Στην Κίνα, μετά το θάνατο του Μάο και τα δραματικά πολιτικά γεγονότα, με αποκορύφωμα τις διαδηλώσεις των φοιτητών που πνίγονται στο αίμα το 1989, παρατηρείται μεγάλη παραγωγή ταινιών, που αρχίζουν να εξάγονται στη Δύση. Το παγκόσμιο κοινό στρέφει με ενδιαφέρον το βλέμμα του στον κινέζικο κινηματογράφο, μόλις εμφανίζονται οι ταινίες της λεγόμενης «πέμπτης γενιάς» από σκηνοθέτες-δημιουργούς. Οι σημαντικότεροι είναι ο Chen Kaige (γενν. 1952) και ο Zhang Yimou (γενν. 1951). Οι ταινίες τους έχουν σεναριακή πληρότητα και αισθητική αρτιότητα. Η εικόνα της Κίνας, τα χρώματα, οι πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, τα κοινωνικά προβλήματα, είναι τα κοινά χαρακτηριστικά των ταινιών αυτών. Τα ανθρώπινα πάθη που πραγματεύονται, τις έκαναν να ξεφύγουν από τα στενά κινεζικά όρια και να αποκτήσουν πανανθρώπινη σημασία. Με 3,5 δισεκατομμύρια δολάρια εισπράξεις για το 2013 και έχοντας προ πολλού ξεπεράσει την Ιαπωνία, η κινηματογραφική αγορά των Κινέζων υπολογίζεται πως μέχρι το 2020 θα είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο, αφήνοντας την Αμερική στη δεύτερη θέση.
Ο Chen Kaige (γενν.1952) σκηνοθετεί την πρώτη μοντέρνα ταινία της Κίνας Κίτρινη γη (1984), όπου κάνει εξαιρετική χρήση των χρωμάτων, των σκιών, των βλεμμάτων και του κυρίως κινέζικου στοιχείου, που είναι οι ανέκφραστες σκέψεις και επιθυμίες. Κυρίαρχη ιδιότητα των ταινιών του είναι τα ανθρώπινα πάθη, ο έρωτας, η ανθρώπινη αδυναμία. Με τη Μεγάλη παρέλαση (1986), μας μεταφέρει στη ζωή της σύγχρονης Κίνας. Το 1993, σκηνοθετεί την ταινία σταθμό της αναγέννησης του κινέζικου κινηματογράφου Αντίο παλλακίδα μου. Παρακολουθούμε τη ζωή ενός ερωτικού τριγώνου, δύο αντρών ηθοποιών της όπερας του Πεκίνου και μιας πόρνης, και παράλληλα τη ζωή τής Κίνας από το 1925 μέχρι το 1977. Η σκηνοθεσία του είναι στιλιζαρισμένη και βασίζεται στη συναρπαστική εικαστικότητά της, χρησιμοποιώντας θερμά κυρίως χρώματα, στα εξαίρετα ντεκόρ και κοστούμια, και στο γρήγορο μοντάζ. Οι Κινέζοι ηθοποιοί στηρίζουν την ιστορία με τις έξοχες ερμηνείες τους, και μέσα από αυτούς εμφανίζεται και καθιερώνεται παγκόσμια η Gong Li, τότε γυναίκα του Zhang Yimou, η οποία πρωταγωνιστεί στις περισσότερες ταινίες του αναγεννημένου κινέζικου κινηματογράφου. Το 1996 με την Πλανεύτρα Σελήνη, ο Kaige παρουσιάζει μέσα από μια ερωτική ιστορία, την Κίνα της δεκαετίας του ’20, που είναι βουτηγμένη στη διαφθορά και στην εκτεταμένη χρήση του οπίου. Πάλι η ανθρώπινη αδυναμία και η τάση για την κατάκτηση της εξουσίας που καταστρέφει, είναι το κεντρικό του θέμα. Η κάμερα κάνει διαρκείς κινήσεις σε πολύχρωμα ντεκόρ, και η χρήση της μουσικής εντυπωσιάζει.
