ΑPOCALYPTO: Όταν ο ειδυλλιακός τρόπος ζωής του διαταράσσεται βάναυσα από τη βίαιη εισβολή μιας ανώτερης δύναμης που δεν μπορεί να ελέγξει, ένας άντρας θα ξεκινήσει ένα επικίνδυνο ταξίδι στα ταραγμένα χρόνια του πολιτισμού των Μάγια. Σε έναν κόσμο που κυριαρχεί η καταπίεση και ο φόβος, θα κάνει μεγάλες προσπάθειες να ανατρέψει τη μοίρα του, να αποδράσει και να επιστρέψει στο σπίτι του έχοντας ως κινητήρια δύναμη την αγάπη του για τη γυναίκα του και την οικογένειά του. Μια ταινία με άγρια ομορφιά που αφηνεί αιχμές με έμεση σύγκριση του πολιτισμού των Maya με τον σημερινό δυτικό, όπου κυριαρχούν οι ανθρωποθυσίες σε μάταιους πολέμους και η έλλειψη σεβασμού πρός το περιβάλλον.Υστερα απο το «The Passion of the Christ» και το «Braveheart», ο Gibson αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι είναι ένας πολύ ιδιαίτερος σκηνοθέτης, χρησιμοποιώντας ντόπιους ηθοποιούς και αποφεύγοντας όλα τα κλισέ του Hollywood. Η ταινία προτάθηκε για 3 Oscars (Makeup – Sound Editing – Sound Mixing), ενώ ήταν και υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα, «Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας».
Το στόρυ
Το 2006 κυκλοφόρησε η ταινία του Μελ Γκίμπσον «Apocalypto», η οποία ήταν υποψήφια για 16 βραβεία και πολλοί τη χαρακτήρισαν την καλύτερη ταινία εκείνης της χρονιάς. «Ένας πολιτισμός δεν υποτάσσεται αν δεν καταστραφεί εκ των έσω» ήταν τα λόγια της Άριελ Ντουράντ με τα οποία ξεκινούσε η ταινία. Αναφερόταν στους ανθρώπους που δημιούργησαν έναν από τους πιο λαμπρούς πολιτισμούς της ανθρωπότητας, ο οποίος εξαφανίστηκε μυστηριωδώς. Το σενάριο είναι το εξής: Μια φυλή των Μάγια ζει αρμονικά στα βάθη της ζούγκλας και ασχολείται με το κυνήγι, έως ότου μια ισχυρή φυλή πολεμιστών εισβάλλει στο χωριό, σκοτώνει τα γυναικόπαιδα και αιχμαλωτίζει πολλούς από τους άντρες. Ανάμεσα στους αιχμαλώτους βρίσκεται ο Τζάγκουαρ Πόου, ο οποίος είχε προλάβει να κρύψει τη γυναίκα και το παιδί του σε μια υπόγεια κρύπτη. Δεμένος μαζί με τους υπόλοιπους σκλάβους ξεκινάει ένα επίπονο ταξίδι με προορισμό την πρωτεύουσα. Εκεί θα τους θυσιάσουν στους θεούς και να αποτρέψουν την ξηρασία.
