Η δεκαετία του ’40 μαζί με το φιλμ νουάρ έφερε στο προσκήνιο του Χόλιγουντ ένα ιδανικό κινηματογραφικό ζευγάρι: τον σκληρό του Χόλυγουντ Χάμφρεϋ Μπόγκαρτ και την μοιραία ντίβα Λορίν Μπακόλ. Η πρώτη συνάντηση των δύο σταρ έγινε όταν ο Μπόγκαρτ γύριζε το «Μονοπάτι προς τη Μασαλία» και ήταν μάλλον αδιάφορη. Οπως περιγράφει η ίδια η Μπακόλ, «ούτε πυροτεχνηματα ούτε μουσικές». Ανταλλάσσουν απλώς μια-δυο τυπικές φράσεις. Λίγες μέρες αργότερα ξανασυναντιούνται στο σπίτι του Χοκς, που την προορίζει για πρωταγωνίστρια στην επόμενη ταινία του. «Είδα το δοκιμαστικό σου», της λέει ο Μπόγκι. «Θα περάσουμε καλά μαζί». Ετσι το Φεβρουάριο του ’44 ξεκινούν τα γυρίσματα της «Σειρήνας της Μαρτινίκας». Πρώτη μέρα, πρώτη σκηνή. Η Λορίν μπαίνει από τη μισάνοιχτη πόρτα στο δωμάτιο του Μπόγκαρτ, ρωτώντας «έχει κανείς σπίρτα;» Εκείνος της πετά ένα σπιρτόκουτο. Ανάβει το τσιγάρο της και λέγοντάς του «ευχαριστώ» του πετά πίσω τα σπίρτα. «Το κεφάλι μου έτρεμε, το χέρι μου έτρεμε, το τσιγάρο έτρεμε, κι όσο προσπαθούσα, τόσο πιο πολύ έτρεμα», γράφει. Ο σταρ προσπαθεί να τη βοηθήσει να αισθανθεί άνετα, κάνοντας χιούμορ. Τελικά, όπως περιγράφει η ίδια, «κατάλαβα ότι ο μόνος τρόπος για να μην τρέμει το κεφάλι μου είναι να το κρατήσω χαμηλά, σχεδόν κολλημένο στο στήθος μου, και να κοιτάξω τον Μπόγκαρτ». Ετσι γεννιέται το περίφημο βλέμμα της - αποκτά το υποκοριστικό που θα την ακολουθεί στο Χόλιγουντ: «Το βλέμμα». Η ταινία είναι γνωστή για τη διάσημη ατάκα της Μπακόλ προς τον Μπόγκαρτ: "Δεν χρειάζεται να προσποιείσαι με εμένα, Στιβ. Δεν χρειάζεται να λες τίποτα ή να κάνεις τίποτα. Η μάλλον, απλώς να σφυρίζεις. Ξέρεις να σφυρίζεις, έτσι Στιβ; Απλώς ενώνεις τα χείλη και φυσάς". Αυτός ήταν 44 και αυτή μόλις 19. Της έδωσε το παρατσούκλι «baby» και ένα ειδύλλιο αναπτύχθηκε γρήγορα. Ο σκηνοθέτης Χάουαρντ Χόουκς είχε αναπτύξει επίσης αισθήματα για την Μπακόλ. Δεν ενέκρινε τη σχέση τους λέγοντάς της ότι ο Μπόγκαρτ απλά έπαιζε μαζί της. Στην αρχή είχαν κρυφή και παράνομη σχέση, ωσότου ο Μπόγκαρτ οριστικοποιήσει το διαζύγιο από την τρίτη του γυναίκα. Κόντρα στις συμβάσεις και τις συμβουλές της μητέρας της, δεν δίστασε να βυθιστεί στον μεγάλο έρωτά της με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ - παρά το γεγονός ότι εκείνος ήταν παντρεμένος και 25 χρόνια μεγαλύτερός της.
«Μαζί του έζησα τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου», γράφει, «γιατί παντρεύτηκα κάποιον που με λάτρευε, που μου έμαθε τα πάντα για τη ζωή, τους ανθρώπους και τον κινηματογράφο, που με έβαλε σε περιβάλλον με ταλαντούχους και δημιουργικούς ανθρώπους».Παντρεύτηκαν στις 21 Μαΐου του 1945. Ο γάμος και το ταξίδι του μέλιτος έλαβαν χώρα στη Φάρμα Μάλαμπαρ, στο Οχάιο. Ήταν η εξοχική κατοικία του βραβευμένου με Πούλιτζερ συγγραφέα Λούις Μπρόμφιλντ, στενού φίλου του Μπόγκαρτ.Ο σκληρός του Χόλιγουντ δάκρυσε κατά τη διάρκεια της τελετής και ίσως ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησε τη σημασία των όρκων που πήρε. Η Μπακόλ περιέγραφε τη ζωή τους ως ένα συνεχόμενο μήνα του μέλιτος, τον οποίο διέκοψαν μόνο δύο μεγάλοι καβγάδες, αλλά και οι αντίθετες προτιμήσεις τους.
