Η επιχείρηση Βαλκυρία ήταν ένα σχέδιο του ναζιστικού στρατού σε περίπτωση γενικής διάλυσης της πολιτικής τάξης του έθνους, το οποίο στόχευε στη συνέχιση της άσκησης της εξουσίας από τους Ναζί. Αργότερα, το σχέδιο αυτό χρησιμοποιήθηκε για την οργάνωση ενός πραξικοπήματος ενάντια στο χιτλερικό καθεστώς.Στο νέο αυτό σχέδιο περιλαμβανόταν και η δολοφονία του Χίτλερ. Η απόπειρα δολοφονίας πραγματοποιήθηκε στις 20 Ιουλίου 1944, αλλά απέτυχε. Στη συνέχεια, το σχέδιο τέθηκε σε εφαρμογή αλλά οι πιστοί στον Χίτλερ στρατιωτικοί κατέπνιξαν το πραξικόπημα.
Ο Αδόλφος Χίτλερ, κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του, έγινε στόχος δολοφονικής επίθεσης πάνω από 30 φορές. Ποτέ όμως δεν βρέθηκε τόσο κοντά στο θάνατο όσο στις 20 Ιουλίου του 1944. Πίσω από την πιο φιλόδοξη επιχείρηση ανατροπής του Χίτλερ βρίσκονταν αρκετοί υψηλά ιστάμενοι αξιωματούχοι όπως ο στρατηγός Λούντβιχ Μπεκ, πρώην επικεφαλής της ΟΚΗ, δηλαδή του γερμανικού Γενικού Επιτελείου Στρατού. Ο Χίτλερ δεν εμπιστευόταν το σώμα των επαγγελματιών αξιωματικών. Μεταξύ τους γνώριζε ότι υπήρχαν πολλοί αμφισβητίες της εξουσίας του και των σχεδίων του. Ο «Φίρερ» δεν έτρεφε άδικα υποψίες. Η εμμονή του να κατευθύνει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις είχε προκαλέσει πολλές αποτυχίες. Οσοι αξιωματικοί είχαν στοιχειώδη ρεαλισμό, έβλεπαν ότι η ήττα ήταν αναπόφευκτη, αλλά δεν τολμούσαν να εκφρασθούν δημόσια για ευνόητους λόγους. Αντιθέτως, εργάζονταν μεθοδικά για να απομακρύνουν -με κάθε τρόπο- τον Χίτλερ από την εξουσία και να εξουδετερώσουν όλους όσοι του απέμεναν πιστοί. Ακολούθως, θα εγκαθιστούσαν μία κυβέρνηση με πολιτικούς όπως ο Καρλ Φρίντριχ Γκέρντελερ που δεν θα ελεγχόταν από το ναζιστικό κόμμα. Σκοπός της κυβέρνησης αυτής θα ήταν η διαπραγμάτευση μιας αξιοπρεπούς ειρήνης με τους Συμμάχους. Βεβαίως, κάτι που δεν θα ήταν εύκολο, δεδομένης της συμμαχικής απαίτησης για άνευ όρων συνθηκολόγηση. Ο κύκλος των συνωμοτών περιελάμβανε τους στρατηγούς Μπεκ, Τρέσκοφ, Ολμπριχτ και τον στρατάρχη Βιτσλέμπεν. Επίσης προσεγγίστηκαν υψηλόβαθμοι αξιωματικοί, όπως οι στρατάρχες Ρόμελ και Κλούγκε, αλλά οι συνωμότες δεν κατόρθωσαν να τους εντάξουν ενεργά στο πλευρό τους. Ηγετικό ρόλο ανάμεσα στους συνωμότες είχε ο υποστράτηγος Χένινγκ φον Τρέσκοφ, επιτελάρχης της Ομάδας Στρατιών «Κέντρο» στο Ανατολικό Μέτωπο. Ο Τρέσκοφ προσπάθησε να τοποθετήσει έναν εκρηκτικό μηχανισμό, καλυμμένο από μία συσκευασία μπράντι, μέσα στο αεροσκάφος που θα μετέφερε τον Χίτλερ στο αρχηγείο του στην Ανατολική Πρωσία μετά το τέλος μίας επίσκεψης στο Ανατολικό Μέτωπο, τον Μάρτιο του 1943. Οι χαμηλές θερμοκρασίες μέσα στο αεροσκάφος δεν άφησαν τον μηχανισμό να ενεργοποιηθεί και ο Χίτλερ επέστρεψε ατσαλάκωτος στο αρχηγείο του, τη διαβόητη «Φωλιά του Λύκου». Οι συνωμότες όφειλαν να προσπαθήσουν περισσότερο.
