Μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, στις 20 Ιουλίου του 1974, οι 39.000 κάτοικοι της περιοχής έφυγαν από τα σπίτια τους για να σωθούν. Οι Τούρκοι κατέλαβαν την περιοχή, την περιέφραξαν και απαγόρευσαν την είσοδο στους πολίτες. Η Αμμόχωστος έχει χαρακτηριστεί πόλη-φάντασμα, αφού από τις 14 Αυγούστου του 1974 οι Ελληνοκύπριοι κάτοικοί της έχουν εκδιωχθεί, και από τότε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης παραμένει κλειστό και ερημωμένο, με τον κατοχικό στρατό να μην επιτρέπει την επιστροφή των νόμιμων κατοίκων του, παρά τα σχετικά ψηφίσματα και τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών.
Η δραματική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η άλλοτε κραταιά πόλη της Αμμοχώστου περιγράφηκε με ιδιαίτερη παραστατικότητα και με μελανά χρώματα στην έκθεση της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου του 2008: «Από το φράκτη που αποτρέπει τους πεζούς να έχουν πρόσβαση στο Βαρώσι, τα παραλιακά ξενοδοχεία, τα διαμερίσματα και τα εστιατόρια δεν είναι τίποτε περισσότερο από σαθρούς σκελετούς από μπετόν – τεράστιες αστικές ταφόπλακες που στέκονται αποφασιστικά ενάντια στο πέρασμα του χρόνου».
Ποια είναι η ιστορία της περίκλειστης - από το 1974- περιοχής;
Η περιοχή της Αμμοχώστου, έχει έκταση περίπου 6,2 τετραγωνικά χιλιόμετρα και αποτελεί περίπου το 17% της έκτασης του δήμου Αμμοχώστου. Εκεί ζούσαν οι περισσότεροι Ελληνοκύπριοι από τις περίπου 43 χιλιάδες, που ήταν το 1974 ο πληθυσμός του Δήμου. Μετά την κατάληψη της Αμμοχώστου, στις 16 Αυγούστου 1974, από τα τουρκικά στρατεύματα, η περιοχή, αφού λεηλατήθηκε, «σφραγίστηκε» και αποκόπηκε από τα δημοτικά όρια με συρματόπλεγμα και άλλα εμπόδια. Η περίκλειστη περιοχή είναι υπό την ευθύνη του τουρκικού στρατού, ο οποίος απαγορεύει την πρόσβαση σε αυτή για όλους. Εξαίρεση έγινε για ορισμένους στρατιωτικούς, στους οποίους ο τουρκικός στρατός επέτρεψε να εγκατασταθούν σε κάποια σημεία στις παρυφές της περιοχής. Η περίκλειστη περιοχή αποκαλείται «πόλη φάντασμα», όπως τη χαρακτήρισε ο Σουηδός δημοσιογράφος Γιαν Όλοφ Μπένγκστον (Jan-Olof Bengston), ο οποίος το 1977 επισκέφθηκε το λιμάνι της Αμμοχώστου με το απόσπασμα της χώρας του στην UNFICYP (Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ στην Κύπρο). Από το λιμάνι είδε την περίκλειστη περιοχή και έγραφε στην εφημερίδα Kvallsposten: « Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος γέμισε ρωγμές και στα πεζοδρόμια βλάστησαν θάμνοι. Σήμερα - Σεπτέμβριος 1977 - τα τραπεζάκια που σερβίρεται το πρόγευμα είναι εκεί, η μπουγάδα απλωμένη στα σχοινιά, και οι ηλεκτρικοί λαμπτήρες αναμμένοι. Το Βαρώσι είναι μια πόλη φάντασμα».