- "Δύο χρόνια πριν από το Γούντστοκ, το μεγαλύτερο κοινό για το οποίο είχα παίξει, ήταν 300 άτομα σε ένα μπαρ. Ηταν πολύ δύσκολο να τραβήξεις την προσοχή ενός τόσο μεγάλου κοινού. Ακόμη και όταν έπαιξα το "With a Little Help From My Friends",ήλθε εκείνο το τεράστιο μαύρο σύννεφο και πλημμύρισε τα πάντα για ώρες." (Τζο Κόκερ)
- "Υπήρχαν τελικά πάρα πολλοί από εμάς. Ως τότε πιστεύαμε ότι, ήμαστε μια μικρή ομάδα παράξενων." (Τζάνις Τζόπλιν)
- "Ολοι αυτοί οι χίπις χόρευαν πιστεύοντας ότι, ο κόσμος πρόκειται να αλλάξει, κάποια ημέρα. Ως κυνικός Αγγλος που ήμουν, περιφερόμουν ανάμεσά τους, θέλοντας να φτύσω τους περισσότερους από αυτούς, κάνοντάς τους να συνειδητοποιήσουν ότι, τίποτε δεν άλλαξε και τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει. Αυτό που πίστευαν ότι, ήταν μια εναλλακτική κοινωνία στην ουσία ήταν ένα χωράφι με τρία μέτρα λάσπη, στολισμένο με LSD. Αν αυτός ήταν ο κόσμος που ήθελαν να ζήσουν, τότε γ.... τους" (Πιτ Τάουνσεντ, The Who)
Από τις 15 έως τις 18 Αυγούστου του 1969 περίπου 500.000 άτομα κατέκλυσαν το κτήμα του Μαξ Γιασγκούρ στο Μπέθελ της Νέας Υόρκης, όπου πραγματοποιήθηκε το φεστιβάλ του Γούντστοκ. Μεγάλα ονόματα της εποχής, όπως ο Τζίμι Χέντριξ, η Τζάνις Τζόπλιν, ο Κάρλος Σαντάνα, οι Jefferson Airplane, οι Grateful Dead, οι Band, οι Crosby, Still, Nash&Young κ.ά. έδωσαν το παρόν στο πιο διάσημο φεστιβάλ στην ιστορία της ροκ μουσικής.Η προσέλευση των θεατών αναμενόταν στις 60.000, ωστόσο στο χώρο παρευρέθηκαν περίπου 500.000 άνθρωποι, οι περισσότεροι εκ των οποίων ανήκαν στο κίνημα των χίπις. Πολλά μουσικά συγκροτήματα δεν κατάφεραν ποτέ να φθάσουν στο χώρο του φεστιβάλ, παραμένοντας στο αεροδρόμιο, λόγω του τεράστιου αριθμού των θεατών. Με τη λήξη του, σχηματίστηκε το μεγαλύτερο μποτιλιάρισμα που είχε ποτέ συμβεί στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Την ιδέα για τη διοργάνωση του φεστιβάλ είχαν οι νεαροί Μάικλ Λανγκ, Άρτι Κόρνφελντ, Τζων Ρόμπερτς και Τζόελ Ρόουζενμαν, με σκοπό την ανοικοδόμηση ενός μουσικού στούντιο στην περιοχή. Αρχικά, έβαλαν εισιτήριο και τοποθέτησαν φράκτες, περιμετρικά του χώρου, όμως, όταν έμαθαν για τον αριθμό των θεατών, έκοψαν τους φράκτες και σταμάτησαν να εκδίδουν εισιτήρια, ώστε να μη δημιουργηθούν συμπλοκές
Λίγα λόγια από την αυτοβιογραφία της Joan Baez για το πώς έζησε η μεγάλη folk ερμηνεύτρια το φεστιβάλ.
