Η Περσική αρχιτεκτονική αναπτύχθηκε σε μια ευρύτατη περιοχή όπου βρίσκονται οι σημερινές χώρες Ιράν, Ιράκ, Αζερμπαϊτζάν, Τουρκμενιστάν, Αφγανιστάν, Ουζμπεκιστάν και Καζακστάν. Χρονικά, η Περσική αρχιτεκτονική αναπτύχθηκε σε τέσσερις περιόδους. Την πρώτη περίοδο ήταν μέρος της Μεσοποταμιακής αρχιτεκτονικής. Ιδιαίτερη δημιουργική άνθιση είχε τις περιόδους των Αχαιμενιδών και των Πάρθων - Σασσανιδών. Επιτομή της είναι η Ισλαμική Περσική Αρχιτεκτονική. Η συγκριτική μελέτη αυτής της αρχιτεκτονικής είναι εντυπωσιακή, καθώς δείχνει σύνθετες αλληλεπιδράσεις. Δεχθηκε επιδράσεις κυρίως από την Ελληνική και την Πρώιμη Ισλαμική Αρχιτεκτονική, αλλά και από την Αρχιτεκτονική των Χετταίων και την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Αρχιτεκτονική. Επέδρασε στην Ορθόδοξη Ρωσική Αρχιτεκτονική, στην Αρχιτεκτονική των Σουλτανάτων του Ντεκάν και κυρίως στην Ινδομογγολική Αρχιτεκτονική των Ινδιών. Μέσω της Περσικής αρχιτεκτονικής βλέπουμε μια χωροχρονική πορεία, με κατεύθυνση από τη Δύση προς την Ανατολή, με κορύφωση στο μαυσωλείο Ταζ Μαχάλ.
Μεσοποταμιακή Αρχιτεκτονική (3500 π.Χ. - 540 π.Χ.)
Ο πολιτισμός των Ελαμιτών, με κέντρα την Ανσάν, τα Σούσα και την Τσόγκα Ζανμπίλ, στο σημερινό νοτιοδυτικό Ιράν,ήταν μέρος του Μεσοποταμιακού Πολιτισμού. Οι πρώτες πόλεις δημιουργήθηκαν στη Μεσοποταμία, το 3500 π.Χ. και άρχισαν να περιτειχίζονται από το 2800 π.Χ. Είχαν ένα ιεραρχημένο οδικό δίκτυο με κύριους δρόμους, με πλάτος που έφθανε μέχρι τα 3 μέτρα, και με στενούς δευτερεύοντες. Στη δόμηση εφαρμόζονταν αυτό που σήμερα ονομάζουμε συνεχές σύστημα. Οι κατοικίες ήταν μονώροφες ή διώροφες και ορισμένες διέθεταν εσωτερικό αίθριο. Τα κτίριά τους κατασκευάζοντο από οπτόπλινθους και από πλίνθους αποξηραμένους στον ήλιο.Τα θρησκευτικά τους έργα ήταν μεγάλης κλίμακας και κατασκευάζοντο εφαρμόζοντας ακριβείς γεωμετρικές χαράξεις. Ο χαρακτηριστικότερος οικοδομικός τύπος της Μεσοποταμιακής αρχιτεκτονικής είναι το ζιγκουράτ. Άρχιζαν να κτίζονται το 2700 π.Χ και σήμερα διασώζονται 32 ζιγκουράτ. Το ζιγκουράτ είναι μια συμπαγής, ογκώδης, βαθμιδωτή, πυραμιδοειδής κατασκευή, που στην ανώτερη στάθμη του εδράζεται ένας ναός. Η πρόσβαση στο ναό πραγματοποιείτο με εξωτερικές κλίμακες. Ο πυρήνας του κατασκευάζετο από πλίνθους αποξηραμένους στον ήλιο και οι εξωτερικές του επιφάνειες από οπτόπλινθους, που σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν εξωτερική εφυάλωση και καλύπτοντο από πίσσα ώστε να δημιουργείται μια στεγανή επιφάνεια. Ορόσημο του τέλους των πολιτισμών της Μεσοποταμίας είναι το 539 π.Χ., όταν ο Κύρος Β΄ ο Μέγας κατέκτησε τη Βαβυλώνα.
