Θες να κάνεις φιλοσοφία; Γράψε ένα μυθιστόρημα. Η προτροπή ανήκει στον Αλμπέρ Καμύ και φαίνεται ότι ακριβώς αυτήν αποφάσισε να ακολουθήσει ο Ουμπέρτο Έκο όταν, πριν από τριάντα χρόνια, ήδη καθιερωμένος ως ακαδημαϊκός, στοχαστής και δοκιμιογράφος, έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο χώρο της μυθοπλασίας με Το Όνομα του Ρόδου. Έργο συγκεντρωτικό και φυγόκεντρο, καμωμένο από μια ετερόκλητη πρώτη ύλη που η εύθυμη μαεστρία του Έκο καταφέρνει να συναρμόσει δημιουργικά, Το Όνομα του Ρόδου εξακολουθεί να μας σαγηνεύει ύστερα από τριάντα χρόνια, ακριβώς εξαιτίας αυτής της απροσδιόριστης μορφής που του επιτρέπει να διατελεί στα όρια ανάμεσα στο μυστηριώδες και το αυτονόητο, το αποκρυμμένο και το προφανές, το περιπετειώδες και το αφηρημένο ή το ιδεολογικό. Ελλειπτικό επειδή είναι σωρευτικό ιδιαίτερων ιστορικών –και όχι μόνο– γνώσεων και πληροφοριών, γκρίζο επειδή είναι πλήρες χρωμάτων και ενός απρόσμενου διακόσμου, ανεπίκαιρο και διαχρονικό επειδή εγκαθίσταται σε χρονικές τομές και εγγράφει την αστυνομική, καταιγιστική του πλοκή μέσα στην Ιστορία, το πρώτο μυθιστόρημα του Έκο λειτουργεί, πλέον, ως σημείο αναφοράς για την παγκόσμια λογοτεχνία.
Μεταφερόμαστε στον Μεσαίωνα του 14ου αιώνα, όπου ό,τι έχει απομείνει από τα κείμενα της αρχαίας γνώσης βρίσκεται στα χέρια της εκκλησίας. Οι μοναχοί της Ευρώπης είναι οι μόνοι που έχουν πρόσβαση στα αρχαία κείμενα καθώς πολλά από αυτά θεωρούνται επικίνδυνα εξαιτίας του ειδωλολατρικού τους περιεχομένου. Ένας Βρετανός φραγκισκανός μοναχός, διάσημος για την πνευματική του οξύνοια, μεταβαίνει σ' ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων. Στο πλάι του βρίσκεται ο μαθητευόμενός του, ο έφηβος Άντσο την εκπαίδευση του οποίου έχουν εμπιστευτεί στον μοναχό οι πάτρονοί του. Το μοναστήρι στο οποίο καταφθάνουν βρίσκεται σε βαρύ πένθος. Ένας ανεξήγητος θάνατος τρομοκρατεί τη μονή. Ο μοναχός προσκαλείται να λύσει το μυστήριο του θανάτου, η άφιξή του όμως πυροδοτεί μια σειρά φόνων που δείχνουν να συνδέονται μ' ένα σπάνιο βιβλίο η ύπαρξη του οποίου αμφισβητείται. Πρόκειται για τον δεύτερο τόμο της «Ποιητικής» του Αριστοτέλη, τον σχετικό με την κωμωδία. Οι νεκροί συσσωρεύονται, αρκετοί ταυτίζουν τη μακάβρια αλληλουχία με την Αποκάλυψη του Ιωάννη και το τέλος του κόσμου. Στο μοναστήρι, τελικά, καταφθάνει ένας