«Το Woodstock ήταν ναρκωτικά, σεξ και ροκ εν ρολ. Το Woodstock ήταν ο genius Hendrix και το υπέροχο ιδρωμένο στήθος του Roger Daltrey των Who. Το Woodstock ήταν ο Country Joe McDonald, όμορφος σαν άγριος Ινδιάνος. Το Woodstock ήταν ο εκκεντρικός Joe Cocker που καμπούριαζε σαν κανένας αλλόκοτος παραλυμένος του δρόμου, αλλά τραγουδούσε όπως ο Ray Charles. Το Woodstock ήταν βροχή και λάσπη, μεταμφιεσμένοι φαντάροι και μπάτσοι, που έβαζαν στην άκρη τα όπλα τους και έψηναν χοτ ντογκ για πεινασμένους hippies. Το Woodstock ήταν οι λευκές κυρίες της λίμνης που σήκωναν τα μουσκεμένα μαλλιά τους με τη λίμνη να στάζει απ' τους όμορφους αγκώνες τους, όχι και πολύ ανίδεες για τις κάμερες που «γύριζαν» μακριά τους, στην ακτή, στραμμένες πάνω στα ωραία στήθη τους. Ναι, ήταν τρεις εκπληκτικές μέρες βροχής και μουσικής. Τραγούδησα μέσα στη νύχτα. Στάθηκα εκεί, μπροστά στους «κατοίκους» της χρυσαφένιας πολιτείας, που κοιμόντουσαν πάνω στη λάσπη, ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, και τους έδωσα ότι μπορούσα εκείνη τη στιγμή. Κι εκείνοι δέχτηκαν τα τραγούδια μου. Δεν μπορεί να υπάρξει άλλο Woodstock. Το Woodstock, με όλη του τη λάσπη και τη δόξα, ανήκει στη δεκαετία του ’60, αυτή την εξωφρενική, ποθητή, μυθιστορηματική, παθιασμένη, τραγική, παράλογη, «γενειοφόρο» και πολύτιμη εποχή»..
«Το Woodstock ήταν ναρκωτικά, σεξ και ροκ εν ρολ. Το Woodstock ήταν ο genius Hendrix και το υπέροχο ιδρωμένο στήθος του Roger Daltrey των Who. Το Woodstock ήταν ο Country Joe McDonald, όμορφος σαν άγριος Ινδιάνος. Το Woodstock ήταν ο εκκεντρικός Joe Cocker που καμπούριαζε σαν κανένας αλλόκοτος παραλυμένος του δρόμου, αλλά τραγουδούσε όπως ο Ray Charles. Το Woodstock ήταν βροχή και λάσπη, μεταμφιεσμένοι φαντάροι και μπάτσοι, που έβαζαν στην άκρη τα όπλα τους και έψηναν χοτ ντογκ για πεινασμένους hippies. Το Woodstock ήταν οι λευκές κυρίες της λίμνης που σήκωναν τα μουσκεμένα μαλλιά τους με τη λίμνη να στάζει απ' τους όμορφους αγκώνες τους, όχι και πολύ ανίδεες για τις κάμερες που «γύριζαν» μακριά τους, στην ακτή, στραμμένες πάνω στα ωραία στήθη τους. Ναι, ήταν τρεις εκπληκτικές μέρες βροχής και μουσικής. Τραγούδησα μέσα στη νύχτα. Στάθηκα εκεί, μπροστά στους «κατοίκους» της χρυσαφένιας πολιτείας, που κοιμόντουσαν πάνω στη λάσπη, ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, και τους έδωσα ότι μπορούσα εκείνη τη στιγμή. Κι εκείνοι δέχτηκαν τα τραγούδια μου. Δεν μπορεί να υπάρξει άλλο Woodstock. Το Woodstock, με όλη του τη λάσπη και τη δόξα, ανήκει στη δεκαετία του ’60, αυτή την εξωφρενική, ποθητή, μυθιστορηματική, παθιασμένη, τραγική, παράλογη, «γενειοφόρο» και πολύτιμη εποχή»..