Η ηθοποιός ήθελε να πηγαίνει σε πάρτι και να ξενυχτά, ενώ ο Μπόγκαρτ κουραζόταν και είχε βαρεθεί τις εξόδους. Πολλές φορές ένιωθε ότι ήταν απλώς ο συνοδός της και όχι ο σύζυγός της. Μάλιστα όταν γνώρισαν τον συνθέτη του West Side Story, Λέοναρντ Μπέρνσταϊν, ο Μπόγκαρτ ανησύχησε πραγματικά ότι η Μπακόλ θα τον άφηνε. Για να την αποθαρρύνει, την προειδοποίησε: «Θα περάσεις καλά για ένα σαββατοκύριακο, αλλά όχι για μια ζωή». Παρά τις ευτυχισμένες στιγμές δίπλα στον Μπόγκαρτ, η καριέρα της Μπακόλ τέθηκε πλέον σε δεύτερη μοίρα. Η ίδια σχολιάζει: «Πολλοί σκηνοθέτες δεν με σκέφτονταν πλέον παρά ως γυναίκα του Μπόγκαρτ. Αυτό δεν οδηγεί φυσικά σε μεγάλη καριέρα και ξεκάθαρα εγώ δεν πάλεψα ποτέ για την καριέρα μου. Υποθέτω λοιπόν ότι κάτι χάνεις, κάτι κερδίζεις. Ήταν επιλογή μου». Στα χρόνια που κράτησε ο γάμος της με τον αστέρα του κινηματογράφου, η Μπακόλ θα πρωταγωνιστούσε σε μόλις μία ταινία τον χρόνο. Το ζευγάρι εμφανίστηκε μαζί σε άλλες τρία φιλμ, τον «Μεγάλο Ύπνο» (The Big Sleep), το «Dark Passage» και το «Key Largo». Το 1956, διαγνώστηκε ότι ο Μπόγκαρτ έπασχε από καρκίνο στον οισοφάγο. Η εγχείρηση διήρκησε 9,5 ώρες και η υγεία του φάνηκε να ανακάμπτει μέσα στους επόμενους μήνες. Όμως, ο καρκίνος επέστρεψε και ο Μπόγκαρτ ήταν τόσο αδύναμος που δεν μπορούσε να σηκωθεί απ’ το κρεβάτι. Ένα πρωί, η Μπακόλ σηκώθηκε για να πάει τα παιδιά τους στο σχολείο και πριν φύγει, τον φίλησε και του είπε ότι θα επιστρέψει σε λίγο. Ο Μπόγκαρτ της απάντησε: «Αντίο μικρή». Όταν η Μπακόλ επέστρεψε, ο ηθοποιός είχε πέσει σε κώμα. Πέθανε λίγες ώρες αργότερα, στις 14 Ιανουαρίου του 1957.
