Του ανήκει δικαιωματικά ο τίτλος του 'αιώνιου εραστή'! Ο πιο αινιγματικός Γάλλος ηθοποιός που παρόλη την εκρηκτική και συχνά σχεδόν εχθρική στάση που είχε με τα media και το κοινό, ακόμα και τώρα απολαμβάνει μια ιδιαίτερη εκτίμηση και έχει φανατικούς θαυμαστές.
Ο Alain Delon γεννήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 1935. Οι γονείς του χώρισαν όταν ήταν πολύ μικρός και μεγάλωσε σε θετή οικογένεια. Σαν παιδί ήταν πολύ ζωηρό και αποβλήθηκε από πολλά σχολεία. Στα 17 του χρόνια μπήκε στο Γαλλικό ναυτικό, έγινε καταδρομέας, υπηρέτησε στην Ινδοκίνα. Τελικά παράτησε το στρατό και αφού δοκίμασε την τύχη του σε διάφορες ταπεινές δουλειές, κατέληξε σερβιτόρος, όπου όμως γνώρισε ορισμένους νεαρούς ηθοποιούς και μπήκε στο κύκλωμα. Τον ανακάλυψε ο σκηνοθέτης Yves Allegret ο οποίος του έδωσε ένα ρολό στην ταινία «Quand La Femme S'en Mele» το 1957. Όμως το 1958 ήταν που πήρε τον πρώτο του αξιόλογο ρόλο στην ταινία «Christine». Εκεί γνώρισε την Romy Schneider με την οποία ήταν αρραβωνιασμένοι πέντε χρόνια. Σε λίγο χρόνο ο Delon έπαιζε πρωταγωνιστικούς ρόλους και άφησε το διεθνή στίγμα με τις υπέροχες ταινίες του όπως τις: «Rocco and His Brothers» (1960) του σκηνοθέτη Luchino Visconti και «Purple Noon» (1960) του Rene Clement. Αναδείχτηκε σε σταρ με την ταινία «Plein Soleil» (1961). Ο ρόλος του ως Tom Ripley, ενός ψυχρού αλλά αγγελικά γοητευτικού εγκληματίας είναι αυτός που χαρακτήρισε την καριέρα του. Ακολουθησε το «L'Eclisse» (The Eclipse) το 1962 του Michelangelo Antonioni και στο «Il Gattopardo» (1962) του Visconti καθώς και στο «Melodie en Sous-Sol» (1963) με συμπρωταγωνιστή τον Jean Gabin.
Το 1964 δοκίμασε τις δυνάμεις του και σαν παραγωγός με το «L' Insoumis» στο οποίο είχε και τον πρώτο ρόλο. Αργότερα έφτιαξε τι δική του εταιρία παραγωγής Adel Productions, αναλαμβάνοντας πολλές από τις δικές του ταινίες (το 1987 ίδρυσε τη νέα εταιρία παραγωγής Leda Productions. Όμως στα μέσα της δεκαετίας του '70 η καριέρα του άρχισε να φθίνει κυρίως λόγω της ανάμειξης του ονόματός του σε υποθέσεις πορνείας, απάτης, ακόμα και φόνου, αλλά και λόγω της συμπάθειας που επέδειξε προς ακροδεξιές πολιτικές πεποιθήσεις. Τελικά αθωώθηκε για όλες τις κατηγορίες, όμως το προφίλ του είχε τραυματιστεί σχεδόν ανεπανόρθωτα. Υπήρξε εξαιρετικά έξυπνος και ίδρυσε μια εταιρία εμπορίας ακριβών προϊόντων με την επωνυμία του, όπως αρώματα, δερμάτινα είδη, με αποτέλεσμα να χτίσει μια μεγάλη περιουσία. Συνέχισε όμως τις εμφανίσεις του στον κινηματογράφο, σε Αμερικάνικές αλλά και Βρετανικές παραγωγές. Τον συναντήσαμε σε κωμωδίες όπως το «Yellow Rolls-Royce», σε ταινίες εγκλήματος και κατασκοπίας όπως «Once a Thief» (1965) και «Scorpio» (1973), σε ταινίες western «Texas Across the River» (1966) και σε περιπέτειες όπως το «Airport '79: Concord» (1979). Πρωταγωνίστησε επίσης και στα θρίλερ «Comme Un Boomerang» και «Le Gang». Το 1981 ο Alain Delon πέρασε και στην καρέκλα του σκηνοθέτη με την ταινία «Pour la Peau d'un Flic» για να ακολουθήσουν δύο ακόμη σκηνοθετικές απόπειρες με τα «Le Choc» και «Le Battant». Το 1984 απέσπασε το βραβείο Cesar για την ερμηνεία του στην ταινία «Notre Histoire» του Bertrand Blier. Την επόμενη χρονιά η ταινία «Parole de Flic» έγινε τεράστια επιτυχία άλλη μια επικύρωση για το άστρο του που ήδη είχε ανέβει πολύ ψηλά. Παρ' όλα αυτά θα ήθελε να ξεχάσει το 1986 όταν πηρέ πολύ αρνητικές κριτικές για την ταινία «Le Passage».
