Από την πλευρά του ευκατάστατου πατέρα της, Φρανκ, κατάγεται από αριστοκρατικές οικογένειες της Ιταλίας και της Μεγάλης Βρετανίας. Από την πλευρά της μητέρας της, Τέρι, καταγόταν από τις εργατικές γειτονιές Νιου Τζέρσεϊ. Όταν η Τέρι έμεινε έγκυος, ο πατέρας του Φρανκ την πλήρωσε για να κάνει έκτρωση. Η Τέρι πήρε τα χρήματα, αλλά γέννησε κανονικά την κόρη της, στις 31 Μαΐου του 1965 στη Νέα Υόρκη και της έδωσε το όνομα Μπρουκ. Ο Φρανκ αναγκάστηκε να την παντρευτεί, αλλά το ζευγάρι πήρε διαζύγιο λίγους μήνες αργότερα. Μητέρα και κόρη έμειναν μόνες τους, χωρίς οικονομική υποστήριξη. Για να επιβιώσουν, η Τέρι αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το πιο ισχυρό της όπλο: τη συγκλονιστική ομορφιά της 11 μηνών Μπρουκ. Ξεχώρισε στην οντισιόν για μια διαφήμιση για σαπούνι που σκηνοθετούσε ο διάσημος Φραντσέσκο Σκαβούλο. Έκτοτε, ο Σκαβούλο τη χρησιμοποιούσε όποτε χρειαζόταν ένα κοριτσάκι στην ηλικία της. Σύντομα, η μικρή τον αποκαλούσε «Θείο Φραντσέσκο» και είχε αποκτήσει μόνιμο εισόδημα ως μοντέλο. Η πρώτη φορά που η Μπρουκ Σιλντς σόκαρε τον κόσμο ήταν το 1978, όταν σε ηλικία 12 ετών, υποδύθηκε μία ανήλικη πόρνη στην ταινία «Η Κουκλίτσα της Νέας Ορλεάνης». Η ταινία προκάλεσε αντιδράσεις και ο κόσμος στράφηκε εναντίον της μητέρας της Σιλντς. Την κατηγορούσαν ότι εκμεταλλευόταν την κόρη της για να πλουτίσει η ίδια.
Αν και η η Μπρουκ έλεγε ότι απόλαυσε τα γυρίσματα και ότι δεν ένιωσε να την πιέζουν, οι φήμες φούντωσαν. Η συμπεριφορά της Τέρι όμως δεν βοήθησε, καθώς έπινε συχνά σε μπαρ της περιοχής μέχρι που κατέρρεε. .Ακολούθησαν μια σειρά από ταινίες όπως οι δραματικές «King of the Gypsies» (1978) και «Tilt» (1979), η κομεντί «Wanda Nevada» (1979) και η κωμωδία «Just You and Me, Kid» (1979).Το 1980 έγινε ευρέως γνωστή, σε ηλικία μόλις 15 χρονών, μέσω του ριμέικ της ομώνυμης ταινίας του 1949, «Γαλάζια Λίμνη». Την εποχή εκείνη η ταινία είχε κατηγορηθεί ως «μαλακό» πορνό με ανήλικους ηθοποιούς. Στην πραγματικότητα όμως, μόνο η Σιλντς ήταν ανήλικη, ενώ οι σκηνές στις οποίες οι πρωταγωνιστές φαινόντουσαν γυμνοί ήταν λίγες και κινηματογραφημένες με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην προκαλούν. Παρόλο που η ταινία ήταν υποψήφια για Όσκαρ η Σιλντς «τιμήθηκε», το 1981, με Χρυσό Βατόμουρο Χειρότερης Ερμηνείας. Στη συνέχεια πρωταγωνίστησε στη ρομαντική ταινία «Ατέλειωτη Αγάπη»,του Φράνκο Τζεφιρέλι, το 1981, ενώ δύο χρόνια αργότερα, το 1983, στην περιπέτεια «Sahara».