Η κινηματογραφική ταινία «Επιχείρηση Βαλκυρία», με πρωταγωνιστή τον Τομ Κρουζ, στον ρόλο του συνταγματάρχη Κλάους Φον Στάουφεμπεργκ, έχει χαρακτηριστεί μια από τις πιο εμπορικές ταινίες όλων των εποχών, με θέμα τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποφέροντας κέρδη 200 εκατομμυρίων δολαρίων. Ο Τομ Κρούζ, δέχτηκε να υποδυθεί τον συνταγματάρχη, όταν είδε την καταπληκτική τους ομοιότητα, ενώ τη σύζυγο του στην ταινία την επέλεξε ο ίδιος..
Ο συνταγματάρχης Κλάους Φίλιπ Μαρία Σενκ φον Στάουφενμπεργκ.
Η αποτυχία αυτή δεν απέτρεψε τους συνωμότες και σύντομα τέθηκε σε εφαρμογή ένα τολμηρό εγχείρημα για να εξοντώσουν τον Χίτλερ, έτσι ώστε το κίνημα να έχει σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας. Κεντρική φυσιογνωμία της νέας επιχείρησης ήταν ένας κόμης που καταγόταν από την παλαιά αριστοκρατία, ο συνταγματάρχης Κλάους Φίλιπ Μαρία Σενκ φον Στάουφενμπεργκ. Εμπνεόμενος από το γερμανικό μεγαλοϊδεατισμό, αλλά και θρησκευόμενος, παράλληλα, άνθρωπος, είχε από την αρχή αναπτύξει απέχθεια για το ναζιστικό καθεστώς και τις θεωρίες του. Η ειρωνεία είναι ότι ο Στάουφενμπεργκ είχε χάσει το αριστερό μάτι, το δεξί του χέρι και δύο δάχτυλα από το αριστερό, στην υπηρεσία του ανθρώπου που καλούνταν να δολοφονήσει. Συγκεκριμένα είχε τραυματιστεί στην Τυνησία την άνοιξη του 1943, όταν υπηρετούσε στο επιτελείο της 10ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας. Ενα συμμαχικό αεροσκάφος είχε γαζώσει το όχημα στο οποίο επέβαινε, προκαλώντας του σοβαρά τραύματα. Ο Στάουφενμπεργκ ανέλαβε μετά την αποθεραπεία του καθήκοντα επιτελάρχη στον Ersatzheer (Εφεδρικός Στρατός). Το νέο του αξίωμα προέβλεπε τη συμμετοχή του σε ενημερώσεις του Χίτλερ για την πορεία των εξελίξεων, τόσο στο μέτωπο όσο και στη Γερμανία. Οι συνωμότες γνώριζαν ότι ο Στάουφενμπεργκ έτρεφε συμπάθειες απέναντι στο αντιχιτλερικό κίνημα που αναπτυσσόταν κρυφά στις τάξεις του γερμανικού στρατού. Ηδη από το 1939 ο νεαρός κόμης είχε δεχθεί κρούσεις για να ενταχθεί στις τάξεις των συνωμοτών, κάτι που τελικά συνέβη έπειτα από τρία χρόνια. Ο Εφεδρικός Στρατός θα ανελάμβανε το νευραλγικό έργο της εξουδετέρωσης των αξιωματούχων και των οργανισμών (όπως τα SS) που θωρούνταν πιστοί του Χίτλερ, προκειμένου να εδραιωθεί το κίνημα. Παράλληλα, ο Εφεδρικός Στρατός θα απέτρεπε οποιαδήποτε μορφή κοινωνικής ή πολιτικής αναταραχής, φροντίζοντας να γίνει ομαλά η μετάβαση στη νέα κατάσταση. Η επιχείρηση