«Ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ είναι η `μητέρα` όλων των πολέμων του Κόλπου. Ηταν ο πιο μακρύς πόλεμος του εικοστού αιώνα και ο πόλεμος με τα περισσότερα θύματα στη Μέση Ανατολή: 680.000 νεκροί και αγνοούμενοι (180.000 Ιρακινοί και 500.000 Ιρανοί) και πάνω από 1,8 εκατομμύρια τραυματίες και ακρωτηριασμένοι. Ο πόλεμος αυτός δημιούργησε ένα νέο γεωπολιτικό δεδομένο στην περιοχή. Οι Δυτικοί επέστρεψαν στον Κόλπο και η στρατιωτική τους παρουσία (κυρίως η αμερικανική) ενισχύθηκε.Ξεκίνησε επίσης η διείσδυση της Σοβιετικής Ενωσης (και στη συνέχεια της Ρωσίας) και της Κίνας. Αν και το Ιράκ επισήμως νίκησε, το βέβαιο είναι ότι αποδυναμώθηκε και απομονώθηκε. Οσο για το Ιράν, εξοστρακίστηκε τελείως από τη διεθνή σκηνή. Και οι μοναρχίες του πετρελαίου άρχισαν να ονειρεύονται έναν σημαντικό περιφερειακό ρόλο».
Ο Πόλεμος Ιράν-Ιράκ, ήταν ένοπλη σύγκρουση ανάμεσα στις στρατιωτικές δυνάμεις του Ιράν και του Ιράκ, με διάρκεια από το Σεπτέμβρη του 1980 ως τον Αύγουστο του 1988, χρονικό διάστημα που του έδωσε το θλιβερό προνόμιο του μεγαλύτερου σε διάρκεια συμβατικού πολέμου του 20ου αιώνα.
Στις 22 του Σεπτέμβρη 1980 τα ιρακινά στρατεύματα εισβάλλουν στο ιρανικό έδαφος με σκοπό να αποκτήσουν τον πλήρη έλεγχο του διαύλου Σατ Αλ Αράμπ και καταστρέφουν τα μεγάλα διυλιστήρια του Αμπαντάν και το λιμάνι του Χοραμσάρ, ενώ η Τεχεράνη κλείνει τα στενά του Ορμούζ, όπου εγκλωβίζονται δεκάδες δεξαμενόπλοια, με αποτέλεσμα την εκδήλωση πανικού σ' όλο τον κόσμο για πιθανότητα μεγάλης πετρελαϊκής κρίσης. Αρχίζει ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ. Τα βαριά σύννεφα στις σχέσεις Βαγδάτης-Τεχεράνης είχαν παρουσιαστεί από το δεύτερο εξάμηνο του 1979. Αυτό που εμφανιζόταν ως διαφορά ήταν η κυριαρχία του πλωτού διαύλου Σατ Ελ Αράμπ. Πρόκειται για μια τεράστια υδάτινη αρτηρία, στην οποία συνενώνονται οι δυο μεγάλοι ποταμοί του Ιράκ, ο Τίγρης και ο Ευφράτης, καταλήγοντας στο μυχό του Περσικού Κόλπου. Η στρατηγική σημασία της αρτηρίας είναι τεράστια, καθώς αυτός που την κατέχει ελέγχει όχι μόνο τα τεράστια υδάτινα αποθέματα, αλλά και τα αποθέματα των πετρελαίων του Περσικού Κόλπου. Το Σατ Ελ Αράμπ αποτελούσε προαιώνια εστία αιματηρών ανταγωνισμών μεταξύ Περσών και Αράβων. Το 1975, με τη συμφωνία του Αλγερίου, η κυριαρχία του Σατ Ελ Αράμπ μοιράστηκε στο Ιράν και στο Ιράκ. Το καλοκαίρι του 1980 ο Σαντάμ Χουσεΐν εγείρει θέμα, ζητώντας την