Στις αρχές του 80, ανήλικη ακόμη ήταν ένα πρότυπο μόδας που πρωταγωνιστούσε στα εξώφυλλα του περιοδικού Vogue αλλά και σε διαφήμιση για πασίγνωστα τζην παντελόνια. Το περιοδικό TIME αναφέρει τον Φεβρουάριο του 81 στο πρωτοσέλιδο του ότι η αμοιβή της έφτανε τα $ 10.000 για μία φωτογράφηση!..Παρά την μεγάλη δημοσιότητα που απέκτησε δεν παράτησε τα μαθήματα της. Συνέχισε τις σπουδές και το 1987 πήρε πτυχίο στη γαλλική φιλολογία. Μετά από 10ετή αποχή από τον κινηματογράφο, η Μπρουκ Σίλντς επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη. Το 2008 πρωταγωνίστησε στο θρίλερ «Το Τρένο του Μεσονυχτίου», ενώ το 2011 την είδαμε στη ρομανική κομεντί «Το κορίτσι του chalet». Έχει εμφανιστεί σε πολλές παραστάσεις του Broadway, στο μιούζικαλ «Grease» το 1994, στο «Cabaret» το 2001, «Wonderful Town» από το 2004 έως το 2005. Το 2013 επανεμφανίστηκε στο Broadway ενσαρκώνοντας την Morticia στο έργο Addams Family.
Αν και η η Μπρουκ έλεγε ότι απόλαυσε τα γυρίσματα και ότι δεν ένιωσε να την πιέζουν, οι φήμες φούντωσαν. Η συμπεριφορά της Τέρι όμως δεν βοήθησε, καθώς έπινε συχνά σε μπαρ της περιοχής μέχρι που κατέρρεε. .Ακολούθησαν μια σειρά από ταινίες όπως οι δραματικές «King of the Gypsies» (1978) και «Tilt» (1979), η κομεντί «Wanda Nevada» (1979) και η κωμωδία «Just You and Me, Kid» (1979).Το 1980 έγινε ευρέως γνωστή, σε ηλικία μόλις 15 χρονών, μέσω του ριμέικ της ομώνυμης ταινίας του 1949, «Γαλάζια Λίμνη». Την εποχή εκείνη η ταινία είχε κατηγορηθεί ως «μαλακό» πορνό με ανήλικους ηθοποιούς. Στην πραγματικότητα όμως, μόνο η Σιλντς ήταν ανήλικη, ενώ οι σκηνές στις οποίες οι πρωταγωνιστές φαινόντουσαν γυμνοί ήταν λίγες και κινηματογραφημένες με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην προκαλούν. Παρόλο που η ταινία ήταν υποψήφια για Όσκαρ η Σιλντς «τιμήθηκε», το 1981, με Χρυσό Βατόμουρο Χειρότερης Ερμηνείας. Στη συνέχεια πρωταγωνίστησε στη ρομαντική ταινία «Ατέλειωτη Αγάπη»,του Φράνκο Τζεφιρέλι, το 1981, ενώ δύο χρόνια αργότερα, το 1983, στην περιπέτεια «Sahara».
Στις αρχές του 80, ανήλικη ακόμη ήταν ένα πρότυπο μόδας που πρωταγωνιστούσε στα εξώφυλλα του περιοδικού Vogue αλλά και σε διαφήμιση για πασίγνωστα τζην παντελόνια. Το περιοδικό TIME αναφέρει τον Φεβρουάριο του 81 στο πρωτοσέλιδο του ότι η αμοιβή της έφτανε τα $ 10.000 για μία φωτογράφηση!..Παρά την μεγάλη δημοσιότητα που απέκτησε δεν παράτησε τα μαθήματα της. Συνέχισε τις σπουδές και το 1987 πήρε πτυχίο στη γαλλική φιλολογία. Μετά από 10ετή αποχή από τον κινηματογράφο, η Μπρουκ Σίλντς επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη. Το 2008 πρωταγωνίστησε στο θρίλερ «Το Τρένο του Μεσονυχτίου», ενώ το 2011 την είδαμε στη ρομανική κομεντί «Το κορίτσι του chalet». Έχει εμφανιστεί σε πολλές παραστάσεις του Broadway, στο μιούζικαλ «Grease» το 1994, στο «Cabaret» το 2001, «Wonderful Town» από το 2004 έως το 2005. Το 2013 επανεμφανίστηκε στο Broadway ενσαρκώνοντας την Morticia στο έργο Addams Family.