αυτή ονομάστηκε «Βαλκυρία». Εξυπακούεται ότι το πιο δύσκολο μέρος του σχεδίου ήταν η φυσική εξόντωση του Χίτλερ. Η δολοφονία του φαινόταν υπόθεση ευκολότερη σε σχέση με την κατάληψη των κέντρων εξουσίας του Ράιχ από τους συνωμότες, αλλά μόνο εύκολη δεν ήταν. Οι δεκάδες απόπειρες που ως τότε είχαν αποτύχει το επιβεβαίωναν. Εκτός από τύχη, χρειαζόταν και αποφασιστικότητα, αλλά και κάποιος αποφασισμένος ακόμη και να πεθάνει για να ολοκληρώσει την αποστολή του. Ο Στάουφενμπεργκ είχε αυτή τη θέληση, αλλά η τύχη πολλές φορές παίζει περίεργα παιχνίδια.
Η αποτυχία αυτή δεν απέτρεψε τους συνωμότες και σύντομα τέθηκε σε εφαρμογή ένα τολμηρό εγχείρημα για να εξοντώσουν τον Χίτλερ, έτσι ώστε το κίνημα να έχει σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας. Κεντρική φυσιογνωμία της νέας επιχείρησης ήταν ένας κόμης που καταγόταν από την παλαιά αριστοκρατία, ο συνταγματάρχης Κλάους Φίλιπ Μαρία Σενκ φον Στάουφενμπεργκ. Εμπνεόμενος από το γερμανικό μεγαλοϊδεατισμό, αλλά και θρησκευόμενος, παράλληλα, άνθρωπος, είχε από την αρχή αναπτύξει απέχθεια για το ναζιστικό καθεστώς και τις θεωρίες του. Η ειρωνεία είναι ότι ο Στάουφενμπεργκ είχε χάσει το αριστερό μάτι, το δεξί του χέρι και δύο δάχτυλα από το αριστερό, στην υπηρεσία του ανθρώπου που καλούνταν να δολοφονήσει. Συγκεκριμένα είχε τραυματιστεί στην Τυνησία την άνοιξη του 1943, όταν υπηρετούσε στο επιτελείο της 10ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας. Ενα συμμαχικό αεροσκάφος είχε γαζώσει το όχημα στο οποίο επέβαινε, προκαλώντας του σοβαρά τραύματα. Ο Στάουφενμπεργκ ανέλαβε μετά την αποθεραπεία του καθήκοντα επιτελάρχη στον Ersatzheer (Εφεδρικός Στρατός). Το νέο του αξίωμα προέβλεπε τη συμμετοχή του σε ενημερώσεις του Χίτλερ για την πορεία των εξελίξεων, τόσο στο μέτωπο όσο και στη Γερμανία. Οι συνωμότες γνώριζαν ότι ο Στάουφενμπεργκ έτρεφε συμπάθειες απέναντι στο αντιχιτλερικό κίνημα που αναπτυσσόταν κρυφά στις τάξεις του γερμανικού στρατού. Ηδη από το 1939 ο νεαρός κόμης είχε δεχθεί κρούσεις για να ενταχθεί στις τάξεις των συνωμοτών, κάτι που τελικά συνέβη έπειτα από τρία χρόνια. Ο Εφεδρικός Στρατός θα ανελάμβανε το νευραλγικό έργο της εξουδετέρωσης των αξιωματούχων και των οργανισμών (όπως τα SS) που θωρούνταν πιστοί του Χίτλερ, προκειμένου να εδραιωθεί το κίνημα. Παράλληλα, ο Εφεδρικός Στρατός θα απέτρεπε οποιαδήποτε μορφή κοινωνικής ή πολιτικής αναταραχής, φροντίζοντας να γίνει ομαλά η