απεσταλμένος της Ιεράς Εξέτασης, παλιός γνώριμος του φραγκισκανού μοναχού, έτοιμος να οδηγήσει στην πυρά όσους δεν συντάσσονται με το γράμμα των εκκλησιαστικών νόμων. Όσο για τον τίτλο του έργου, η αλήθεια είναι ότι είχε αρχικά συγκεντρώσει αρκετές απορίες, καθώς δεν ήταν σαφές σε τι αναφερόταν. Ο Έκο έγραψε ότι του άρεσε ο συγκεκριμένος τίτλος «γιατί το ρόδο είναι ένα σύμβολο τόσο πλούσιο σε νοήματα, που είναι ζήτημα εάν έχει μείνει κάποιο νόημα που να μην του έχει αποδοθεί...» Η μεταφορά του βιβλίου από τον Ζαν Ζακ Ανό στο σινεμά με ένα εξαιρετικό καστ ηθοποιών, (Σόν Κόνερι, Μάρεϊ Άμπρααμ, Κρίστιαν Σλέιτερ), συγκλονίζουν ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, σε κάθε προβολή της ταινίας.Πρόκειται για μία προσεγμένη και αξιόλογη κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου του σπουδαίου Ιταλού σημειολόγου από τον εξαίρετο Γάλλο σκηνοθέτη. Ένα αστυνομικό θρίλερ με ιστορικές, θεολογικές και κοινωνιολογικές προεκτάσεις. Πρέπει να αναφερθεί ότι στο έργο αυτό του Έκο γίνεται εκτενής αναφορά σε πρόσωπα όπως ο Φραγκίσκος της Ασίζης, ο Ρογήρος Βάκων και ο Άγιος Θωμάς Ακινάτης, άνθρωποι που υπήρξαν όλοι στο παρελθόν μελετητές και υποστηρικτές του Σχολαστικισμού. Ταυτόχρονα, όμως, αυτά τα πρόσωπα υπήρξαν και άτομα με τα οποία ο Έκο ασχολήθηκε και σε ακαδημαϊκό επίπεδο με τα έργα και τις ιδέες τους, ιδιαίτερα στην περίπτωση του Θωμά Ακινάτη, συνδυάζοντας έτσι με αριστουργηματικό τρόπο την επιστημονική με τη λογοτεχνική εργασία του.
INFO για το παγκόσμιο best seller του Έκο
* Ο ακαδημαϊκός, στοχαστής και δοκιμιογράφος Ουμπέρτο Έκο λίγο πριν το κατώφλι των πενήντα του χρόνων γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα. Εκδίδεται με τον τίτλο Il nome della rosa από τον οίκο Bompiani στο Μιλάνο το 1980. Ενώ ο εκδοτικός οίκος είχε υπολογίσει ότι οι πωλήσεις του θα έφταναν τα 30.000 αντίτυπα, ξεπέρασαν τελικά τα 9.000.000 αντίτυπα παγκοσμίως κάνοντας τον Έκο γνωστό στον εξωακαδημαϊκό κόσμο .
* Το όνομα του ρόδου πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 1985 σε μετάφραση Έφης Καλλιφατίδη και συμβολή στην απόδοση των λατινικών κειμένων Μ.Γ.Μερακλή. Το ελληνικό κοινό μυήθηκε σε φιλοσοφικές και ιστορικές λεπτομέρειες του Μεσαίωνα, αλλά ταυτόχρονα υποδέχθηκε ενθουσιασμένο τη μεταμοντέρνα, πολυεπίπεδη γραφή του καθηγητή Σημειωτικής.