Τα παρασκήνια
Οι ηθοποιοί κατέφθαναν στα γυρίσματα από τα ξημερώματα για να ξεκινήσουν το πολύωρο μακιγιάζ Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία, οι Μάγια θυσίαζαν στους θεούς αιχμάλωτους πολέμου για να τους εξευμενίσουν ακριβώς όπως συμβαίνει και στην ταινία. Στην κοινωνία των Μάγια, οι ανώτερες τάξεις χρησιμοποιούσαν τις αστρολογικές τους γνώσεις για να ελέγχουν τις κατώτερες και συνήθιζαν να συγχρονίζουν τις τελετές με τις ηλιακές εκλείψεις. Ο Γκίμπσον είχε αρχίσει να σχεδιάζει το «Αpocalypto”, όταν ακόμα βρισκόταν στα γυρίσματα της ταινίας «Τα πάθη του Χριστού». Αν και κατηγορήθηκε ότι παρουσίαζε υπερβολικά βίαιους τους Μάγια, είχε προσλάβει καθηγητές Πανεπιστημίου που είχαν μελετήσει τον πολιτισμό τους, ώστε η ταινία να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο πιστή στην ιστορική πραγματικότητα. Η ταινία ήταν υποψήφια για τρία βραβεία Όσκαρ Μάλιστα προσέλαβε μεταφραστές, οι οποίοι έγραψαν το σενάριο στη γλώσσα των ιθαγενών της χερσονήσου Γιουκατάν, η οποία θεωρείται εξελιγμένη μορφή της γλώσσας των Μάγια. Οι ηθοποιοί χρειάστηκαν αρκετές εβδομάδες για να καταφέρουν να αποστηθίσουν τα λόγια τους και να αποκτήσουν τη σωστή προφορά, ενώ τα κοστούμια τους ήταν χειροποίητα και το μακιγιάζ διαρκούσε περισσότερο από 4 ώρες. Τα εξωτερικά γυρίσματα σε φυσικά τοπία έκαναν ακόμα πιο ρεαλιστική την ατμόσφαιρα. Αρχικά οι υπεύθυνοι σκεφτόταν να κάνουν τα γυρίσματα στη Γουατεμάλα και στην Κόστα Ρίκα αλλά τα δάση ήταν πολύ πυκνά και το συνεργείο θα δυσκολευόταν, γι’αυτό επέλεξαν ως τόπο γυρισμάτων ένα τροπικό δάσος στο Μεξικό.
Το 2006 κυκλοφόρησε η ταινία του Μελ Γκίμπσον «Apocalypto», η οποία ήταν υποψήφια για 16 βραβεία και πολλοί τη χαρακτήρισαν την καλύτερη ταινία εκείνης της χρονιάς. «Ένας πολιτισμός δεν υποτάσσεται αν δεν καταστραφεί εκ των έσω» ήταν τα λόγια της Άριελ Ντουράντ με τα οποία ξεκινούσε η ταινία. Αναφερόταν στους ανθρώπους που δημιούργησαν έναν από τους πιο λαμπρούς πολιτισμούς της ανθρωπότητας, ο οποίος εξαφανίστηκε μυστηριωδώς. Το σενάριο είναι το εξής: Μια φυλή των Μάγια ζει αρμονικά στα βάθη της ζούγκλας και ασχολείται με το κυνήγι, έως ότου μια ισχυρή φυλή πολεμιστών εισβάλλει στο χωριό, σκοτώνει τα γυναικόπαιδα και αιχμαλωτίζει πολλούς από τους άντρες. Ανάμεσα στους αιχμαλώτους βρίσκεται ο Τζάγκουαρ Πόου, ο οποίος είχε προλάβει να κρύψει τη γυναίκα και το παιδί του σε μια υπόγεια κρύπτη. Δεμένος μαζί με τους υπόλοιπους σκλάβους ξεκινάει ένα επίπονο ταξίδι με προορισμό την πρωτεύουσα. Εκεί θα τους θυσιάσουν στους θεούς και να αποτρέψουν την ξηρασία.
Τα παρασκήνια
Οι ηθοποιοί κατέφθαναν στα γυρίσματα από τα ξημερώματα για να ξεκινήσουν το πολύωρο μακιγιάζ Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία, οι Μάγια θυσίαζαν στους θεούς αιχμάλωτους πολέμου για να τους εξευμενίσουν ακριβώς όπως συμβαίνει και στην ταινία. Στην κοινωνία των Μάγια, οι ανώτερες τάξεις χρησιμοποιούσαν τις αστρολογικές τους γνώσεις για να ελέγχουν τις κατώτερες και συνήθιζαν να συγχρονίζουν τις τελετές με τις ηλιακές εκλείψεις. Ο Γκίμπσον είχε αρχίσει να σχεδιάζει το «Αpocalypto”, όταν ακόμα βρισκόταν στα γυρίσματα της ταινίας «Τα πάθη του Χριστού». Αν και κατηγορήθηκε ότι παρουσίαζε υπερβολικά βίαιους τους Μάγια, είχε προσλάβει καθηγητές Πανεπιστημίου που είχαν μελετήσει τον πολιτισμό τους, ώστε η ταινία να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο πιστή στην ιστορική πραγματικότητα. Η ταινία ήταν υποψήφια για τρία βραβεία Όσκαρ Μάλιστα προσέλαβε μεταφραστές, οι οποίοι έγραψαν το σενάριο στη γλώσσα των ιθαγενών της χερσονήσου Γιουκατάν, η οποία θεωρείται εξελιγμένη μορφή της γλώσσας των Μάγια. Οι ηθοποιοί χρειάστηκαν αρκετές εβδομάδες για να καταφέρουν να αποστηθίσουν τα λόγια τους και να αποκτήσουν τη σωστή προφορά, ενώ τα κοστούμια τους ήταν χειροποίητα και το μακιγιάζ διαρκούσε περισσότερο από 4 ώρες. Τα εξωτερικά γυρίσματα σε φυσικά τοπία έκαναν ακόμα πιο ρεαλιστική την ατμόσφαιρα. Αρχικά οι υπεύθυνοι σκεφτόταν να κάνουν τα γυρίσματα στη Γουατεμάλα και στην Κόστα Ρίκα αλλά τα δάση ήταν πολύ πυκνά και το συνεργείο θα δυσκολευόταν, γι’αυτό επέλεξαν ως τόπο γυρισμάτων ένα τροπικό δάσος στο Μεξικό.