απόλυτη ιρακινή κυριαρχία στη συγκεκριμένη περιοχή. Ωστόσο, πίσω από τις ιρακινές διεκδικήσεις υπήρχαν πολλά και ποικίλα συμφέροντα. Εκείνη την εποχή το Ιράν συνταρασσόταν από την επανάσταση, που οδήγησε στην ανατροπή του Σάχη και στην εγκαθίδρυση του ισλαμικού καθεστώτος. Η κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη και η ομηρία των Αμερικανών διπλωματών συντηρούσαν τη σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Απ' την άλλη, ο Σαντάμ Χουσεΐν πίστευε ότι η αποδυνάμωση του ιρανικού στρατού τού έδινε τη δυνατότητα για έναν σύντομο και νικηφόρο πόλεμο, απ' τον οποίο θα έβγαινε κυρίαρχος της περιοχής και το Ιράκ θα καθίστατο η πρώτη περιφερειακή δύναμη. Για τις ΗΠΑ, ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία προκειμένου να αποκαταστήσουν και να ενισχύσουν τα ερείσματά τους στην περιοχή. Οι διεθνείς αναλυτές συνέκλιναν τότε ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενθάρρυνε τον Σαντάμ να προχωρήσει στην επίθεση. Ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ κράτησε πολλούς μήνες, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν, οι οικονομίες των δύο χωρών καταστράφηκαν και στον τελικό «λογαριασμό» κερδισμένοι βγήκαν οι Αμερικανοί.
Το Ιράκ σκόπευε να διαδεχθεί το Ιράν στην πολιτική πρωτοκαθεδρία των κρατών του Περσικού Κόλπου. Παρόλο που το Ιράκ ήλπιζε να εκμεταλλευτεί το χάος που είχε προκαλέσει η πρόσφατη επανάσταση στο Ιράν και επιτέθηκε χωρίς επίσημη κήρυξη πολέμου, δεν κατάφερε να επιτύχει παρά περιορισμένη προέλαση εντός της ιρανικής επικράτειας και τελικώς εντός λίγων μηνών αναχαιτίστηκε από τους Ιρανούς που επανέκτησαν όλα τα χαμένα εδάφη τους μέχρι τον Ιούνιο του 1982. Τα επόμενα έξι χρόνια, το Ιράν ήταν στην επίθεση. Παρόλο που το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε κάλεσε σε κατάπαυση του πυρός τις δυο πλευρές, οι εχθροπραξίες συνεχίστηκαν μέχρι τον Αύγουστο του 1988. Ο πόλεμος τελικώς έληξε με μεσολάβηση του Ο.Η.Ε. που οδήγησε σε κατάπαυση του πυρός κατόπιν του ψηφίσματος 598 του Συμβουλίου Ασφαλείας, ψήφισμα που αποδέχθηκαν τα εμπόλεμα μέρη. Μετά από αρκετές εβδομάδες τα ιρανικά στρατεύματα εγκατέλειψαν την ιρακινή επικράτεια και τα σύνορα των δύο χωρών παρέμειναν όπως ήταν πριν τον πόλεμο (σύμφωνα με τη Συνθήκη του Αλγερίου 1975). Το 2003, 15 ολόκληρα χρόνια μετά, οι δυο χώρες αντήλλαξαν τους τελευταίους αιχμαλώτους του ανηλεούς εκείνου πολέμου.
