Στην απελευθερωμένη εποχή του '60, το «Chelsea Hotel» εκπροσωπούσε το δυναμικό και άγριο προφίλ της ροκ-εν-ρολ σκηνής της Νέας Υόρκης
Η λίστα των ενοίκων του «Chelsea Hotel» είναι κάτι σαν μνημειώδης εγκυκλοπαίδεια του ροκ-εν-ρολ, της τέχνης και της λογοτεχνίας. Η πινακίδα που σε υποδέχεται στην πρόσοψη του τουβλόχτιστου κτιρίου των 12 ορόφων, στη 222α Γουέστ 23η Στριτ, σε προϊδεάζει αμέσως για το ιστορικό παρελθόν του «Chelsea Hotel»: «Λειτούργησε για πρώτη φορά το 1884 ως συνεταιριστικό συγκρότημα διαμερισμάτων» για καλλιτέχνες όπως ο Μπομπ Ντίλαν, ο Λέοναρντ Κοέν, ο Ιγκι Ποπ, οι οποίοι αναζητούσαν την ύπαρξη κάποιου χώρου-στούντιο που να γειτονεύει με τον τόπο κατοικίας τους. Το «Chelsea», λειτουργεί ως ξενοδοχείο από το 1905. «Δεν αποτελεί μέρος της Αμερικής» είχε γράψει ο συγγραφέας Αρθουρ Μίλερ για το ξενοδοχείο. «Οι ηλεκτρικές σκούπες είναι απούσες, όπως επίσης οι κανόνες, το αποδεκτό μέτρο γούστου και η αίσθηση ντροπής». Ο συγγραφέας μουσικών βιογραφιών Μπάρι Μάιλς το χαρακτήρισε «το ξενοδοχείο ροκ-εν-ρολ,γιατί μπορούν να συμβούν τα πάντα. Μπορεί να μπεις κρατώντας στην αγκαλιά σου έναν πιγκουίνο και να μη δώσει σημασία κανένας». Εδώ στο «Chelsea» ήταν που έμενε ο Κουεντίν Κρισπ όσο χρόνο περίμενε να τελειώσει το δικό του σπίτι. Κάποτε είπε: «Την πρώτη φορά που βρέθηκα εδώ έγιναν μια ληστεία και ένας φόνος και έπιασε μια φωτιά. Σε αυτό το ξενοδοχείο έχουν ζήσει όλοι οι μεγάλοι στυλίστες». Η λίστα των πελατών του «Chelsea» είναι τόσο εντυπωσιακή που μοιάζει σχεδόν φανταστική. Ο Αρθουρ Κλαρκ έγραψε εδώ το «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος». Ο μυθιστοριογράφος Γουίλιαμ Μπάροουζ έζησε και έγραψε στο «Chelsea» το βιβλίο του «Γυμνό γεύμα», το οποίο θεωρήθηκε σκανδαλοθηρικό όταν εκδόθηκε το 1959. Το ξενοδοχείο έχει την ικανότητα να αναμειγνύει και να δημιουργεί ένα ιδιόμορφο συνονθύλευμα χαρακτήρων. Ο Γουίλιαμ Μπάροουζ σε ένα πάρτι προσέφερε στον Αντι Γουόρχολ ένα σπάνιο χειρόγραφο του βιβλίου που είχε προτείνει για έκδοση εκείνη την περίοδο, τις «Πόλεις της Κόκκινης Νύχτας», με αφηρημένα δικά του σκίτσα και την υπογραφή του.