Ο Zhang Yimou (γενν. 1951) δούλεψε αρχικά ως διευθυντής φωτογραφίας και ευθύνεται για την άρτια φωτογραφία των ταινιών του Kaige Κίτρινη γη και Μεγάλη παρέλαση. Η πρώτη του σημαντική ταινία Ζου Ντου, σιωπηλοί εραστές (1990), στηρίζεται στα κλασικά αρχαιοελληνικά δραματουργικά στοιχεία της ύβρεως και τηςνεμέσεως. Τα σκηνικά αποκτούν οντολογική αξία. Οι σιωπές, οι γωνίες λήψης, τα χρώματα, οι κινήσεις της κάμερας, όλα τα εκφραστικά μέσα, βοηθούν να παρουσιαστεί ανάγλυφο το θέμα, που εκτυλίσσεται στη Κίνα του ’20. Ο γέρος ιδιοκτήτης ενός βαφείου υφασμάτων αγοράζει νεαρή σύζυγο για να του κάνει γιο. Η βίαιη συμπεριφορά του οδηγεί τη νεαρή γυναίκα στον έρωτα του νεαρού του ανιψιού, με τον οποίο κάνει τελικά τον γιο. Τα πάθη και η βιαιότητα στην Κίνα των αρχών του 20ου αιώνα παρουσιάζονται με σύνθετη σκηνοθεσία. Το πολυπαρουσιασμένο αυτό θέμα αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα χέρια του στιλίστα σκηνοθέτη. Συνολικά ο κινηματογράφος του Yimouχαρακτηρίζεται από ευαισθησία και παρουσιάζει τη σύγκρουση της απάνθρωπης παράδοσης με τις αληθινές επιθυμίες των ανθρώπων. Το 1991, σκηνοθετεί τη σημαντικότερη ταινία του Σήκωσε τα κόκκινα φανάρια. Ιστορία έρωτα, υποταγής, αντιζηλίας, μέσα από την παράδοση της Κίνας του ’20. Οι τέσσερις γυναίκες ενός άρχοντα διεκδικούν την ερωτική του εύνοια. Η ταινία ξεφεύγει από την εποχή της και γίνεται το ελεγειακό δοκίμιο των ανθρώπινων συναισθημάτων. Η χρήση των ντεκόρ, το απόλυτο στιλιζάρισμα στα κάδρα, η λειτουργία των σιωπών που οδηγούν το θεατή στον εσωτερικό κόσμο των ηρώων, τα θερμά χρώματα και η άριστη ηθοποιία έφεραν στην ταινία υποψηφιότητα για Όσκαρ και τον Ασημένιο Λέοντα του φεστιβάλ Βενετίας.Στο Να ζεις (1994), παρουσιάζεται μέσα από τις καθημερινές ιστορίες απλών ανθρώπων, η ιστορία της Κίνας από τη δεκαετία του ’40 μέχρι τη δεκαετία του ’70, με τον τρομακτικό αγώνα για επιβίωση μέσα στις δραματικές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές. Το επικό στοιχείο, η εξαιρετική εικαστικότητα και οι ερμηνείες την κάνουν να ξεχωρίζει. Με ερασιτέχνες ηθοποιούς και παιδιά, γύρισε το Ούτε ένας λιγότερος (1999), μια σύγχρονη τρυφερή ιστορία στην επαρχία της Κίνας. Η ρεαλιστική αφήγηση συμπληρώνεται από ποιητικά στοιχεία που εμπεριέχονται στο κάδρο. Ο δρόμος για το σπίτι (1999), παρουσιάζει με απλότητα άλλη μια ιστορία της κινεζικής επαρχιακής ζωής. Το χρώμα σχολιάζει τη συναισθηματική κατάσταση των ηρώων. Η φωτογραφία και ο ρυθμός συνθέτουν μια σημαντική ταινία του κινέζου σκηνοθέτη. Με τον Ήρωα (2002), και μια σειρά ταινιών που θα τον ακολουθήσουν, περνάει στον κινηματογράφο των blockbusters και ταυτόχρονα δημιουργεί εικόνες υψηλής εικαστικότητας, αλλά με την Επιστροφή στο σπίτι (2014), ξαναβρίσκει την αφήγηση ιστοριών με ανθρωπιά και ξαναγυρίζει στα χρόνια της πολιτιστικής επανάστασης της Κίνας.