Η ηθοποιός ήθελε να πηγαίνει σε πάρτι και να ξενυχτά, ενώ ο Μπόγκαρτ κουραζόταν και είχε βαρεθεί τις εξόδους. Πολλές φορές ένιωθε ότι ήταν απλώς ο συνοδός της και όχι ο σύζυγός της. Μάλιστα όταν γνώρισαν τον συνθέτη του West Side Story, Λέοναρντ Μπέρνσταϊν, ο Μπόγκαρτ ανησύχησε πραγματικά ότι η Μπακόλ θα τον άφηνε. Για να την αποθαρρύνει, την προειδοποίησε: «Θα περάσεις καλά για ένα σαββατοκύριακο, αλλά όχι για μια ζωή». Παρά τις ευτυχισμένες στιγμές δίπλα στον Μπόγκαρτ, η καριέρα της Μπακόλ τέθηκε πλέον σε δεύτερη μοίρα. Η ίδια σχολιάζει: «Πολλοί σκηνοθέτες δεν με σκέφτονταν πλέον παρά ως γυναίκα του Μπόγκαρτ. Αυτό δεν οδηγεί φυσικά σε μεγάλη καριέρα και ξεκάθαρα εγώ δεν πάλεψα ποτέ για την καριέρα μου. Υποθέτω λοιπόν ότι κάτι χάνεις, κάτι κερδίζεις. Ήταν επιλογή μου». Στα χρόνια που κράτησε ο γάμος της με τον αστέρα του κινηματογράφου, η Μπακόλ θα πρωταγωνιστούσε σε μόλις μία ταινία τον χρόνο. Το ζευγάρι εμφανίστηκε μαζί σε άλλες τρία φιλμ, τον «Μεγάλο Ύπνο» (The Big Sleep), το «Dark Passage» και το «Key Largo». Το 1956, διαγνώστηκε ότι ο Μπόγκαρτ έπασχε από καρκίνο στον οισοφάγο. Η εγχείρηση διήρκησε 9,5 ώρες και η υγεία του φάνηκε να ανακάμπτει μέσα στους επόμενους μήνες. Όμως, ο καρκίνος επέστρεψε και ο Μπόγκαρτ ήταν τόσο αδύναμος που δεν μπορούσε να σηκωθεί απ’ το κρεβάτι. Ένα πρωί, η Μπακόλ σηκώθηκε για να πάει τα παιδιά τους στο σχολείο και πριν φύγει, τον φίλησε και του είπε ότι θα επιστρέψει σε λίγο. Ο Μπόγκαρτ της απάντησε: «Αντίο μικρή». Όταν η Μπακόλ επέστρεψε, ο ηθοποιός είχε πέσει σε κώμα. Πέθανε λίγες ώρες αργότερα, στις 14 Ιανουαρίου του 1957.
Ο γιος του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και της Λορίν Μπακόλ, Στέφεν
μιλάει για τους διάσημους γονείς του
Οι γονείς του ήταν ιερά τέρατα του Χόλιγουντ. Ο Στέφεν Μπόγκαρντ ζει σήμερα στη Νάπολη, σε μια υπέροχη βίλα, με την αρραβωνιαστικιά του Κάρλα, πολύ μακριά από τα φώτα της κοσμικής ζωής.Η βίλα του είναι γεμάτη από φωτογραφίες των δύο διασημότερων ηθοποιών στην ιστορία του κινηματογράφου και ο ίδιος κάθεται πάντα στην αγαπημένη πολυθρόνα του πατέρα του Humphrey Bogart.Ο Στέφεν Μπόγκαρντ μίλησε στο κανάλι OCS, λίγες ημέρες μετά τον θάνατο της μητέρας του Λορίν Μπακόλ, με αγάπη και συγκίνηση. Και δεν έκρυψε πόσο δύσκολη είναι η αγάπη στο Χόλιγουντ.Ας διαβάσουμε αυτά που έχει να πεί:
Η μητέρα μου προέρχεται από φτωχή οικογένεια. Ο πατέρας της τους εγκατέλειψε όταν εκείνη ήταν πολύ μικρή, 2 ετών. Η μητέρα της μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και έζησαν στο Μπρούκλιν. Οταν μεγάλωσε, για να πληρώσει τα μαθήματα θεάτρου, αναγκάστηκε να δουλέψει ταξιθέτρια σε κινηματογράφο.Στο ο πλατό της ταινίας «Το λιμάνι της αγωνίας» στάθηκε μοιραίο για τη ζωή της Λορίν Μπακόλ που συνάντησε εκεί τον Χάμφρεΐ Μπόγκαρτ. Όπως λέει ο γιος της τότε ήταν παντρεμένη με τον Μάριο Μέτο, αλλά δεν ήταν ευτυχισμένοι. Ο γάμος τους ήταν μια ανάσα από το τέλος του. Χώρισαν λίγο μετά τη συνάντησή του πατέρα μου με τη μητέρα μου. Η δημοσιοποίηση της σχέσης τους βρήκε τη μητέρα της Μπακόλ προβληματισμένη και διστακτική. «Όταν, όμως, η γιαγιά μου συνάντησε τον πατέρα μου όλα τακτοποιήθηκαν, αφού συνειδητοποίησε ότι είχε να κάνει με έναν ειλικρινή άνθρωπο που δεν επρόκειτο να της κάνει κακό και θα την πρόσεχε», λέει ο Στέφεν Μπόγκαρτ.
