Η γλυκιά Γουιόνα με την τρυφερή και υπερεαυαίσθητη προσωπικότητα δεν επιδίωξε ποτέ να γίνει μια χολυγουντιανή σταρ, με την κλασσική έννοια. Ηταν πάντα αντισυμβατική, διατηρώντας χαμηλούς τόνους, παρόλο που στην προσωπική της ζωή δέσποζε για τέσσερα χρόνια η πρώτη της και παντοτινή-όπως λέει η ίδια- αγάπη, ο Τζόννυ Ντεπ. Ήταν το 2001 όταν η ηθοποιός που σημάδεψε τα 90s συνελήφθη σε γνωστό κατάστημα του Μπέβερλι Χιλς με την τσάντα της γεμάτη ρούχα, εσώρουχα και αξεσουάρ αξίας 5.000 δολαρίων. Όλα κλεμμένα. Με τις φωτογραφίες από τις κάμερες ασφαλείας να κάνουν το γύρο του κόσμου η Ράιντερ έγινε από κορίτσι που αγαπούσαν όλοι σε μια διάσημη με περίεργες ορμές. Μέχρι τότε είχε καταφέρει να διαγράψει μια λαμπρή καριέρα με σπουδαίες συνεργασίες, απο τον Τιμ Μπάρτον εως τον Μάρτιν Σκορσέζε.
Σαν σήμερα 29 Οκτωβρίου, το 1971 γεννήθηκε η Αμερικανίδα ηθοποιός Γουινόνα Ράιντερ που είδε την καριέρα της να καταστρέφεται όταν έκλεψε ρούχα και αξεσουάρ αξίας 5,500 δολαρίων σε εμπορικό κέντρο στο Μπέβερλι Χιλς. Το πραγματικό της όνομα διαφέρει λίγο από αυτό που τη γνωρίζουμε τόσα χρόνια και είναι το Γουινόνα Λόρα Χόροβιτς, αλλά όπως συνηθίζουν πολλοί καλλιτέχνες, έκρινε ότι το Ράιντερ ήταν πιο απλό και εύκολο να το θυμάται κάποιος στο χώρο του θεάματος.. Πριν πάρει βέβαια τέτοιου είδους αποφάσεις, η μικρή Γουινόνα κυκλοφορούσε με το χαϊδευτικό «Νόνι», το οποίο διατηρεί ακόμη και σήμερα. Γεννήθηκε στη πόλη Γουινόνα στην Μινεσότα των ΗΠΑ στις 29 Οκτωβρίου 1971, το πραγματικό της όνομα είναι Γουινόνα Λόρα Χόρογουιτς, και ήταν βαφτιστική του ηθοποιού Τίμοθυ Λήρυ. Το 1978 η οικογένειά της μετακόμισε σε ένα κοινόβιο ράντσο κοντά στο Ελκ, στη Βόρεια Καλιφόρνια όπου ζούσαν με επτά ακόμα οικογένειες, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα. Ωστόσο η μητέρα της οργάνωνε κινηματογραφικές προβολές σε μια κοντινή φάρμα, γεγονός που της έκανε να αναπτύξει ενδιαφέρον για την υποκριτική. Στην ηλικία των 10 ετών μετακόμισε με τους γονείς της στην Πεταλούμα (κοντά στο Σαν Φρανσίσκο) όπου δυο χρόνια μετά παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής στο American Conservatory Theater. Ο σκηνοθέτης Ντέηβιντ Σέλτζερ την πρόσεξε σε μια οντισιόν και της έδωσε ρόλο στην ταινία Λούκας (1986). Όταν τη ρώτησε πως θα ήθελε να εμφανίζεται το όνομά της στους τίτλους η Γουινόνα ζήτησε να χρησιμοποιήσει το επίθετο Ράιντερ, γιατί εκείνη τη στιγμή άκουγε έναν δίσκο του Μιτς Ράιντερ.