Την «πέμπτη γενιά» δημιουργών ακολούθησε η «έκτη γενιά», που αποτελείται κυρίως από τον Jia Zhangke (γενν. 1970), τον Hou Hsiao-Hsien και τον Wong Kar Wai.
O Jia Zhangke (γενν. 1970), ανήκει στην «έκτη γενιά» κινέζων auteurs. Αρχικά έκανε ταινίες underground, διότι δεν είχε την έγκριση της κυβέρνησης, αλλά μετά την πρώτη διεθνή διάκριση με την μικρού μήκους ταινία Xiaoshan Going Home(1995), ο Jia βρίσκει συνεργάτες και από το 2004 με την ταινία The world η κυβέρνηση αρχίζει να χρηματοδοτεί το έργο του. Ασχολείται με τα θέματα των παραδοσιακών κοινωνιών την εποχή της παγκοσμιοποίησης (The world) και την αλλοτρίωση της νεολαίας (Unknown pleasures, 2002). Στην αισθητική χρησιμοποιεί πλάνα διαρκείας, έντονα χρώματα, πάντα με λήψεις video και το στιλ του έχει χαρακτηριστεί ως μινιμαλιστικός ρεαλισμός. H ταινία Still Life (2006), παρουσιάζει με ευαισθησία και βαθιά αντίληψη, την σημερινή Κίνα. Με την Tian zhu ding (Αίσθηση αμαρτίας) (2013), προσπαθεί να διεισδύσει στην βίαιη συμπεριφορά που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο κόσμο μας. Ο Zia θεωρείται ο μεγάλος auteur της «έκτης γενιάς» του κινεζικού κινηματογράφου.
Ο Hou Hsiao-Hsien (γενν. 1947), θεωρείται ένας από τους κορυφαίους κινέζους σκηνοθέτες, με διακρίσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Γεννήθηκε στην Κίνα, αλλά έζησε στην Ταϊβάν. Στις ταινίες του χρησιμοποιεί ελλειπτική αφήγηση, με πολύ μεγάλα πλάνα διαρκείας και ελάχιστες κινήσεις στην κάμερα, χορογραφώντας πολλές φορές τους ηθοποιούς του μέσα σε εξαιρετικά τοπία. Γυρίζει θέματα που αφορούν στην παράδοση της Κίνας, όπως το Flowers of Shanghai (1998). Το 2007 ξεκινάει διεθνή καριέρα, γυρίζοντας το Flight of the Red Balloon(2007) ως φόρο τιμής στο Κόκκινο μπαλόνι (1956) του Albert Lamorisse. Ολόκληρη η παραγωγή και τα γυρίσματα πραγματοποιούνται στη Γαλλία με πρωταγωνίστρια την εξαιρετική ηθοποιό Juliette Binoche. Στο Café Lumière(2003) δημιουργεί μια ταινία φόρο τιμής στον ιάπωνα σκηνοθέτη Όζου. Η ταινίαZui hao de shi guang (Three times) (2005), θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα του Hou, με μεταφυσικό υπόβαθρο και τους ίδιους ηθοποιούς να παίζουν τρεις διαφορετικές ιστορίες αγάπης, που διαδραματίζονται το 1911, το 1966 και το 2005, παρακολουθώντας ταυτόχρονα τις αλλαγές και τα διαφορετικά αιτήματα στις ερωτικές σχέσεις, καθώς οι εποχές αλλάζουν.