Ο γάμος τους έγινε έξω από το Χόλιγουντ, στην φάρμα του συγγραφέα Louis Bronfield, στο Οχάιο. «Είναι ένα όμορφο μέρος εκεί που παντρεύτηκαν. Ο γάμος τους έγινε εκεί γιατί ο πατέρας μου αγαπούσε τη φύση και δεν ήθελε να βλέπουν το φως της δημοσιότητας οι προσωπικές τους στιγμές. Οι φίλοι του δεν ήταν ηθοποιοί και όσοι ήταν δεν είχαν εμμονή με τη φήμη. Δεν ήθελε να περιβάλλεται από την... ελίτ του Χόλιγουντ, με τις κάμερες στραμμένες πάνω του» περιγράφει ο γιος του Μπόγκαρτ και της Μπακόλ. Οταν γεννήθηκα οι γονείς μου σταμάτησαν να γυρίζουν ταινίες μαζί. Η μητέρα μου ήθελε να μείνει σπίτι μαζί μου. Ηλπιζαν να ξανακάνουν ταινία μαζί, όταν θα μεγάλωνα. Αλλά στη συνέχεια, ο πατέρας μου αρρώστηκε και αυτό δεν έγινε ποτέ. Ο πατέρας μου δεν αγαπούσε ιδιαίτερα τα μωρά, η μητέρα μου τον πίεσε να κάνει παιδί. Ηρθαμε πιο κοντά με τον πατέρα μου όταν αρρώστησε. Ελεγε χαριτολογώντας πριν παντρευτεί "Δεν έχω παιδιά, γιατί δεν πίνουν." Ο πατέρας μου ήθελε πάντα να έχει τη μητέρα μου δίπλα του όταν δούλευε. Ηταν μέρος της συμφωνίας τους. Ετσι είχα πάρα πολλές νταντάδες.Ο πατέρας μου τα σαββατοκύριακα συνέχιζε να πηγαίνει βόλτες με το πλοίο του και συνέχιζε να κάνει ταινίες. Το μεγαλύτερο πάθος του πατέρα μου ήταν το πλοίο Santana, ένα ιστιοφόρο 56 πόδια, με το οποίο έκανε και αγώνες. Αυτό το πλοίο ήταν το ησυχαστήριό του. Δεν είχε εκεί ούτε δημοσιογράφους, ούτε φωτογράφους ούτε τις κακές γλώσσες. Λάτρευε τη θάλασσα και του έλειψε το περισσότερο όταν αρρώστησε.
μιλάει για τους διάσημους γονείς του
Οι γονείς του ήταν ιερά τέρατα του Χόλιγουντ. Ο Στέφεν Μπόγκαρντ ζει σήμερα στη Νάπολη, σε μια υπέροχη βίλα, με την αρραβωνιαστικιά του Κάρλα, πολύ μακριά από τα φώτα της κοσμικής ζωής.Η βίλα του είναι γεμάτη από φωτογραφίες των δύο διασημότερων ηθοποιών στην ιστορία του κινηματογράφου και ο ίδιος κάθεται πάντα στην αγαπημένη πολυθρόνα του πατέρα του Humphrey Bogart.Ο Στέφεν Μπόγκαρντ μίλησε στο κανάλι OCS, λίγες ημέρες μετά τον θάνατο της μητέρας του Λορίν Μπακόλ, με αγάπη και συγκίνηση. Και δεν έκρυψε πόσο δύσκολη είναι η αγάπη στο Χόλιγουντ.Ας διαβάσουμε αυτά που έχει να πεί:
Η μητέρα μου προέρχεται από φτωχή οικογένεια. Ο πατέρας της τους εγκατέλειψε όταν εκείνη ήταν πολύ μικρή, 2 ετών. Η μητέρα της μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και έζησαν στο Μπρούκλιν. Οταν μεγάλωσε, για να πληρώσει τα μαθήματα θεάτρου, αναγκάστηκε να δουλέψει ταξιθέτρια σε κινηματογράφο.Στο ο πλατό της ταινίας «Το λιμάνι της αγωνίας» στάθηκε μοιραίο για τη ζωή της Λορίν Μπακόλ που συνάντησε εκεί τον Χάμφρεΐ Μπόγκαρτ. Όπως λέει ο γιος της τότε ήταν παντρεμένη με τον Μάριο Μέτο, αλλά δεν ήταν ευτυχισμένοι. Ο γάμος τους ήταν μια ανάσα από το τέλος του. Χώρισαν λίγο μετά τη συνάντησή του πατέρα μου με τη μητέρα μου. Η δημοσιοποίηση της σχέσης τους βρήκε τη μητέρα της Μπακόλ προβληματισμένη και διστακτική. «Όταν, όμως, η γιαγιά μου συνάντησε τον πατέρα μου όλα τακτοποιήθηκαν, αφού συνειδητοποίησε ότι είχε να κάνει με έναν ειλικρινή άνθρωπο που δεν επρόκειτο να της κάνει κακό και θα την πρόσεχε», λέει ο Στέφεν Μπόγκαρτ.