Ο Γκίμπσον είχε αναθέσει σε έναν άνθρωπο της παραγωγής να πηγαίνει στην περιοχή και να βρίσκει ανθρώπους που θα ενδιαφερόταν να πάρουν μέρος στη ταινία. Για αυτό πολλοί από τους ηθοποιούς δεν ήταν επαγγελματίες αλλά ιθαγενείς. Το άρρωστο κορίτσι που έδινε κατάρες καθώς περνούσαν από μπροστά του οι αιχμάλωτοι ήταν ένα επτάχρονο, που ζούσε σε μια καλύβα στο δάσος και ο βασιλιάς των Μάγια ήταν ένας εργάτης που δούλευε στις αποβάθρες της Βέρα Κρουζ. Ο ηθοποιός που ενσάρκωσε τον κεντρικό χαρακτήρα, Τζάγκουαρ Πόου, ήταν ο Ρούντι Γιάνγκμπλαντ, ένας ιθαγενής, ο οποίος είχε γεννηθεί στο Τέξας και ασχολούνταν κυρίως με τον χορό και με χειρωνακτικές εργασίες και δεν είχε παίξει ποτέ ξανά σε ταινία. Τρεις μήνες πριν από την οντισιόν είχε μετακομίσει στο Λος Άντζελες για να ανοίξει μια σχολή χορού και έμαθε ότι ο Μελ Γκίμπσον αναζητούσε τον πρωταγωνιστή της καινούργιας του ταινίας. Ο Γιάνγκμπλαντ παρουσιάστηκε στην οντισιόν ντυμένος καουμπόι και ο Γκίμπσον του ζήτησε να τρέξει γύρω από το γραφείο που καθόταν. Όταν τον είδε να τρέχει αναφώνησε ότι έτρεχε σαν «ζώο» και την ίδια ημέρα τον πήρε τηλέφωνο και του ζήτησε να ταξιδέψει στο Μεξικό, καθώς είχε κερδίσει τον ρόλο του «γοργοπόδαρου». Χάρη στα σωματικά του προσόντα γύριζε ο ίδιος τις επικίνδυνες σκηνές που απαιτούσε ο ρόλος του. Χαρακτηριστικά για την πτώση από τον καταρράκτη που έχει ύψος 50 μέτρα και βρίσκεται στην ανατολική Βέρα Κρουζ ο Γιάνγκμπλαντ χρειάστηκε να πέσει πάνω από δέκα φορές από ένα 15οροφο κτίριο...