Αρχιτεκτονική των Αχαιμενιδών (550 π.Χ. - 330 π.Χ.) Ο Κύρος Β΄ ο Μέγας (550 - 530 π.Χ.), της φυλής των Αχαιμενιδών, κατέκτησε τα Εκβάτανα και δημιούργησε την πανίσχυρη Περσική αυτοκρατορία. Κατέκτησε τις Ελληνικές πόλεις της Ιωνίας και όλη τη Μικρά Ασία, καθώς και το βασίλειο της Βαβυλωνίας, όπου ανακηρύχθηκε βασιλιάς. Ο Δαρείος Α΄ (522 - 486 π.Χ.) επεξέτεινε την αυτοκρατορία του μέχρι την καρδιά της Αιγύπτου. Ο Δαρείος Α΄ και ο διάδοχός του Ξέρξης (486 - 465 π.Χ.) ηγήθηκαν των Περσικών πολέμων εναντίον των Ελληνικών πόλεων. Οι Πέρσες, όταν πρωτοαντίκρισαν την λαμπρή αρχιτεκτονική της Μικράς Ασίας, της Αιγύπτου και της Ελλάδας, έθεσαν ως στόχο να δημιουργήσουν μια αρχιτεκτονική που να μην υστερεί. Το φιλόδοξο οικοδομικό πρόγραμμα άρχισε να υλοποιείται στις Πασαργάδες, από το 546 π.Χ. που έγιναν πρωτεύουσα. Επί Καμβύση Β' (530 - 522 π.Χ.) η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από τις Πασαργάδες στα Σούσα. Το 515 π.Χ. ο Δαρείος Α΄ άρχισε να κτίζει το Ανακτορικό Συγκρότημα της Περσέπολης που το κατέστησε θρησκευτικό, τελετουργικό και οικονομικό κέντρο της αυτοκρατορίας. Το συγκρότημα αυτό περιλαμβάνει το Παλάτι του Δαρείου Α΄, το Παλάτι του Ξέρξη Α΄, την Αίθουσα του Θρόνου, την Αίθουσα των Ακροάσεων και πολλούς χώρους διοίκησης, αποθήκες, κλπ. Η αρχιτεκτονική των Αχαιμενιδών, ενώ διέθετε την πλούσια κληρονομιά της Μεσοποταμιακής αρχιτεκτονικής και επιδράσεις απο την αρχιτεκτονική των Χετταίων, επηρεάστηκε περισσότερο από την Ελληνική αρχιτεκτονική. Δεν είναι τυχαίο ότι στην διεθνή έκδοση Taschen, η αρχιτεκτονική των Αχαιμενιδών περιλαμβάνεται στον τόμο "Greece". Οι βασιλικοί χώροι είναι υπόστυλοι με μαρμάρινους κίονες, κιονόκρανα και δοκούς, που κτίσθηκαν από Έλληνες τεχνίτες από την Ιωνία και τη Λυκία, οι οποίοι εφήρμοσαν τις γνώσεις τους από τη δόμηση Ελληνικών ναών. Οι μνημειακές κλίμακες που οδηγούν στην Αίθουσα Ακροάσεων της Περσέπολης, κοσμούνται με άριστα διατηρημένα ανάγλυφα. Αυτά τα ανάγλυφα αποτυπώνουν τον χαρακτήρα της τέχνης των Αχαιμενιδών. Παριστάνουν μία πομπή στρατιωτών, καθώς και υπηκόων από όλη την αυτοκρατορία που έρχονται ως "προσκυνητές" και δώρα φέροντες, στον βασιλέα. Όμως η πομπή παρουσιάζει αυστηρά στυλιζαρισμένες μορφές, υποταγμένες στη δεσποτική τάξη, σε αντιδιαμετρικά αντίθετο πνεύμα από την ανάλογη, γεμάτη ζωντάνια πομπή των Παναθηναίων στις μετόπες του Παρθενώνα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ιερά της Ζωροαστρικής τους θρησκείας, με ανοιχτή πυρά, τα οποία άρχισαν να κτίζονται επί Αχαιμενιδών, αλλά πολλαπλασιάστηκαν στις περιόδους των Πάρθων και των Σασσανιδών. Οι λαξευτοί τάφοι του Δαρείου και του Αρταξέρξη εντάσσονται στη λαμπρή παράδοση της λαξευτής αρχιτεκτονικής της δυτικής Ασίας. Τα ανάγλυφα έχουν επιρροές από τα ανάγλυφα των Χετταίων, όπως αυτά της Γιαζιλίκαγια. Το τέλος της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών ήρθε με την κατάληψή της από τον Μέγα Αλέξανδρο και την πυρπόληση της Περσέπολης (330 π.Χ.).