Ιστορική αναδρομή
Το Μάρτιο του 1967 οι πάμπλουτοι επιχειρηματίες Τζον Ρόμπερτς και Τζόελ Ρόουσμαν δημοσίευσαν μια αγγελία στη «Wall Street Journal» αναζητώντας ιδέες για έξυπνες επενδύσεις. Μεταξύ άλλων ανταποκρίθηκαν ο μουσικός παραγωγός Μάικ Λανγκ και ο Αρτ Κόρνφελντ, στέλεχος της εταιρείας Capitol. Τους έπεισαν να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε ένα μεγάλο Φεστιβάλ. Θα έδιναν 150.000 δολάρια και Προσδοκούσαν κοινό 75.000 νέων. Με εισιτήριο 6 δολαρίων για κάθε ημέρα του φεστιβάλ τα κέρδη που υπολογίζονταν θα ήταν εξαιρετικά υψηλά. Πριν από την έναρξη είχαν ήδη πουληθεί 186.000 εισιτήρια αλλά ο αριθμός όσων προσήλθαν ξεπέρασε κατά πολύ αυτό τον αριθμό. Μάλιστα, εξαιτίας της απρόβλεπτης κοσμοσυρροής δεν στήθηκαν εκδοτήρια στις εισόδους και από την πρώτη ημέρα οι διοργανωτές αναγκάστηκαν να ανακοινώσουν ότι η είσοδος είναι ελεύθερη. Υπολογίζεται ότι περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι προσπάθησαν να φτάσουν στην περιοχή αλλά δεν τα κατάφεραν εξαιτίας της κυκλοφοριακής συμφόρησης. Το μποτιλιάρισμα στους δρόμους δημιούργησε προβλήματα και στη ροή του προγράμματος καθώς κάποιοι καλλιτέχνες δεν κατάφεραν να φτάσουν στην ώρα τους.
Το Μάρτιο του 1967 οι πάμπλουτοι επιχειρηματίες Τζον Ρόμπερτς και Τζόελ Ρόουσμαν δημοσίευσαν μια αγγελία στη «Wall Street Journal» αναζητώντας ιδέες για έξυπνες επενδύσεις. Μεταξύ άλλων ανταποκρίθηκαν ο μουσικός παραγωγός Μάικ Λανγκ και ο Αρτ Κόρνφελντ, στέλεχος της εταιρείας Capitol. Τους έπεισαν να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε ένα μεγάλο Φεστιβάλ. Θα έδιναν 150.000 δολάρια και Προσδοκούσαν κοινό 75.000 νέων. Με εισιτήριο 6 δολαρίων για κάθε ημέρα του φεστιβάλ τα κέρδη που υπολογίζονταν θα ήταν εξαιρετικά υψηλά. Πριν από την έναρξη είχαν ήδη πουληθεί 186.000 εισιτήρια αλλά ο αριθμός όσων προσήλθαν ξεπέρασε κατά πολύ αυτό τον αριθμό. Μάλιστα, εξαιτίας της απρόβλεπτης κοσμοσυρροής δεν στήθηκαν εκδοτήρια στις εισόδους και από την πρώτη ημέρα οι διοργανωτές αναγκάστηκαν να ανακοινώσουν ότι η είσοδος είναι ελεύθερη. Υπολογίζεται ότι περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι προσπάθησαν να φτάσουν στην περιοχή αλλά δεν τα κατάφεραν εξαιτίας της κυκλοφοριακής συμφόρησης. Το μποτιλιάρισμα στους δρόμους δημιούργησε προβλήματα και στη ροή του προγράμματος καθώς κάποιοι καλλιτέχνες δεν κατάφεραν να φτάσουν στην ώρα τους.