Σύμφωνα με τον Γκίμπσον, "πολλές φορές στην παγκόσμια ιστορία, οι προάγγελοι της κατάρρευσης ενός πολιτισμού είναι πάντα οι ίδιοι, και ένα από τα πράγματα που προέκυπτε ενώ γράφαμε, είναι ότι πολλά απ' όσα συνέβησαν ακριβώς πριν την πτώση του πολιτισμού των Μάγια συμβαίνουν και τώρα στην κοινωνία μας". Ο κεντρικός ήρωας του φιλμ είναι ο Τζάγκουαρ Πόου, ένας συνηθισμένος άνδρας που προβαίνει σε ηρωικές πράξεις. Τον γνωρίζουμε ως ένα νέο πατέρα στο μικρό, ειδυλλιακό χωριό του όπου κατοικούν κυνηγοί. Ώσπου ξαφνικά ολόκληρος ο κόσμος του γίνεται χίλια κομμάτια, όταν αιχμαλωτίζεται και ακολουθεί μια επικίνδυνη πορεία μέσα στο δάσος προς τη μεγάλη πόλη των Μάγια. Εκεί μαθαίνει ότι θα θυσιαστεί στους θεούς για να "πληρώσει" για τον εκτεταμένο λοιμό που έχει καταστρέψει το βασίλειό τους. Αντιμετωπίζοντας έναν επικείμενο θάνατο, ο Τζάγκουαρ Πόου πρέπει να καταπολεμήσει τους μεγαλύτερούς του φόβους και να κινηθεί όσο πιο γρήγορα μπορεί για να σώσει τον ίδιο και τα αγαπημένα του πρόσωπα. Κατά τον Γκίμπσον, "ο εχθρός στο φιλμ δεν είναι κάποιο πρόσωπο, αλλά μια ιδέα: ο φόβος. Ο ήρωας πρέπει να ξεπεράσει το φόβο του. Το να καταβαλλόμαστε από φόβο είναι κάτι το οποίο όλοι έχουμε ζήσει και στο παρελθόν και στο παρόν, γι' αυτό και ταυτιζόμαστε εύκολα με τον ήρωα". Αφού ο Γκίμπσον και ο Σαφίνια ολοκλήρωσαν τη γραφή του σεναρίου, όλοι οι διάλογοι μεταφράστηκαν στη γλώσσα των Ινδιάνων του Μεξικού, τη βασική ομιλούσα διάλεκτο των Μάγια. Ο Γκίμπσον πίστευε ότι αυτό το γεγονός θα έβαζε τους θεατές πιο βαθιά σε αυτό τον πολιτισμό, όπως είχε κάνει επίσης και στην ταινία του "Τα Πάθη του Χριστού".
Σύμφωνα με τον Γκίμπσον, "πολλές φορές στην παγκόσμια ιστορία, οι προάγγελοι της κατάρρευσης ενός πολιτισμού είναι πάντα οι ίδιοι, και ένα από τα πράγματα που προέκυπτε ενώ γράφαμε, είναι ότι πολλά απ' όσα συνέβησαν ακριβώς πριν την πτώση του πολιτισμού των Μάγια συμβαίνουν και τώρα στην κοινωνία μας". Ο κεντρικός ήρωας του φιλμ είναι ο Τζάγκουαρ Πόου, ένας συνηθισμένος άνδρας που προβαίνει σε ηρωικές πράξεις. Τον γνωρίζουμε ως ένα νέο πατέρα στο μικρό, ειδυλλιακό χωριό του όπου κατοικούν κυνηγοί. Ώσπου ξαφνικά ολόκληρος ο κόσμος του γίνεται χίλια κομμάτια, όταν αιχμαλωτίζεται και ακολουθεί μια επικίνδυνη πορεία μέσα στο δάσος προς τη μεγάλη πόλη των Μάγια. Εκεί μαθαίνει ότι θα θυσιαστεί στους θεούς για να "πληρώσει" για τον εκτεταμένο λοιμό που έχει καταστρέψει το βασίλειό τους. Αντιμετωπίζοντας έναν επικείμενο θάνατο, ο Τζάγκουαρ Πόου πρέπει να καταπολεμήσει τους μεγαλύτερούς του φόβους και να κινηθεί όσο πιο γρήγορα μπορεί για να σώσει τον ίδιο και τα αγαπημένα του πρόσωπα. Κατά τον Γκίμπσον, "ο εχθρός στο φιλμ δεν είναι κάποιο πρόσωπο, αλλά μια ιδέα: ο φόβος. Ο ήρωας πρέπει να ξεπεράσει το φόβο του. Το να καταβαλλόμαστε από φόβο είναι κάτι το οποίο όλοι έχουμε ζήσει και στο παρελθόν και στο παρόν, γι' αυτό και ταυτιζόμαστε εύκολα με τον ήρωα". Αφού ο Γκίμπσον και ο Σαφίνια ολοκλήρωσαν τη γραφή του σεναρίου, όλοι οι διάλογοι μεταφράστηκαν στη γλώσσα των Ινδιάνων του Μεξικού, τη βασική ομιλούσα διάλεκτο των Μάγια. Ο Γκίμπσον πίστευε ότι αυτό το γεγονός θα έβαζε τους θεατές πιο βαθιά σε αυτό τον πολιτισμό, όπως είχε κάνει επίσης και στην ταινία του "Τα Πάθη του Χριστού".