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ είχε για το νέο ισλαμικό καθεστώς του Ιράν απροσδόκητα οφέλη. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο αγιατολάχ Χομεϊνί τον είχε χαρακτηρίσει «ευλογία», αφού επέτρεψε στο καθεστώς να ριζοσπαστικοποιηθεί ιδεολογικά και να εξουδετερώσει όλους τους εσωτερικούς του εχθρούς, είτε ήταν λαϊκοί είτε μαρξιστές, φιλελεύθεροι ή μετριοπαθείς θρήσκοι. Εκείνη την εποχή επίσης σχηματίστηκαν οι Φρουροί της Επανάστασης και η πολιτοφυλακή των μπασιτζί, που πρωταγωνίστησαν σε φονικές επιθέσεις εναντίον του Ιράν χωρίς όμως να μπορέσουν να αλλάξουν πολλά πράγματα στο πεδίο της μάχης. Η επίσημη ιστορία έγραψε ότι οι Φρουροί της Επανάστασης κέρδισαν τον πόλεμο και όποιος υποστήριζε το αντίθετο κατέληγε στη φυλακή. Στην πραγματικότητα, ο τακτικός στρατός ήταν εκείνος που επέτρεψε στο καθεστώς να αμυνθεί τόσο απέναντι στο Ιράκ όσο και απέναντι στους κούρδους αυτονομιστές.Το 1983,, οι Ιρακινοί χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά χημικά όπλα τόσο εναντίον των ιρανικών στρατευμάτων όσο και εναντίον των Κούρδων, για να τους τιμωρήσουν επειδή διευκόλυναν την προέλαση των ιρανικών στρατευμάτων στο ιρακινό Κουρδιστάν. Μέχρι το 1988, ο Σαντάμ χρησιμοποιούσε τακτικά χημικά όπλα στο μέτωπο, εν γνώσει φυσικά των Αμερικανών και των Ευρωπαίων, που έκαναν τα στραβά μάτια! Η νίκη του Σαντάμ ήταν όμως «πύρρεια». Εκτός του ότι αποδυνάμωσε το καθεστώς του, τον οδήγησε να εισβάλει το 1990 στο Κουβέιτ, γεγονός που ήταν η αρχή του τέλους του.
Ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ είχε για το νέο ισλαμικό καθεστώς του Ιράν απροσδόκητα οφέλη. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο αγιατολάχ Χομεϊνί τον είχε χαρακτηρίσει «ευλογία», αφού επέτρεψε στο καθεστώς να ριζοσπαστικοποιηθεί ιδεολογικά και να εξουδετερώσει όλους τους εσωτερικούς του εχθρούς, είτε ήταν λαϊκοί είτε μαρξιστές, φιλελεύθεροι ή μετριοπαθείς θρήσκοι. Εκείνη την εποχή επίσης σχηματίστηκαν οι Φρουροί της Επανάστασης και η πολιτοφυλακή των μπασιτζί, που πρωταγωνίστησαν σε φονικές επιθέσεις εναντίον του Ιράν χωρίς όμως να μπορέσουν να αλλάξουν πολλά πράγματα στο πεδίο της μάχης. Η επίσημη ιστορία έγραψε ότι οι Φρουροί της Επανάστασης κέρδισαν τον πόλεμο και όποιος υποστήριζε το αντίθετο κατέληγε στη φυλακή. Στην πραγματικότητα, ο τακτικός στρατός ήταν εκείνος που επέτρεψε στο καθεστώς να αμυνθεί τόσο απέναντι στο Ιράκ όσο και απέναντι στους κούρδους αυτονομιστές.Το 1983,, οι Ιρακινοί χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά χημικά όπλα τόσο εναντίον των ιρανικών στρατευμάτων όσο και εναντίον των Κούρδων, για να τους τιμωρήσουν επειδή διευκόλυναν την προέλαση των ιρανικών στρατευμάτων στο ιρακινό Κουρδιστάν. Μέχρι το 1988, ο Σαντάμ χρησιμοποιούσε τακτικά χημικά όπλα στο μέτωπο, εν γνώσει φυσικά των Αμερικανών και των Ευρωπαίων, που έκαναν τα στραβά μάτια! Η νίκη του Σαντάμ ήταν όμως «πύρρεια». Εκτός του ότι αποδυνάμωσε το καθεστώς του, τον οδήγησε να εισβάλει το 1990 στο Κουβέιτ, γεγονός που ήταν η αρχή του τέλους του.