Ο γάμος τους έγινε έξω από το Χόλιγουντ, στην φάρμα του συγγραφέα Louis Bronfield, στο Οχάιο. «Είναι ένα όμορφο μέρος εκεί που παντρεύτηκαν. Ο γάμος τους έγινε εκεί γιατί ο πατέρας μου αγαπούσε τη φύση και δεν ήθελε να βλέπουν το φως της δημοσιότητας οι προσωπικές τους στιγμές. Οι φίλοι του δεν ήταν ηθοποιοί και όσοι ήταν δεν είχαν εμμονή με τη φήμη. Δεν ήθελε να περιβάλλεται από την... ελίτ του Χόλιγουντ, με τις κάμερες στραμμένες πάνω του» περιγράφει ο γιος του Μπόγκαρτ και της Μπακόλ. Οταν γεννήθηκα οι γονείς μου σταμάτησαν να γυρίζουν ταινίες μαζί. Η μητέρα μου ήθελε να μείνει σπίτι μαζί μου. Ηλπιζαν να ξανακάνουν ταινία μαζί, όταν θα μεγάλωνα. Αλλά στη συνέχεια, ο πατέρας μου αρρώστηκε και αυτό δεν έγινε ποτέ. Ο πατέρας μου δεν αγαπούσε ιδιαίτερα τα μωρά, η μητέρα μου τον πίεσε να κάνει παιδί. Ηρθαμε πιο κοντά με τον πατέρα μου όταν αρρώστησε. Ελεγε χαριτολογώντας πριν παντρευτεί "Δεν έχω παιδιά, γιατί δεν πίνουν." Ο πατέρας μου ήθελε πάντα να έχει τη μητέρα μου δίπλα του όταν δούλευε. Ηταν μέρος της συμφωνίας τους. Ετσι είχα πάρα πολλές νταντάδες.Ο πατέρας μου τα σαββατοκύριακα συνέχιζε να πηγαίνει βόλτες με το πλοίο του και συνέχιζε να κάνει ταινίες. Το μεγαλύτερο πάθος του πατέρα μου ήταν το πλοίο Santana, ένα ιστιοφόρο 56 πόδια, με το οποίο έκανε και αγώνες. Αυτό το πλοίο ήταν το ησυχαστήριό του. Δεν είχε εκεί ούτε δημοσιογράφους, ούτε φωτογράφους ούτε τις κακές γλώσσες. Λάτρευε τη θάλασσα και του έλειψε το περισσότερο όταν αρρώστησε.
«Ο άνδρας πρέπει να έχει μυαλό (αλλά και στυλ), χιούμορ, μαγκιά, ευφυΐα, balls. Στη γυναίκα μετράει το look. Η γυναίκα μετά τα 30, 40 ξόφλησε, μετά σπορ, βιβλίο, ενημέρωση, παρέα, προχώρημα. Ο θάνατος με θλίβει που θα απουσιάσω από το γλέντι των επόμενων γενεών. Ο Μπόγκαρτ με απογείωσε, αναστάτωσε, τον θυμάμαι αλλά δεν θα πεθάνω κλαίγοντας πάνω από το μνήμα του….Όποιος κολλάει στα φαντάσματα χάνει τη ζωή του¨
-Λορίν Μπακόλ
-Λορίν Μπακόλ
Στη μητέρα μου δεν άρεσε να ανεβαίνει στο Santana. Ζαλιζόταν. Και ο πατέρας μου δεν ήθελε γυναίκες στο πλοίο. Ελεγε όταν ήταν εκεί γυναίκες δεν μπορούσε να κατουράει πάνω από το πλοίο. Η διαφορά ηλικίας μεταξύ τους ήταν τόσο μεγάλη που ένα μέρος της συμφωνίας τους ήταν ο πατέρας μου να μπορεί να κάνει ό,τι και πριν παντρευτεί. Δηλαδή, να ταξιδεύει με το πλοίο του με ανθρώπους όπως ο David Niven, ο Frank Sinatra, ο Richard Burton. Οταν οι γονείς μου ταξίδεψαν στην Αφρική για την ταινία «Η Οδύσσεια του Αφρικα Κουίν», η παραμάνα μου αρρώστησε αμέσως μόλις το αεροπλάνο απογειώθηκε. Ο γιατρός τα είπε στη μητέρα μου στο τηλέφωνο και εκείνη ρώτησε αν πρέπει να γυρίσει. Ο γιατρός την καθησύχασε και εκείνη συνέχισε