Ο Αβδούλ Χαμίτ, υπήρξε ένας από τους πλέον μισητούς στα σουλτάνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς το όνομά του συνδέθηκε με φοβερά γεγονότα που συνέβησαν, όταν αυτός διαφέντευε τις τύχες εκατομμυρίων υπηκόων του. Έμεινε γνωστός στην Ιστορία με το προσωνύμιο «Κόκκινος σουλτάνος» και θεωρήθηκε υπεύθυνος για τη μεγάλη και άγρια σφαγή των Αρμενίων το 1896 και για τις δολοφονίες χιλιάδων αντιπάλων του.
Ήταν γιος του Σουλτάνου Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ και της Τιριμουτζγκάν Σουλτάν, γεννήθηκε στη Κωνσταντινούπολη στις 22 Σεπτεμβρίου του 1842. Η μητέρα του πέθανε είκοσι τρία χρόνια πριν από την προσχώρηση του στον θρόνο. Ο ίδιος έδωσε τον τίτλο της Βαλιντέ Σουλτάν στην πνευματική του μητέρα, Ραχιμέ Πιριστού Σουλτάν.
Ο Αβδούλ Χαμίτ Χαν (1876-1909) ήταν ο τελευταίος σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ζούσε σε μια χρυσή φυλακή στο ανάκτορό του, το Γιλδίζ, που χτίστηκε από μαστόρους που δεν αντίκρισαν ποτέ ο ένας τον άλλο. Παντοκράτορας και δεσμώτης του εαυτού του ταυτόχρονα, ο Αβδούλ Χαμίτ λάτρευε τα αστυνομικά μυθιστορήματα, τις τροφαντές γυναίκες και τον καπνό. Μέγας εκσυγχρονιστής της χώρας του αλλά και μέγας καταπιεστής. Οι Νεότουρκοι τον ανέτρεψαν και τον εξόρισαν στη Θεσσαλονίκη, τη μήτρα της επανάστασης των Νεότουρκων. Στη βίλα Αλλατίνη. Και έχρισαν σουλτάνο τον αδελφό του, ένα υποχείριο.Σε μια χώρα όπου παλαιότερα στη διασημότερη φυλακή της, το Γεντί Κουλέ της Κωνσταντινούπολης, έβλεπες «ένα τεράστιο πέτρινο γουδί που μέσα του κοπανούσαν τα κόκαλα των βασανισμένων ή άλεθαν τις σάρκες εκείνων που έπεφταν στη δυσμένεια των σουλτάνων», ο Αβδούλ Χαμίτ ασκούσε τυραννική εξουσία. Ζούσε με τον φόβο της ανατροπής. Γι’ αυτό το παλάτι του ήταν γεμάτο κρυψώνες, παγίδες και… κέρινους σωσίες, ώστε κανείς να μην ξέρει πού βρίσκεται ο πραγματικός σουλτάνος.Ο Αβδούλ Χαμίτ βασίλεψε στην «πιο επικίνδυνη πόλη της Ευρώπης», την Κωνσταντινούπολη. Νευρασθενικός, μονομανής, καχεκτικός. Μια πιθαμή άντρας με μεγάλη μύτη. Οταν έγινε σουλτάνος, φρόντισε να απαλειφθεί με διαταγή του η λέξη «μύτη» απ’ όλα τα σχολικά εγχειρίδια. Ακόμα και από τα βιβλία της γεωγραφίας. Οι μαρτυρίες λένε πως στην ψυχή του είχε τόση τρικυμία που δυσκολευόσουν να αποφασίσεις αν ήταν ευφυής ή ηλίθιος, λιοντάρι ή κότα, εχέφρων ή τρελός με τη βούλα.Φρόντιζε να ξεγελά τους πάντες. Παρίστανε τον ετοιμοθάνατο στους εκπροσώπους των ξένων κυβερνήσεων αλλά και στους δικούς του, προκειμένου να αποφεύγει τις συναντήσεις μαζί τους. Το τι πραγματικά σκεφτόταν, άλυτο μυστήριο.