μετάβαση στη νέα κατάσταση. Η επιχείρηση αυτή ονομάστηκε «Βαλκυρία». Εξυπακούεται ότι το πιο δύσκολο μέρος του σχεδίου ήταν η φυσική εξόντωση του Χίτλερ. Η δολοφονία του φαινόταν υπόθεση ευκολότερη σε σχέση με την κατάληψη των κέντρων εξουσίας του Ράιχ από τους συνωμότες, αλλά μόνο εύκολη δεν ήταν. Οι δεκάδες απόπειρες που ως τότε είχαν αποτύχει το επιβεβαίωναν. Εκτός από τύχη, χρειαζόταν και αποφασιστικότητα, αλλά και κάποιος αποφασισμένος ακόμη και να πεθάνει για να ολοκληρώσει την αποστολή του. Ο Στάουφενμπεργκ είχε αυτή τη θέληση, αλλά η τύχη πολλές φορές παίζει περίεργα παιχνίδια.
Στη «Φωλιά του Λύκου»
Πριν ακόμα προβεί στην κίνησή του ο Στάουφενμπεργκ πραγματοποιήθηκε άλλη μία απόπειρα εναντίον του Χίτλερ σε μία έκθεση νέων στρατιωτικών στολών κοντά στο Σάλτσμπουργκ, στις αρχές του 1944. Αν όλα πήγαιναν καλά, ένα μέλος από την ομάδα που επεδείκνυε τις στολές θα πυροδοτούσε ένα χαρτοφύλακα με εκρηκτικά, αλλά ο Χίτλερ -με τις απρόβλεπτες αλλαγές στο πρόγραμμά του- αρνήθηκε να ... συνεργαστεί. Τον Μάρτιο του 1944 ένας υπασπιστής του στρατάρχη Μπους προσπάθησε να δολοφονήσει τον Χίτλερ πυροβολώντας τον από κοντινή απόσταση. Ο επίδοξος δολοφόνος είχε την ευκαιρία του όταν ο Μπους εκλήθη να ενημερώσει τον «φίρερ», στο Μπέργκχοφ της Βαυαρίας. Οταν όμως πραγματοποιήθηκε η προγραμματισμένη ενημέρωση, απαγορεύτηκε η είσοδος των υπασπιστών στη σύσκεψη και μοιραία το φιλόδοξο σχέδιο ναυάγησε. Ο Στάουφενμπεργκ αντιμετώπισε τις ίδιες δυσκολίες κατά τις πρώτες απόπειρές του να δολοφονήσει τον Χίτλερ. Στις 11 και στις 15 Ιουλίου έγιναν δύο συσκέψεις, στις οποίες συμμετείχε αλλά δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει την αποστολή του γιατί στην πρώτη απουσίαζαν οι Γκέρινγκ και Χίμλερ, ενώ κατά τη διάρκεια της δεύτερης ο Χίτλερ αποχώρησε κάποια στιγμή χωρίς προειδοποίηση. Η τρίτη προσπάθεια θα ήταν και η μοιραία. Στις 20 Ιουλίου 1944 ο 37χρονος συνταγματάρχης έφθασε στη «Φωλιά του Λύκου», στο αρχηγείο του Χίτλερ στο Ράστενμπουργκ της Ανατολικής Πρωσίας κρατώντας ένα χαρτοφύλακα με δύο βόμβες. Το σχέδιο προέβλεπε να ενεργοποιήσει τις βόμβες, να τις αφήσει κοντά στον Χίτλερ στην αίθουσα των συσκέψεων και ύστερα να εξέλθει με πρόφαση ένα δήθεν επείγον τηλεφώνημα. Ακολούθως, θα αναχωρούσε αεροπορικώς για το Βερολίνο για την έναρξη της επιχείρησης «Βαλκυρία», αφού πρώτα ενημέρωνε τους συντρόφους του για τα αποτελέσματα της βομβιστικής επίθεσης. Ομως