Η Σιλντς δεν ακολούθησε το δρόμο των περισσότερων παιδιών που μεγαλώνουν στη σόου μπιζ. Όπως έχει δηλώσει κι η ίδια, χρειάστηκε να ωριμάσει πολύ νωρίς για να φροντίσει την αλκοολική μητέρα της. Δεν είχε χρόνο για ξέφρενα πάρτυ, γιατί μάζευε τη μητέρα της από μπαρ. Παρ’ όλα αυτά, δεν έλειψαν οι φιλίες και τα φλερτ με τους μεγαλύτερους αστέρες του Χόλιγουντ και της μουσικής σκηνής. Γνώρισε τον Μάικλ Τζάκσον όταν ήταν 13 χρόνων και ανέπτυξαν πολύ στενή φιλία. Στην κηδεία του, το 2009, η Σιλντς μίλησε για τη μέρα που συνόδευσε τον Μάικλ σε έναν απ’ τους γάμους της Ελίζαμπεθ Τέιλορ. «Και οι δύο χρειάστηκε να ενηλικιωθούμε πολύ γρήγορα. Όταν ήμασταν μαζί, ήμασταν δύο παιδιά που έπαιζαν», δήλωσε. Ο Τζον Τραβόλτα της τηλεφωνούσε στο σπίτι όταν διάβαζε για το σχολείο με συμμαθήτριές της. Ο Τζορτζ Μάικλ της ζήτησε να πάνε βόλτα με τη λιμουζίνα του, αλλά δεν τη φίλησε ποτέ. Όταν αποκάλυψε ότι ήταν ομοφυλόφιλος, η Σιλντς σχολίασε ότι είχε εκτιμήσει πολύ τον σεβασμό και την ευγένεια που της έδειξε....
«Η μητέρα μου με κρατούσε σε ένα γυάλινο κλουβί.
Για πολλά χρόνια ήμουν ικανοποιημένη μ’ αυτήν τη ζωή.
Σαν τη Ραπουνζέλ στον πύργο της...»
«Αγαπημένη μου μαμά. Θέλω να σου πω “ευχαριστώ” που δεν πίνεις πια τόσο πολύ. Σ’ αγαπώ γι’ αυτό (και όχι μόνο). Είμαστε πιο ευτυχισμένες όταν δεν πίνεις. Δεν μαλώνουμε, γελάμε περισσότερο...» Ηταν 1974 και η εννιάχρονη τότε Μπρουκ Σιλντς με αυτό το γράμμα προσπαθούσε να ενθαρρύνει τη μητέρα της να πολεμήσει τον εθισμό της στο αλκοόλ. Επρεπε να περάσουν τέσσερις δεκαετίες πριν αποφασίσει να το βγάλει από το συρτάρι της και να το μοιραστεί μαζί μας, στο βιβλίο με τίτλο «There Was a Little Girl: The Real Story of My Mother and Me», που κυκλοφόρησε το 2015. Υποτίθεται ότι πρόκειται για την αυτοβιογραφία της. Στην πραγματικότητα, όμως, πρωταγωνίστρια μέσα από τις σελίδες του αναδεικνύεται η μητέρα της -και επί μακρόν μάνατζέρ της- Τέρι Σιλντς. «Η ζωή μου υπήρχε σε συνάρτηση με τη δική της. Σχεδόν όλα όσα έκανα γίνονταν για εκείνη: για να τη μιμηθώ ή για να ξεφύγω από την επιρροή της», εξομολογείται η Μπρουκ Σιλντς. «Ακόμη και σήμερα, τη σκέφτομαι συνέχεια. Οσο ζούσε, παρά το γεγονός ότι δούλευα σκληρά και είχα μια υγιή προσωπική ζωή, οι δικές της ανάγκες είχαν προτεραιότητα. Οταν ήμουν παιδί, δεν μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς εκείνη. Ελεγα πως, αν πέθαινε, θα πέθαινα κι εγώ. Και όμως, είμαι ακόμα εδώ... Και αυτό το βιβλίο είναι η προσπάθειά μου να κατανοήσω όσα έγιναν μέχρι τώρα αλλά και να σκεφτώ αυτά που μου επιφυλάσσει το μέλλον».