* Η πρώτη έκδοση Το Επιμύθιο στο όνομα του ρόδου (Γνώση, 1985) γράφτηκε ως «υστερόγραφο» λόγω των αποριών πολλών αναγνωστών για το πώς εμπνεύστηκε τον τίτλο ο συγγραφέας. Ο Έκο αρνήθηκε να ερμηνεύσει το κείμενό του. Δήλωσε μόνο το εξής: «Η ιδέα του Ονόματος του ρόδου μου ήρθε σχεδόν τυχαία και μου άρεσε γιατί το ρόδο είναι ένα συμβολικό σχήμα, τόσο βεβαρημένο με νοήματα που δεν του έχει απομείνει πια σχεδόν κανένα: μυστικό ρόδο, και το ρόδο έζησε όσο ζουν τα ρόδα, ο πόλεμος των δύο ρόδων, ένα ρόδο είναι ένα ρόδο είναι ένα ρόδο είναι ένα ρόδο, ο ροδόσταυρος, ευχαριστώ για τα υπέροχα ρόδα, δροσερό και μυρωμένο ρόδο. Δίκαια ο αναγνώστης κατέληγε σε σύγχυση, αδυνατούσε να επιλέξει ερμηνεία έστω κι αν είχε συλλάβει τις πιθανές νομιναλιστικές αναγνώσεις του τελικού στίχου, ήταν ακριβώς στο τέλος που έφτανε εκεί, όταν ήδη είχε κάνει ποιος ξέρει πόσες άλλες επιλογές. Ο τίτλος πρέπει να συγχέει τις ιδέες και όχι να τις συγκροτεί» (σελ.11).
* Ο Έκο ξεκίνησε να γράφει το Όνομα του ρόδου το Μάρτιο του ’78, όπως αναφέρει, «ωθούμενος από μια σπερματική ιδέα. Ήθελα να δηλητηριάσω κάποιον μοναχό»
* Το διάσημο μυθιστόρημα όταν πρωτοκυκλοφόρησε ήταν δύσκολο να καταταχθεί σ’ένα λογοτεχνικό είδος. Θα μπορούσε να διαβαστεί ως γοτθική νουβέλα, μεσαιωνικό χρονικό, αστυνομικό μυθιστόρημα, ιδεολογικό αφήγημα, αλληγορία, ανάλογα με το γνωστικό επίπεδο του αναγνώστη. Η L’Express είχε σχολιάσει μάλλον καίρια ότι «το μυθιστόρημα αυτό ανήκει στην κατηγορία των φιλοσοφικών αφηγημάτων του Βολταίρου...Με την διασκεδαστική αμφίεση μιας λόγιας μυθιστορίας, αποτελεί μια έντονη ικεσία για ελευθερία, μετριοπάθεια και σοφία.»
* Ο ακαδημαϊκός, στοχαστής και δοκιμιογράφος Ουμπέρτο Έκο λίγο πριν το κατώφλι των πενήντα του χρόνων γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα. Εκδίδεται με τον τίτλο Il nome della rosa από τον οίκο Bompiani στο Μιλάνο το 1980. Ενώ ο εκδοτικός οίκος είχε υπολογίσει ότι οι πωλήσεις του θα έφταναν τα 30.000 αντίτυπα, ξεπέρασαν τελικά τα 9.000.000 αντίτυπα παγκοσμίως κάνοντας τον Έκο γνωστό στον εξωακαδημαϊκό κόσμο .
* Το όνομα του ρόδου πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 1985 σε μετάφραση Έφης Καλλιφατίδη και συμβολή στην απόδοση των λατινικών κειμένων Μ.Γ.Μερακλή. Το ελληνικό κοινό μυήθηκε σε φιλοσοφικές και ιστορικές λεπτομέρειες του Μεσαίωνα, αλλά ταυτόχρονα υποδέχθηκε ενθουσιασμένο τη μεταμοντέρνα, πολυεπίπεδη γραφή του καθηγητή Σημειωτικής.