Το συρματόπλεγμα της περίκλειστης περιοχής αρχίζει από το οδόφραγμα της Δερύνειας, ακολουθεί ολόκληρη τη λεωφόρο Δερύνειας μέχρι την εκκλησία της Αγίας Ζώνης και διερχόμενο από τις οδούς Αγαμέμνονος, Προμηθέως και Λοχαγού Καποτά καταλήγει στην εκκλησία των Μαρωνιτών. Από εκεί κατευθύνεται προς το ξενοδοχείο Savoy -Πλατεία Νίκης- διέρχεται δια της οδού Αγίας Ελένης και καταλήγει στους Αλευρόμυλους στο τέρμα της οδού. Κατευθύνεται στη συνέχεια προς το pαγοποιείο, κοντά στο συγκρότημα NAAFI, διέρχεται και εφάπτεται του δυτικού και νότιου περιτοιχίσματος του σταδίου του Γυμναστικού Συλλόγου Ευαγόρας και στη συνέχεια ακολουθώντας την παραλιακή γραμμή ανατολικά των ξενοδοχείων Salaminia, Florida και Aspelia, καταλήγει στο μικρό ακρωτήριο γνωστό ως «Γλώσσα».Η Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο διαθέτει πέντε παρατηρητήρια, τα οποία καθημερινά διεξάγουν περιπολίες σε προκαθορισμένες διαδρομές. Οι κατοχικές δυνάμεις διαθέτουν εντός της περιφραγμένης πόλης 12 επανδρωμένα παρατηρητήρια, ενώ από πολλά σπίτια παρακολουθούν στρατιώτες με πολιτική περιβολή. Μέχρι το 1974 στην Αμμόχωστο κατοικούσαν Ελληνοκύπριοι, εκτός από το τμήμα της μεσαιωνικής πόλης, όπου είχε δημιουργηθεί θύλακας Τουρκοκυπρίων.H επιστροφή της περίκλειστης περιοχής στους Ελληνοκύπριους νόμιμους κατοίκους της αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις δυο πλευρές. Τον Απρίλιο του 1978 οι τουρκοκυπριακές προτάσεις προέβλεπαν η Αμμόχωστος να παραμείνει υπό τουρκοκυπριακό έλεγχο. Αυτοί που θα επέστρεφαν (κυρίως ξενοδόχοι και άλλοι επιχειρηματίες του τουρισμού), θα υπόκειντο στους νόμους του «Ομόσπονδου Τουρκοκυπριακού Κράτους». Η πρόταση απορρίφθηκε από την ελληνοκυπριακή πλευρά.
Η περιοχή της Αμμοχώστου, έχει έκταση περίπου 6,2 τετραγωνικά χιλιόμετρα και αποτελεί περίπου το 17% της έκτασης του δήμου Αμμοχώστου. Εκεί ζούσαν οι περισσότεροι Ελληνοκύπριοι από τις περίπου 43 χιλιάδες, που ήταν το 1974 ο πληθυσμός του Δήμου. Μετά την κατάληψη της Αμμοχώστου, στις 16 Αυγούστου 1974, από τα τουρκικά στρατεύματα, η περιοχή, αφού λεηλατήθηκε, «σφραγίστηκε» και αποκόπηκε από τα δημοτικά όρια με συρματόπλεγμα και άλλα εμπόδια. Η περίκλειστη περιοχή είναι υπό την ευθύνη του τουρκικού στρατού, ο οποίος απαγορεύει την πρόσβαση σε αυτή για όλους. Εξαίρεση έγινε για ορισμένους στρατιωτικούς, στους οποίους ο τουρκικός στρατός επέτρεψε να εγκατασταθούν σε κάποια σημεία στις παρυφές της περιοχής. Η περίκλειστη περιοχή αποκαλείται «πόλη φάντασμα», όπως τη χαρακτήρισε ο Σουηδός δημοσιογράφος Γιαν Όλοφ Μπένγκστον (Jan-Olof Bengston), ο οποίος το 1977 επισκέφθηκε το λιμάνι της Αμμοχώστου με το