Η τέταρτη ταινία που σκηνοθετεί ο Μελ Γκίμπσον, το Apocalypto, συνδυάζει τη βία και την οικογένεια, με τη μεταφυσική απορία μήπως η απώλεια της πολιτισμένης κοινωνίας συνδέεται με την υβριστική συμπεριφορά του ανθρώπου προς τα θεία. Με ρεαλιστικούς όρους και μια βιωμένη δομή για το πώς πρέπει να γυρίζεται μια περιπέτεια, όποιο κι αν είναι το θέμα της, ο Γκίμπσον δεν παραλείπει να εφαρμόσει όλους τους κανόνες της δράσης στο Apocalypto, το οποίο θυμίζει πολύ το Μαντ Μαξ και τον Φυγά μεταφερμένα σε παρελθούσα εποχή, με διάλογο στη νεκρή γλώσσα των Μάγια. Ο ήρωας ενσαρκώνει την αθωότητα ενός ημιπρωτόγονου κυνηγού που προμηθεύει με θηράματα την οικογένεια και σέβεται τις παραδόσεις. Την ηρεμία της φυλής του ανατρέπει ανεπιστρεπτί η επιδρομή μιας άγνωστης ομάδας πολεμιστών, οι οποίοι σκοτώνουν αδιακρίτως όποιον αντιστέκεται και αιχμαλωτίζουν τους νέους άντρες, για να τους μεταφέρουν στην πρωτεύουσα και να τους παραδώσουν στους ιερείς. Σκοπός είναι να ξεριζωθεί η καρδιά τους, να κοπούν τα κεφάλια τους, έτσι ώστε να εξευμενιστούν οι οργισμένοι θεοί. Στην αρχή ο Γκίμπσον μάς υπενθυμίζει πως ένας λαός σε παρακμή πριν παραδοθεί στους κατακτητές έχει φροντίσει να αυτοκαταστραφεί και, για να το εφαρμόσει, σπέρνει το προσφιλές και ασφαλές στοιχείο του φόβου σε όλες τις εκφάνσεις της ταινίας. Επειδή χρονικά η περιπέτεια τοποθετείται στην αυγή του εκχριστιανισμού της Κεντρικής Αμερικής, ο πολιτισμός των Μάγια μόλις είχε διαλυθεί για μυστηριώδεις λόγους, και ο Γκίμπσον επιχειρεί μια μυθοπλαστική εξήγηση και, παράλληλα, μια αλληγορία για τα έθνη που στον 21ο αιώνα βάζουν τα χέρια τους και βγάζουν τα μάτια τους, πριν γίνουν βορά στους ξένους. Τι μας λέει λοιπόν, σε απλά αγγλικά; Ίσως πως το Ιράκ και οι συν αυτώ δεν χρειάστηκαν τη σπάθα των Αμερικανών ως πρόφαση για την κατάκτησή τους, αφού η χρεωκοπία της τυραννίας τους προδίκασε νομοτελειακά την επερχόμενη καταστροφή. Όταν, στο τέλος, ο η σύζυγος του ήρωα βλέπει τις ισπανικές γαλέρες με ευδιάκριτο σήμα τον χριστιανικό σταυρό να έρχονται στη στεριά και ρωτάει τον άντρα της αν πρέπει να πάνε προς αυτούς, εκείνος της προτείνει να κατευθυνθούν στο δάσος που γνωρίζουν καλά και να κάνουν μια νέα αρχή. Έντεχνα αποφεύγει να κολακέψει την αγαπημένη του θρησκεία (αφού εκ του αποτελέσματος γνωρίζει την αιματηρή έκβαση του εκχριστιανισμού), αλλά τηρεί αμφίβολη στάση στο υπό συζήτηση θέμα του εκδημοκρατισμού. Πρέπει, κατά το ευαγγέλιο του Γκίμπσον, τα λαβωμένα κράτη να δέχονται την παρέμβαση των κατακτητών, ή οφείλουν να προχωρήσουν σε μια ουσιαστική αυτοδιαχείριση;