| |
| |
| |
Απο άρθρο του Life. «Ήταν μια πραγματική πόλη. Με ζωή, με θανάτους και μωρά - δυο γεννήθηκαν κατά την διάρκεια του φεστιβάλ, και με όλα τα συναφή προβλήματα μιας πόλης, όπως η ύδρευση, η καθαριότητα, η τροφοδοσία και η υγεία. Τα ναρκωτικά επίσης κυριαρχούσαν, καθώς πολλοί από τους παρευρισκόμενους έχουν ασπαστεί την κουλτούρα των ναρκωτικών. Ο διοργανωτής έχοντας να κάνει με 50.000 άτομα ημερησίως έφτιαξε ένα ανορθόδοξο σύστημα το οποίο παραδόξως δεν κατέρρευσε. Για τρεις ημέρες, μισό εκατομμύριο άνθρωποι έζησαν κολλητά ο ένας στον άλλο στο πιο άβολο περιβάλλον και δεν υπήρξε ούτε λογομαχία. Για όσους πήγαν εκεί το Γούντστοκ δεν ήταν ένα μουσικό φεστιβάλ αλλά μια ολόκληρη εμπειρία, ένα φαινόμενο, μια περιπέτεια, μια παρ’ ολίγον καταστροφή και κατά μια άποψη μια μάχη για επιβίωση».
Τελικά στο χώρο του φεστιβάλ έφτασαν, όπως υπολογίζεται, περίπου 500.000 άνθρωποι. Και μολονότι οι περισσότεροι ήταν τζαμπατζήδες, περίσσεψε άφθονο χρήμα και για τα απροσδόκητα έξοδα. Το σημαντικότερο και δαπανηρότερο πρόβλημα προέκυψε την καν την έναρξή του. Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό η διοργάνωση θα γινόταν αλλού, στο μικρό χωριό Γουόλκιλ. Οταν όμως οι συντηρητικοί αγρότες - κάτοικοί του απείλησαν με «αντεπανάσταση», η τοπική Αστυνομία απαγόρευσε να διεξαχθεί εκεί το Φεστιβάλ. Η εσπευσμένη μετακίνησή του στο Μπέθελ υπερδιπλασίασε τον προϋπολογισμό, χώρια τα 50.000 δολάρια που δόθηκαν -ως ενοίκιο- στον κτηματία Μαξ Γιασγκούρ, ιδιοκτήτη της τεράστιας φάρμας. Το Φεστιβάλ του Γούντστοκ αποτέλεσε ορόσημο μιας ολόκληρης εποχής, των «παιδιών των λουλουδιών» που διακήρυτταν την αγάπη, την ειρήνη -και τα ναρκωτικά- ως τη λύση σε όλα τα ανθρώπινα προβλήματα. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι είναι το Φεστιβάλ που άλλαξε τη ροκ μουσική όπως την ξέρουμε. Συγκαταλέγεται, άλλωστε, στη λίστα του Rolling Stone με τις 50 στιγμές που άλλαξαν την ιστορία του Rock and Roll.
Ο Τζόν Ντομινις, ένας από τους φωτογράφους του Life που ήταν εκεί δήλωσε στο Life.com ότι «Πέρασα πραγματικά πολύ ωραία. Αν και ήμουν ηλικιακά πολύ μεγαλύτερος από τα παιδιά εκεί ένιωσα σαν να ήμουν συνομήλικος. Μου χαμογελούσαν, μου προσέφεραν χασίς! Δεν περίμενες ότι ένα τσούρμο παιδιά θα ήταν τόσο φιλικοί. Περίμενα ότι με κάποιον μεγαλύτερο θα ήταν αφιλόξενοι. Απεναντίας ήταν τέλειοι! Δούλευα 25 χρόνια στο Life. Έχω δει τα πάντα και μετά το Γούντστοκ όταν με ρωτούσαν έλεγα ότι ήταν το καλύτερο γεγονός που έχω καλύψει».