απόσπασμα της χώρας του στην UNFICYP (Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ στην Κύπρο). Από το λιμάνι είδε την περίκλειστη περιοχή και έγραφε στην εφημερίδα Kvallsposten: « Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος γέμισε ρωγμές και στα πεζοδρόμια βλάστησαν θάμνοι. Σήμερα - Σεπτέμβριος 1977 - τα τραπεζάκια που σερβίρεται το πρόγευμα είναι εκεί, η μπουγάδα απλωμένη στα σχοινιά, και οι ηλεκτρικοί λαμπτήρες αναμμένοι. Το Βαρώσι είναι μια πόλη φάντασμα».Το συρματόπλεγμα της περίκλειστης περιοχής αρχίζει από το οδόφραγμα της Δερύνειας, ακολουθεί ολόκληρη τη λεωφόρο Δερύνειας μέχρι την εκκλησία της Αγίας Ζώνης και διερχόμενο από τις οδούς Αγαμέμνονος, Προμηθέως και Λοχαγού Καποτά καταλήγει στην εκκλησία των Μαρωνιτών. Από εκεί κατευθύνεται προς το ξενοδοχείο Savoy -Πλατεία Νίκης- διέρχεται δια της οδού Αγίας Ελένης και καταλήγει στους Αλευρόμυλους στο τέρμα της οδού. Κατευθύνεται στη συνέχεια προς το pαγοποιείο, κοντά στο συγκρότημα NAAFI, διέρχεται και εφάπτεται του δυτικού και νότιου περιτοιχίσματος του σταδίου του Γυμναστικού Συλλόγου Ευαγόρας και στη συνέχεια ακολουθώντας την παραλιακή γραμμή ανατολικά των ξενοδοχείων Salaminia, Florida και Aspelia, καταλήγει στο μικρό ακρωτήριο γνωστό ως «Γλώσσα».Η Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο διαθέτει πέντε παρατηρητήρια, τα οποία καθημερινά διεξάγουν περιπολίες σε προκαθορισμένες διαδρομές. Οι κατοχικές δυνάμεις διαθέτουν εντός της περιφραγμένης πόλης 12 επανδρωμένα παρατηρητήρια, ενώ από πολλά σπίτια παρακολουθούν στρατιώτες με πολιτική περιβολή. Μέχρι το 1974 στην Αμμόχωστο κατοικούσαν Ελληνοκύπριοι, εκτός από το τμήμα της μεσαιωνικής πόλης, όπου είχε δημιουργηθεί θύλακας Τουρκοκυπρίων.H επιστροφή της περίκλειστης περιοχής στους Ελληνοκύπριους νόμιμους κατοίκους της αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις δυο πλευρές. Τον Απρίλιο του 1978 οι τουρκοκυπριακές προτάσεις προέβλεπαν η Αμμόχωστος να παραμείνει υπό τουρκοκυπριακό έλεγχο. Αυτοί που θα επέστρεφαν (κυρίως ξενοδόχοι και άλλοι επιχειρηματίες του τουρισμού), θα υπόκειντο στους νόμους του «Ομόσπονδου Τουρκοκυπριακού Κράτους». Η πρόταση απορρίφθηκε από την ελληνοκυπριακή πλευρά.
| |
Η πόλη της Αμμοχώστου πριν από την τουρκική εισβολή αριθμούσε περίπου 40.000 κατοίκους και ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πόλη του νησιού. Μέχρι την αποφράδα ημέρα της 14ης Αυγούστου του 1974, το λιμάνι της Αμμοχώστου ήταν το κύριο λιμάνι της Κύπρου και ο τουρισμός ο τομέας στον οποίο η πόλη ξεχώριζε. Είναι ενδεικτικό ότι από τα περίπου 100 ξενοδοχεία που λειτουργούσαν σε ολόκληρο το νησί, τα 45 ήταν στην Αμμόχωστο.