Ο πολιτισμός των Ελαμιτών, με κέντρα την Ανσάν, τα Σούσα και την Τσόγκα Ζανμπίλ, στο σημερινό νοτιοδυτικό Ιράν,ήταν μέρος του Μεσοποταμιακού Πολιτισμού. Οι πρώτες πόλεις δημιουργήθηκαν στη Μεσοποταμία, το 3500 π.Χ. και άρχισαν να περιτειχίζονται από το 2800 π.Χ. Είχαν ένα ιεραρχημένο οδικό δίκτυο με κύριους δρόμους, με πλάτος που έφθανε μέχρι τα 3 μέτρα, και με στενούς δευτερεύοντες. Στη δόμηση εφαρμόζονταν αυτό που σήμερα ονομάζουμε συνεχές σύστημα. Οι κατοικίες ήταν μονώροφες ή διώροφες και ορισμένες διέθεταν εσωτερικό αίθριο. Τα κτίριά τους κατασκευάζοντο από οπτόπλινθους και από πλίνθους αποξηραμένους στον ήλιο.Τα θρησκευτικά τους έργα ήταν μεγάλης κλίμακας και κατασκευάζοντο εφαρμόζοντας ακριβείς γεωμετρικές χαράξεις. Ο χαρακτηριστικότερος οικοδομικός τύπος της Μεσοποταμιακής αρχιτεκτονικής είναι το ζιγκουράτ. Άρχιζαν να κτίζονται το 2700 π.Χ και σήμερα διασώζονται 32 ζιγκουράτ. Το ζιγκουράτ είναι μια συμπαγής, ογκώδης, βαθμιδωτή, πυραμιδοειδής κατασκευή, που στην ανώτερη στάθμη του εδράζεται ένας ναός. Η πρόσβαση στο ναό πραγματοποιείτο με εξωτερικές κλίμακες. Ο πυρήνας του κατασκευάζετο από πλίνθους αποξηραμένους στον ήλιο και οι εξωτερικές του επιφάνειες από οπτόπλινθους, που σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν εξωτερική εφυάλωση και καλύπτοντο από πίσσα ώστε να δημιουργείται μια στεγανή επιφάνεια. Ορόσημο του τέλους των πολιτισμών της Μεσοποταμίας είναι το 539 π.Χ., όταν ο Κύρος Β΄ ο Μέγας κατέκτησε τη Βαβυλώνα.
Αρχιτεκτονική των Αχαιμενιδών (550 π.Χ. - 330 π.Χ.) Ο Κύρος Β΄ ο Μέγας (550 - 530 π.Χ.), της φυλής των Αχαιμενιδών, κατέκτησε τα Εκβάτανα και δημιούργησε την πανίσχυρη Περσική αυτοκρατορία. Κατέκτησε τις Ελληνικές πόλεις της Ιωνίας και όλη τη Μικρά Ασία, καθώς και το βασίλειο της Βαβυλωνίας, όπου ανακηρύχθηκε βασιλιάς. Ο Δαρείος Α΄ (522 - 486 π.Χ.) επεξέτεινε την αυτοκρατορία του μέχρι την καρδιά της Αιγύπτου. Ο Δαρείος Α΄ και ο διάδοχός του Ξέρξης (486 - 465 π.Χ.) ηγήθηκαν των Περσικών πολέμων εναντίον των Ελληνικών πόλεων. Οι Πέρσες, όταν πρωτοαντίκρισαν την λαμπρή αρχιτεκτονική της Μικράς Ασίας, της Αιγύπτου και της Ελλάδας, έθεσαν ως στόχο να δημιουργήσουν μια αρχιτεκτονική που να μην υστερεί. Το φιλόδοξο οικοδομικό πρόγραμμα άρχισε να υλοποιείται στις Πασαργάδες, από το 546 π.Χ. που έγιναν πρωτεύουσα. Επί Καμβύση Β' (530 - 522 π.Χ.) η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από τις Πασαργάδες στα Σούσα. Το 515 π.