Ο Wong Kar Wai, που γεννήθηκε το 1956 στο Χονγκ Κονκ, είναι ένας διεθνώς αναγνωρισμένος auteur και έχει μείνει στη συνείδηση των θεατών ως ο σκηνοθέτης με τις ταινίες υψηλών εικαστικών συνθέσεων, που ταυτόχρονα προβάλουν έντονα συναισθήματα και θεωρείται ένας εξαιρετικός εικαστικός σκηνοθέτης, που καδράρει με ποιητική ομορφιά. Στο 2046 (2004), στήνει ένα γοητευτικό παιχνίδι με τον χρόνο και το χώρο, αφηγούμενος ιστορίες αγάπης. Στην εικόνα χρησιμοποιεί φορμά των 70 m.m. και φορτώνει τα πρόσωπα σε κοντινά, είτε αριστερά είτε δεξιά του κάδρου, ή πίσω από κάποιο στοιχείο του ντεκόρ, ως πρώτο επίπεδο, θυμίζοντας τα καδραρίσματα του μεγάλου ζωγράφου του ολλανδικού μπαρόκ, Γιοχάνες Βερμέερ. Χρησιμοποιεί έντονα χρώματα. Το σύνολο της αισθητικής της εικόνας του υπηρετεί άριστα την θεματολογία του, υπογραμμίζοντας με μοναδική εικαστικότητα την ένταση της κάθε ιστορίας που αφηγείται. Είναι ο πρώτος κινέζος που κερδίζει το βραβείο καλύτερου σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ των Καννών το 1997, για την ταινία Happy together (1997). Εδώ το trailer της ταινίας: Με την ταινία My blueberry nights (2007) ένα road movie, γυρισμένο στην Αμερική, με πρωταγωνιστές τον Jude Law και τη Norah Jones, περνάει σε διεθνείς παραγωγές και με τοGrand Master (2013) ασχολείται με την ιστορία τού δασκάλου τού Bruce Lee. Ο Wong Kar Wai χρησιμοποιεί δυτική μουσική κι εξαιρετικούς συνθέτες. Με τις ταινίες τουδημιουργεί τις πιο στυλιζαρισμένες, ατμοσφαιρικές κι έντονες ιστορίες αγάπης. Οι πρωταγωνιστές του έγιναν μεγάλοι σταρ διεθνώς.
O Jia Zhangke (γενν. 1970), ανήκει στην «έκτη γενιά» κινέζων auteurs. Αρχικά έκανε ταινίες underground, διότι δεν είχε την έγκριση της κυβέρνησης, αλλά μετά την πρώτη διεθνή διάκριση με την μικρού μήκους ταινία Xiaoshan Going Home(1995), ο Jia βρίσκει συνεργάτες και από το 2004 με την ταινία The world η κυβέρνηση αρχίζει να χρηματοδοτεί το έργο του. Ασχολείται με τα θέματα των παραδοσιακών κοινωνιών την εποχή της παγκοσμιοποίησης (The world) και την αλλοτρίωση της νεολαίας (Unknown pleasures, 2002). Στην αισθητική χρησιμοποιεί πλάνα διαρκείας, έντονα χρώματα, πάντα με λήψεις video και το στιλ του έχει χαρακτηριστεί ως μινιμαλιστικός ρεαλισμός. H ταινία Still Life (2006), παρουσιάζει με ευαισθησία και βαθιά αντίληψη, την σημερινή Κίνα. Με την Tian zhu ding (Αίσθηση αμαρτίας) (2013), προσπαθεί να διεισδύσει στην βίαιη συμπεριφορά που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο κόσμο μας. Ο Zia θεωρείται ο μεγάλος auteur της «έκτης γενιάς» του κινεζικού κινηματογράφου.