Για πολλά χρόνια ήμουν ικανοποιημένη μ’ αυτήν τη ζωή.
Σαν τη Ραπουνζέλ στον πύργο της...»
«Αγαπημένη μου μαμά. Θέλω να σου πω “ευχαριστώ” που δεν πίνεις πια τόσο πολύ. Σ’ αγαπώ γι’ αυτό (και όχι μόνο). Είμαστε πιο ευτυχισμένες όταν δεν πίνεις. Δεν μαλώνουμε, γελάμε περισσότερο...» Ηταν 1974 και η εννιάχρονη τότε Μπρουκ Σιλντς με αυτό το γράμμα προσπαθούσε να ενθαρρύνει τη μητέρα της να πολεμήσει τον εθισμό της στο αλκοόλ. Επρεπε να περάσουν τέσσερις δεκαετίες πριν αποφασίσει να το βγάλει από το συρτάρι της και να το μοιραστεί μαζί μας, στο βιβλίο με τίτλο «There Was a Little Girl: The Real Story of My Mother and Me», που κυκλοφόρησε το 2015. Υποτίθεται ότι πρόκειται για την αυτοβιογραφία της. Στην πραγματικότητα, όμως, πρωταγωνίστρια μέσα από τις σελίδες του αναδεικνύεται η μητέρα της -και επί μακρόν μάνατζέρ της- Τέρι Σιλντς. «Η ζωή μου υπήρχε σε συνάρτηση με τη δική της. Σχεδόν όλα όσα έκανα γίνονταν για εκείνη: για να τη μιμηθώ ή για να ξεφύγω από την επιρροή της», εξομολογείται η Μπρουκ Σιλντς. «Ακόμη και σήμερα, τη σκέφτομαι συνέχεια. Οσο ζούσε, παρά το γεγονός ότι δούλευα σκληρά και είχα μια υγιή προσωπική ζωή, οι δικές της ανάγκες είχαν προτεραιότητα. Οταν ήμουν παιδί, δεν μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς εκείνη. Ελεγα πως, αν πέθαινε, θα πέθαινα κι εγώ. Και όμως, είμαι ακόμα εδώ... Και αυτό το βιβλίο είναι η προσπάθειά μου να κατανοήσω όσα έγιναν μέχρι τώρα αλλά και να σκεφτώ αυτά που μου επιφυλάσσει το μέλλον».
Όταν ενηλικιώθηκε, η Σιλντς εγκατέλειψε τον κινηματογράφο και άρχισε να φοιτά στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον, όπου σπούδασε γαλλική φιλολογία. Για τέσσερα χρόνια έμεινε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί από τη μητέρα της, την οποία λάτρευε, αλλά θεωρούσε ότι ασκούσε υπερβολικό έλεγχο στη ζωή της. Η Σιλντς είχε μιλήσει ανοιχτά για την παρθενιά της σε αυτοβιογραφία της και φυσικά όλος ο κόσμος ασχολούνταν με τη δήλωσή της. Μόλις το 2009 αποκάλυψε ότι έκανε πρώτη φορά σεξ σε ηλικία 22 ετών με τον τότε σύντροφό της, Ντιν Κέιν, που αργότερα υποδύθηκε τον Σούπερμαν στην τηλεοπτική σειρά «Λόις και Κλαρκ»....