Η νίκη του Σαντάμ ήταν όμως «πύρρεια». Εκτός του ότι αποδυνάμωσε το καθεστώς του, τον οδήγησε να εισβάλει το 1990 στο Κουβέιτ, γεγονός που ήταν η αρχή του τέλους του. Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι με τον τρίτο πόλεμο του Κόλπου, το 2003, ο Τζορτζ Μπους πρόσφερε στους Ιρανούς τη νίκη που ονειρεύονταν επί οκτώ χρόνια. Πρωταγωνιστές στο Ιράν στη διάρκεια εκείνου του πολέμου ήταν ο Αλί Χαμενεϊ και ο Χασεμί Ραφσαντζανί. Οι ίδιοι άνθρωποι πρωταγωνιστούν ουσιαστικά και σήμερα. Ο ανταγωνισμός ανάμεσά τους επιτρέπει να καταλάβουμε τη λειτουργία της ιρανικής εξουσίας. Και οι δύο επιδίωκαν να διαδεχθούν τον Χομεϊνί και θεωρούσαν τον πόλεμο ένα μέσο για την επιβολή της ηγεσίας τους. Ο Ραφσαντζανί θα μπορούσε επανειλημμένα να σταματήσει τον πόλεμο, αλλά τον συνέχισε τεχνητά για να ενισχύσει την εξουσία του. Ο ίδιος ανταγωνισμός συνεχίζεται και σήμερα. Η εκλογή του Χασάν Ροχανί στην προεδρία της χώρας, ενός μουλά που πρόσκειται στον Χαμενεϊ και είναι ταυτόχρονα «πουλέν» του Ραφσαντζανί, ήταν ένας συμβιβασμός που επέτρεψε στους δύο άνδρες να σώσουν τα προσχήματα. Ο Ροχανί κάνει τώρα ανοίγματα στη Δύση επειδή το καθεστώς γνωρίζει ότι ο χρόνος κυλά εις βάρος του και θέλει την εξομάλυνση με τη Δύση για να προσελκύσει ξένα κεφάλαια. Ο Χαμενεϊ διδάχθηκε από τον πόλεμο με το Ιράκ. Προτιμά να διαπραγματευθεί με τους Δυτικούς προτού οι οικονομικές κυρώσεις οδηγήσουν στο τέλος του καθεστώτος. Η μελέτη του πολέμου Ιράν-Ιράκ, καταλήγει , δείχνει ότι το ιρανικό καθεστώς κινείται με βάση τη λογική: δέχεται ένα συμβιβασμό όταν κρίνει πως είναι προς το συμφέρον του, όταν τα ταμεία αδειάζουν ή όταν υπάρχει μια σοβαρή εξωτερική στρατιωτική απειλή. Στη σημερινή κατάσταση, το καθεστώς συνειδητοποίησε ότι το συμφέρει να διαπραγματευθεί με τους Δυτικούς για να σώσει την οικονομία του και να αποτρέψει μια κοινωνική έκρηξη.
ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Ο πόλεμος κόστισε τεράστιο αριθμό ανθρώπινων ζωών, κατέστρεψε την οικονομία και των δύο χωρών και άπλωσε τη βαριά σκιά του πάνω από τον Περσικό Κόλπο για σχεδόν μια δεκαετία, μονοπωλώντας το ενδιαφέρον των διεθνών μέσων ενημέρωσης, ως το σημαντικότερο γεγονός της εποχής σε παγκόσμιο επίπεδο (μαζί με τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν), λίγο πριν την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ο πόλεμος συχνά συγκρίνεται με τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς οι πολεμικές τακτικές που ακολουθήθηκαν έμοιαζαν πολύ με αυτές του Μεγάλου Πολέμου, με την ευρείας κλίμακας χρήση χαρακωμάτων, πολυβολείων, κατά μέτωπον επιθέσεων με χρήση ξιφολόγχης, χρήση συρματοπλεγμάτων, επιθέσεων κατά κύματα μέσα από φονικές ζώνες πυρός και εκτεταμένη και συστηματική χρήση χημικών όπλων όπως το αέριο μουστάρδας εναντίον των Ιρανών στρατιωτών και πολιτών και των Κούρδων του Ιράκ, με διαταγή του Σαντάμ Χουσεΐν, ηγέτη του κόμματος Μπάαθ που κυβερνούσε τότε το Ιράκ. Την ίδια εποχή το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε έκανε λόγο για χημικά όπλα που είχαν χρησιμοποιηθεί στον πόλεμο. Παρόλα αυτά, το Ιράκ δεν κατονομαζόταν στις σχετικές αναφορές του Οργανισμού, με αποτέλεσμα η διεθνής κοινότητα να δεχτεί επικρίσεις ότι παρέμενε σιωπηλή ενώ το Ιράκ χρησιμοποιούσε όπλα μαζικής καταστροφής εναντίον των Ιρανών και των Ιρακινών Κούρδων. Θεωρείται ότι οι Η.Π.Α εμπόδισαν τον Ο.Η.Ε από το να καταδικάσει φανερά το Ιράκ, καθότι μόλις είχε γίνει η Ιρανική Επανάσταση του 1979 που είχε σημάνει την αποπομπή του σάχη, εκλεκτού των Αμερικανών και την ανάρρηση στην εξουσία των φανατικών ισλαμιστών (οι επονομαζόμενοι Φρουροί της Επανάστασης) υπό την πνευματική καθοδήγηση του Αγιατολάχ Χομεϊνί, ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη του Ιράν, αλλά και επειδή εκείνη την εποχή ο Σαντάμ Χουσεΐν εξυπηρετούσε τα στρατηγικά τους συμφέροντα στην περιοχή, αποτελώντας σύμμαχό τους, τον οποίο εφοδίαζαν κρυφά με οπλισμό και εφόδια.