Ο Hou Hsiao-Hsien (γενν. 1947), θεωρείται ένας από τους κορυφαίους κινέζους σκηνοθέτες, με διακρίσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Γεννήθηκε στην Κίνα, αλλά έζησε στην Ταϊβάν. Στις ταινίες του χρησιμοποιεί ελλειπτική αφήγηση, με πολύ μεγάλα πλάνα διαρκείας και ελάχιστες κινήσεις στην κάμερα, χορογραφώντας πολλές φορές τους ηθοποιούς του μέσα σε εξαιρετικά τοπία. Γυρίζει θέματα που αφορούν στην παράδοση της Κίνας, όπως το Flowers of Shanghai (1998). Το 2007 ξεκινάει διεθνή καριέρα, γυρίζοντας το Flight of the Red Balloon(2007) ως φόρο τιμής στο Κόκκινο μπαλόνι (1956) του Albert Lamorisse. Ολόκληρη η παραγωγή και τα γυρίσματα πραγματοποιούνται στη Γαλλία με πρωταγωνίστρια την εξαιρετική ηθοποιό Juliette Binoche. Στο Café Lumière(2003) δημιουργεί μια ταινία φόρο τιμής στον ιάπωνα σκηνοθέτη Όζου. Η ταινίαZui hao de shi guang (Three times) (2005), θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα του Hou, με μεταφυσικό υπόβαθρο και τους ίδιους ηθοποιούς να παίζουν τρεις διαφορετικές ιστορίες αγάπης, που διαδραματίζονται το 1911, το 1966 και το 2005, παρακολουθώντας ταυτόχρονα τις αλλαγές και τα διαφορετικά αιτήματα στις ερωτικές σχέσεις, καθώς οι εποχές αλλάζουν.
Ο Wong Kar Wai, που γεννήθηκε το 1956 στο Χονγκ Κονκ, είναι ένας διεθνώς αναγνωρισμένος auteur και έχει μείνει στη συνείδηση των θεατών ως ο σκηνοθέτης με τις ταινίες υψηλών εικαστικών συνθέσεων, που ταυτόχρονα προβάλουν έντονα συναισθήματα και θεωρείται ένας εξαιρετικός εικαστικός σκηνοθέτης, που καδράρει με ποιητική ομορφιά. Στο 2046 (2004), στήνει ένα γοητευτικό παιχνίδι με τον χρόνο και το χώρο, αφηγούμενος ιστορίες αγάπης. Στην εικόνα χρησιμοποιεί φορμά των 70 m.m. και φορτώνει τα πρόσωπα σε κοντινά, είτε αριστερά είτε δεξιά του κάδρου, ή πίσω από κάποιο στοιχείο του ντεκόρ, ως πρώτο επίπεδο, θυμίζοντας τα καδραρίσματα του μεγάλου ζωγράφου του ολλανδικού μπαρόκ, Γιοχάνες Βερμέερ. Χρησιμοποιεί έντονα χρώματα. Το σύνολο της αισθητικής της εικόνας του υπηρετεί άριστα την θεματολογία του, υπογραμμίζοντας με μοναδική εικαστικότητα την ένταση της κάθε ιστορίας που αφηγείται. Είναι ο πρώτος κινέζος που κερδίζει το βραβείο καλύτερου σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ των Καννών το 1997, για την ταινία Happy together (1997). Εδώ το trailer της ταινίας: Με την ταινία My blueberry nights (2007) ένα road movie, γυρισμένο στην Αμερική, με πρωταγωνιστές τον Jude Law και τη Norah Jones, περνάει σε διεθνείς παραγωγές και με τοGrand Master (2013) ασχολείται με την ιστορία τού δασκάλου τού Bruce Lee. Ο Wong Kar Wai χρησιμοποιεί δυτική μουσική κι εξαιρετικούς συνθέτες. Με τις ταινίες τουδημιουργεί τις πιο στυλιζαρισμένες, ατμοσφαιρικές κι έντονες ιστορίες αγάπης. Οι πρωταγωνιστές του έγιναν μεγάλοι σταρ διεθνώς.
Η Επέλαση του Κινέζικου Χόλλιγουντ - Chinawood.