Το 1978 στο αμερικανο-βρετανο-καναδικό σχέδιο υπήρχε σαφής πρόνοια για επανεγκατάσταση των κατοίκων στην Αμμόχωστο υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών με την ταυτόχρονη έναρξη διαπραγματεύσεων για συνολική διευθέτηση του Κυπριακού προβλήματος. Το σχέδιο απορρίπτεται από την κυπριακή κυβέρνηση τον Δεκέμβριο 1978. Η απόρριψη βασίστηκε κυρίως στην άποψη ότι «το σχέδιο που ήταν δυτικής έμπνευσης θα απομάκρυνε το Κυπριακό από τα Ηνωμένα Έθνη και δεν θα μπορούσε να αποτελέσει βάση διαπραγματεύσεων». Όπως παραδέχθηκε ο Μάθιου Νίμιτς στην Αμερικανική Γερουσία «οι Τούρκοι δεν ήσαν ευτυχείς με το σχέδιο και προσπαθούσαν να το απορρίψουν. Ανακουφίστηκαν, όταν το απέρριψε ο πρόεδρος Κυπριανού». Στις 19 Μαΐου 1979 στη συμφωνία Σπύρου Κυπριανού και Ραούφ Ντενκτάς, η οποία έγινε στη Λευκωσία σε κοινή συνάντηση με τον τότε γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Κουρτ Βάλτχαϊμ, δίνεται προτεραιότητα στην επιστροφή της περιοχής ανεξάρτητα από την έκβαση των διαπραγματεύσεων. Συγκεκριμένα αναφέρει: «Προτεραιότητα θα δοθεί στην επίτευξη συμφωνίας για την επανεγκατάσταση στα Βαρώσια (Αμμόχωστος) υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών ταυτόχρονα με την έναρξη της μελέτης από τους συνομιλητές των συνταγματικών και εδαφικών πτυχών μιας συνολικής διευθέτησης. Μόλις επιτευχθεί συμφωνία για τα Βαρώσια θα εφαρμοστεί, χωρίς να αναμένεται η έκβαση των συζητήσεων για άλλες πτυχές του κυπριακού προβλήματος». Η τουρκική πλευρά, όχι μόνο αθέτησε την πιο πάνω συμφωνία, αλλά προέβη και σε ενέργειες που αποσκοπούσαν στον εποικισμό της Αμμοχώστου. Η κυπριακή Κυβέρνηση προσέφυγε το 1984 στο Συμβούλιο Ασφαλείας και κατήγγειλε τις τουρκικές προκλήσεις. Το Συμβούλιο Ασφαλείας υιοθέτησε στις 11 Μαΐου 1984 το υπ. αριθμόν 550 ψήφισμά του, το οποίο στην παράγραφο 5 αναφέρει : «Θεωρεί τις απόπειρες για εποικισμό οποιουδήποτε τμήματος των Bαρωσίων από άτομα άλλα από τους κατοίκους τους ως απαράδεκτες και ζητά τη μεταβίβαση της περιοχής αυτής στη διοίκηση των Hνωμένων Eθνών».
Η Αμμόχωστος μπήκε στο στόχαστρο των Τούρκων κατά τη δεύτερη φάση της εισβολής. Η πρώτη φάση σημειώθηκε στις 20 Ιουλίου 1974, όταν περισσότεροι από 40.000 Τούρκοι στρατιώτες, υπό την υποστήριξη της τουρκικής αεροπορίας και του ναυτικού, εισέβαλαν στις βόρειες ακτές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η απόβαση των τουρκικών στρατευμάτων ολοκληρώθηκε σχεδόν ένα μήνα μετά, στις 14 Αυγούστου 1974, με την εισβολή στην Αμμόχωστο.