Τέτοιου είδους συναντήσεις αποτελούν ιστορίες της καθημερινής ζωής του «Chelsea Hotel». Ενας από τους μεγαλύτερους ηθοπλαστικούς συγγραφείς της Αμερικής, ο Αρθουρ Μίλερ, πέρασε τη δεκαετία του '60 εδώ συμμετέχοντας σε αυτό που ονόμασε «το αδιάκοπο πάρτι του Chelsea». Ο Ρόμπερτ Μάπλθορπ εμφανίστηκε πολλά χρόνια πριν με την τότε ερωμένη του Πάτι Σμιθ. Η ηθοποιός εφηβικών ταινιών Γκάμπι Χόφμαν, γνωστή από την ταινία «Volcano», πέρασε στο «Chelsea Hotel» τα παιδικά της χρόνια με τη μητέρα της Βίβα, τη σουπερστάρ του Γουόρχολ. Ηταν και ο Μπομπ Ντίλαν εδώ στα μέσα της δεκαετίας του '60, την εποχή που μεσουρανούσε το «Blonde on Blonde», φλερτάροντας την Εντι Σέντγουικ, για την οποία υπάρχει υποψία ότι έχει γράψει το «Just Like Α Woman». Και εξαιτίας περιστατικών όπως αυτό του Ντίλαν Τόμας που έπινε μέχρι αναισθησίας και της Εντι Σέντγουικ η οποία πυρπόλησε το δωμάτιό της, το «Chelsea» είναι το μοναδικό ξενοδοχείο στο οποίο άνθρωποι ξενόφερτοι και μη εξοικειωμένοι με τη Νέα Υόρκη γνωρίζουν πολύ καλά το όνομα του πλησιέστερου νοσοκομείου, Σεντ Βίνσεντ, αφού η φράση «γρήγορα στο Σεντ Βίνσεντ» ακούγεται πολύ συχνά στους διαδρόμους του κτιρίου. Φαίνεται ότι το ξενοδοχείο δεν άφηνε ανεπηρέαστο κανέναν από τους ενοίκους του και όχι πάντοτε για το καλό του. Ο Σιντ Βίσιους και η Νάνσι Σπάνγκεν πέρασαν στο δωμάτιο 100 τη βραδιά του θανάτου της. Ο ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας Μπρένταν Μπίαν, γνωστός για την αδυναμία του στα οινοπνευματώδη, εδώ ήταν πάντα καλοδεχούμενος. Η διεύθυνση είχε συχνά δεχθεί έργα τέχνης ως τρόπο μερικής πληρωμής και τα χρησιμοποίησε μετά για τη διακόσμηση του κτιρίου.
Αντι Γουόρχολ
Η μυθολογία της δεκαετίας του '60 πήρε σάρκα και οστά στους χώρους του «Chelsea». Ο ποπ καλλιτέχνης Αντι Γουόρχολ έζησε στο ξενοδοχείο και γύρισε εδώ την cult ταινία του «ChelseaGirls» (1966). Η τραγουδίστρια Νίκο, που έχει αποτελέσει μέρος της ιστορίας των Βέλβετ Αντεργκραουντ, φημολογείται πως είναι το αυθεντικό «Chelsea Girl» στο κομμάτι που έγραψε η ίδια χρησιμοποιώντας την ονομασία του ξενοδοχείου ενώ η Τζάνις Τζόπλιν ήταν συχνή θαμώνας του μπαρ. Ενας μουσικοσυνθέτης, ο Τζορτζ Κλέισινγκερ, ζούσε εδώ για 25 χρόνια. Ο εκκεντρικός Κλέισινγκερ είχε ένα ασυνήθιστο χόμπι: έκανε συλλογή από καναρίνια, πύθωνες και ταραντούλες. Είχε φίλο έναν αλιγάτορα και συνήθιζε να κάνει βόλτες μαζί του στον διάδρομο. Η γνωστή ατάκα που τον χαρακτήριζε ήταν: «Θέλεις να έρθεις επάνω να δεις τη ζούγκλα μου;». Η διακόσμηση και η ατμόσφαιρα που επικρατούν στα διαμερίσματα του ξενοδοχείου αποπνέουν τη φασαρία και ανακατωσούρα της νεοϋορκέζικης καθημερινότητας. Το «Chelsea» έχει