Ο κινεζικός κινηματογράφος που άρχισε να σαρώνει τα ευρωπαϊκά βραβεία από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, με πρωτεργάτη τον σκηνοθέτη Ζανγκ Γιμού, έχει εδώ και πολλά χρόνια ξεπεράσει την εσωστρεφή, στρατευμένη περίοδο των χρόνων της Πολιτιστικής Επανάστασης. Σήμερα το μεγάλο στοίχημα των Κινέζων είναι να φέρουν τους σταρ του σινεμά στη χώρα τους, δημιουργώντας το δικό τους Χόλιγουντ, το Chinawood. Παρά τις συνθήκες περιορισμού και λογοκρισίας που επικρατούν στη χώρα, πολλοί ξένοι σούπερσταρ ήδη ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του κινεζικού δράκου, ενώ η πρόθεση του Γουάνγκ Τζιανλίν, προέδρου του κολοσσού της Wanda Group, να μετατρέψει το παραθαλάσσιο Κινγκτάο σε μητρόπολη του σινεμά ώς το 2017 προκαλεί το ενδιαφέρον ακόμη περισσότερων. Την αρχή έκανε ο Τζέιμς Κάμερον που, μετά την τεράστια εισπρακτική επιτυχία του Avatar το 2010 στην Κίνα, αποφάσισε να επεκτείνει τη συνεργασία του με τους Κινέζους παραγωγούς για τα σίκουελ της ταινίας του.Μεγάλο μέρος του 2011 το πέρασε στην Κίνα και ο κινηματογραφικός Μπάτμαν, Κρίστιαν Μπέιλ, για τα γυρίσματα του μελοδράματος «The Flowers of War», του μεγάλου Κινέζου σκηνοθέτη Ζαν Γιμού, το οποίο μάλιστα ξεχώρισε τη χρονιά που προβλήθηκε ως η τρίτη δημοφιλέστερη ταινία στη χώρα κάνοντας εισπράξεις συνολικά 92,8 εκατ. δολάρια. Ωστόσο, ο ηθοποιός θεωρείται persona non grata στην Κίνα, καθώς κατά τη διάρκεια της προώθησης της ταινίας του επιχείρησε να δει τον Τζεν Γουανγκτσένγκ, έναν ακτιβιστή που είναι σε κατ' οίκον περιορισμό έπειτα από την 4ετή ποινή φυλάκισής του. Οι Αρχές αρνήθηκαν να αφήσουν τον βραβευμένο με Οσκαρ ηθοποιό να πλησιάσει στο σπίτι του Τσεν, με αποτέλεσμα ο Κρίστιαν Μπέιλ να τους επιτεθεί φραστικά και εκείνοι με τη σειρά τους να καταστρέψουν την κάμερα του CNN. Δυσκολίες αντιμετώπισε και ο Κιάνου Ριβς, που εδώ και πέντε χρόνια σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην πιο πρόσφατη αμερικανο-κινεζική συνεργασία, την ταινία «Man of Tai Chi», που ολοκληρώθηκε πέρυσι, ενώ μέσα στο 2014 θα βγει στη μεγάλη οθόνη η ταινία του Νίκολας Κέιτζ «Outcast» που γύρισε ο Νικ Πάουελ στην επαρχία Γιουνάν.Ομως οι σχέσεις των δύο υπερδυνάμεων συσφίχτηκαν περισσότερο με τον «Iron Man 3» της Marvel, που, σε συνεργασία με την DNG Entertainment, γύρισε μια διαφορετική εκδοχή της ταινίας μόνο για το κινεζικό κοινό, στην οποία προστίθενται τέσσερα λεπτά. Σε αυτά ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ εμφανίζεται δίπλα σε εγχώριους σταρ που έχουν εισβάλει στην ιστορία του σούπερ ήρωα με μοντάζ. Αμερική και Κίνα ένωσαν τις δυνάμεις τους και στο «Looper» με τους Τζόσεφ Γκόρντον Λέβιτ και Μπρους Γουίλις, που επίσης «κινεζοποιήθηκε», καθώς προστέθηκαν περισσότερες σκηνές με φόντο τη Σανγκάη, ενώ μέσα στο 2015 αναμένεται η πρώτη επίσημη αμερικανοκινεζική συμπαραγωγή για το «Kung Fu Panda 3». Τη στιγμή που το Χόλιγουντ προσπαθεί να γητεύσει τον κινεζικό δράκο νιώθοντας την καυτή ανάσα του να πλησιάζει και επιθυμώντας παράλληλα να γευτεί την τεράστια κινεζική πίτα του Chinawood, το Βερολίνο υποκλίνεται με τη σειρά του στο κινεζικό ταλέντο, δίνοντας τρία βραβεία σε νέες παραγωγές της χώρας.