οι αναποδιές σημάδεψαν από την αρχή το σχέδιο του Στάουφενμπεργκ. Αρχικά κατόρθωσε να ενεργοποιήσει μόνο τη μία βόμβα, αλλά τουλάχιστον την τοποθέτησε κοντά στο «στόχο». Στη συνέχεια, όμως, κάποιος μετακίνησε τυχαία το χαρτοφύλακα με τα εκρηκτικά μακριά από τον Χίτλερ. Αλλά το χειρότερο για τους συνωμότες ήταν ότι η σύσκεψη δεν πραγματοποιήθηκε, όπως προοριζόταν, σε κάποια υπόγεια αίθουσα με ενισχυμένους τοίχους, αλλά σε μία άλλη με παράθυρα. Αναπόφευκτα, τα αέρια της έκρηξης θα εκτονώνονταν από τα παράθυρα και δεν θα είχαν την καταστροφική δύναμη μιας έκρηξης σε ένα «τυφλό» υπόγειο. Οταν η βόμβα εξερράγη στις 12.50, ο Στάουφενμπεργκ ήταν σίγουρος ότι ο Χίτλερ σκοτώθηκε και πληροφόρησε σχετικά τους συντρόφους του. Στην πραγματικότητα είχαν σκοτωθεί δύο στρατηγοί, ένας συνταγματάρχης και ένας στενογράφος, αλλά ο Χίτλερ επέζησε με ελαφρά τραύματα και προβλήματα στην ακοή. Ο Στάουφενμπεργκ, πάντως, κατόρθωσε να διαφύγει πριν η φρουρά «σφραγίσει» το αρχηγείο.
Πριν ακόμα προβεί στην κίνησή του ο Στάουφενμπεργκ πραγματοποιήθηκε άλλη μία απόπειρα εναντίον του Χίτλερ σε μία έκθεση νέων στρατιωτικών στολών κοντά στο Σάλτσμπουργκ, στις αρχές του 1944. Αν όλα πήγαιναν καλά, ένα μέλος από την ομάδα που επεδείκνυε τις στολές θα πυροδοτούσε ένα χαρτοφύλακα με εκρηκτικά, αλλά ο Χίτλερ -με τις απρόβλεπτες αλλαγές στο πρόγραμμά του- αρνήθηκε να ... συνεργαστεί. Τον Μάρτιο του 1944 ένας υπασπιστής του στρατάρχη Μπους προσπάθησε να δολοφονήσει τον Χίτλερ πυροβολώντας τον από κοντινή απόσταση. Ο επίδοξος δολοφόνος είχε την ευκαιρία του όταν ο Μπους εκλήθη να ενημερώσει τον «φίρερ», στο Μπέργκχοφ της Βαυαρίας. Οταν όμως πραγματοποιήθηκε η προγραμματισμένη ενημέρωση, απαγορεύτηκε η είσοδος των υπασπιστών στη σύσκεψη και μοιραία το φιλόδοξο σχέδιο ναυάγησε. Ο Στάουφενμπεργκ αντιμετώπισε τις ίδιες δυσκολίες κατά τις πρώτες απόπειρές του να δολοφονήσει τον Χίτλερ. Στις 11 και στις 15 Ιουλίου έγιναν δύο συσκέψεις, στις οποίες συμμετείχε αλλά δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει την αποστολή του γιατί στην πρώτη απουσίαζαν οι Γκέρινγκ και Χίμλερ, ενώ κατά τη διάρκεια της δεύτερης ο Χίτλερ αποχώρησε κάποια στιγμή χωρίς προειδοποίηση. Η τρίτη προσπάθεια θα ήταν και η μοιραία. Στις 20 Ιουλίου 1944 ο 37χρονος συνταγματάρχης έφθασε στη «Φωλιά του Λύκου», στο αρχηγείο του Χίτλερ στο Ράστενμπουργκ της Ανατολικής Πρωσίας κρατώντας ένα χαρτοφύλακα με δύο βόμβες. Το σχέδιο