αλλάξει με τα χρόνια αλλά η ατμόσφαιρά του παραμένει ίδια. Ο πληθυσμός του αποτελείται από ένα μείγμα καλλιτεχνών, παροδικών επισκεπτών του και τουριστών που έρχονται για να χαζέψουν ένα κομμάτι ζωντανής ιστορίας. Η άλλη ιστορία του «Chelsea Hotel» είναι η ιστορία της οικογένειας ουσιαστικά πρόκειται για μια δυναστεία τριών γενεών που κατάφερε να δημιουργήσει και να διατηρήσει ένα ξενοδοχείο με προσωπικό και μοναδικό στυλ. Η διεύθυνση του «Chelsea» είναι υπόθεση πατέρα-γιου. Ο πατέρας τού Στάνλεϊ Μπαρντ, Ντέιβιντ, ανέλαβε τη διεύθυνση του ξενοδοχείου το 1939. Ο Στάνλεϊ άρχισε να εργάζεται στο ξενοδοχείο το 1957 και το ανέλαβε το 1964, όταν πέθανε ο πατέρας του. Χαρακτηρίζει το ξενοδοχείο σαν τον «δεύτερο γιο» του πατέρα του. Ο Στάνλεϊ Μπαρντ καυχιέται λέγοντας: «Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω όλους αυτούς τους ανθρώπους, να τους ζήσω και να παρακολουθήσω από κοντά την εξέλιξή τους». Και συνεχίζει με μια διάθεση πατέρα προς τα παιδιά του: «Προσπαθώ να κατανοήσω τις ανάγκες τους.Είμαστε αρκετά συμπονετικοί στο ξενοδοχείο και οι δημιουργικοί άνθρωποι έχουν ανάγκη από τέτοιου είδους αντιμετώπιση. Χρειάζεται να νιώθουν ότι τους υπολογίζουν, χρειάζεται να νιώθουν ότι το περιβάλλον τριγύρω τους τούς δημιουργεί ευεξία».
Η μυθολογία της δεκαετίας του '60 πήρε σάρκα και οστά στους χώρους του «Chelsea». Ο ποπ καλλιτέχνης Αντι Γουόρχολ έζησε στο ξενοδοχείο και γύρισε εδώ την cult ταινία του «ChelseaGirls» (1966). Η τραγουδίστρια Νίκο, που έχει αποτελέσει μέρος της ιστορίας των Βέλβετ Αντεργκραουντ, φημολογείται πως είναι το αυθεντικό «Chelsea Girl» στο κομμάτι που έγραψε η ίδια χρησιμοποιώντας την ονομασία του ξενοδοχείου ενώ η Τζάνις Τζόπλιν ήταν συχνή θαμώνας του μπαρ. Ενας μουσικοσυνθέτης, ο Τζορτζ Κλέισινγκερ, ζούσε εδώ για 25 χρόνια. Ο εκκεντρικός Κλέισινγκερ είχε ένα ασυνήθιστο χόμπι: έκανε συλλογή από καναρίνια, πύθωνες και ταραντούλες. Είχε φίλο έναν αλιγάτορα και συνήθιζε να κάνει βόλτες μαζί του στον διάδρομο. Η γνωστή ατάκα που τον χαρακτήριζε ήταν: «Θέλεις να έρθεις επάνω να δεις τη ζούγκλα μου;». Η διακόσμηση και η ατμόσφαιρα που επικρατούν στα διαμερίσματα του ξενοδοχείου αποπνέουν τη φασαρία και ανακατωσούρα της νεοϋορκέζικης καθημερινότητας. Το «Chelsea» έχει αλλάξει με τα χρόνια αλλά η ατμόσφαιρά του παραμένει ίδια. Ο πληθυσμός του αποτελείται από ένα μείγμα καλλιτεχνών, παροδικών επισκεπτών του και τουριστών που έρχονται για να χαζέψουν ένα κομμάτι ζωντανής ιστορίας. Η άλλη ιστορία του «Chelsea Hotel» είναι η ιστορία της οικογένειας ουσιαστικά πρόκειται για μια δυναστεία τριών γενεών που κατάφερε να δημιουργήσει και να διατηρήσει ένα