Ο κινεζικός κινηματογράφος που άρχισε να σαρώνει τα ευρωπαϊκά βραβεία από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, με πρωτεργάτη τον σκηνοθέτη Ζανγκ Γιμού, έχει εδώ και πολλά χρόνια ξεπεράσει την εσωστρεφή, στρατευμένη περίοδο των χρόνων της Πολιτιστικής Επανάστασης. Σήμερα το μεγάλο στοίχημα των Κινέζων είναι να φέρουν τους σταρ του σινεμά στη χώρα τους, δημιουργώντας το δικό τους Χόλιγουντ, το Chinawood. Παρά τις συνθήκες περιορισμού και λογοκρισίας που επικρατούν στη χώρα, πολλοί ξένοι σούπερσταρ ήδη ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του κινεζικού δράκου, ενώ η πρόθεση του Γουάνγκ Τζιανλίν, προέδρου του κολοσσού της Wanda Group, να μετατρέψει το παραθαλάσσιο Κινγκτάο σε μητρόπολη του σινεμά ώς το 2017 προκαλεί το ενδιαφέρον ακόμη περισσότερων. Την αρχή έκανε ο Τζέιμς Κάμερον που, μετά την τεράστια εισπρακτική επιτυχία του Avatar το 2010 στην Κίνα, αποφάσισε να επεκτείνει τη συνεργασία του με τους Κινέζους παραγωγούς για τα σίκουελ της ταινίας του.Μεγάλο μέρος του 2011 το πέρασε στην Κίνα και ο κινηματογραφικός Μπάτμαν, Κρίστιαν Μπέιλ, για τα γυρίσματα του μελοδράματος «The Flowers of War», του μεγάλου Κινέζου σκηνοθέτη Ζαν Γιμού, το οποίο μάλιστα ξεχώρισε τη χρονιά που προβλήθηκε ως η τρίτη δημοφιλέστερη ταινία στη χώρα κάνοντας εισπράξεις συνολικά 92,8 εκατ. δολάρια. Ωστόσο, ο ηθοποιός θεωρείται persona non grata στην Κίνα, καθώς κατά τη διάρκεια της προώθησης της ταινίας του επιχείρησε να δει τον Τζεν Γουανγκτσένγκ, έναν ακτιβιστή που είναι σε κατ' οίκον περιορισμό έπειτα από την 4ετή ποινή φυλάκισής του. Οι Αρχές αρνήθηκαν να αφήσουν τον βραβευμένο με Οσκαρ ηθοποιό να πλησιάσει στο σπίτι του Τσεν, με αποτέλεσμα ο Κρίστιαν Μπέιλ να τους επιτεθεί φραστικά και εκείνοι με τη σειρά τους να καταστρέψουν την κάμερα του CNN. Δυσκολίες αντιμετώπισε και ο Κιάνου Ριβς, που εδώ και πέντε χρόνια σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην πιο πρόσφατη αμερικανο-κινεζική συνεργασία, την ταινία «Man of Tai Chi», που ολοκληρώθηκε πέρυσι, ενώ μέσα στο 2014 θα βγει στη μεγάλη οθόνη η ταινία του Νίκολας Κέιτζ «Outcast» που γύρισε ο Νικ Πάουελ στην επαρχία Γιουνάν.