Oπως και το «Braveheart» πριν από 12 χρόνια, έτσι και η νέα σκηνοθετική δουλειά του Mελ Γκίμπσον είναι μια «ιστορική περιπέτεια». Ως ιστορική, επαρκώς ενδιαφέρουσα και απλά αναφορική, με «ζωντανές» εικόνες ενός αρχαίου πολιτισμού που καταρρέει εκ των έσω από πολέμους και αρρώστιες, μαζί και με μια διάθεση συσχετισμού με τη σημερινή αυτοκαταστρεφόμενη Aμερική. Ως περιπέτεια, πολύ πιο επιτυχημένη και ακατάπαυστα συναρπαστική, με την αγωνιώδη σεκάνς των ανθρωποθυσιών στον ναό, το απέριττο κυνηγητό στη ζούγκλα κόντρα στον χρόνο, τους διώκτες, τα άγρια ζώα και τα στοιχεία της φύσης, τη θεαματική σκηνή καταδίωξης σ' έναν γιγαντιαίο καταρράκτη - όλα κινηματογραφημένα με μια ψηφιακή βιντεοκάμερα σε αδιάκοπη κίνηση. Eν ολίγοις, περιπέτεια πρώτα απ όλα, με ένα αρχετυπικό μοτίβο και μια γνώριμη μεσσιανική φιγούρα, που απλά φαντάζουν πρωτότυπα, δοθέντος του ασυνήθιστου κινηματογραφικά χώρου και χρόνου δράσης.
Ποιοί ήταν οι Μάγια;
Η τεράστια πατρίδα των Μάγια κάποτε εκτεινόταν σε πέντε χώρες - Μεξικό, Γουατεμάλα, Μπελίζ, Ονδούρα και Ελ Σαλβαδόρ - και άνθισε σε 3 ξεχωριστές περιόδους, από το 2.400 π.Χ. ως τον 15ο αιώνα μ.Χ. Γνωρίζουμε ότι ήταν μια προηγμένη κοινωνία που δημιούργησε πολύπλοκη τέχνη, εφάρμοσε δικό της σύστημα γραφής, είχε μια βαθιά αντίληψη για την αστρονομία. Οι Μάγια ήταν ικανοί αγρότες, τεχνίτες και αρχιτέκτονες. Γνωρίζουμε επίσης ότι ενεπλάκησαν σε βάναυσες πράξεις, υποκίνησαν πολέμους και η κοινωνία τους γέμισε βία, δουλεία και χάος. Όταν ο πολιτισμός τους ήκμαζε, οι Μάγια εστίασαν ιδιαίτερα στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν τον χρόνο και το νόημα της ζωής. Μαζί με το ενδιαφέρον τους για την επιστήμη, υπήρχε και μια έντονη πίστη στις δεισιδαιμονίες και στην επιρροή αόρατων δυνάμεων. Πίστευαν ότι ο κόσμος καθοδηγούνταν από πανίσχυρες θεότητες, αρκεί τα ανθρώπινα όντα να συμπεριφέρονταν σωστά και να παρατηρούσαν τα καθορισμένα τελετουργικά και τις θυσίες. Σε περίπτωση που αποτύγχαναν, όπως προειδοποιούσαν οι ιερείς και οι βασιλείς, θα κατέληγαν να υποστούν την εκδίκηση των εξοργισμένων θεών, με τη μορφή αρρώστιας, λοιμού, κακής σοδειάς, ξηρασίας και άλλων φυσικών καταστροφών. Οι ισχυροί ιερείς των Μάγια λεγόταν ότι ήταν οι μόνοι άνθρωποι που μπορούσαν να επικοινωνήσουν απευθείας με τους θεούς, και ήταν αυτοί που ασχολούνταν με τις συνήθεις προσφορές προς αυτούς, που ήταν από τροφές και κεραμικά είδωλα έως ανθρώπινες θυσίες στη Μετακλασική περίοδο. Τα ανθρώπινα όντα θεωρούνταν η μέγιστη θυσία και συχνά κατέφευγαν εκεί με την ελπίδα να εξευμενίσουν τους θεούς σε στιγμές μεγάλων ταραχών. Τελικά, προκειμένου να αιχμαλωτίζουν περισσότερους ανθρώπους για να τους θυσιάσουν, οι Μάγια οδηγήθηκαν σε περισσότερες εχθροπραξίες. Οι θυσίες αυτές ήταν άφθονες σε τελετουργικά. Το θύμα γδυνόταν, βαφόταν με μπλε χρώμα και τον έβαζαν πάνω σε έναν βράχο του βωμού. Έπειτα ο ιερέας βουτούσε ένα μαχαίρι από πυρόλιθο πάνω στο στήθος του και έβγαζε την καρδιά του, που... χτυπούσε ακόμη! Οι Μάγια πίστευαν ότι τα θύματα που θυσιάζονταν θα αποκόμιζαν κάτι, ακόμα κι αν πρόσφεραν τη ζωή τους: άμεση είσοδο στον Παράδεισο.