προέβλεπε να ενεργοποιήσει τις βόμβες, να τις αφήσει κοντά στον Χίτλερ στην αίθουσα των συσκέψεων και ύστερα να εξέλθει με πρόφαση ένα δήθεν επείγον τηλεφώνημα. Ακολούθως, θα αναχωρούσε αεροπορικώς για το Βερολίνο για την έναρξη της επιχείρησης «Βαλκυρία», αφού πρώτα ενημέρωνε τους συντρόφους του για τα αποτελέσματα της βομβιστικής επίθεσης. Ομως οι αναποδιές σημάδεψαν από την αρχή το σχέδιο του Στάουφενμπεργκ. Αρχικά κατόρθωσε να ενεργοποιήσει μόνο τη μία βόμβα, αλλά τουλάχιστον την τοποθέτησε κοντά στο «στόχο». Στη συνέχεια, όμως, κάποιος μετακίνησε τυχαία το χαρτοφύλακα με τα εκρηκτικά μακριά από τον Χίτλερ. Αλλά το χειρότερο για τους συνωμότες ήταν ότι η σύσκεψη δεν πραγματοποιήθηκε, όπως προοριζόταν, σε κάποια υπόγεια αίθουσα με ενισχυμένους τοίχους, αλλά σε μία άλλη με παράθυρα. Αναπόφευκτα, τα αέρια της έκρηξης θα εκτονώνονταν από τα παράθυρα και δεν θα είχαν την καταστροφική δύναμη μιας έκρηξης σε ένα «τυφλό» υπόγειο. Οταν η βόμβα εξερράγη στις 12.50, ο Στάουφενμπεργκ ήταν σίγουρος ότι ο Χίτλερ σκοτώθηκε και πληροφόρησε σχετικά τους συντρόφους του. Στην πραγματικότητα είχαν σκοτωθεί δύο στρατηγοί, ένας συνταγματάρχης και ένας στενογράφος, αλλά ο Χίτλερ επέζησε με ελαφρά τραύματα και προβλήματα στην ακοή. Ο Στάουφενμπεργκ, πάντως, κατόρθωσε να διαφύγει πριν η φρουρά «σφραγίσει» το αρχηγείο.
Κάποιοι ερευνητές διατείνονται ότι, αν ο Στάουφενμπεργκ είχε τοποθετήσει σε διαφορετικό σημείο τον χαρτοφύλακα με την βόμβα (όχι τόσο κοντά στο χοντρό πόδι του δρύινου τραπεζιού), το ωστικό κύμα της βόμβας θα είχε επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, σκοτώνοντας τον Χίτλερ. Αυτό είναι αλήθεια, γιατί όσοι βρίσκονταν κοντά στον Χίτλερ με την έκρηξη της βόμβας είτε σκοτώθηκαν είτε τραυματίσθηκαν πολύ σοβαρά. Η μόνη εξήγηση του ελαφρού τραυματισμού του Χίτλερ (έσπασε το τύμπανο σε ένα από τα αυτιά του και τραυματίστηκε ελαφρά στον ώμο) βρίσκεται στην προστασία του από το δρύινο τραπέζι. Διατείνονται, επίσης, ότι αν ο Στάουφενμπεργκ είχε φέρει μαζί του και τη δεύτερη βόμβα (την είχε αφήσει στο χώρο αποσκευών του αυτοκινήτου του) έστω και όχι οπλισμένη, η έκρηξη της πρώτης θα πυροδοτούσε και την δεύτερη, με αποτέλεσμα να μην μείνει κανείς ζωντανός στο Καταφύγιο. Αυτό, ωστόσο, δεν θα ήταν εκ των πραγμάτων δυνατόν, καθώς ο Στάουφενμπεργκ ήταν πλέον μονόχειρ και δεν θα του ήταν δυνατό να μεταφέρει δύο χαρτοφύλακες με ένα - ακρωτηριασμένο - χέρι.