* Η πρώτη έκδοση Το Επιμύθιο στο όνομα του ρόδου (Γνώση, 1985) γράφτηκε ως «υστερόγραφο» λόγω των αποριών πολλών αναγνωστών για το πώς εμπνεύστηκε τον τίτλο ο συγγραφέας. Ο Έκο αρνήθηκε να ερμηνεύσει το κείμενό του. Δήλωσε μόνο το εξής: «Η ιδέα του Ονόματος του ρόδου μου ήρθε σχεδόν τυχαία και μου άρεσε γιατί το ρόδο είναι ένα συμβολικό σχήμα, τόσο βεβαρημένο με νοήματα που δεν του έχει απομείνει πια σχεδόν κανένα: μυστικό ρόδο, και το ρόδο έζησε όσο ζουν τα ρόδα, ο πόλεμος των δύο ρόδων, ένα ρόδο είναι ένα ρόδο είναι ένα ρόδο είναι ένα ρόδο, ο ροδόσταυρος, ευχαριστώ για τα υπέροχα ρόδα, δροσερό και μυρωμένο ρόδο. Δίκαια ο αναγνώστης κατέληγε σε σύγχυση, αδυνατούσε να επιλέξει ερμηνεία έστω κι αν είχε συλλάβει τις πιθανές νομιναλιστικές αναγνώσεις του τελικού στίχου, ήταν ακριβώς στο τέλος που έφτανε εκεί, όταν ήδη είχε κάνει ποιος ξέρει πόσες άλλες επιλογές. Ο τίτλος πρέπει να συγχέει τις ιδέες και όχι να τις συγκροτεί» (σελ.11).
* Ο Έκο ξεκίνησε να γράφει το Όνομα του ρόδου το Μάρτιο του ’78, όπως αναφέρει, «ωθούμενος από μια σπερματική ιδέα. Ήθελα να δηλητηριάσω κάποιον μοναχό»
* Το διάσημο μυθιστόρημα όταν πρωτοκυκλοφόρησε ήταν δύσκολο να καταταχθεί σ’ένα λογοτεχνικό είδος. Θα μπορούσε να διαβαστεί ως γοτθική νουβέλα, μεσαιωνικό χρονικό, αστυνομικό μυθιστόρημα, ιδεολογικό αφήγημα, αλληγορία, ανάλογα με το γνωστικό επίπεδο του αναγνώστη. Η L’Express είχε σχολιάσει μάλλον καίρια ότι «το μυθιστόρημα αυτό ανήκει στην κατηγορία των φιλοσοφικών αφηγημάτων του Βολταίρου...Με την διασκεδαστική αμφίεση μιας λόγιας μυθιστορίας, αποτελεί μια έντονη ικεσία για ελευθερία, μετριοπάθεια και σοφία.»
* Το μυθιστόρημα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Ζαν-Ζακ Ανό το 1986 με πρωταγωνιστή τον Σον Κόνερυ στο ρόλο του Γουίλιαμ της Μπάσκερβιλ και τον Κρίστιαν Σλέιτερ ως Άντσο. Ο Σον Κόνερυ ερμηνεύει έναν ορθολογιστή ντετέκτιβ, τύπου Σέρλοκ Χολμς, με ράσο Φραγκισκανού καλόγηρου 14ου αιώνα. Όμως ο Έκο δεν ικανοποιήθηκε από τη σκηνοθεσία και γι’αυτό κατόπιν απέρριψε την πρόταση Κιούμπρικ για το Εκκρεμές του Φουκώ .
* Το χαμένο χειρόγραφο του Αριστοτέλη Περί Κωμωδίας που είναι η αφορμή των φόνων στην ασφυκτική μονή των Βενεδικτίνων, τόπο της πλοκής στο Όνομα του ρόδου, αποτελεί και ένα σύμβολο για το βασικό ρόλο που διαδραματίζουν τα βιβλία και οι βιλιοθήκες στο έργο του Έκο. Όσον αφορά τα «επικίνδυνα» βιβλία, το εν λόγω χειρόγραφο του Αριστοτέλη θεωρείται από τον Έκο «επικίνδυνο μόνο από τον κακό της υπόθεσης», ενώ το νόημα του μυθιστορήματός του είναι ακριβώς αυτό: τα βιβλία πρέπει να προστατεύονται και να μην κρύβονται (Ανταίος Χρυσοστομίδης, Οι κεραίες της εποχής μου ΙΙ, Καστανιώτης, 2013, σελ.513).