Μετά από αυτό πρόσεξε τις επιλογές του και το 1990 συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον σκηνοθέτη Jean-Luc Godard στη ταινία «Nouvelle Vague». Τη δεκαετία του 90 οι συμμετοχές του ήταν πολύ περιορισμένες και προσεκτικά διαλεγμένες. Ο Γάλλος αστέρας κυριάρχησε επί δεκαετίες στην καλλιτεχνική επικαιρότητα, ενσαρκώνοντας το μύθο του σταρ με τη διεθνή ακτινοβολία. Το 2001, στα 66 του χρόνια ανακοίνωσε ότι θα θέσει τέρμα στην καλλιτεχνική του δραστηριότητα, λέγοντας ότι "πρέπει να ξέρει κανείς να αποσύρεται την κατάλληλη στιγμή". Όμως το μικρόβιο του κινηματογράφου δεν φεύγει ποτέ και έτσι μετά από μερικές τηλεοπτικές εμφανίσεις, ο Alain Delon αποφασίζει να δεχτεί ένα μεγάλο κινηματογραφικό ρόλο. Ποιος άλλωστε θα ήταν πιο ταιριαστός στο ρόλο του Ιούλιου Καίσαρα, στο «Asterix aux jeux Olympiques». O Alain Delon τιμήθηκε το 1995 με τη Χρυσή Αρκτο του Φεστιβάλ Βερολίνου για την συνολική προσφορά του στον Κινηματογράφο, ενώ μνημειώδης είναι η κόντρα του με το Φεστιβάλ των Καννών. Το 1984 κατηγόρησε το Φεστιβάλ αλλά και τον Υπουργό Πολιτισμού, ότι εντέχνως άφησαν εκτός την ταινία του «Notre Histoire», εξαιτίας των ακροδεξιών του πεποιθήσεων. Δεν ξαναπήγε στις Κάννες μετά το 1992 και όταν δεν προσκλήθηκε για τα 50 χρόνια του φεστιβάλ το 1997 είπε ότι δεν θα ξαναπατούσε ποτέ τα σκαλιά του Palais. Το 2007 όμως, έπειτα από πρόσκληση του Φεστιβάλ στους εορτασμούς για τα 60 χρόνια, άλλαξε γνώμη λέγοντας "Είμαι ευτυχής που ανεβαίνω ξανά αυτά τα θρυλικά σκαλιά έπειτα από μεγάλη απουσία".
«Ο τελευταίος Σαμουράι του γαλλικού κινηματογράφου», όπως τον αποκαλεί στο αφιέρωμα για εκείνον η εφημερίδα «Le Figaro», εξαιτίας της ταινίας «Le Samurai», στην οποία πρωταγωνίστησε το 1967, έγινε 80 ετών. Ο ηθοποιός, που για έξι δεκαετίες μεγαλούργησε στον γαλλικό κινηματογράφο, και όχι μόνο, και είχε την τύχη να τον σκηνοθετήσουν μεγάλοι σκηνοθέτες, όπως ο Βισκόντι και ο Αντονιόνι, σήμερα ζει απομονωμένος στο σπίτι του στην πόλη Λουαρέ, εκατό χιλιόμετρα από το Παρίσι, με παρέα τα σκυλιά του. Ο ηθοποιός έχει κτίσει μεγάλα τείχη γύρω από την κατοικία του, καθώς και ένα παρεκκλήσι και έχει ζητήσει την άδεια να ταφεί εκεί, όταν πεθάνει, αναφέρει στο αφιέρωμα της η le Figaro. Η Μπριζίτ Μπαρντό, ένα άλλο εθνικό σύμβολο της Γαλλίας, που είναι και εκείνη 80 ετών και υπήρξε καλή φίλη του Αλέν Ντελόν, ενώ σύμφωνα με δημοσιεύματα, οι δυο τους μια περίοδο ήταν και εραστές, του έστειλε ιδιόχειρο σημείωμα, με ευχές για τα γενέθλια του, στο οποίο αναφέρει: «Χρόνια Πολλά Αλέν μου, σ'αγαπώ 80 φορές. Είσαι το ζωντανό σύμβολο των αριστουργημάτων που έχει προσφέρει η Γαλλία στον κόσμο αυτόν τον αιώνα, ένα μεγάλο μέρος του οποίου το έχουμε περάσει μαζί».