Η Τέρι Σιλντς πέθανε το 2012, σε ηλικία 79 ετών. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της έπασχε από άνοια. Λίγες μέρες μετά το θάνατό της, η κόρη της διάβασε τη νεκρολογία της στους New York Times. Η εφημερίδα τη σκιαγραφούσε με τα πιο μελανά χρώματα. Την παρουσίαζε ως μια αδίστακτη μέγαιρα, που «πουλούσε» την κόρη της από βρέφος στη βιομηχανία του θεάματος, που της επέτρεψε σε ηλικία μόλις 11 ετών να υποδυθεί την πόρνη και να εμφανιστεί γυμνή στην ταινία «Pretty baby» του Λουί Μαλ, που την ήλεγχε ασφυκτικά και αποφάσιζε η ίδια για καθετί που την αφορούσε: από τις επαγγελματικές επιλογές της μέχρι τους συντρόφους της. «Τα περισσότερα ήταν φρικτά ψέματα. Τα μάτια μου θάμπωσαν από δάκρυα οργής», γράφει η Σιλντς. Αποφάσισε, λοιπόν, να αφηγηθεί τα γεγονότα από τη δική της πλευρά, να αποκαταστήσει τη φήμη της μητέρας της, να επανορθώσει την αδικία. Εστω κι αν μεγάλο μέρος από όσα διαβάζουμε στο βιβλίο κάθε άλλο παρά προς αυτή την κατεύθυνση οδηγούν...
«Εργαζόμενη» 11 μηνών
Το νήμα της ιστορίας αρχίζει να ξετυλίγεται από το 1933, χρονιά γέννησης της Τέρι. Η Μπρουκ αφηγείται τα παιδικά χρόνια της στο Νιου Τζέρσι, όπου από μικρή η μητέρα της καθάριζε σπίτια μετά το σχολείο για να βοηθήσει την οικογένειά της και ονειρευόταν να γίνει σταρ του σινεμά... Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 γνώρισε τον επιχειρηματία Φράνσις Σιλντς. Το 1964 παντρεύτηκαν, την επόμενη χρονιά γεννήθηκε η Μπρουκ, αλλά, πριν η μοναχοκόρη τους γιορτάσει τα πρώτα της γενέθλια, χώρισαν. Εκείνη την περίοδο, ένας φίλος της φωτογράφος τής είπε ότι αναζητούσε ένα μωρό για τη διαφημιστική καμπάνια ενός σαπουνιού. Η Τέρι πρότεινε την κόρη της. Το δοκιμαστικό ήταν απολύτως επιτυχημένο, οι πελάτες συμφώνησαν κι έτσι η Μπρουκ Σιλντς, σε ηλικία μόλις 11 μηνών, «υπέγραψε» το πρώτο της συμβόλαιο. Ακολούθησαν δεκάδες άλλα. «Ολα αυτά τα χρόνια, ως μάνατζέρ μου, η μητέρα μου παρακολουθούσε ό,τι αφορούσε την επαγγελματική μου ζωή από το παρασκήνιο. Είχε άποψη για όλους και για όλα, αλλά ποτέ δεν προσπάθησε να μου την επιβάλει», γράφει η 49χρονη σήμερα σταρ. «Μαζί της έμαθα τι σημαίνει χιούμορ, αποφασιστικότητα, αγώνας για επιβίωση. Εμαθα να βάζω τα δυνατά μου για να πετυχαίνω κάθε στόχο, να μη δέχομαι το “όχι” ως απάντηση, να μην αφήνω τις ήττες μου να με καθορίζουν. Πάντα συζητούσαμε διεξοδικά πριν δεχτώ μια δουλειά, πάντα εκείνη σκεφτόταν τι θα είναι καλύτερο για την καριέρα μου».Και εκτός κινηματογραφικών πλατό και φωτογραφικών στούντιο; Οταν δεν ήταν η καριέρα της το θέμα αλλά η ζωή της, πόσο ελεύθερη ήταν η Μπρουκ; Οχι πολύ, όπως παραδέχεται στο βιβλίο. «Η μητέρα μου με κρατούσε σε ένα γυάλινο κλουβί. Για πολλά χρόνια ήμουν ικανοποιημένη μ’ αυτήν τη ζωή. Σαν τη Ραπουνζέλ στον πύργο της, παρέμενα αγνή και ασφαλής. Από την άλλη, η υπερπροστασία της, έστω κι αν ήταν από αγάπη, μου έκανε μακροπρόθεσμα κακό: δεν ανέπτυξα από νωρίς “συναισθηματικά αντισώματα”, άργησα να γνωρίσω τον πραγματικό κόσμο».