* Το 1999 η Le Monde και η γαλλική αλυσίδα Fnac συμπεριέλαβαν Το όνομα του ρόδου στη λίστα με τα 100 αριστουργήματα του 20ου αιώνα (πηγή: Wikipedia). 9. Ο Έκο μιλάει για τον «πρότυπο αναγνώστη» του. Τον θέλει συνένοχό του σ’ένα κείμενο μεσαιωνικό, ζώντας τον Μεσαίωνα σαν να ήταν η εποχή του και το αντίστροφο, μετασχηματίζοντας τον αναγνώστη με το να του δώσει «λατινικά, κι ελάχιστες γυναίκες, μπόλικη θεολογία και άφθονο αίμα» για να του φανεί ευχάριστη μια συμφωνία με τον διάβολο. «Το μόνο πράγμα που μας τρομοκρατεί, το μεταφυσικό δηλαδή ρίγος» εξυπηρετούσε, κατά τον συγγραφέα, το πιο μεταφυσικό και φιλοσοφικό πρότυπο πλοκής στο Όνομα του ρόδου: το αστυνομικό μυθιστόρημα . Το Όνομα του Ρόδου κυκλοφορεί στα Ελληνικά από τις Εκδόσεις Ψυχογιός, σε μετάφραση Έφης Καλλιφατίδη.
* Η αισθητική του Μεσαίωνα κυριάρχησε στο δοκιμιακό σύμπαν του Έκο άλλα στο Όνομα του ρόδου η δραστηριότητά του ως φιλόσοφου πέρασε σ’εκείνη του αφηγητή. Πιστός στις μακροσκελείς, λόγιες συζητήσεις περί Θωμά Ακινάτη και Σχολαστικισμού μεταξύ εκπροσώπων μοναστικών ταγμάτων και Ιεράς Εξέτασης, δεν σταμάτησε μπροστά στις συμβάσεις του ιστορικού μυθιστορήματος. Οι μεσαιωνικοί του ήρωες καινοτομούν, ενώ οι μεταγενέστεροι σκέπτονται μεσαιωνικά με αποτέλεσμα ο συγγραφέας να παραθέτει την εξής διασκεδαστική σκέψη: «κάθε φορά που ένας κριτικός ή αναγνώστης έγραψαν ή είπαν ότι κάποιος ήρωάς μου ισχυρίζεται πράγματα υπερβολικά νεοτεριστικά, επρόκειτο για περιπτώσεις και μόνον που είχα χρησιμοποιήσει χωρία κειμένων του 14ου αιώνα. Και υπάρχουν άλλες σελίδες όπου οι αναγνώστες εξετίμησαν ως εξαιρετικά μεσαιωνικές, στάσεις τις οποίες εγώ αισθανόμουν ως αθέμιτα νεοτεριστικές. Γεγονός είναι ότι καθένας έχει τη δική του, συνήθως φθαρμένη, εντύπωση για το Μεσαίωνα. Μόνον εμείς, οι καλόγεροι της εποχής εκείνης, ξέρουμε την αλήθεια, αν όμως την πούμε, μπορεί μερικές φορές να μας οδηγήσει στην πυρά»
* Το χαμένο χειρόγραφο του Αριστοτέλη Περί Κωμωδίας που είναι η αφορμή των φόνων στην ασφυκτική μονή των Βενεδικτίνων, τόπο της πλοκής στο Όνομα του ρόδου, αποτελεί και ένα σύμβολο για το βασικό ρόλο που διαδραματίζουν τα βιβλία και οι βιλιοθήκες στο έργο του Έκο. Όσον αφορά τα «επικίνδυνα» βιβλία, το εν λόγω χειρόγραφο του Αριστοτέλη θεωρείται από τον Έκο «επικίνδυνο μόνο από τον κακό της υπόθεσης», ενώ το νόημα του μυθιστορήματός του είναι ακριβώς αυτό: τα βιβλία πρέπει να προστατεύονται και να μην κρύβονται (Ανταίος Χρυσοστομίδης, Οι κεραίες της εποχής μου ΙΙ, Καστανιώτης, 2013, σελ.513).
