Η Μαχαμπαράτα, είναι ένα γιγάντιο ινδικό έπος και γενικότερα λογοτεχνικό έργο, γραμμένο στα σανσκριτικά. Είναι ένα από τα τρία σημαντικότερα έπη της Ινδίας (τα άλλα είναι το Ραμαγιάνα, και οι Μεγάλες Πουράνες). Η ονομασία είναι σύνθετη σανσκριτική λέξη από το "Μάχα" (=μεγάλος , μέγας) + "Μπαράτα" (ονομασία φυλής), που σημαίνει: "Μεγάλοι Μπαράτα", ή "Μεγάλη δυναστεία των Μπαράτα". Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα συγγράμματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Στην τελική μορφή του το έπος αποτελείται από 100.000 σλόκα (δίστιχα), διαιρούμενα σε 18 ωδές-βιβλία (πάρβες). Σε μέγεθος είναι επτά φορές μεγαλύτερο από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια μαζί, πέντε φορές μεγαλύτερο από τη Θεία Κωμωδία του Δάντη και τέσσερις φορές μεγαλύτερο από τη Ραμαγιάνα. Σε αυτό εξιστορείται η πολεμική δράση των Μπαράτα, αρχαίας πολεμικής φυλής της Βόρειας Ινδίας. Οι δύο ηγεμονικές οικογένειες που πολεμούν είναι οι εκατό Κουράβα (ή Κουρουϊνίδες), και οι πέντε εκθρονισμένοι εξάδελφοί τους Παντάβα (ή Πανδάβα ή Πανδουΐδες). Όλοι αυτοί είναι απόγονοι του Ινδού ήρωα Μπαράτα, γιου της Σακούνταλα.
Ο πόλεμος για την εξουσία διαρκεί πολλά χρόνια, και διάφοροι αλλόφυλοι λαοί βοηθούν τους Παντάβα. Η αποφασιστική μάχη δίνεται στην Κουρουξέτρα την ιερή γη του ντάρμα, και διαρκεί 18 ημέρες. Εκεί όλοι οι Κουράβα εξοντώνονται. Ο Γιουντιστίρα, που στέφθηκε βασιλιάς στη Χαστιναπούρα, παρέδωσε το βασίλειό του στον γιο του και έγινε μαζί με τους αδελφούς του ασκητής στα Ιμαλάια. Μετά εξαφανίστηκε από τα μάτια των θνητών και άρχισε την ανάληψή του στον ουρανό, προς τους θεούς, τους αληθινούς γεννήτορες των Παντάβα. Αρχικά πιστευόταν ότι το έπος αυτό είναι αρχαιότερο του έπους Ραμαγιάνα, όμως Ινδοί μελετητές απέδειξαν ότι ισχύει το αντίθετο. Σύμφωνα με τον θρύλο, το βιβλίο γράφτηκε από τον μάγο Βιάσα, πιθανότατα στα τέλη της ύστερης Βεδικής περιόδου (περίπου τον 8ο αιώνα π.Χ.) Λέγεται ότι όταν ο Βιάσα συνέλαβε την ιδέα του έργου, δεν βρήκε γραφέα ικανό για να το υπαγορεύσει, και έβαλε τον δημιουργό θεό Μπράχμα να του υποσχεθεί ότι θα τον βοηθούσε ο ίδιος ο ελεφαντόμορφος θεός Γκανές.
Εκείνος συμφώνησε υπό τον όρο ότι η υπαγόρευση θα γινόταν χωρίς παύση, κι ότι η πένα δε θα σταματούσε ούτε για ένα λεπτό. Οι μελετητές υποστηρίζουν ότι το Μαχαμπαράτα είναι έργο συλλογικό και δημιουργοί του είναι διάφοροι συγγραφείς από τον 4ο ή 8ο αιώνα π.Χ. έως τον 4ο αιώνα μ.Χ.. Πιθανώς πήρε την τελική του μορφή κατά την αρχή της περιόδου των Γκούπτα. Ο αρχικός πυρήνας του είχε περίπου 8.000 δίστιχα, και αργότερα ο σοφός Βαουντέβε τα αύξησε σε 24.000. Μεγάλο μέρος του υλικού προέρχεται από άλλους μύθους και θρύλους, γι' αυτό και οι παρεμβολές συχνά είναι τόσο εκτεταμένες, που αποτελούν αυθύπαρκτα ποιητικά έργα. Τέτοια είναι η διήγηση της Σαβίτρι, που αποσπά με προσευχές και τεχνάσματα τον σύζυγό της από τον θεό του θανάτου Γιάμα, το «Ασμα του μακαρίου» ή «θείο τραγούδι», γνωστό ως Μπαγκαβαντγκίτα, όπου δίνεται η διδασκαλία της γιόγκα από τον θεό Κρίσνα στον πολεμιστή Αρτζούνα, και το απόσπασμα «Νάλας και Νταμαγιάντη» το οποίο πρωτομετέφρασε στην ελληνική από τα σανσκριτικά ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης.