«Εργαζόμενη» 11 μηνών
Το νήμα της ιστορίας αρχίζει να ξετυλίγεται από το 1933, χρονιά γέννησης της Τέρι. Η Μπρουκ αφηγείται τα παιδικά χρόνια της στο Νιου Τζέρσι, όπου από μικρή η μητέρα της καθάριζε σπίτια μετά το σχολείο για να βοηθήσει την οικογένειά της και ονειρευόταν να γίνει σταρ του σινεμά... Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 γνώρισε τον επιχειρηματία Φράνσις Σιλντς. Το 1964 παντρεύτηκαν, την επόμενη χρονιά γεννήθηκε η Μπρουκ, αλλά, πριν η μοναχοκόρη τους γιορτάσει τα πρώτα της γενέθλια, χώρισαν. Εκείνη την περίοδο, ένας φίλος της φωτογράφος τής είπε ότι αναζητούσε ένα μωρό για τη διαφημιστική καμπάνια ενός σαπουνιού. Η Τέρι πρότεινε την κόρη της. Το δοκιμαστικό ήταν απολύτως επιτυχημένο, οι πελάτες συμφώνησαν κι έτσι η Μπρουκ Σιλντς, σε ηλικία μόλις 11 μηνών, «υπέγραψε» το πρώτο της συμβόλαιο. Ακολούθησαν δεκάδες άλλα. «Ολα αυτά τα χρόνια, ως μάνατζέρ μου, η μητέρα μου παρακολουθούσε ό,τι αφορούσε την επαγγελματική μου ζωή από το παρασκήνιο. Είχε άποψη για όλους και για όλα, αλλά ποτέ δεν προσπάθησε να μου την επιβάλει», γράφει η 49χρονη σήμερα σταρ. «Μαζί της έμαθα τι σημαίνει χιούμορ, αποφασιστικότητα, αγώνας για επιβίωση. Εμαθα να βάζω τα δυνατά μου για να πετυχαίνω κάθε στόχο, να μη δέχομαι το “όχι” ως απάντηση, να μην αφήνω τις ήττες μου να με καθορίζουν. Πάντα συζητούσαμε διεξοδικά πριν δεχτώ μια δουλειά, πάντα εκείνη σκεφτόταν τι θα είναι καλύτερο για την καριέρα μου».Και εκτός κινηματογραφικών πλατό και φωτογραφικών στούντιο; Οταν δεν ήταν η καριέρα της το θέμα αλλά η ζωή της, πόσο ελεύθερη ήταν η Μπρουκ; Οχι πολύ, όπως παραδέχεται στο βιβλίο. «Η μητέρα μου με κρατούσε σε ένα γυάλινο κλουβί. Για πολλά χρόνια ήμουν ικανοποιημένη μ’ αυτήν τη ζωή. Σαν τη Ραπουνζέλ στον πύργο της, παρέμενα αγνή και ασφαλής. Από την άλλη, η υπερπροστασία της, έστω κι αν ήταν από αγάπη, μου έκανε μακροπρόθεσμα κακό: δεν ανέπτυξα από νωρίς “συναισθηματικά αντισώματα”, άργησα να γνωρίσω τον πραγματικό κόσμο».
Το 2001, όταν η Σιλντς παντρεύτηκε τον σεναριογράφο Κρις Χέντσι, η ζωή της φάνταζε παραμυθένια. Η καριέρα της είχε επανέλθει, είχε βραβευτεί για τη συμμετοχή της σε τηλεοπτικές σειρές, οι εμφανίσεις στο Μπρόντγουεϊ είχαν στεφθεί με επιτυχία και το 2003, απέκτησε το πρώτο της παιδί. Θα έπρεπε να είναι πανευτυχής, αλλά όπως δήλωσε αργότερα, έπασχε από κατάθλιψη και είχε αυτοκτονικές τάσεις. Η ψυχίατρός της έκρινε ότι έπασχε από επιλόχεια κατάθλιψη, η οποία είχε προκληθεί από την πρόσφατη απώλεια του πατέρα της, τον δύσκολο τοκετό και σοβαρές ορμονικές διαταραχές. Ξεπέρασε την κατάθλιψη με τη χρήση φαρμάκων και περιέγραψε την εμπειρία της στο τοκ σόου της Όπρα Γουίνφρι....