Χ. ο Δαρείος Α΄ άρχισε να κτίζει το Ανακτορικό Συγκρότημα της Περσέπολης που το κατέστησε θρησκευτικό, τελετουργικό και οικονομικό κέντρο της αυτοκρατορίας. Το συγκρότημα αυτό περιλαμβάνει το Παλάτι του Δαρείου Α΄, το Παλάτι του Ξέρξη Α΄, την Αίθουσα του Θρόνου, την Αίθουσα των Ακροάσεων και πολλούς χώρους διοίκησης, αποθήκες, κλπ. Η αρχιτεκτονική των Αχαιμενιδών, ενώ διέθετε την πλούσια κληρονομιά της Μεσοποταμιακής αρχιτεκτονικής και επιδράσεις απο την αρχιτεκτονική των Χετταίων, επηρεάστηκε περισσότερο από την Ελληνική αρχιτεκτονική. Δεν είναι τυχαίο ότι στην διεθνή έκδοση Taschen, η αρχιτεκτονική των Αχαιμενιδών περιλαμβάνεται στον τόμο "Greece". Οι βασιλικοί χώροι είναι υπόστυλοι με μαρμάρινους κίονες, κιονόκρανα και δοκούς, που κτίσθηκαν από Έλληνες τεχνίτες από την Ιωνία και τη Λυκία, οι οποίοι εφήρμοσαν τις γνώσεις τους από τη δόμηση Ελληνικών ναών. Οι μνημειακές κλίμακες που οδηγούν στην Αίθουσα Ακροάσεων της Περσέπολης, κοσμούνται με άριστα διατηρημένα ανάγλυφα. Αυτά τα ανάγλυφα αποτυπώνουν τον χαρακτήρα της τέχνης των Αχαιμενιδών. Παριστάνουν μία πομπή στρατιωτών, καθώς και υπηκόων από όλη την αυτοκρατορία που έρχονται ως "προσκυνητές" και δώρα φέροντες, στον βασιλέα. Όμως η πομπή παρουσιάζει αυστηρά στυλιζαρισμένες μορφές, υποταγμένες στη δεσποτική τάξη, σε αντιδιαμετρικά αντίθετο πνεύμα από την ανάλογη, γεμάτη ζωντάνια πομπή των Παναθηναίων στις μετόπες του Παρθενώνα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ιερά της Ζωροαστρικής τους θρησκείας, με ανοιχτή πυρά, τα οποία άρχισαν να κτίζονται επί Αχαιμενιδών, αλλά πολλαπλασιάστηκαν στις περιόδους των Πάρθων και των Σασσανιδών. Οι λαξευτοί τάφοι του Δαρείου και του Αρταξέρξη εντάσσονται στη λαμπρή παράδοση της λαξευτής αρχιτεκτονικής της δυτικής Ασίας. Τα ανάγλυφα έχουν επιρροές από τα ανάγλυφα των Χετταίων, όπως αυτά της Γιαζιλίκαγια. Το τέλος της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών ήρθε με την κατάληψή της από τον Μέγα Αλέξανδρο και την πυρπόληση της Περσέπολης (330 π.Χ.).
Αρχιτεκτονική των Πάρθων και των Σασσανιδών(240 π.Χ. - 651 μ.Χ.)
Μετά την κατάκτηση της Περσίας από τον Μέγα Αλέξανδρο, ιδρύθηκε το βασίλειο των Σελευκιδών. Οι Πάρθοι, μια Σκυθική φυλή, κατέλαβαν την Παρθία (250 - 238 π.Χ.) στο βορειοανατολικό σημερινό Ιράν, που ανήκε στο βασίλειο των Σελευκιδών. Ακολούθως κατέκτησαν τη Μεσοποταμία (141 π.Χ.) και άνοιξαν τον Δρόμο του Μεταξιού. Στη συνέχεια επεκτάθηκαν στην περιοχή της Μηδείας και μέρους της Αρμενίας. Το 224 μ.Χ., οι Σασσανίδες κατέλυσαν την αυτοκρατορία των Πάρθων και ίδρυσαν τη δική τους. Η αυτοκρατορία τους έλαβε τεράστια έκταση, αποτελούμενη από τα εδάφη του σημερινού Ιράν, του Ιράκ, της Αρμενίας, του Αφγανιστάν και μέρους της Τουρκίας, της Συρίας, του Πακιστάν και της Αραβίας. Περί το 600 μ.