Το Μαχαμπαράτα έχει χαρακτηριστεί σαν έπος των αιώνων. Είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο, τόσο σπουδαίο για τους Ινδούς, όσο η Ιλιάδα για τους Έλληνες, και το πλουσιότερο σε θέματα γι' αυτό και λέγεται πως ό,τι δεν υπάρχει στο Μαχαμπράτα δεν μπορεί να βρεθεί πουθενά αλλού. Πράγματι εκτός από τον πόλεμο που εξιστορεί ανάμεσα στους Παντάβα και τους Καουράβα για την εξουσία, περιέχει και πλήθος άλλων ιστοριών και παραδόσεων, καθώς και ηθικούς κώδικες, κανόνες πολιτικής για μια ορθή διακυβέρνηση, φιλοσοφικά συστήματα και διδασκαλίες που ακόμα και σήμερα εμπνέουν τους πνευματικούς αναζητητές σε όλο τον κόσμο. Είναι ένα έργο στο οποίο τονίζεται το υψηλό ήθος των ηρώων του, ο ανώτερος σκοπός της πνευματικής αναζήτησης και ο θρίαμβος της αρετής πάνω σε καθετί κακό. Ο πόλεμος που περιγράφεται στο έπος ήταν ένας παγκόσμιος πόλεμος της εποχής εκείνης, όχι μόνο γιατί έλαβαν μέρος πολλά έθνη και λαοί, αλλά και επειδή ήταν αποτέλεσμα μιας αδυσώπητης μάχης ανάμεσα στους λαούς και τους τιτάνες. Όταν οι τιτάνες νικήθηκαν, αποφάσισαν να ενσαρκωθούν στον κόσμο των ανθρώπων.
Σύντομα όμως ενσαρκώθηκαν και οι θεοί, οπότε εκείνος ο ουράνιος πόλεμος μεταφέρθηκε στη γη με αποτέλεσμα να σκοτωθούν εκατομμύρια άνθρωποι και να χαθούν πολλοί ηγεμόνες και ένδοξοι ήρωες. Ο πόλεμος αυτός έλαβε χώρα στη μεγάλη πεδιάδα Κουρουκσέτρα, κοντά στο σημερινό Δελχί. Όμως η μάχη του Κουρουκσέτρα έχει και ένα πνευματικό νόημα, αφού πρόκειται για μια μάχη που κάθε αναζητητής οφείλει να κάνει σε κάποιο στάδιο της ατραπού του. Όποιος έχει διαβάσει την Μπάγκαβαντ Γκιτά (που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Μαχαμπαράτα) θα θυμάται τις θαυμάσιες πνευματικές διδασκαλίες που δίνει ο Κρίσνα στο μαθητή του Άρτζουνα, παρακινώντας τον να λάβει μέρος στη μάχη ενάντια στο κακό. Όλοι μέσα μας κρύβουμε ένα σκοτεινό υποσυνείδητο και συνδεόμαστε με τα αρχέτυπα του ομαδικού ασυνειδήτου. Σε κάποια στιγμή καλούμαστε να φωτίσουμε αυτόν τον σκοτεινό χώρο, να δαμάσουμε τις κρυφές ανεξέλεκτες δυνάμεις του υποσυνειδήτου και μέσω της αυτογνωσίας να γίνουμε κύριοι όλων των όψεων του εαυτού μας, κατωτέρων και ανωτέρων. Το Μαχαμπαράτα δίνει το έναυσμα γι' αυτήν την εσωτερική μάχη που οδηγεί στην τελική Απελευθέρωση.