ξενοδοχείο με προσωπικό και μοναδικό στυλ. Η διεύθυνση του «Chelsea» είναι υπόθεση πατέρα-γιου. Ο πατέρας τού Στάνλεϊ Μπαρντ, Ντέιβιντ, ανέλαβε τη διεύθυνση του ξενοδοχείου το 1939. Ο Στάνλεϊ άρχισε να εργάζεται στο ξενοδοχείο το 1957 και το ανέλαβε το 1964, όταν πέθανε ο πατέρας του. Χαρακτηρίζει το ξενοδοχείο σαν τον «δεύτερο γιο» του πατέρα του. Ο Στάνλεϊ Μπαρντ καυχιέται λέγοντας: «Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω όλους αυτούς τους ανθρώπους, να τους ζήσω και να παρακολουθήσω από κοντά την εξέλιξή τους». Και συνεχίζει με μια διάθεση πατέρα προς τα παιδιά του: «Προσπαθώ να κατανοήσω τις ανάγκες τους.Είμαστε αρκετά συμπονετικοί στο ξενοδοχείο και οι δημιουργικοί άνθρωποι έχουν ανάγκη από τέτοιου είδους αντιμετώπιση. Χρειάζεται να νιώθουν ότι τους υπολογίζουν, χρειάζεται να νιώθουν ότι το περιβάλλον τριγύρω τους τούς δημιουργεί ευεξία».
Οι τέσσερις δεκαετίες πάρε-δώσε με τους πιο ασυνήθιστους αγγέλους και διαβόλους του παγκοσμίου πολιτισμού μας έδωσαν στον Στάνλεϊ Μπαρντ την ευχέρεια να συνομιλεί με την τέχνη. «Εχω γνωρίσει εκπροσώπους από όλα τα πνευματικά και πολιτιστικά ρεύματα: το κίνημα της ποπ κουλτούρας, το νεορεαλιστικό κίνημα κτλ.» επισημαίνει. Οταν αναφέρει τους διάσημους ενοίκους του «Chelsea», ενώνει τα ονόματα όλων σε μια ενιαία λέξη δημιουργώντας έτσι ένα τεράστιο καλλιτεχνικό τέρας τύπου Φρανκενστάιν. «Από ζωγράφους και γλύπτες», αναφωνεί χαρούμενα, «Ντε Κούνινγκ, Ντέιβιντ Σμιθ, Τζάσπερ Τζονς, Λάρι Ρίβερς, Κριστό. Και από ηθοποιούς, Σάρα Μπέρνχαρντ, Τζέιν Φόντα, Ελιοτ Γκουλντ, Κρις Κριστόφερσον, πολλούς ωραίους ανθρώπους».
Είναι φανερό ότι μία από τις ασχολίες που ευχαριστεί τον Μπαρντ ως ιδιοκτήτη-διευθυντή του «Chelsea Hotel» είναι οι πρωτότυπες και αυθόρμητες συζητήσεις με τους καλλιτέχνες ενοίκους του. «Ο Κριστό ήταν άνθρωπος που δεν τον καταλάβαινα. Τα πάντα στο δωμάτιό του ήταν τυλιγμένα. Ακόμη και τη γυναίκα του, μια πολύ όμορφη γυναίκα, την κρατούσε κι αυτή τυλιγμένη. Οταν τον ρώτησα γιατί το έκανε αυτό, μου απάντησε: "Κοιτάς μια γυναίκα και τη δέχεσαι όπως είναι. Οι γυναίκες είναι πολύ όμορφα αντικείμενα. Υπάρχει ωραιότερος τρόπος για να δείξω σε μια γυναίκα ότι εκτιμώ την ομορφιά της από το να την τυλίξω;"». Εχουν γραφεί πολλά γνωστά τραγούδια για το «Chelsea Hotel» αλλά το κομμάτι του Λέοναρντ Κοέν «Chelsea Song», το οποίο φημολογείται ότι γράφτηκε για την part-time συγκάτοικό του στο ξενοδοχείο, την Τζάνις Τζόπλιν, είναι ίσως αυτό που το σφράγισε ακατάλυτα και με ευγλωττία. Οι στίχοι του αποπνέουν νοσταλγία και περιγράφουν ζοφερά εκείνη την εποχή:
«Σε θυμάμαι καλά στο Chelsea Hotel,
μιλούσες με θάρρος και χωρίς αναστολές.