Χ., προσήρτησε ακόμα τα εδάφη της σημερινής Αιγύπτου, της Ιορδανίας, του Λιβάνου, του Ισραήλ και της Παλαιστίνης. Οι Πάρθοι κατασκεύασαν τα πρώτα εϊβάν (iwan). Το εϊβάν είναι θολοσκεπής ημιυπαίθριος χώρος, μεγάλου ύψους, που χρησιμοποιείται κυρίως ως διαμόρφωση εισόδου σε παλάτι ή σε ναό ή και για ανάπαυση υπό σκιά. Το παλαιότερο σωζόμενο είναι αυτό που κατασκευάσθηκε από τους Σασσανίδες στο παλάτι του Σαπώρ Α' στη Κτησιφώντα. Τον 6ο αιώνα μ.Χ. οι Σασσανίδες κατασκεύασαν το Μέγα Τείχος του Γκοργκάν, μήκους 195 χιλιομέτρων και πλάτους 6 έως 10 μ., που κατά άλλη εκδοχή κατασκευάσθηκε παλαιότερα από τους Πάρθους. Είναι το μεγαλύτερο τείχος μετά το Σινικό Τείχος. Ονομάζεται και "Κόκκινο Φίδι", επειδή κατασκευάσθηκε από κόκκινους πλίνθους. Η αυτοκρατορία των Σασσανιδών καταλύθηκε από τους μουσουλμάνους, μετά από τη μάχη του Νεχαβέντ και τη δολοφονία του τελευταίου τους αυτοκράτορα (651 μ.Χ.).
Μετά την κατάκτηση της Περσίας από τον Μέγα Αλέξανδρο, ιδρύθηκε το βασίλειο των Σελευκιδών. Οι Πάρθοι, μια Σκυθική φυλή, κατέλαβαν την Παρθία (250 - 238 π.Χ.) στο βορειοανατολικό σημερινό Ιράν, που ανήκε στο βασίλειο των Σελευκιδών. Ακολούθως κατέκτησαν τη Μεσοποταμία (141 π.Χ.) και άνοιξαν τον Δρόμο του Μεταξιού. Στη συνέχεια επεκτάθηκαν στην περιοχή της Μηδείας και μέρους της Αρμενίας. Το 224 μ.Χ., οι Σασσανίδες κατέλυσαν την αυτοκρατορία των Πάρθων και ίδρυσαν τη δική τους. Η αυτοκρατορία τους έλαβε τεράστια έκταση, αποτελούμενη από τα εδάφη του σημερινού Ιράν, του Ιράκ, της Αρμενίας, του Αφγανιστάν και μέρους της Τουρκίας, της Συρίας, του Πακιστάν και της Αραβίας. Περί το 600 μ.Χ., προσήρτησε ακόμα τα εδάφη της σημερινής Αιγύπτου, της Ιορδανίας, του Λιβάνου, του Ισραήλ και της Παλαιστίνης. Οι Πάρθοι κατασκεύασαν τα πρώτα εϊβάν (iwan). Το εϊβάν είναι θολοσκεπής ημιυπαίθριος χώρος, μεγάλου ύψους, που χρησιμοποιείται κυρίως ως διαμόρφωση εισόδου σε παλάτι ή σε ναό ή και για ανάπαυση υπό σκιά. Το παλαιότερο σωζόμενο είναι αυτό που κατασκευάσθηκε από τους Σασσανίδες στο παλάτι του Σαπώρ Α' στη Κτησιφώντα. Τον 6ο αιώνα μ.Χ. οι Σασσανίδες κατασκεύασαν το Μέγα Τείχος του Γκοργκάν, μήκους 195 χιλιομέτρων και πλάτους 6 έως 10 μ., που κατά άλλη εκδοχή κατασκευάσθηκε παλαιότερα από τους Πάρθους. Είναι το μεγαλύτερο τείχος μετά το Σινικό Τείχος. Ονομάζεται και "Κόκκινο Φίδι", επειδή κατασκευάσθηκε από κόκκινους πλίνθους. Η αυτοκρατορία των Σασσανιδών καταλύθηκε από τους μουσουλμάνους, μετά από τη μάχη του Νεχαβέντ και τη δολοφονία του τελευταίου τους αυτοκράτορα (651 μ.Χ.).
Ισλαμική Περσική Αρχιτεκτονική (900 μ.Χ. - 1760 μ.Χ.)