Ευτυχώς για την μικρή «Νόνι» η επιτυχία δεν άργησε να έρθει, αφού μετά το ντεμπούτο της, έπαιξε σε μία ταινία με τον Ρομπ Λόου, το «Square dance» (1987) και το 1988 ήρθε ο... «Σκαθαροζούμης» του Τιμ Μπάρτον στη ζωή της, όπου υποδύθηκε μια έφηβη «γκοθ» κοπέλα, στο πλευρό του Μάικλ Κίτον, της Τζίνα Ντέιβις και του Άλεκ Μπόλντγουϊν. Ο Τιμ Μπάρτον είχε εντυπωσιαστεί από το ταλέντο της στο «Lucas» γι’ αυτό και της πρότεινε το ρόλο. Η ταινία κέρδισε Όσκαρ και η Γουινόνα καλές κριτικές, παίρνοντας θάρρος για να συνεχίσει δυναμικά. Στην επόμενή της ταινία «1969» (1988), τη βρίσκουμε στο πλευρό του Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ και του Κίφερ Σάδερλαντ σε μια ταινία με φόντο τον πόλεμο στο Βιετνάμ, ενώ το 1989 πρωταγωνιστεί με τον Ντένις Κουέιντ στο «Great balls of fire» στο ρόλο της 13χρονης ξαδέλφης του Τζέρι Λι Λιούις την οποία και παντρεύτηκε προκαλώντας σκάνδαλο στα τέλη της δεκαετίας του ’50. Η ταινία θεωρήθηκε αποτυχία στο box office, αλλά οι κριτικές φάνηκαν να αναγνωρίζουν το ταλέντο της Ράιντερ.Το 1990, ο Τιμ Μπάρτον δείχνει και πάλι την προτίμησή του στο πρόσωπό της για το ρόλο της Κιμ στον «Ψαλιδοχέρη» δίπλα στον Τζόνι Ντεπ, με τον οποίο αποτελεί ζευγάρι στην πραγματικότητα. Η σχέση τους, όμως, θα διαλυθεί μετά από 3 χρόνια, αφήνοντας ενθύμιο ένα τατουάζ στον Τζόνι Ντεπ «Winona forever», το οποίο άλλαξε σε «Wino forever» μετά το χωρισμό τους. Η ταινία έκανε επιτυχία και η Γουινόνα «έχτιζε» σιγά-σιγά την καριέρα της. Την ίδια χρονιά υποδύεται την κόρη της Σερ στις «Γοργόνες» κερδίζοντας υποψηφιότητα β’ γυναικείου ρόλου για Χρυσή Σφαίρα και συμμετέχει και στο βίντεο κλιπ του «Shoop shoop song» στη διασκευή της Σερ, μαζί με την μικρή τότε Κριστίνα Ρίτσι. Πριν, όμως, από αυτό το ρόλο είχε ξεκινήσει γυρίσματα για το τρίτο μέρος του «Νονού» του Φράνσις Φορντ Κόπολα, αλλά αποσύρθηκε λόγω υπερκόπωσης.
Το 1991 ο Τζιμ Τζάρμους των «Τσακισμένων λουλουδιών» και του «Νεκρού» γύρισε το «Night on Earth» στο οποίο η Γουινόνα είχε πρωταγωνιστικό ρόλο και το 1992 ο «Δράκουλας» με τη μορφή του Γκάρι Όλντμαν μπαίνει στη ζωή της. Με την καθοδήγηση του Φράνσις Φόρντ Κόπολα και σε ένα καστ μεγάλα ονόματα όπως Γκάρι Όλντμαν, Άντονι Χόπκινς, Τομ Γουέιτς, Κιάνου Ριβς, η Γουινόνα ως Μίνα μαγνητίζει τον... Δράκουλα, αλλά και το κοινό.Μαζί με τη Μισέλ Φάιφερ και τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις, περνάει τα... «Χρόνια της Αθωότητας» (1993), με τις σκηνοθετικές οδηγίες του Μάρτιν Σκορσέζε, τον οποίο η ίδια η Γουινόνα θεωρεί τον καλύτερο σκηνοθέτη του κόσμου. Ο ρόλος της σε αυτή την ταινία της χάρισε τη Χρυσή Σφαίρα β’ γυναικείου ρόλου και μια υποψηφιότητα για Όσκαρ στην ίδια κατηγορία. Την ίδια χρονιά βρέθηκε στο «Σπίτι των Πνευμάτων» με τη Μέριλ Στριπ, την Γκλεν Κλόουζ, τον Αντόνιο Μπαντέρας και τον Τζέρεμι Άιρονς, ενώ το 1994 την απολαμβάνουμε ως «παιδί» της «Generation Χ» σε μια ταινία όπου πρωταγωνιστεί με τον Ίθαν Χοκ και τον Μπεν Στίλερ, το «Reality bites», με τον δεύτερο να έχει και το ρόλο του σκηνοθέτη. Η ταινία αγγίζει τους νέους κάθε εποχής, αλλά δεν έφερε τα επιθυμητά κέρδη, ούτε κέρδισε την ανάλογη αναγνώριση. Την ίδια χρονιά γίνεται μία από τις «Μικρές κυρίες» κερδίζοντας άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ γυναικείου ρόλου, το οποίο, όμως, δεν κερδίζει παρά την εξαιρετική ερμηνεία της.Το 1995 αρνείται τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Sabrina», καθώς ένιωθε ότι δεν θα μπορούσε να διαδεχτεί την Όντρεϊ Χέμπορν σε αυτό το ρόλο κι έτσι τη θέση της πήρε η Τζούλια Όρμοντ.
Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’90 την είδαμε σε αρκετές ταινίες, όπως το «Boys» το (1996), το «The Crucible» (1996), το «Alien: Resurrection» (1997) μαζί με τη Σιγκούρνι Γουίβερ, κερδίζοντας βραβείο Blockbuster Entertainment καλύτερης ηθοποιού, το «Celebrity» (1998) του Γούντι Άλεν σε ένα φιλμ που σατιρίζει τις ζωές διάφορων διασήμων και το «Girl, Interrupted» (1999), την αυτοβιογραφία της Σουζάνα Κέιζεν, όπου τη βρίσκουμε μαζί με την Αντζελίνα Τζολί σε μια ψυχιατρική κλινική, με τη δεύτερη να κερδίζει το Όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου. Σε ρομαντικές διαθέσεις τη βρίσκουμε το 2000 με το «Autumn in Νew York» που πρωταγωνιστεί με τον Ρίτσαρντ Γκιρ, περνώντας μετά στην αντίπερα όχθη με το θρίλερ «Lost Souls», κάνοντας και μια στάση στα «Φιλαράκια» το 2001 ως συμφοιτήτρια της Ρέιτσελ και... ερωτευμένη μαζί της. Εκείνη τη χρονιά, όμως, συνέβη κάτι άσχημο για την ψυχολογία και την καριέρα της, αφού κατηγορήθηκε για κλοπή αντικειμένων από το πολυκατάστημα Σακς, αλλά και για χρήση μη συνταγογραφούμενων ψυχοτρόπων φαρμάκων. Όπως είναι φυσικό, πέρασε ένα δύσκολο διάστημα, έχοντας να εκπληρώσει 480 ώρες κοινωνικής εργασίας όπως προέβλεπε η ποινή, πρόστιμα, αλλά και ιατρική και ψυχιατρική παρακολούθηση. Το 2002 την συναντάμε στο «Mr. Deeds» με τον Άνταμ Σάντλερ, σε μια ρομαντική κομεντί, η οποία είχε γυριστεί πριν τη σύλληψή της και αποτέλεσε εμπορική επιτυχία και το 2003 στο επιστημονικής φαντασίας δράμα, «Simone», μαζί με τον Αλ Πατσίνο. Ακολούθησε μια περίοδος αποχής, η οποία της κόστισε και μια δεύτερη συνεργασία με τον Γούντι Άλεν στο «Melinda and Melinda», ενώ το από το 2006 έως το 2009 την βρίσκουμε σε ταινίες όπως «A scanner darkly» (2006), «Sex and death 101» (2007), «The informers» (2008) κ.ά.Το 2009 ενσαρκώνει το ρόλο της Αμάντα Γκρέισον στο «Σταρ Τρεκ», ενώ πρωταγωνιστεί και στο «Stay cool» και το 2010, η μεγάλη επιτυχία του Ντάρεν Αρονόφσκι «Black Swan» την φέρνει στη μεγάλη οθόνη, μαζί με τη Νάταλι Πόρτμαν και τον Βενσάν Κασέλ. Ακολούθησε «Το δίλημμα» (2011) με τον Βινς Βον και την Τζένιφερ Κόνελι. Έχει το δικό της αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλυγουντ της Καλιφόρνιας, από τον Οκτώβριο του 2000.
| |
Το Comeback
Ήταν 2001 όταν η ηθοποιός συνελήφθη σε γνωστό κατάστημα του Μπέβερλι Χιλς με την τσάντα της γεμάτη ρούχα, εσώρουχα και αξεσουάρ αξίας 5.000 δολαρίων. Όλα κλεμμένα. Με τις φωτογραφίες από τις κάμερες ασφαλείας να κάνουν το γύρο του κόσμου η Ράιντερ έγινε από κορίτσι που αγαπούσαν όλοι σε μια διάσημη με περίεργες ορμές. Το τίμημα ήταν μεγάλο για τη Ράιντερ που είδε τις προτάσεις για δουλειά να περιορίζονται και την έκαναν μια σταρ που απολογήθηκε στο κοινό της σχολιάζοντας κάποια χρόνια μετά την καταιγίδα: “Δεν είμαι κλεπτομανής, ας πούμε απλά πως εκείνη την περίοδο της ζωή μου βρισκόμουν σε σύγχυση. Όλα ‘έτρεχαν’ γύρω μου. Άρχισα να παίρνω ψυχοφάρμακα και ηρεμιστικά. Όταν με συνέλαβαν μέσα στο μαγαζί, δεν είχα επίγνωση αυτού που έκανα” είπε η Ράιντερ σε συνέντευξη της όταν πλέον