, μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου, όταν έμαθε ότι ήταν ασθενής από καρκίνο του φάρυγγα. Τη νεκρώσιμη ακολουθία του παρακολούθησαν περί τους 1,5 εκατομμύρια Αμερικανών πολιτών. Τάφηκε αρχικά στο Riverside Park, σε ένα προσωρινό τάφο, και στις 17 Απριλίου 1897, στο Αμερικανικό Εθνικό Μνημείο. Ο τάφος, γνωστός ως ο «Τάφος του Γκραντ» είναι το μεγαλύτερο μαυσωλείο στη Βόρεια Αμερική.