Οι οπαδοί του τριπτύχου Sex, Drugs and Rock & Roll, κατασκήνωσαν στους χώρους του φεστιβάλ, επιδιδόμενοι αφενός σε τριήμερα όργια, αφ' ετέρου σε βροντερά συνθήματα για παγκόσμια ειρήνη και επιστροφή των αμερικανών στρατιωτών από το Βιετνάμ, καθώς και οριστική παύση των ρατσιστικών διακρίσεων εντός της χώρας. Το Woodstock αποτέλεσε ιδανικό τόπο εκδήλωσης του γενικευμένου κοινωνικού αναβρασμού από την αμερικανική νεολαία, που διακήρυττε έναν νέο τρόπο ζωής, γεμάτο αγάπη και μακριά από προσωπικά συμφέροντα.
Οι συμμετοχές
Οι καλλιτέχνες που έλαβαν μέρος είναι οι εξής: ichie Havens, Sweetwater, The Incredible String Band, Bert Sommer, Tim Hardin, Ravi Shankar, Melanie, Arlo Guthrie, Joan Baez, Quill, Keef Hartley Band, Country Joe McDonald, John Sebastian, Santana, Canned Heat, Mountain, Grateful Dead, Creedence Clearwater Revival, Janis Joplin και The Kozmic Blues Band, Sly & the Family Stone, The Who, Jefferson Airplane, Joe Cocker, Country Joe and the Fish, Τen Years After, The Band, Blood, Sweat & Tears, Johnny Winter & Edgar Winter, Crosby, Stills, Nash & Young, Neil Young, Paul Butterfield Blues Band, Sha-Na-Na, Jimi Hendrix.
Ποιοι και γιατί δεν ήταν εκεί
Στο φεστιβάλ - ορόσημο της ροκ είχαν αρνηθεί να παίξουν οι Beatles επειδή ο Τζον Λένον δεν είχε καταφέρει να τους συγκεντρώσει, οι Led Zeppelin καθώς είχαν επιλέξει να τραγουδήσουν σε άλλο φεστιβάλ με καλύτερη πληρωμή, ενώ είχαν αρνηθεί τη συμμετοχή τους οι Byrds και ο Μπομπ Ντύλαν, ο οποίος δεν συμφωνούσε με τις αρχές που πρέσβευε το κίνημα των χίπις. Την πρόσκληση για να συμμετάσχουν αρνήθηκαν επίσης, τόσο οι Doors, λόγω της γνωστής αντιπάθειας του Τζιμ Μόρισον στις μεγάλες συναυλίες εξωτερικού χώρου, όσο και οι Jethro Tull, με τον Ιαν Αντερσον να δηλώνει ότι δεν θέλει να περάσει το Σαββατοκύριακο παίζοντας για «άπλυτους χίπιδες».
Οι συμμετοχές
Οι καλλιτέχνες που έλαβαν μέρος είναι οι εξής: ichie Havens, Sweetwater, The Incredible String Band, Bert Sommer, Tim Hardin, Ravi Shankar, Melanie, Arlo Guthrie, Joan Baez, Quill, Keef Hartley Band, Country Joe McDonald, John Sebastian, Santana, Canned Heat, Mountain, Grateful Dead, Creedence Clearwater Revival, Janis Joplin και The Kozmic Blues Band, Sly & the Family Stone, The Who, Jefferson Airplane, Joe Cocker, Country Joe and the Fish, Τen Years After, The Band, Blood, Sweat & Tears, Johnny Winter & Edgar Winter, Crosby, Stills, Nash & Young, Neil Young, Paul Butterfield Blues Band, Sha-Na-Na, Jimi Hendrix.