Ο πόλεμος κόστισε τεράστιο αριθμό ανθρώπινων ζωών, κατέστρεψε την οικονομία και των δύο χωρών και άπλωσε τη βαριά σκιά του πάνω από τον Περσικό Κόλπο για σχεδόν μια δεκαετία, μονοπωλώντας το ενδιαφέρον των διεθνών μέσων ενημέρωσης, ως το σημαντικότερο γεγονός της εποχής σε παγκόσμιο επίπεδο (μαζί με τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν), λίγο πριν την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ο πόλεμος συχνά συγκρίνεται με τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς οι πολεμικές τακτικές που ακολουθήθηκαν έμοιαζαν πολύ με αυτές του Μεγάλου Πολέμου, με την ευρείας κλίμακας χρήση χαρακωμάτων, πολυβολείων, κατά μέτωπον επιθέσεων με χρήση ξιφολόγχης, χρήση συρματοπλεγμάτων, επιθέσεων κατά κύματα μέσα από φονικές ζώνες πυρός και εκτεταμένη και συστηματική χρήση χημικών όπλων όπως το αέριο μουστάρδας εναντίον των Ιρανών στρατιωτών και πολιτών και των Κούρδων του Ιράκ, με διαταγή του Σαντάμ Χουσεΐν, ηγέτη του κόμματος Μπάαθ που κυβερνούσε τότε το Ιράκ. Την ίδια εποχή το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε έκανε λόγο για χημικά όπλα που είχαν χρησιμοποιηθεί στον πόλεμο. Παρόλα αυτά, το Ιράκ δεν κατονομαζόταν στις σχετικές αναφορές του Οργανισμού, με αποτέλεσμα η διεθνής κοινότητα να δεχτεί επικρίσεις ότι παρέμενε σιωπηλή ενώ το Ιράκ χρησιμοποιούσε όπλα μαζικής καταστροφής εναντίον των Ιρανών και των Ιρακινών Κούρδων. Θεωρείται ότι οι Η.Π.Α εμπόδισαν τον Ο.Η.Ε από το να καταδικάσει φανερά το Ιράκ, καθότι μόλις είχε γίνει η Ιρανική Επανάσταση του 1979 που είχε σημάνει την αποπομπή του σάχη, εκλεκτού των Αμερικανών και την ανάρρηση στην εξουσία των φανατικών ισλαμιστών (οι επονομαζόμενοι Φρουροί της Επανάστασης) υπό την πνευματική καθοδήγηση του Αγιατολάχ Χομεϊνί, ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη του Ιράν, αλλά και επειδή εκείνη την εποχή ο Σαντάμ Χουσεΐν εξυπηρετούσε τα στρατηγικά τους συμφέροντα στην περιοχή, αποτελώντας σύμμαχό τους, τον οποίο εφοδίαζαν κρυφά με οπλισμό και εφόδια.