* Το 1999 η Le Monde και η γαλλική αλυσίδα Fnac συμπεριέλαβαν Το όνομα του ρόδου στη λίστα με τα 100 αριστουργήματα του 20ου αιώνα (πηγή: Wikipedia). 9. Ο Έκο μιλάει για τον «πρότυπο αναγνώστη» του. Τον θέλει συνένοχό του σ’ένα κείμενο μεσαιωνικό, ζώντας τον Μεσαίωνα σαν να ήταν η εποχή του και το αντίστροφο, μετασχηματίζοντας τον αναγνώστη με το να του δώσει «λατινικά, κι ελάχιστες γυναίκες, μπόλικη θεολογία και άφθονο αίμα» για να του φανεί ευχάριστη μια συμφωνία με τον διάβολο. «Το μόνο πράγμα που μας τρομοκρατεί, το μεταφυσικό δηλαδή ρίγος» εξυπηρετούσε, κατά τον συγγραφέα, το πιο μεταφυσικό και φιλοσοφικό πρότυπο πλοκής στο Όνομα του ρόδου: το αστυνομικό μυθιστόρημα . Το Όνομα του Ρόδου κυκλοφορεί στα Ελληνικά από τις Εκδόσεις Ψυχογιός, σε μετάφραση Έφης Καλλιφατίδη.
* Η αισθητική του Μεσαίωνα κυριάρχησε στο δοκιμιακό σύμπαν του Έκο άλλα στο Όνομα του ρόδου η δραστηριότητά του ως φιλόσοφου πέρασε σ’εκείνη του αφηγητή. Πιστός στις μακροσκελείς, λόγιες συζητήσεις περί Θωμά Ακινάτη και Σχολαστικισμού μεταξύ εκπροσώπων μοναστικών ταγμάτων και Ιεράς Εξέτασης, δεν σταμάτησε μπροστά στις συμβάσεις του ιστορικού μυθιστορήματος. Οι μεσαιωνικοί του ήρωες καινοτομούν, ενώ οι μεταγενέστεροι σκέπτονται μεσαιωνικά με αποτέλεσμα ο συγγραφέας να παραθέτει την εξής διασκεδαστική σκέψη: «κάθε φορά που ένας κριτικός ή αναγνώστης έγραψαν ή είπαν ότι κάποιος ήρωάς μου ισχυρίζεται πράγματα υπερβολικά νεοτεριστικά, επρόκειτο για περιπτώσεις και μόνον που είχα χρησιμοποιήσει χωρία κειμένων του 14ου αιώνα. Και υπάρχουν άλλες σελίδες όπου οι αναγνώστες εξετίμησαν ως εξαιρετικά μεσαιωνικές, στάσεις τις οποίες εγώ αισθανόμουν ως αθέμιτα νεοτεριστικές. Γεγονός είναι ότι καθένας έχει τη δική του, συνήθως φθαρμένη, εντύπωση για το Μεσαίωνα. Μόνον εμείς, οι καλόγεροι της εποχής εκείνης, ξέρουμε την αλήθεια, αν όμως την πούμε, μπορεί μερικές φορές να μας οδηγήσει στην πυρά»
- Άντσο: «Τι είναι ο έρωτας;» - Γουλιέλμος: «Πόσο γλυκειά θα ήταν η ζωή χωρίς τον έρωτα, πόσο ασφαλής, πόσο ήσυχη και πόσο βαρετή...» Απόσπασμα από το «Όνομα του Ρόδου»