Οι γυναίκες της ζωής του
Σε μια βιογραφία-αποκάλυψη γράφει πως αγάπησε όλες τις γυναίκες της ζωής του , αλλά οι πιο σημαντικές ήταν τελικά δύο, η μητέρα του, Εντίθ, και η κόρη του, Ανούσκα. Ο Αλέν Ντελόν λάτρεψε τις γυναίκες, αλλά και εκείνες δεν μπόρεσαν να μείνουν αδιάφορες στη γοητεία του. Τα όμορφα γαλάζια μάτια του, όπως είχε γράψει μια δημοσιογράφος, μπορούν να πουν με ένα βλέμμα περισσότερα απ’ όσα οι άλλοι μπορούν να πουν μιλώντας για ώρες. Στο βιβλίο «Les femmes de ma vie» («Οι γυναίκες της ζωής μου»), διά χειρός του στενού του φίλου Φιλίπ Μπαρμπιέ, ο Ντελόν του εμπιστεύτηκε να γράψει το μεγαλύτερο κεφάλαιο της ζωής του, αυτό για τις γυναίκες. Η Μπριζίτ Μπαρντό, στενή φίλη του εδώ και πενήντα χρόνια -ίσως και ερωμένη για κάποιο διάστημα-, προλόγισε το βιβλίο γράφοντας: «Ο Αλέν Ντελόν είναι ένα υπέροχο θηρίο, ένα από αυτά που βρίσκονται υπό εξαφάνιση. Το χαμόγελό του σαρκοβόρο και γήινο, όπως και το διαπεραστικό μπλε του βλέμματός του, μαγεύει και σαγηνεύει. Αυτός είναι ο Αλέν». Ο πιο σέξι Γάλλος ηθοποιός τραβούσε σαν μαγνήτης τις γυναίκες και οι περισσότερες από τις συμπρωταγωνίστριές του -Ανί Ζιραντό, Μόνικα Βίτι, Σιμόν Σινιορέ, Κλαούντια Καρντινάλε, Τζέιν Φόντα- τον ερωτεύτηκαν. Για εκείνον όμως ο μεγάλος έρωτας ήταν η Ρόμι Σνάιντερ, η κινηματογραφική Σίσι. Μαζί έζησαν μια θυελλώδη σχέση που δεν είχε αίσιο τέλος. Ο Ντελόν, όταν εκείνη έλειπε σε γυρίσματα, γνώρισε τη μετέπειτα πρώτη του γυναίκα, Ναταλί Μπαρθέλεμι, με την οποία απέκτησε τον Αντονι. Χώρισε από τη Σνάιντερ στέλνοντάς της μια επιστολή που έγραφε: «Θα μείνουμε πάντα φίλοι». Εκείνη δεν τον ξέχασε ποτέ και πέθανε από βαθιά κατάθλιψη το 1982. Ο Ντελόν ακόμη και σήμερα έχει φωτογραφίες που τράβηξε ο ίδιος από το φέρετρό της. Τις φυλά πάντα στο πορτοφόλι του.. Το 1963, στη Ρώμη, γνώρισε την τραγουδίστρια Δαλιδά και μαζί έζησαν ένα κρυφό ειδύλλιο που επίσης δεν είχε αίσιο τέλος. Η Δαλιδά αυτοκτόνησε το 1987. Στο τραγούδι της «Λόγια, Λόγια, Λόγια» κατέγραψε την ιστορία τους. Μεγάλος έρωτάς του υπήρξε και η ηθοποιός Μιρέιγ Νταρκ με την οποία έζησε δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, αλλά και η Ολλανδή καλλονή Ροζαλί Βαν Μπίμεν, την οποία παντρεύτηκε και μαζί απέκτησαν την κόρη του Ανούσκα και τον Αλέν τζούνιορ.