Ομως οι σχέσεις των δύο υπερδυνάμεων συσφίχτηκαν περισσότερο με τον «Iron Man 3» της Marvel, που, σε συνεργασία με την DNG Entertainment, γύρισε μια διαφορετική εκδοχή της ταινίας μόνο για το κινεζικό κοινό, στην οποία προστίθενται τέσσερα λεπτά. Σε αυτά ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ εμφανίζεται δίπλα σε εγχώριους σταρ που έχουν εισβάλει στην ιστορία του σούπερ ήρωα με μοντάζ. Αμερική και Κίνα ένωσαν τις δυνάμεις τους και στο «Looper» με τους Τζόσεφ Γκόρντον Λέβιτ και Μπρους Γουίλις, που επίσης «κινεζοποιήθηκε», καθώς προστέθηκαν περισσότερες σκηνές με φόντο τη Σανγκάη, ενώ μέσα στο 2015 αναμένεται η πρώτη επίσημη αμερικανοκινεζική συμπαραγωγή για το «Kung Fu Panda 3». Τη στιγμή που το Χόλιγουντ προσπαθεί να γητεύσει τον κινεζικό δράκο νιώθοντας την καυτή ανάσα του να πλησιάζει και επιθυμώντας παράλληλα να γευτεί την τεράστια κινεζική πίτα του Chinawood, το Βερολίνο υποκλίνεται με τη σειρά του στο κινεζικό ταλέντο, δίνοντας τρία βραβεία σε νέες παραγωγές της χώρας.
Πρόθεση της κινεζικής κυβέρνησης είναι να δημιουργήσει παράλληλα και ένα στούντιο συμπαραγωγών στο Χόλιγουντ, καθώς νέες συνεργασίες μπαίνουν στα σκαριά, εφόσον αυτή η σχέση βολεύει ακόμη τις δύο μεγαλύτερες κινηματογραφικές δυνάμεις. Μέχρι όμως εκείνη την ώρα οι Αμερικανοί παραγωγοί είναι υποχρεωμένοι να ταξιδεύουν στο Πεκίνο που κάνει ό,τι μπορεί για να προσελκύσει μεγάλα ονόματα. Τον Σεπτέμβριο του 2013 η Νικόλ Κίντμαν μαζί με τους Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Τζον Τραβόλτα, Γιούαν ΜακΓκρέγκορ, Ζέτα Τζόουνς και διάφοροι άλλοι σταρ του Χόλιγουντ πέταξαν ως την άκρη του κόσμου για να παραστούν στην ανακοίνωση της δημιουργίας τού πιο ακριβού κινηματογραφικού στούντιο στον κόσμο. Λίγο καιρό μετά η Αυστραλιανή σούπερσταρ, συνοδευόμενη από τον Τσάκι Τσαν, περπάτησε στο κόκκινο χαλί των κινεζικών Οσκαρ, βραβείων «Huading», ενώ στην αίθουσα την περίμεναν κι άλλοι γνωστοί Αμερικανοί σελέμπριτις, όπως ο Νίκολας Κέιτζ, ο Κουέντιν Ταραντίνο, ο Τζέρεμι Αϊρονς και ο Μάθιου Πέρι. Ολα αυτά συμβαίνουν βέβαια σε μια χώρα που συνεχίζει να λογοκρίνει αδιάκριτα κινεζικές και ξένες ταινίες, ενώ ο αριθμός των μη κινεζικών ταινιών που προβάλλονται στις αίθουσες της χώρας ήταν μέχρι πρότινος μόνο 20. Επειτα από έντονες πιέσεις η κινεζική κυβέρνηση δέχτηκε να προβάλλονται άλλες 14 ταινίες «πρώτης ποιότητας». Σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη του κινεζικού Χόλιγουντ είναι η συμβολή του μεγιστάνα των ακινήτων Γουάνγκ Τζιανλίν, ο οποίος ανακοίνωσε πέρυσι τον Σεπτέμβριο πως επενδύει από 4,9 έως 8,2 δισ. δολάρια στην κατασκευή της Κινηματογραφικής Μητρόπολης της Ανατολής.