το ταξίδι της. Για χρόνια με βασάνιζε η στάση της: έπρεπε να γυρίσει στο σπίτι να ασχοληθεί με το παιδί της που ήταν 2 ετών ή έπρεπε να πάει στην Αφρική με τον Τζον Χιούστον, την Κάθριν Χέμπορν και τους άλλους; Σήμερα ξέρω ότι πήρε τη σωστή απόφαση. Οταν ο πατέρας μου αρρώστησε δεν ήθελε να τον βλέπουμε σε αυτή την κατάσταση. Το δωμάτιό του ήταν στον πρώτο όροφο του σπιτιού μας στο Mappleton Drive, στο Beverly Hills. Καθημερινά, στις 5 το απόγευμα, κατέβαινε για μια ώρα στο σαλόνι. Οι φίλοι του τον επισκέπτονταν, συζητούσε και έπινε ένα ποτήρι μαζί τους σαν να μην συνέβαινε τίποτα και μετά ανέβαινε και πάλι στο δωμάτιό του. Τις τελευταίες ημέρες της ζωής του έμεινε στο σπίτι, αρνήθηκε να πάει στο νοσοκομείο. Μετά το θάνατό του η μητέρα μου πούλησε το σπίτι της Mapleton Drive και πήγαμε σε ένα άλλο σπίτι στο Bel Air, σε ένα άλλο προάστιο του Λος Αντζελες. Πολύ ωραίο σπίτι αλλά το μισούσα γιατί με είχε απομακρύνει από τους φίλους μου. Το Χόλιγουντ δεν βοήθησε τη μητέρα μου μετά τον θάνατο του πατέρα μου. Επρεπε να δουλέψει, να κερδίσει τη ζωή της. Δέχτηκε να παίξει στην ταινία «Στα όρια των Ινδιών» και μετακομίσαμε στο Λονδίνο το 1958 όπου ζήσαμε για ένα χρόνο. Μετά γυρίσαμε στις ΗΠΑ και μείναμε στο Dakota Building, το 1961, εκεί που δολοφονήθηκε ο Τζον Λένον και ζει η Γιόκο Ονο, δίπλα στο Σέντραλ Παρκ. Το διαμέρισμα αγόρασε η μητέρα μου πάμφθηνα, για 41.000 δολάρια. Εκεί άρχισε να παίζει στο θέατρο, ήταν πολύ διάσημη. Εχασε τον πατέρα μου απροσδόκητα και ήταν χαμένη για πολύ καιρό. Στη συνέχεια παντρεύτηκε τον ηθοποιό Jason Robards, αλλά ο Humphrey Bogart ήταν ο άντρας και ο έρωτας της ζωής της. Τον σύγκρινε με όλους. Τον αγαπούσε πραγματικά και δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα πέθαινε στην ακμή της ζωής του,ενώ εκείνη είχε ονειρευτεί ότι θα μείνουν μαζί για πάρα πολλά χρόνια και εκείνος θα έβλεπε τα παιδιά του να μεγαλώνουν».
«Με τον Κάρι Γκραντ, τέλεια. Με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ, αηδία…» είχε πει η Λορίν Μπακόλ στη Warner Brothers. Αλλά η μοίρα τα έφερε αλλιώς…
«Δεν υπήρχε περίπτωση ο Μπόγκι κι εγώ να είμαστε στον ίδιο χώρο και να μην αγγιζόμαστε. Δεν ηταν απλά σωματική η έλξη. Υπήρχε φυσικά αλλά ήταν τα πάντα: μυαλό, καρδιά, κορμί, όλα την ίδια στιγμή».
Μετά τον θάνατό του η Μπακόλ είχε πει: "Ανέπνεα αλλά δεν υπήρχε μέσα μου ζωή. Δεν μπορούσα να σκεφτώ το μέλλον. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ο άνθρωπος που έχασα"
Μετά τον θάνατό του η Μπακόλ είχε πει: "Ανέπνεα αλλά δεν υπήρχε μέσα μου ζωή. Δεν μπορούσα να σκεφτώ το μέλλον. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ο άνθρωπος που έχασα"