Η επιστροφή της Αμμοχώστου στα Ηνωμένα Έθνη σαν «νεκρή ζώνη» για επανεγκατάσταση ζητείται επίσης από το ψήφισμα 789 του 1992. Το ίδιο ζητά και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο εγκρίθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 2010 και τα μεταγενέστερα ψηφίσματα σχετικά με τις ευρωτουρκικές σχέσεις.Το 1992 στη «δέσμη ιδεών» του τότε γ.γ. του ΟΗΕ, Μπούτρος Γκάλι επισυναπτόταν χάρτης, που υιοθετήθηκε από το Σ.Α. και προέβλεπε την επιστροφή της Αμμοχώστου στους Ελληνοκυπρίους. Το σχέδιο Ανάν του 2004, το οποίο οι Ελληνοκύπριοι απέρριψαν στο δημοψήφισμα, προέβλεπε ότι θα επιστραφούν μεγάλο μέρος της Αμμοχώστου, η περιοχή Μόρφου και αρκετά χωριά. Ο πρώην Πρόεδρος, Τάσσος Παπαδόπουλος είχε προτείνει την επιστροφή της Αμμοχώστου και το άνοιγμα του λιμανιού της πόλης, με συνδιαχείριση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων υπό τον έλεγχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έγιναν παρασκηνιακά αρκετές επαφές αλλά τελικά η πρόταση απορρίφθηκε από την τουρκική πλευρά. Ο τέως Πρόεδρος, Δημήτρης Χριστόφιας πρότεινε να επιστραφεί η περίκλειστη περιοχή και σε αντάλλαγμα η Κυπριακή Δημοκρατία να ξεπαγώσει κάποια από τα κεφάλαια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας. Η πρόταση του Προέδρου Αναστασιάδη για την περίκλειστη περιοχή της Αμμοχώστου, σε μεγάλο βαθμό, αποτελεί συνέχεια της πρότασης που υποβλήθηκε επί διακυβέρνησης Τάσσου Παπαδόπουλου το 2005 και Δημήτρη Χριστόφια το 2010. Προβλέπει επιστροφή της περιοχής με λειτουργία του λιμανιού της Αμμοχώστου για απευθείας εμπόριο, πάντοτε υπό ευρωπαϊκή εποπτεία. Η τουρκική πλευρά ζήτησε νομιμοποίηση του αεροδρομίου Ερτζάν, πράγμα που δεν συζητά η κυπριακή κυβέρνηση. Για το θέμα είχε μεσολαβήσει και ο τέως Αμερικανός αντιπρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, αλλά η προσπάθεια του δεν είχε αποτέλεσμα. Από το 2003, οπότε το παράνομο τουρκοκυπριακό καθεστώς επέτρεψε το άνοιγμα των οδοφραγμάτων, οι νόμιμοι κάτοικοι της περίκλειστης περιοχής δεν μπορούν να επιστρέψουν σε αυτή. Ένα συρματόπλεγμα και ο στρατός κατοχής συνεχίζει να κατέχει παράνομα τη γη και τις περιουσίες τους. Μόνο από το φυλάκιο του Ακταίου μπορούν να αγναντέψουν αυτό που ήταν κάποτε η πόλη τους. Το παραλιακό μέτωπο, πασίγνωστο στον τότε κόσμο της Μέσης Ανατολής, σήμερα ερείπιο, τα σπίτια χάσκουν ετοιμόρροπα, άδεια, τα περισσότερα χωρίς παράθυρα, χωρίς πόρτες, αδειανά, τα δέντρα μεγάλωσαν στους δρόμους. Η περίκλειστη πόλη, αντί κατοίκους, έχει φίδια, ποντίκια και στρατιώτες που περιπολούν.
| |
Η επέλαση των Τούρκων είχε ως αποτέλεσμα πάνω από 4.000 νεκρούς και 1.619 αγνοουμένους ενώ περισσότεροι από 200.000 κάτοικοι εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους και έγιναν πρόσφυγες μέσα στην ίδια τους την πατρίδα. Οι Τούρκοι κατέκτησαν το 65% της καλλιεργήσιμης έκτασης, το 70% του ορυκτού πλούτου, το 70% της βιομηχανίας, το 80% των τουριστικών εγκαταστάσεων. Η Αμμόχωστος, μετά την κατάληψή της από τα τουρκικά στρατεύματα, λεηλατήθηκε, σφραγίστηκε και μέχρι σήμερα η πρόσβαση είναι απαγορευμένη. Τον χαρακτηρισμό «πόλη-φάντασμα» έδωσε ο Σουηδός δημοσιογράφος Jan-Olof Bengston, ο οποίος επισκέφθηκε το λιμάνι της Αμμοχώστου και, αγναντεύοντας τη σφραγισμένη πόλη, έγραψε: «Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος γέμισε ρωγμές και στα πεζοδρόμια βλάστησαν θάμνοι. Σήμερα –Σεπτέμβριος 1977–, τα τραπεζάκια όπου σερβίρεται το πρόγευμα είναι εκεί, η μπουγάδα απλωμένη στα σχοινιά και οι ηλεκτρικοί λαμπτήρες αναμμένοι. Το Βαρώσι είναι μια πόλη-φάντασμα».