Τραγικός επίλογος με εκτελέσεις και αυτοκτονίες
Στο Βερολίνο οι συνωμότες προχώρησαν σε συλλήψεις σημαινόντων ναζί και ανθρώπων των SS και της Γκεστάπο. Παράλληλα, προσέγγισαν ανώτατους αξιωματικούς που δεν ήταν μυημένοι στο κίνημα και προσπάθησαν να κερδίσουν την υποστήριξή τους. Οι περισσότεροι δεν είχαν αντίρρηση, εφόσον υπήρχαν απτές αποδείξεις ότι ο Χίτλερ πέθανε. Ομως ο Χίτλερ ζούσε και ο μηχανισμός προπαγάνδας του Γκέμπελς έδρασε αστραπιαία και ενημέρωσε αμέσως τα κέντρα εξουσίας ότι ο «φίρερ» ζει. Οι συνωμότες έχασαν το πιο δυνατό χαρτί τους και σταδιακά όλοι οι ουδέτεροι πήραν αποστάσεις από το κίνημα. Ο Στάουφενμπεργκ και οι σύντροφοί του τερμάτισαν με τραγικό τέλος τη ζωή τους. Ο ίδιος εκτελέστηκε μαζί με άλλους τρεις αξιωματικούς στην αυλή του Αρχηγείου Στρατού, λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 20ής - 21ης Ιουλίου 1944. Αλλοι αυτοκτόνησαν και άλλοι, μεταξύ των οποίων και ο αδελφός του Μπέρτχολντ, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο με συνοπτικές διαδικασίες. Ορισμένοι καταδικασθέντες στραγγαλίστηκαν με χορδές πιάνου και οι εκτελέσεις κινηματογραφήθηκαν για να τις απολαύσει αργότερα ο Χίτλερ. Πάνω από 200 άνθρωποι εκτελέστηκαν εξαιτίας της ανάμειξής τους στη συνωμοσία εναντίον του «φίρερ». Ακολούθησε πογκρόμ διώξεων εντός κι εκτός στρατεύματος. Χιλιάδες άνθρωποι εκτελέστηκαν ή οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως για να ικανοποιηθεί η ναζιστική μανία για εκδίκηση. Ούτε ο διάσημος στρατάρχης Ρόμελ γλίτωσε από τις διώξεις. Οι άνθρωποι του καθεστώτος έθεσαν στην «Αλεπού της Ερήμου» το δίλημμα: δίκη - παρωδία και ατίμωση ή αυτοκτονία. Προτίμησε το δεύτερο για να εξασφαλίσει την υστεροφημία του και την επιβίωση της οικογένειάς του. Ενα εξάμηνο μετά, το οικοδόμημα του Γ' Ράιχ κατέρρευσε με εκκωφαντικό τρόπο.