Και, φυσικά, υπήρχε το ποτό. Η Τέρι ήταν αλκοολική και η εξάρτησή της έριχνε βαριά σκιά στην καθημερινότητα των δύο γυναικών. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, πέρασε τρεις μήνες σε κλινική αποτοξίνωσης. Σύντομα όμως άρχισε να πίνει ξανά. Ηταν δικαίωμά της, δικαιολογούνταν. Οταν ήταν μεθυσμένη, συχνά γινόταν βίαιη. «Μια φορά νευρίασε τόσο πολύ με κάτι ασήμαντο, την ώρα που παίρναμε το πρωινό μας, που αναποδογύρισε το τραπέζι με ό,τι υπήρχε πάνω του. Ενα πιάτο πέρασε ξυστά από το μάτι μου», γράφει η Μπρουκ Σιλντς. Στο βιβλίο της μαθαίνουμε κι άλλα, για την ενήλικη ζωή της και τους άνδρες που τη σημάδεψαν. Για τον συμφοιτητή της στο Πρίνστον και μετέπειτα ηθοποιό Ντιν Κέιν (ο τηλεοπτικός «Superman»), με τον οποίο έκανε σεξ για πρώτη φορά, στα 22 της. «Αμέσως μετά, ήμουν τόσο συγκλονισμένη που πήδηξα από το κρεβάτι και άρχισα να τρέχω ολόγυμνη στον διάδρομο σαν κάποιος να μου είχε μόλις κλέψει το πορτοφόλι. Ο Ντιν σηκώθηκε και άρχισε να τρέχει πίσω μου με ένα κάλυμμα στα χέρια του. Με αγκάλιασε σφιχτά και με ρώτησε πού πήγαινα. Φοβόμουν ότι εγκαταλείπω τη μητέρα μου. Δεν ήξερα πού ξεκινούσα εγώ και πού τελείωνε η μητέρα μου, πράγμα που σήμαινε ότι δεν ήξερα πού να χωρέσω τον Ντιν», αποκάλυψε με πλήρη ειλικρίνεια η Μπρουκ τονίζοντας πως η μητέρα της ζούσε με τον διαρκή τρόμο της φυσικής επαφής της με αγόρια».
«Η μαμά δεν επικροτούσε τη σχέση μας και τη σαμποτάρισε όσο μπορούσε. Μάλλον ένιωθε να απειλείται από εκείνον. Με ήθελε δική της για πάντα. Από τη στιγμή που θα αγαπούσα κάποιον άλλο, δεν θα ήμουν πια υπό τον έλεγχό της». Για τον Τζον Τραβόλτα, τον Ιάπωνα πρίγκιπα Ναρουχίτο και τον Τζον Κένεντι Τζούνιορ, στην αγκαλιά των οποίων την «έσπρωχνε» η μητέρα της. Για τον κατά δεκατρία χρόνια μεγαλύτερό της Λίαμ Νίσον, με τον οποίο έζησε ένα φλογερό αλλά σύντομο ειδύλλιο. «Με γοήτευσε με την ιρλανδέζικη προφορά του και τα ποιήματα που μου απήγγελλε. Συχνάζαμε στο μπαρ του ξενοδοχείου Ritz-Carlton, κουβεντιάζοντας επί ώρες για λογοτεχνία και υποκριτική. Μια μέρα έπρεπε να φύγει εσπευσμένα για το Λος Αντζελες. Μου είχε ήδη κάνει πρόταση γάμου. “Πάρε με όταν φτάσεις, θα περιμένω”, του είπα. “Θα είναι αργά, αγάπη μου”, μου απάντησε. Δεν επικοινωνήσαμε ποτέ ξανά...» Ενα μεγάλο κεφάλαιο αφιερώνεται στον πρώτο της σύζυγο (1997-1999), διάσημο τενίστα Αντρέ Αγκάσι, που την αγάπησε και τη βοήθησε, όπως παραδέχεται, να αποκτήσει πίστη στον εαυτό της και στο ταλέντο της. Η αγάπη τους δεν ήταν αρκετή να τους «δέσει» για πάντα. «Οποτε έχανε σε κάποιον αγώνα γινόταν ένας ξένος», αποκαλύπτει η Σιλντς. Χώρισαν αφότου εκείνος της ομολόγησε πως ήταν εθισμένος στην κρυσταλλική μεθαδόνη.