Οι γυναίκες της ζωής του
Σε μια βιογραφία-αποκάλυψη γράφει πως αγάπησε όλες τις γυναίκες της ζωής του , αλλά οι πιο σημαντικές ήταν τελικά δύο, η μητέρα του, Εντίθ, και η κόρη του, Ανούσκα. Ο Αλέν Ντελόν λάτρεψε τις γυναίκες, αλλά και εκείνες δεν μπόρεσαν να μείνουν αδιάφορες στη γοητεία του. Τα όμορφα γαλάζια μάτια του, όπως είχε γράψει μια δημοσιογράφος, μπορούν να πουν με ένα βλέμμα περισσότερα απ’ όσα οι άλλοι μπορούν να πουν μιλώντας για ώρες. Στο βιβλίο «Les femmes de ma vie» («Οι γυναίκες της ζωής μου»), διά χειρός του στενού του φίλου Φιλίπ Μπαρμπιέ, ο Ντελόν του εμπιστεύτηκε να γράψει το μεγαλύτερο κεφάλαιο της ζωής του, αυτό για τις γυναίκες. Η Μπριζίτ Μπαρντό, στενή φίλη του εδώ και πενήντα χρόνια -ίσως και ερωμένη για κάποιο διάστημα-, προλόγισε το βιβλίο γράφοντας: «Ο Αλέν Ντελόν είναι ένα υπέροχο θηρίο, ένα από αυτά που βρίσκονται υπό εξαφάνιση. Το χαμόγελό του σαρκοβόρο και γήινο, όπως και το διαπεραστικό μπλε του βλέμματός του, μαγεύει και σαγηνεύει. Αυτός είναι ο Αλέν». Ο πιο σέξι Γάλλος ηθοποιός τραβούσε σαν μαγνήτης τις γυναίκες και οι περισσότερες από τις συμπρωταγωνίστριές του -Ανί Ζιραντό, Μόνικα Βίτι, Σιμόν Σινιορέ, Κλαούντια Καρντινάλε, Τζέιν Φόντα- τον ερωτεύτηκαν. Για εκείνον όμως ο μεγάλος έρωτας ήταν η Ρόμι Σνάιντερ, η κινηματογραφική Σίσι. Μαζί έζησαν μια θυελλώδη σχέση που δεν είχε αίσιο τέλος. Ο Ντελόν, όταν εκείνη έλειπε σε γυρίσματα, γνώρισε τη μετέπειτα πρώτη του γυναίκα, Ναταλί Μπαρθέλεμι, με την οποία απέκτησε τον Αντονι. Χώρισε από τη Σνάιντερ στέλνοντάς της μια επιστολή που έγραφε: «Θα μείνουμε πάντα φίλοι». Εκείνη δεν τον ξέχασε ποτέ και πέθανε από βαθιά κατάθλιψη το 1982. Ο Ντελόν ακόμη και σήμερα έχει φωτογραφίες που τράβηξε ο ίδιος από το φέρετρό της. Τις φυλά πάντα στο πορτοφόλι του.. Το 1963, στη Ρώμη, γνώρισε την τραγουδίστρια Δαλιδά και μαζί έζησαν ένα κρυφό ειδύλλιο που επίσης δεν είχε αίσιο τέλος. Η Δαλιδά αυτοκτόνησε το 1987. Στο τραγούδι της «Λόγια, Λόγια, Λόγια» κατέγραψε την ιστορία τους. Μεγάλος έρωτάς του υπήρξε και η ηθοποιός Μιρέιγ Νταρκ με την οποία έζησε δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, αλλά και η Ολλανδή καλλονή Ροζαλί Βαν Μπίμεν, την οποία παντρεύτηκε και μαζί απέκτησαν την κόρη του Ανούσκα και τον Αλέν τζούνιορ.