Η τεράστια πατρίδα των Μάγια κάποτε εκτεινόταν σε πέντε χώρες - Μεξικό, Γουατεμάλα, Μπελίζ, Ονδούρα και Ελ Σαλβαδόρ - και άνθισε σε 3 ξεχωριστές περιόδους, από το 2.400 π.Χ. ως τον 15ο αιώνα μ.Χ. Γνωρίζουμε ότι ήταν μια προηγμένη κοινωνία που δημιούργησε πολύπλοκη τέχνη, εφάρμοσε δικό της σύστημα γραφής, είχε μια βαθιά αντίληψη για την αστρονομία. Οι Μάγια ήταν ικανοί αγρότες, τεχνίτες και αρχιτέκτονες. Γνωρίζουμε επίσης ότι ενεπλάκησαν σε βάναυσες πράξεις, υποκίνησαν πολέμους και η κοινωνία τους γέμισε βία, δουλεία και χάος. Όταν ο πολιτισμός τους ήκμαζε, οι Μάγια εστίασαν ιδιαίτερα στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν τον χρόνο και το νόημα της ζωής. Μαζί με το ενδιαφέρον τους για την επιστήμη, υπήρχε και μια έντονη πίστη στις δεισιδαιμονίες και στην επιρροή αόρατων δυνάμεων. Πίστευαν ότι ο κόσμος καθοδηγούνταν από πανίσχυρες θεότητες, αρκεί τα ανθρώπινα όντα να συμπεριφέρονταν σωστά και να παρατηρούσαν τα καθορισμένα τελετουργικά και τις θυσίες. Σε περίπτωση που αποτύγχαναν, όπως προειδοποιούσαν οι ιερείς και οι βασιλείς, θα κατέληγαν να υποστούν την εκδίκηση των εξοργισμένων θεών, με τη μορφή αρρώστιας, λοιμού, κακής σοδειάς, ξηρασίας και άλλων φυσικών καταστροφών. Οι ισχυροί ιερείς των Μάγια λεγόταν ότι ήταν οι μόνοι άνθρωποι που μπορούσαν να επικοινωνήσουν απευθείας με τους θεούς, και ήταν αυτοί που ασχολούνταν με τις συνήθεις προσφορές προς αυτούς, που ήταν από τροφές και κεραμικά είδωλα έως ανθρώπινες θυσίες στη Μετακλασική περίοδο. Τα ανθρώπινα όντα θεωρούνταν η μέγιστη θυσία και συχνά κατέφευγαν εκεί με την ελπίδα να εξευμενίσουν τους θεούς σε στιγμές μεγάλων ταραχών. Τελικά, προκειμένου να αιχμαλωτίζουν περισσότερους ανθρώπους για να τους θυσιάσουν, οι Μάγια οδηγήθηκαν σε περισσότερες εχθροπραξίες. Οι θυσίες αυτές ήταν άφθονες σε τελετουργικά. Το θύμα γδυνόταν, βαφόταν με μπλε χρώμα και τον έβαζαν πάνω σε έναν βράχο του βωμού. Έπειτα ο ιερέας βουτούσε ένα μαχαίρι από πυρόλιθο πάνω στο στήθος του και έβγαζε την καρδιά του, που... χτυπούσε ακόμη! Οι Μάγια πίστευαν ότι τα θύματα που θυσιάζονταν θα αποκόμιζαν κάτι, ακόμα κι αν πρόσφεραν τη ζωή τους: άμεση είσοδο στον Παράδεισο.
| |