Ποιοι και γιατί δεν ήταν εκεί
Στο φεστιβάλ - ορόσημο της ροκ είχαν αρνηθεί να παίξουν οι Beatles επειδή ο Τζον Λένον δεν είχε καταφέρει να τους συγκεντρώσει, οι Led Zeppelin καθώς είχαν επιλέξει να τραγουδήσουν σε άλλο φεστιβάλ με καλύτερη πληρωμή, ενώ είχαν αρνηθεί τη συμμετοχή τους οι Byrds και ο Μπομπ Ντύλαν, ο οποίος δεν συμφωνούσε με τις αρχές που πρέσβευε το κίνημα των χίπις. Την πρόσκληση για να συμμετάσχουν αρνήθηκαν επίσης, τόσο οι Doors, λόγω της γνωστής αντιπάθειας του Τζιμ Μόρισον στις μεγάλες συναυλίες εξωτερικού χώρου, όσο και οι Jethro Tull, με τον Ιαν Αντερσον να δηλώνει ότι δεν θέλει να περάσει το Σαββατοκύριακο παίζοντας για «άπλυτους χίπιδες».
Παζάρια και αμοιβές
Οι καλλιτέχνες που συμμετείχαν αμείφθηκαν και μάλιστα αρκετά καλά για την εποχή εκείνη. Για παράδειγμα οι Who επέδειξαν αξιοπρόσεκτη μαχητικότητα και στο παζάρι. «Διπλασιάζετε την αμοιβή μας ή εξαφανιζόμαστε», είπαν. Η απειλή απέδωσε. Εισέπραξαν 12.500 δολάρια. Κατά τα άλλα ο Τζίμι Χέντριξ εισέπραξε 18.000 δολάρια. Oι Blood, Sweat and Tears 15.000, η Τζόαν Μπαέζ 10.000, όσα και οι Greedence Clearwater Revival. H Τζάνις Τζόπλιν και οι Jefferson Airplane έλαβαν από 7.500, ο Ρίτσι Χέιβενς 6.000 δολάρια. Οι Carlos Santana Band αρκέστηκαν στα 750 δολάρια.
Ειρηνικό τετραήμερο
Παρά την έλλειψη οργάνωσης και υποδομών για τετραήμερη φιλοξενία τόσων χιλιάδων κόσμου, ο ειρηνικός χαρακτήρας του φεστιβάλ διατηρήθηκε με τα κοινά ιδανικά των παρευρισκόμενων να διατελούν ρόλο ζωτικής σημασίας. Σημειώθηκε ωστόσο ένας θάνατος από υπερβολική δόση ναρκωτικών και ένας όταν θεατής πατήθηκε από αγροτικό όχημα την ώρα που κοιμόταν μέσα στον υπνόσακό του. Λέγεται ακόμα ότι γεννήθηκαν δύο παιδιά και οκτώ γυναίκες απέβαλαν. Την ασφάλεια των εκδηλώσεων είχε αναλάβει η χίπικη κοινότητα Ηog Farm από το Νέο Μεξικό η οποία ανέλαβε και την τροφοδοσία των θεατών.
Οι καλλιτέχνες που συμμετείχαν αμείφθηκαν και μάλιστα αρκετά καλά για την εποχή εκείνη. Για παράδειγμα οι Who επέδειξαν αξιοπρόσεκτη μαχητικότητα και στο παζάρι. «Διπλασιάζετε την αμοιβή μας ή εξαφανιζόμαστε», είπαν. Η απειλή απέδωσε. Εισέπραξαν 12.500 δολάρια. Κατά τα άλλα ο Τζίμι Χέντριξ εισέπραξε 18.000 δολάρια. Oι Blood, Sweat and Tears 15.000, η Τζόαν Μπαέζ 10.000, όσα και οι Greedence Clearwater Revival. H Τζάνις Τζόπλιν και οι Jefferson Airplane έλαβαν από 7.500, ο Ρίτσι Χέιβενς 6.000 δολάρια. Οι Carlos Santana Band αρκέστηκαν στα 750 δολάρια.