«Η μαμά δεν επικροτούσε τη σχέση μας και τη σαμποτάρισε όσο μπορούσε. Μάλλον ένιωθε να απειλείται από εκείνον. Με ήθελε δική της για πάντα. Από τη στιγμή που θα αγαπούσα κάποιον άλλο, δεν θα ήμουν πια υπό τον έλεγχό της». Για τον Τζον Τραβόλτα, τον Ιάπωνα πρίγκιπα Ναρουχίτο και τον Τζον Κένεντι Τζούνιορ, στην αγκαλιά των οποίων την «έσπρωχνε» η μητέρα της. Για τον κατά δεκατρία χρόνια μεγαλύτερό της Λίαμ Νίσον, με τον οποίο έζησε ένα φλογερό αλλά σύντομο ειδύλλιο. «Με γοήτευσε με την ιρλανδέζικη προφορά του και τα ποιήματα που μου απήγγελλε. Συχνάζαμε στο μπαρ του ξενοδοχείου Ritz-Carlton, κουβεντιάζοντας επί ώρες για λογοτεχνία και υποκριτική. Μια μέρα έπρεπε να φύγει εσπευσμένα για το Λος Αντζελες. Μου είχε ήδη κάνει πρόταση γάμου. “Πάρε με όταν φτάσεις, θα περιμένω”, του είπα. “Θα είναι αργά, αγάπη μου”, μου απάντησε. Δεν επικοινωνήσαμε ποτέ ξανά...» Ενα μεγάλο κεφάλαιο αφιερώνεται στον πρώτο της σύζυγο (1997-1999), διάσημο τενίστα Αντρέ Αγκάσι, που την αγάπησε και τη βοήθησε, όπως παραδέχεται, να αποκτήσει πίστη στον εαυτό της και στο ταλέντο της. Η αγάπη τους δεν ήταν αρκετή να τους «δέσει» για πάντα. «Οποτε έχανε σε κάποιον αγώνα γινόταν ένας ξένος», αποκαλύπτει η Σιλντς. Χώρισαν αφότου εκείνος της ομολόγησε πως ήταν εθισμένος στην κρυσταλλική μεθαδόνη.
Σήμερα, το πάλαι ποτέ παιδί-θαύμα, το εκθαμβωτικά όμορφο κορίτσι της «Γαλάζιας λίμνης» είναι πενήντα ενός. Ζει ευτυχισμένη στο πλευρό του δεύτερου συζύγου της, Κρις Χέντσι, με τον οποίο έχουν αποκτήσει δύο κόρες, 12 και 9 ετών. Δείχνει να έχει συμφιλιωθεί με τις σκιές του παρελθόντος της. Απόδειξη το γεγονός ότι η αφήγησή της διανθίζεται με αρκετά αστεία περιστατικά. Ενα από αυτά αναφέρεται στη συμμετοχή της στα γυρίσματα της ταινίας «Αnnie Hall» του Γούντι Αλεν, το 1977. Στον σκηνοθέτη προφανώς άρεσε η μητέρα της και της ζήτησε να βγουν για φαγητό. Εκείνη δέχτηκε, αλλά ήταν το πρώτο και τελευταίο ραντεβού τους. «Είναι πολύ νευρωτικός για τα γούστα μου», εξήγησε η Τέρι Σιλντς. Και ο ρόλος της κόρης της κόπηκε στο μοντάζ...