Τα Βαρώσια βρίσκονται στην Αμμόχωστο, στην ανατολική πλευρά της Κύπρου και στις αρχές του ’70 ήταν διάσημος προορισμός για διακοπές. Οι χολιγουντιανές σταρ, Μπριζίτ Μπαρντό και Ελίζαμπεθ Τέιλορ, ήταν θαμώνες της περιοχής αφού λάτρευαν τα πράσινα νερά της και τις χρυσές της αμμουδιές....
«Κοιτάμε τα σπίτια μας από μακριά και θυμόμαστε τους εισβολείς»
«Η Αμμόχωστος άδειασε σε λίγες μόνο ώρες από τους κατοίκους της όταν έγινε γνωστή η εισβολή των Τούρκων και όταν άρχισαν να πολεμούν. Οι κάτοικοι της πόλης τρομοκρατημένοι έχοντας άγνοια για το τι πρέπει να κάνουν βγήκαν στους δρόμους όπως ήταν, αφήνοντας τα πάντα πίσω τους, ανοικτές τηλεοράσεις , τα πιάτα στο τραπέζι , το φαγητό στην κατσαρόλα , τις πόρτες και τα παράθυρα ανοικτά να παίζουν τα παραθυρόφυλλα μέχρι σήμερα.» μας λέει με δάκρια στα μάτια ¨"Φύγαμε με σκοπό να επιστρέψουμε. Δεν φύγαμε για να εγκαταλείψουμε την πόλη μας και τα σπίτια μας. Όμως δεν γυρίσαμε ποτέ. Κοιτούσαμε πίσω μας όταν φεύγαμε και βλέπαμε τους δρόμους γεμάτους από τους κατοίκους της πόλης να έχουν όλοι την ίδια κατεύθυνση, δεν ξέραμε τι θα γινόταν τι θα μας συνέβαινε. Φύγαμε για λίγο για να περάσει η μπόρα αλλά δεν γυρίσαμε ποτέ ." Η Αμμόχωστος είναι ίσως η πιο τρανταχτή απεικόνιση της πραγματικότητας. Μετά την εισβολή νέκρωσε . Οι κάτοικοι έφυγαν τα σπίτια έμειναν όπως τα άφησαν και 43 ολόκληρα χρόνια η αλμύρα της θάλασσας και η εγκατάλειψη τρώει τα ντουβάρια και τις αναμνήσεις των κατοίκων της που σκορπίστηκαν σε όλα τα σημεία του ορίζοντα. Στην πόλη φάντασμα απαγορεύεται η πρόσβαση ακόμη και στον ΟΗΕ . Μόνο ποντίκια, φίδια κι ερπετά ζουν στα σπίτια που άλλοτε έσφιζαν από ζωή. Η πόλη περικυκλωμένη, από ελεύθερους σκοπευτές μέσα της κρύβει το μυστήριο. Οι κατοχικές δυνάμεις έκλεισαν τις εισόδους της και τύλιξαν με μαύρα πανιά τα τείχη της. Μια πόλη φάντασμα που στην ιστορία της ανθρωπότητας έχει αφήσει τα σημάδια της ανεξίτηλα. Οι πρώην κάτοικοι της πόλης φάντασμα ,επισκέπτονται την Αμμόχωστο. Σταματούν έξω από τα τείχη ,καρφώνουν το βλέμμα τους στα κτίρια που λιώνουν και προσπαθούν να μπουν νοερά μέσα σε αυτά για να ξαναζήσουν λίγες από τις στιγμές που άφησαν ξαφνικά μετέωρες να τους αναμένουν. «Κάποτε θα γυρίσουμε» είναι η φράση που βγαίνει από το στόμα τους. «Ερχόμαστε έξω από τα τείχη της και μυρίζουμε τον αέρα της κολυμπάμε στα νερά της θάλασσάς της και νιώθουμε ότι είμαστε στο σπίτι μας γιατί εδώ είναι όλη μας η ζωή και την θέλουμε πίσω», λένε. Ήδη με τις προσπάθειες που έχουν κάνει έχουν καταφέρει τουλάχιστον να ανοίξουν και να συντηρήσουν την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του ξωρινού που βρίσκεται έξω από τα τείχη και συνεχίζουν να μάχονται με κινήσεις οργανωμένες και αιτήσεις να πάρουν ότι μικρό μπορούν τριγύρω από την πόλη τους.