Ειρηνικό τετραήμερο
Παρά την έλλειψη οργάνωσης και υποδομών για τετραήμερη φιλοξενία τόσων χιλιάδων κόσμου, ο ειρηνικός χαρακτήρας του φεστιβάλ διατηρήθηκε με τα κοινά ιδανικά των παρευρισκόμενων να διατελούν ρόλο ζωτικής σημασίας. Σημειώθηκε ωστόσο ένας θάνατος από υπερβολική δόση ναρκωτικών και ένας όταν θεατής πατήθηκε από αγροτικό όχημα την ώρα που κοιμόταν μέσα στον υπνόσακό του. Λέγεται ακόμα ότι γεννήθηκαν δύο παιδιά και οκτώ γυναίκες απέβαλαν. Την ασφάλεια των εκδηλώσεων είχε αναλάβει η χίπικη κοινότητα Ηog Farm από το Νέο Μεξικό η οποία ανέλαβε και την τροφοδοσία των θεατών.
Συνολικά χρειάστηκαν ιατρική βοήθεια 5.162 άτομα, οι 797 λόγω χρήσης ναρκωτικών. Τα τελευταία 40 χρόνια, πραγματοποιήθηκαν δυο προσπάθειες αναβίωσης του Φεστιβάλ, μια το 1994 και μια ακόμη το 1999. Αν και τα δυο φεστιβάλ μπορούν να χαρακτηριστούν επιτυχημένα από εισπρακτικής πλευράς, ουδεμία σχέση είχαν με το πρωταρχικό γεγονός.
Το κορίτσι της εμβληματικής φωτογραφίας από το θρυλικό φεστιβάλ
Στη φωτογραφία του Burk Uzzle που επιλέχθηκε ως η πιο χαρακτηριστική του κλίματος του φεστιβάλ του 1969, εμφανίζεται μια νεαρή, με ανοιχτόχρωμα μαλλιά και φορώντας μεγάλα στρογγυλά γυαλιά να βυθίζεται στην αγκαλιά ενός αγοριού που την τυλίγει με ένα ελαφρύ πάπλωμα. Δίπλα της υπάρχει μια χάρτινη πεταλούδα και γύρω της δεκάδες νεαροί, ξαπλωμένοι οι καθιστοί και επίσης τυλιγμένοι σε κουβέρτες. «Δεν θυμάμαι και πολλά από το Φεστιβάλ αλλά έχω πολύ ζωντανές αναμνήσεις από την ατμόσφαιρα: ο ουρανός είχε ένα χρώμα πορτοκαλί-ροζ από τα φώτα και ομιχλώδης. Μπρούσα να ακούσω τη μουσική και τις ανακοινώσεις από πολύ μακριά. Γύρω μας ήταν οικογένειες, ζευγάρια, άνθρωποι που φώναζαν, μωρά που έκλαιγαν, (ήχοι από) μπάντζο και μπόνγκο. Ο αέρας ήταν υγρός και μύριζε όπως η φωτιά από της κατασκηνώσεις και το χασίς. Εγώ δεν είχα δει κάτι παρόμοιο στο παρελθόν. Δεν κοιμήθηκαμε εκείνο το βράδυ. Κάποια στιγμή “έφτασαν” κιβώτια με ψωμιά και μπανάνες εξαιτίας της έλλειψης που υπήρχε σε τρόφιμα. Πήραμε μια φρατζόλα και την “περάσαμε” στον επόμενο. Το ίδιο κάναμε και με τα γαλόνια νερού». Αυτή είναι η ανάμνηση της Bobbi Ercoline- όπως την μοιράστηκε μιλώντας στο Guardian- από το θρυλικό Woodstock...του κοριτσιού που «πρωταγωνιστεί» στην πιο αναγνωρίσιμη φωτογραφία από τις ημέρες του Φεστιβάλ στην οποία μάλιστα δεν είχε σκεφτεί να πάει...Όπως εξηγεί, ούτε η ίδια ούτε ο φίλος της ήταν hippies. «Ήμασταν απλά, κανονικά, σκληρά εργαζόμενα παιδιά από μικρές πόλεις. Εγώ δούλευα σε τράπεζα επί τρία χρόνια και ο φίλος μου ο Nick εραγζόταν ως οικοδόμος και ως μπάρμαν». Αυτό που συνέβη ήταν κάτι αυθόρμητο: είδαν τα πρώτα πλάνα από το φεστιβάλ και αποφάσισαν επί τόπου να πάνε, αφού το Bethel δεν ήταν πολύ μακριά. Ένας φίλος του ζευγαριού, ο Jim “Corky”- με τον οποίο το ζευγάρι συνεχίζει να έχει στενές σχέσεις- πήρε το βανάκι της μητέρας του, το γέμισαν με μπύρες και ξεκίνησαν...