Μου χάριζες ηδονές στο ξέστρωτο κρεβάτι
ενώ οι λιμουζίνες περίμεναν στον δρόμο.
Αυτές ήταν οι σκέψεις μας και αυτή ήταν η Νέα Υόρκη,
αναζητούσα τα λεφτά και τη σάρκα.
Αυτό ονομάζαμε αγάπη όλοι εμείς αυτού του τραγουδιού
και είναι ακόμη για εμάς που έχουμε μείνει.
Εσύ όμως έφυγες, έτσι δεν είναι, μωρό μου;
Τα πέταξες όλα στο πλήθος.
Εφυγες, δεν μπορούν να σε πληρώσουν τώρα
για να πεις το γλυκό σου τραγούδι.
Σε θυμάμαι καλά στο Chelsea Hotel,
τον χειμώνα του '67...».
Είναι φανερό ότι μία από τις ασχολίες που ευχαριστεί τον Μπαρντ ως ιδιοκτήτη-διευθυντή του «Chelsea Hotel» είναι οι πρωτότυπες και αυθόρμητες συζητήσεις με τους καλλιτέχνες ενοίκους του. «Ο Κριστό ήταν άνθρωπος που δεν τον καταλάβαινα. Τα πάντα στο δωμάτιό του ήταν τυλιγμένα. Ακόμη και τη γυναίκα του, μια πολύ όμορφη γυναίκα, την κρατούσε κι αυτή τυλιγμένη. Οταν τον ρώτησα γιατί το έκανε αυτό, μου απάντησε: "Κοιτάς μια γυναίκα και τη δέχεσαι όπως είναι. Οι γυναίκες είναι πολύ όμορφα αντικείμενα. Υπάρχει ωραιότερος τρόπος για να δείξω σε μια γυναίκα ότι εκτιμώ την ομορφιά της από το να την τυλίξω;"». Εχουν γραφεί πολλά γνωστά τραγούδια για το «Chelsea Hotel» αλλά το κομμάτι του Λέοναρντ Κοέν «Chelsea Song», το οποίο φημολογείται ότι γράφτηκε για την part-time συγκάτοικό του στο ξενοδοχείο, την Τζάνις Τζόπλιν, είναι ίσως αυτό που το σφράγισε ακατάλυτα και με ευγλωττία. Οι στίχοι του αποπνέουν νοσταλγία και περιγράφουν ζοφερά εκείνη την εποχή:
«Σε θυμάμαι καλά στο Chelsea Hotel,
μιλούσες με θάρρος και χωρίς αναστολές.
Μου χάριζες ηδονές στο ξέστρωτο κρεβάτι
ενώ οι λιμουζίνες περίμεναν στον δρόμο.
Αυτές ήταν οι σκέψεις μας και αυτή ήταν η Νέα Υόρκη,
αναζητούσα τα λεφτά και τη σάρκα.
Αυτό ονομάζαμε αγάπη όλοι εμείς αυτού του τραγουδιού
και είναι ακόμη για εμάς που έχουμε μείνει.
Εσύ όμως έφυγες, έτσι δεν είναι, μωρό μου;
Τα πέταξες όλα στο πλήθος.
Εφυγες, δεν μπορούν να σε πληρώσουν τώρα
για να πεις το γλυκό σου τραγούδι.
Σε θυμάμαι καλά στο Chelsea Hotel,
τον χειμώνα του '67...».