Στο Βερολίνο οι συνωμότες προχώρησαν σε συλλήψεις σημαινόντων ναζί και ανθρώπων των SS και της Γκεστάπο. Παράλληλα, προσέγγισαν ανώτατους αξιωματικούς που δεν ήταν μυημένοι στο κίνημα και προσπάθησαν να κερδίσουν την υποστήριξή τους. Οι περισσότεροι δεν είχαν αντίρρηση, εφόσον υπήρχαν απτές αποδείξεις ότι ο Χίτλερ πέθανε. Ομως ο Χίτλερ ζούσε και ο μηχανισμός προπαγάνδας του Γκέμπελς έδρασε αστραπιαία και ενημέρωσε αμέσως τα κέντρα εξουσίας ότι ο «φίρερ» ζει. Οι συνωμότες έχασαν το πιο δυνατό χαρτί τους και σταδιακά όλοι οι ουδέτεροι πήραν αποστάσεις από το κίνημα. Ο Στάουφενμπεργκ και οι σύντροφοί του τερμάτισαν με τραγικό τέλος τη ζωή τους. Ο ίδιος εκτελέστηκε μαζί με άλλους τρεις αξιωματικούς στην αυλή του Αρχηγείου Στρατού, λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 20ής - 21ης Ιουλίου 1944. Αλλοι αυτοκτόνησαν και άλλοι, μεταξύ των οποίων και ο αδελφός του Μπέρτχολντ, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο με συνοπτικές διαδικασίες. Ορισμένοι καταδικασθέντες στραγγαλίστηκαν με χορδές πιάνου και οι εκτελέσεις κινηματογραφήθηκαν για να τις απολαύσει αργότερα ο Χίτλερ. Πάνω από 200 άνθρωποι εκτελέστηκαν εξαιτίας της ανάμειξής τους στη συνωμοσία εναντίον του «φίρερ». Ακολούθησε πογκρόμ διώξεων εντός κι εκτός στρατεύματος. Χιλιάδες άνθρωποι εκτελέστηκαν ή οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως για να ικανοποιηθεί η ναζιστική μανία για εκδίκηση. Ούτε ο διάσημος στρατάρχης Ρόμελ γλίτωσε από τις διώξεις. Οι άνθρωποι του καθεστώτος έθεσαν στην «Αλεπού της Ερήμου» το δίλημμα: δίκη - παρωδία και ατίμωση ή αυτοκτονία. Προτίμησε το δεύτερο για να εξασφαλίσει την υστεροφημία του και την επιβίωση της οικογένειάς του. Ενα εξάμηνο μετά, το οικοδόμημα του Γ' Ράιχ κατέρρευσε με εκκωφαντικό τρόπο.
Σκληρά αντίποινα περιμένουν και ολόκληρη την οικογένεια Στάουφενμπεργκ: Συλλαμβάνονται και φυλακίζονται όλα της τα μέλη (μεταξύ των οποίων και τα τρία ανήλικα παιδιά του Κλάους) και ο Φύρερ διατάσσει την εξάλειψη του ονόματος αυτού "από όλα τα ληξιαρχεία του Ράιχ". Μερικές ώρες αργότερα, σε συνάντησή του με τον Μουσολίνι, ο Χίτλερ διατείνεται ότι ήταν η θεία Πρόνοια που τον εφύλαξε. Η σύζυγος του Κλάους, Νίνα με την οποία είχαν αποκτήσει τέσσερα παιδιά, ήταν έγκυος. Αδιαφορώντας γι' αυτό, την κλείνουν στο Στρατόπεδο του Στούτχοφ, όπου και γεννήθηκε το πέμπτο παιδί της οικογένειας, η Κοστάντσε. Τα υπόλοιπα παιδιά τους,υποχρεώνονται σε κατ' οίκον περιορισμό, χωρίς να τους ανακοινωθεί γιατί, μέχρι το τέλος του πολέμου. Τα υποχρεώνουν, επίσης, να αλλάξουν το επώνυμό τους, καθώς με εντολή του Χίτλερ, το όνομα Στάουφενμπεργκ είναι πλέον μη αποδεκτό σε όλο το Ράιχ. Η Νίνα απεβίωσε το 2006 σε ηλικία 92 ετών.