είχε κρατήσεις τις αποστάσεις της από τη βιομηχανία του θεάματος και είχε ολοκληρώσει τις 480 ώρες κοινωνικής εργασίας, ποινή που της είχε επιβληθεί από τις αρχές. Σήμερα η Ράιντερ κάνει ένα comeback στη μικρή οθόνη με μια σειρά που θέλει να στοιχειώσει με ρετρό γοητεία μυστηρίου το καλοκαίρι μας. Στη νέα, original σειρά του Netflix, Stranger Things η Ράιντερ ταξιδεύει πίσω στο χρόνο. Στα 80s που θυμίζουν κάτι από Σπίλμπεργκ και Στέφεν Κινγκ. Στο θρίλερ των Ματ και Ρος Ντάφερ των οκτώ ωριαίων επεισοδίων μια μυστηριώδης εξαφάνιση καταστρέφει την ήσυχη καθημερινότητα του Μοντόκ της Νέας Υόρκης. Ένα αγόρι που βρίσκεται στο λάθος σημείο, τη λάθος στιγμή γίνεται αφορμή για να ζήσουν όλοι τους παλιούς και νέους εφιάλτες τους. Η 45χρονη Ράιντερ υποδύεται τη μητέρα του αγνοούμενου πιτσιρικά που ίσως βρέθηκε πολύ κοντά σε μια κυβερνητική συνωμοσία όπου όλα είναι πιθανά. Από τις 15 Ιουλίου η Ράιντερ θέλει την ψήφο εμπιστοσύνης του κοινού και με αφορμή το comeback φωτογραφήθηκε για το περιοδικό The Edit υπενθυμίζοντας ότι ο κόσμος είναι γεμάτος περίεργες ανατροπές, μία από αυτές είναι και η επιστροφή της.
Ήταν 2001 όταν η ηθοποιός συνελήφθη σε γνωστό κατάστημα του Μπέβερλι Χιλς με την τσάντα της γεμάτη ρούχα, εσώρουχα και αξεσουάρ αξίας 5.000 δολαρίων. Όλα κλεμμένα. Με τις φωτογραφίες από τις κάμερες ασφαλείας να κάνουν το γύρο του κόσμου η Ράιντερ έγινε από κορίτσι που αγαπούσαν όλοι σε μια διάσημη με περίεργες ορμές. Το τίμημα ήταν μεγάλο για τη Ράιντερ που είδε τις προτάσεις για δουλειά να περιορίζονται και την έκαναν μια σταρ που απολογήθηκε στο κοινό της σχολιάζοντας κάποια χρόνια μετά την καταιγίδα: “Δεν είμαι κλεπτομανής, ας πούμε απλά πως εκείνη την περίοδο της ζωή μου βρισκόμουν σε σύγχυση. Όλα ‘έτρεχαν’ γύρω μου. Άρχισα να παίρνω ψυχοφάρμακα και ηρεμιστικά. Όταν με συνέλαβαν μέσα στο μαγαζί, δεν είχα επίγνωση αυτού που έκανα” είπε η Ράιντερ σε συνέντευξη της όταν πλέον είχε κρατήσεις τις αποστάσεις της από τη βιομηχανία του θεάματος και είχε ολοκληρώσει τις 480 ώρες κοινωνικής εργασίας, ποινή που της είχε επιβληθεί από τις αρχές. Σήμερα η Ράιντερ κάνει ένα comeback στη μικρή οθόνη με μια σειρά που θέλει να στοιχειώσει με ρετρό γοητεία μυστηρίου το καλοκαίρι μας. Στη νέα, original σειρά του Netflix, Stranger Things η Ράιντερ ταξιδεύει πίσω στο χρόνο. Στα 80s που θυμίζουν κάτι από Σπίλμπεργκ και Στέφεν Κινγκ. Στο θρίλερ των Ματ και Ρος Ντάφερ των οκτώ ωριαίων επεισοδίων μια μυστηριώδης εξαφάνιση καταστρέφει την ήσυχη καθημερινότητα του Μοντόκ της Νέας Υόρκης. Ένα αγόρι που βρίσκεται στο λάθος σημείο, τη λάθος στιγμή γίνεται αφορμή για να ζήσουν όλοι τους παλιούς και νέους εφιάλτες τους. Η 45χρονη Ράιντερ υποδύεται τη μητέρα του αγνοούμενου πιτσιρικά που ίσως βρέθηκε πολύ κοντά σε μια κυβερνητική συνωμοσία όπου όλα είναι πιθανά. Από τις 15 Ιουλίου η Ράιντερ θέλει την ψήφο εμπιστοσύνης του κοινού και με αφορμή το comeback φωτογραφήθηκε για το περιοδικό The Edit υπενθυμίζοντας ότι ο κόσμος είναι γεμάτος περίεργες ανατροπές, μία από αυτές είναι και η επιστροφή της.