«Ο έκπτωτος σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ ευρίσκεται εις την πόλιν μας» είναι η έκτακτη είδηση που διαλαλούν οι εφημεριδοπώλες της Θεσσαλονίκης στα σοκάκια της πόλης το απόγευμα της 15ης/28ης Απριλίου 1909. Ο 28ος σουλτάνος από την Αλωση της Πόλης, γνωστός με το προσωνύμιο «Κόκκινος σουλτάνος», υπεύθυνος για τη μεγάλη σφαγή των Αρμενίων το 1896 και για τις δολοφονίες χιλιάδων αντιφρονούντων, ήταν πλέον ένας ανίσχυρος κρατούμενος στα χέρια των επαναστατών Νεοτούρκων.
Μετά την επικράτηση του κινήματος των Νεοτούρκων αναγκάζεται να παραχωρήσει σύνταγμα. Ομως οι κινηματίες, που ζητούν ελευθερία, ισότητα και δικαιοσύνη, δεν τον εμπιστεύονται. Εκθρονίστηκε στις 26 Απριλίου του 1909 και πέθανε στο ανάκτορο Μπεηλέρμπεη, στις Χηλές του Βοσπόρου, στις 10 Φεβρουαρίου του 1918. Είχε επονομαστεί «Μέγας Χαν» αλλά και «ερυθρός Σουλτάνος», ή «αιμοσταγής Σουλτάνος». Τον διαδέχθηκε ο αδερφός του, Μωάμεθ Ε΄.Τον μετέφέραν με την οικογένειά του και τους υπηρέτες του, σιδηροδρομικώς και με ισχυρή στρατιωτική συνοδεία, από την Κωνσταντινούπολη στο πολιτικό κέντρο τους στη Θεσσαλονίκη. Ο τέως σουλτάνος θα παραμείνει σε κατ’ οίκον περιορισμό στην έπαυλη Αλλατίνη ως το 1912 και θα ερεθίσει την περιέργεια των κατοίκων της πόλης από τη στιγμή του ερχομού του. Μέσα στο σκοτάδι της νύχτας, πλήθη συρρέουν στα πέριξ της βίλας προκειμένου να δουν τον άλλοτε πανίσχυρο δεσπότη και ειδεχθή εγκληματία να μεταφέρεται δέσμιος και φρουρούμενος. Οι ιστορίες που συνοδεύουν το όνομά του ανακαλούν αφηγήσεις από τις «Χίλιες και μία νύχτες» και τροφοδοτούν τη λαϊκή φαντασία. Μιλούν για έναν βίο τρυφηλότητας και οργίων στο μεγαλοπρεπές ανάκτορο του Γιλδίζ στον Βόσπορο, όπου ο αδίστακτος μονάρχης, συντροφιά με τις εκατοντάδες γυναίκες του χαρεμιού του και τα παράξενα ζώα και πουλιά του κήπου του, ρέμβαζε στον Βόσπορο, απολάμβανε εκατοντάδες τσιγάρα ημερησίως και διάβαζε μυθιστορήματα την ώρα που οι εντολοδόχοι του έσπερναν φωτιά και θάνατο σε κάθε γωνιά της Αυτοκρατορίας. Στη διάρκεια της εξορίας του στη Θεσσαλονίκη, ο τοπικός και ο ξένος Τύπος μεταδίδουν καθημερινά ειδήσεις από τη ζωή των ενοίκων της βίλας Αλλατίνη, όπου η πραγματικότητα συμπλέκεται με την εικασία και τη μυθολογία. Γράφουν για την εξωτική γαλή και τον παπαγάλο που έχει φέρει από την Κωνσταντινούπολη, για την αδυναμία του στα πορτοκάλια και στο γιαούρτι, για τις φορεσιές και τα τρόφιμα που παραγγέλλει στους εμπόρους της πόλης, για τα υπέρογκα έξοδα της συνοδείας του και κυρίως για τα αμύθητα πλούτη του: επαύλεις και τσιφλίκια, δάση, μεταλλεία, μέγαρα και οικόπεδα σε όλη την παραλία της Θεσσαλονίκης, χρυσός και κοσμήματα. Ανάμεσά τους ήταν και ένα μπλε διαμάντι, ένας σπάνιος θησαυρός που άλλαξε χέρια και χάθηκε στη θάλασσα στο ναυάγιο του Τιτανικού.