Ο Ουμπέρτο Έκο, γεννήθηκε στην Αλεσάντρια, της Βόρειας Ιταλίας, την 5η Ιανουαρίου του 1932 και σπούδασε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Τορίνο, ενώ η διδακτορική του διατριβή ήταν αφιερωμένη στο «ζήτημα της αισθητικής στον Θωμά τον Ακινάτη». Πολύγλωσσος και παντρεμένος με τη Γερμανίδα δασκάλα καλλιτεχνικών, Ρενάτε Ράμγκε (Renate Ramge), ο Έκο δίδασκε σε πολλά πανεπιστήμια, ειδικά στην Μπολόνια, όπου διατηρούσε την έδρα της Σημειωτικής ως τον Οκτώβριο του 2007, όταν και πήρε σύνταξη. Ο Έκο είχε εξηγήσει πως ασχολήθηκε αργά με την λογοτεχνία διότι θεωρούσε τη συγγραφή μυθιστορημάτων ενασχόληση για παιδιά, κάτι «που δεν έπαιρνε στα σοβαρά». Μετά όμως από βιβλίο του «Το Όνομα του Ρόδου», ο Έκο δημοσίευσε μία σειρά υπέροχων μυθιστορημάτων, όπως: «Το Εκκρεμές του Φουκώ» (1988), «Το Νησί της Προηγούμενης Μέρας» (1994), τη «Μυστηριώδη Φλόγα της Βασίλισσας Λοάνα» (2004) κ.α. Στο τελευταίο του μυθιστόρημα, «Φύλλο Μηδέν» (2014), η πλοκή εκτυλίσσεται στον κόσμο του Ιταλικού Τύπου, τη δεκαετία του 1990. Παράλληλα ο Ουμπέρτο Έκο έγραψε και δεκάδες δοκίμια, επιδεικνύοντας συχνά μια τάση εκλεκτικισμού, για τη μεσαιωνική αισθητική, την ποιητική του Τζέιμς Τζόις, τον Τζέιμς Μποντ, την ιστορία της ομορφιάς αλλά και της ασχήμιας. Η ευρύτητα του πνεύματός του δεν τον εμπόδιζε να εξετάζει με κριτική ματιά την εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνίας. Ο Έκο αγαπήθηκε και διαβάστηκε όσο λίγοι σύγχρονοι διανοητές και συγγραφείς και αφήνει μια κληρονομιά πολιτισμού, ιδεών, μυθιστορημάτων και διδαχών που θα ζήσουν αιωνίως.
«Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης έδωσαν το δικαίωμα να μιλάνε σε λεγεώνες ηλιθίων που άλλοτε δεν μίλαγαν παρά μόνο σε μπαρ, αφού είχαν πιει κανένα ποτήρι κρασί, χωρίς να βλάπτουν την κοινότητα. Τους αναγκάζαμε αμέσως να σωπάσουν, αλλά σήμερα έχουν το ίδιο δικαίωμα λόγου μ' ένα βραβείο Νόμπελ. Είναι η εισβολή των ηλιθίων», είχε πει, χαρακτηριστικά ο Έκο, σ' ένα απόσπασμα που μας υπενθύμισε η εφημερίδα Il Messaggero.
«Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης έδωσαν το δικαίωμα να μιλάνε σε λεγεώνες ηλιθίων που άλλοτε δεν μίλαγαν παρά μόνο σε μπαρ, αφού είχαν πιει κανένα ποτήρι κρασί, χωρίς να βλάπτουν την κοινότητα. Τους αναγκάζαμε αμέσως να σωπάσουν, αλλά σήμερα έχουν το ίδιο δικαίωμα λόγου μ' ένα βραβείο Νόμπελ. Είναι η εισβολή των ηλιθίων», είχε πει, χαρακτηριστικά ο Έκο, σ' ένα απόσπασμα που μας υπενθύμισε η εφημερίδα Il Messaggero.
“Έχω φτάσει να πιστεύω πως όλος ο κόσμος είναι ένα αίνιγμα, ένα άκακο αίνιγμα που έγινε τρομερό από τη δική μας τρελή προσπάθεια να το ερμηνεύσουμε λες και κρύβεται η αλήθεια από κάτω του”