Η Ισλαμική Περσική Αρχιτεκτονική δημιουργήθηκε από την ανάπτυξη του Ισλαμισμού στο πολιτιστικό υπόβαθρο της Περσίας των Αχαιμενιδών, της Ελληνιστικής Περσίας, των Πάρθων και των Σασσανιδών. Αφομοίωσε δημιουργικά τις αρχιτεκτονικές κατακτήσεις όλων των πολιτισμών που προήλθαν από τη Μεσόγειο και τη δυτική Ασία και στη συνέχεια έδωσε τη σκυτάλη στους Ινδομογγόλους . Ξεκίνησε περί το 900 μ.Χ. επί Σαμανιδών, στην περιοχή του σημερινού Ουζμπεκιστάν. Ακολούθησε η ανάπτυξή της επί Σελτζούκων. Συνολικά, εκτός από το Ουζμπεκιστάν, αναπτύχθηκε και στο σημερινό Ιράν και σε περιοχές γειτονικών του χωρών, στο σημερινό Αφγανιστάν και Πακιστάν. Η πιο εκρηκτική εξέλιξη στην ιστορία της Ασίας ήταν οι εισβολές των Μογγόλων του Τζένκινς Χαν (1206-1227) και των διαδόχων του, που δημιούργησαν την αχανή αυτοκρατορία των Μογγόλων. Η διάδοχός της αυτοκρατορία των Τιμουριδών (1370-1507), που ίδρυσε ο Ταμερλάνος, έφθασε να εκτείνεται από τη βόρεια Συρία μέχρι τη δυτική Κίνα. Διάδοχοι των Τιμουριδών ήταν οι δυναστείες των Σαϊμπανιδών στην Κεντρική Ασία, των Σαφαβιδών στο Ιράν και των Ινδομογγόλων στις Ινδίες. Σε αυτές τις γεωπολιτικές σχέσεις οφείλεται η ανάπτυξη και η διάδοση της Ισλαμικής Περσική Αρχιτεκτονικής. Τα κέντρα της Σαμαρκάνδης και του Ισφαχάν είναι τα σημαντικότερα θησαυροφυλάκια της Ισλαμικής Περσικής Αρχιτεκτονικής. Οι κεντρικές τους πλατείες, Registan και Maidan-i Naqshi-i Jahan αντιστοίχως, έχουν συγχρόνως χρήσεις εμπορικές, θρησκευτικές και αναψυχής και περιβάλλονται από υπέροχα μνημειακά κτίρια.
Τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής τους είναι το εϊβάν, ο διπλός τρούλος και οι πολύχρωμες κεραμικές επενδύσεις. Κληρονόμησαν το εϊβάν από τους Πάρθους, αλλά το ανέδειξαν μορφολογικά, ώστε να αποτελεί ζωτικό στοιχείο της αρχιτεκτονικής τους. Οι τρούλοι τους έχουν διπλό κέλυφος. Το εσωτερικό κέλυφος είναι ο θόλος που στεγάζει τον εσωτερικό χώρο, ανταποκρινόμενος στις κτιριοδομικές απαιτήσεις του. Το εξωτερικό κέλυφος φθάνει σε ύψος μέχρι 14 μ. πάνω από το εσωτερικό έχει καμπυλόμορφη επιφάνεια, που γεωμετρικά προκύπτει από την περιστροφή καμπύλης περί κατακόρυφο άξονα, και έχει στόχο να λειτουργεί ως τοπόσημο. Το διάκενο μεταξύ των δύο κελυφών προσφέρει θερμομόνωση, αλλά και θαυμάσια ακουστική στον εσωτερικό χώρο, με κατάλληλες διαμορφώσεις. Οι κεραμικές επενδύσεις δημιουργούν εκπληκτικές επιφάνειες με σύνθετα γεωμετρικά μοτίβα, καλλιγραφία και έντονη πολυχρωμία. Είναι η συνέχεια της παράδοσης της Νέας Βαβυλωνιακής αυτοκρατορίας. Σημαντική μεγακατασκευή είναι η Γέφυρα Κχατζού, στον ποταμό Zayandeh, στο Ισφαχάν. Είναι ένα πανέμορφο δείγμα της κοσμικής Ισλαμικής Περσικής αρχιτεκτονικής που λειτουργεί και σαν υδατοφράκτης με θυρίδες-δικλίδες, που ρυθμίζουν τη ροή και τις εκατέρωθεν στάθμες του ποταμού.