Το κορίτσι της εμβληματικής φωτογραφίας από το θρυλικό φεστιβάλ
Στη φωτογραφία του Burk Uzzle που επιλέχθηκε ως η πιο χαρακτηριστική του κλίματος του φεστιβάλ του 1969, εμφανίζεται μια νεαρή, με ανοιχτόχρωμα μαλλιά και φορώντας μεγάλα στρογγυλά γυαλιά να βυθίζεται στην αγκαλιά ενός αγοριού που την τυλίγει με ένα ελαφρύ πάπλωμα. Δίπλα της υπάρχει μια χάρτινη πεταλούδα και γύρω της δεκάδες νεαροί, ξαπλωμένοι οι καθιστοί και επίσης τυλιγμένοι σε κουβέρτες. «Δεν θυμάμαι και πολλά από το Φεστιβάλ αλλά έχω πολύ ζωντανές αναμνήσεις από την ατμόσφαιρα: ο ουρανός είχε ένα χρώμα πορτοκαλί-ροζ από τα φώτα και ομιχλώδης. Μπρούσα να ακούσω τη μουσική και τις ανακοινώσεις από πολύ μακριά. Γύρω μας ήταν οικογένειες, ζευγάρια, άνθρωποι που φώναζαν, μωρά που έκλαιγαν, (ήχοι από) μπάντζο και μπόνγκο. Ο αέρας ήταν υγρός και μύριζε όπως η φωτιά από της κατασκηνώσεις και το χασίς. Εγώ δεν είχα δει κάτι παρόμοιο στο παρελθόν. Δεν κοιμήθηκαμε εκείνο το βράδυ. Κάποια στιγμή “έφτασαν” κιβώτια με ψωμιά και μπανάνες εξαιτίας της έλλειψης που υπήρχε σε τρόφιμα. Πήραμε μια φρατζόλα και την “περάσαμε” στον επόμενο. Το ίδιο κάναμε και με τα γαλόνια νερού». Αυτή είναι η ανάμνηση της Bobbi Ercoline- όπως την μοιράστηκε μιλώντας στο Guardian- από το θρυλικό Woodstock...του κοριτσιού που «πρωταγωνιστεί» στην πιο αναγνωρίσιμη φωτογραφία από τις ημέρες του Φεστιβάλ στην οποία μάλιστα δεν είχε σκεφτεί να πάει...Όπως εξηγεί, ούτε η ίδια ούτε ο φίλος της ήταν hippies. «Ήμασταν απλά, κανονικά, σκληρά εργαζόμενα παιδιά από μικρές πόλεις. Εγώ δούλευα σε τράπεζα επί τρία χρόνια και ο φίλος μου ο Nick εραγζόταν ως οικοδόμος και ως μπάρμαν». Αυτό που συνέβη ήταν κάτι αυθόρμητο: είδαν τα πρώτα πλάνα από το φεστιβάλ και αποφάσισαν επί τόπου να πάνε, αφού το Bethel δεν ήταν πολύ μακριά. Ένας φίλος του ζευγαριού, ο Jim “Corky”- με τον οποίο το ζευγάρι συνεχίζει να έχει στενές σχέσεις- πήρε το βανάκι της μητέρας του, το γέμισαν με μπύρες και ξεκίνησαν...