«Η Αμμόχωστος άδειασε σε λίγες μόνο ώρες από τους κατοίκους της όταν έγινε γνωστή η εισβολή των Τούρκων και όταν άρχισαν να πολεμούν. Οι κάτοικοι της πόλης τρομοκρατημένοι έχοντας άγνοια για το τι πρέπει να κάνουν βγήκαν στους δρόμους όπως ήταν, αφήνοντας τα πάντα πίσω τους, ανοικτές τηλεοράσεις , τα πιάτα στο τραπέζι , το φαγητό στην κατσαρόλα , τις πόρτες και τα παράθυρα ανοικτά να παίζουν τα παραθυρόφυλλα μέχρι σήμερα.» μας λέει με δάκρια στα μάτια ¨"Φύγαμε με σκοπό να επιστρέψουμε. Δεν φύγαμε για να εγκαταλείψουμε την πόλη μας και τα σπίτια μας. Όμως δεν γυρίσαμε ποτέ. Κοιτούσαμε πίσω μας όταν φεύγαμε και βλέπαμε τους δρόμους γεμάτους από τους κατοίκους της πόλης να έχουν όλοι την ίδια κατεύθυνση, δεν ξέραμε τι θα γινόταν τι θα μας συνέβαινε. Φύγαμε για λίγο για να περάσει η μπόρα αλλά δεν γυρίσαμε ποτέ ." Η Αμμόχωστος είναι ίσως η πιο τρανταχτή απεικόνιση της πραγματικότητας. Μετά την εισβολή νέκρωσε . Οι κάτοικοι έφυγαν τα σπίτια έμειναν όπως τα άφησαν και 43 ολόκληρα χρόνια η αλμύρα της θάλασσας και η εγκατάλειψη τρώει τα ντουβάρια και τις αναμνήσεις των κατοίκων της που σκορπίστηκαν σε όλα τα σημεία του ορίζοντα. Στην πόλη φάντασμα απαγορεύεται η πρόσβαση ακόμη και στον ΟΗΕ . Μόνο ποντίκια, φίδια κι ερπετά ζουν στα σπίτια που άλλοτε έσφιζαν από ζωή. Η πόλη περικυκλωμένη, από ελεύθερους σκοπευτές μέσα της κρύβει το μυστήριο. Οι κατοχικές δυνάμεις έκλεισαν τις εισόδους της και τύλιξαν με μαύρα πανιά τα τείχη της. Μια πόλη φάντασμα που στην ιστορία της ανθρωπότητας έχει αφήσει τα σημάδια της ανεξίτηλα. Οι πρώην κάτοικοι της πόλης φάντασμα ,επισκέπτονται την Αμμόχωστο. Σταματούν έξω από τα τείχη ,καρφώνουν το βλέμμα τους στα κτίρια που λιώνουν και προσπαθούν να μπουν νοερά μέσα σε αυτά για να ξαναζήσουν λίγες από τις στιγμές που άφησαν ξαφνικά μετέωρες να τους αναμένουν. «Κάποτε θα γυρίσουμε» είναι η φράση που βγαίνει από το στόμα τους. «Ερχόμαστε έξω από τα τείχη της και μυρίζουμε τον αέρα της κολυμπάμε στα νερά της θάλασσάς της και νιώθουμε ότι είμαστε στο σπίτι μας γιατί εδώ είναι όλη μας η ζωή και την θέλουμε πίσω», λένε. Ήδη με τις προσπάθειες που έχουν κάνει έχουν καταφέρει τουλάχιστον να ανοίξουν και να συντηρήσουν την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του ξωρινού που βρίσκεται έξω από τα τείχη και συνεχίζουν να μάχονται με κινήσεις οργανωμένες και αιτήσεις να πάρουν ότι μικρό μπορούν τριγύρω από την πόλη τους.
37% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αντιπροσωπεύουν το 70% της οικονομικής ζωής, βρίσκεται υπό την κατοχή του τουρκικού στρατού
1.474 άνθρωποι, στρατιωτικοί και άμαχοι, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών, είτε συνελήφθησαν από τις τουρκικές δυνάμεις εισβολής κατά τη διάρκεια του Ιουλίου και Αυγούστου του 1974 είτε εξαφανίστηκαν πολύ μετά τη λήξη των εχθροπραξιών σε περιοχές που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού.
340 αγνοούμενοι έχουν ταυτοποιηθεί και τα λείψανά τους επιστράφηκαν στις οικογένειες για ταφή
170.000 Ελληνοκύπριοι εκτοπίστηκαν παρά τη θέλησή τους από τα σπίτια και τις περιουσίες τους.
443 άτομα παραμένουν πίσω από την «πράσινη γραμμή», από τα οποία 338 είναι Ελληνοκύπριοι και 105 Μαρωνίτες. Τα άτομα αυτά είναι γνωστά ως οι «εγκλωβισμένοι»
160.000 είναι ο αριθμός των εποίκων που ξεπερνούν αριθμητικά τους γηγενείς Τουρκοκυπρίους σε αναλογία 2 προς 1.
82,5% των ιδιωτικής ιδιοκτησίας εκτάσεων στην κατεχόμενη Κύπρο ανήκει σε Ελληνοκυπρίους
1,5 εκατομμύριο δολάρια έλαβε ως αποζημίωση από την Τουρκία η Τιτίνα Λοϊζίδου για τη στέρηση χρήσης και απόλαυσης της περιουσίας της στα Κατεχόμενα.
50 εκατομμύρια ευρώ οφείλει να δώσει η Τουρκία που έχει καταδικαστεί τελεσίδικα σε 33 υποθέσεις για απώλεια χρήσης περιουσίας.
1.474 άνθρωποι, στρατιωτικοί και άμαχοι, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών, είτε συνελήφθησαν από τις τουρκικές δυνάμεις εισβολής κατά τη διάρκεια του Ιουλίου και Αυγούστου του 1974 είτε εξαφανίστηκαν πολύ μετά τη λήξη των εχθροπραξιών σε περιοχές που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού.
340 αγνοούμενοι έχουν ταυτοποιηθεί και τα λείψανά τους επιστράφηκαν στις οικογένειες για ταφή
170.000 Ελληνοκύπριοι εκτοπίστηκαν παρά τη θέλησή τους από τα σπίτια και τις περιουσίες τους.
443 άτομα παραμένουν πίσω από την «πράσινη γραμμή», από τα οποία 338 είναι Ελληνοκύπριοι και 105 Μαρωνίτες. Τα άτομα αυτά είναι γνωστά ως οι «εγκλωβισμένοι»
160.000 είναι ο αριθμός των εποίκων που ξεπερνούν αριθμητικά τους γηγενείς Τουρκοκυπρίους σε αναλογία 2 προς 1.
82,5% των ιδιωτικής ιδιοκτησίας εκτάσεων στην κατεχόμενη Κύπρο ανήκει σε Ελληνοκυπρίους
1,5 εκατομμύριο δολάρια έλαβε ως αποζημίωση από την Τουρκία η Τιτίνα Λοϊζίδου για τη στέρηση χρήσης και απόλαυσης της περιουσίας της στα Κατεχόμενα.
50 εκατομμύρια ευρώ οφείλει να δώσει η Τουρκία που έχει καταδικαστεί τελεσίδικα σε 33 υποθέσεις για απώλεια χρήσης περιουσίας.