Η Ισλαμική Περσική Αρχιτεκτονική δημιουργήθηκε από την ανάπτυξη του Ισλαμισμού στο πολιτιστικό υπόβαθρο της Περσίας των Αχαιμενιδών, της Ελληνιστικής Περσίας, των Πάρθων και των Σασσανιδών. Αφομοίωσε δημιουργικά τις αρχιτεκτονικές κατακτήσεις όλων των πολιτισμών που προήλθαν από τη Μεσόγειο και τη δυτική Ασία και στη συνέχεια έδωσε τη σκυτάλη στους Ινδομογγόλους . Ξεκίνησε περί το 900 μ.Χ. επί Σαμανιδών, στην περιοχή του σημερινού Ουζμπεκιστάν. Ακολούθησε η ανάπτυξή της επί Σελτζούκων. Συνολικά, εκτός από το Ουζμπεκιστάν, αναπτύχθηκε και στο σημερινό Ιράν και σε περιοχές γειτονικών του χωρών, στο σημερινό Αφγανιστάν και Πακιστάν. Η πιο εκρηκτική εξέλιξη στην ιστορία της Ασίας ήταν οι εισβολές των Μογγόλων του Τζένκινς Χαν (1206-1227) και των διαδόχων του, που δημιούργησαν την αχανή αυτοκρατορία των Μογγόλων. Η διάδοχός της αυτοκρατορία των Τιμουριδών (1370-1507), που ίδρυσε ο Ταμερλάνος, έφθασε να εκτείνεται από τη βόρεια Συρία μέχρι τη δυτική Κίνα. Διάδοχοι των Τιμουριδών ήταν οι δυναστείες των Σαϊμπανιδών στην Κεντρική Ασία, των Σαφαβιδών στο Ιράν και των Ινδομογγόλων στις Ινδίες. Σε αυτές τις γεωπολιτικές σχέσεις οφείλεται η ανάπτυξη και η διάδοση της Ισλαμικής Περσική Αρχιτεκτονικής. Τα κέντρα της Σαμαρκάνδης και του Ισφαχάν είναι τα σημαντικότερα θησαυροφυλάκια της Ισλαμικής Περσικής Αρχιτεκτονικής. Οι κεντρικές τους πλατείες, Registan και Maidan-i Naqshi-i Jahan αντιστοίχως, έχουν συγχρόνως χρήσεις εμπορικές, θρησκευτικές και αναψυχής και περιβάλλονται από υπέροχα μνημειακά κτίρια.
Τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής τους είναι το εϊβάν, ο διπλός τρούλος και οι πολύχρωμες κεραμικές επενδύσεις. Κληρονόμησαν το εϊβάν από τους Πάρθους, αλλά το ανέδειξαν μορφολογικά, ώστε να αποτελεί ζωτικό στοιχείο της αρχιτεκτονικής τους. Οι τρούλοι τους έχουν διπλό κέλυφος. Το εσωτερικό κέλυφος είναι ο θόλος που στεγάζει τον εσωτερικό χώρο, ανταποκρινόμενος στις κτιριοδομικές απαιτήσεις του. Το εξωτερικό κέλυφος φθάνει σε ύψος μέχρι 14 μ. πάνω από το εσωτερικό έχει καμπυλόμορφη επιφάνεια, που γεωμετρικά προκύπτει από την περιστροφή καμπύλης περί κατακόρυφο άξονα, και έχει στόχο να λειτουργεί ως τοπόσημο. Το διάκενο μεταξύ των δύο κελυφών προσφέρει θερμομόνωση, αλλά και θαυμάσια ακουστική στον εσωτερικό χώρο, με κατάλληλες διαμορφώσεις. Οι κεραμικές επενδύσεις δημιουργούν εκπληκτικές επιφάνειες με σύνθετα γεωμετρικά μοτίβα, καλλιγραφία και έντονη πολυχρωμία. Είναι η συνέχεια της παράδοσης της Νέας Βαβυλωνιακής αυτοκρατορίας. Σημαντική μεγακατασκευή είναι η Γέφυρα Κχατζού, στον ποταμό Zayandeh, στο Ισφαχάν. Είναι ένα πανέμορφο δείγμα της κοσμικής Ισλαμικής Περσικής αρχιτεκτονικής που λειτουργεί και σαν υδατοφράκτης με θυρίδες-δικλίδες, που ρυθμίζουν τη ροή και τις εκατέρωθεν στάθμες του ποταμού.