"Όταν αυτοί που βρίσκονται ψηλά μιλάνε για ειρήνη ο απλός λαός ξέρει πως έρχεται πόλεμος"
Γερμανός δραματουργός, σκηνοθέτης και ποιητής του 20ού αιώνα. Θεωρείται ο πατέρας του "επικού θεάτρου" (Episches Theater) στη Γερμανία. Γεννήθηκε το 1898 στο Άουγκσμπουργκ της Βαυαρίας και πέθανε το 1956 στο Ανατολικό Βερολίνο. Η μητέρα του ήταν Προτεστάντισα και ο πατέρας του Καθολικός διευθυντής εταιρείας χάρτου. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου (1917 - 1921) ενώ αρχίζει να γράφει ποιήματα και θεατρικά. Η πρώτη συλλογή ποιημάτων του ήταν το "Εγκόλπιο ευσέβειας" (Hauspostille). Κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, συνάντησε και δούλεψε με το συνθέτη Χανς Έισλερ και ανέπτυξαν φιλία ζωής. Το 1922 παντρεύτηκε την τραγουδίστρια της όπερας Μαριάν Ζόφ. Η κόρη τους Ανν Χιόμπ γεννήθηκε ένα χρόνο μετά.Το 1923 προσλήφθηκε βοηθός σκηνοθέτη στο Γερμανικό Θέατρο του Βερολίνου υπό τη διεύθυνση του Μαξ Ράινχαρτ. Άρχισε να φοιτά στη Μαρξιστική Εργατική Σχολή και μελέτησε διαλεκτικό υλισμό. Το 1930 παντρεύτηκε την Helene Weigel και στη συνέχεια απέκτησαν, έναν γιο και μια κόρη.
Το 1933, με την άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία, ο Μπρεχτ αυτοεξορίστηκε μέχρι το έτος 1948. Έζησε πρώτα στη Δανία και τη Φινλανδία και μετά στις ΗΠΑ καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου. Στη Μόσχα εξέδωσε σε συνεργασία με άλλους Γερμανούς συγγραφείς το περιοδικό «Η Λέξη» (Das Wort). Στην Αμερική, όπου έζησε το κύριο μέρος της ζωής του, δέχθηκε έντονες διώξεις από το Μακαρθικό καθεστώς.Μετά το τέλος του πολέμου εγκαταστάθηκε στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας και μαζί με τη Χέλενε Βάιγκελ ίδρυσαν (1949) το Μπερλίνερ Ανσάμπλ (Berliner Ensemble). Το 1950 εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας Τεχνών. Τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο της ΛΓΔ το 1951 και με το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη το 1954.
"Επιβάλλεται να αντιδρούμε στη φρίκη που υπάρχει γύρω μας, όχι με το να παραδέρνουμε στον οίκτο, αλλά χρησιμοποιώντας το μυαλό μας για να σκεφθούμε πέρα από τα γεγονότα που διαδραματίζονται πάνω στη σκηνή, με τρόπο που να φεύγουμε από την παράσταση ικανότεροι να αλλάξουμε τον κόσμο."
Τα έργα του χαρακτηρίζονται από τη μαρξιστική φιλοσοφία,ενώ έχει επηρεαστεί από την οικονομική κρίση .Το 1929 κερδίζει το βραβείο Κλάιστ για το αντιπολεμικό του έργο Ταμπούρλα μεσα στη νύχτα.Το διδακτικό και ανθρωπιστικό θέατρο του απηχεί την μαρξιστική ιδεολογία του. Ανάμεσα στα έτη 1937 και 1945, ο Μπρεχτ έγραψε τα σπουδαιότερα έργα του: "Η ζωή του Γαλιλαίου" (1937-39), "Μάνα κουράγιο και τα παιδιά της, Ο κος Πούντιλα και ο υπηρέτης του Μάττι" (1940), "Η 'ανοδος του Αρτούρου Ούι" (1941), "Τα οράματα της Σιμόνης Μασάρ" (1940-43), "Ο Σβέικ στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο" (1942-43) και "ο καυκασιανός κύκλος με την κιμωλία" (1943-45). Το 1944 γράφει το έργο "η ιδιωτική ζωή της κυρίαρχης φυλής", μια άτεγκτη κριτική της ζωής στη Γερμανία υπό το καθεστώς του εθνικοσοσιαλισμού. Η παγκοσμιότητα του έργου του αναγνωρίστηκε ευρέως μετά το β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Τα έργα του κλείνουν μέσα τους μια διάρκεια, καθώς αναδεικνύουν την ανθρώπινη υπόσταση. Ετσι, όχι μόνο δεν καταλύθηκαν από το χρόνο, αλλά τώρα προβάλλονται και τιμώνται περισσότερο παρά ποτέ.Μετά την επιστροφή του στη Γερμανία το 1949, ο Μπρεχτ αφιερώνεται στην ποίηση και τη σκηνοθεσία των έργων του. Εγραψε εκατοντάδες ποιήματα που αντανακλούν τη σταδιακή μεταστροφή του προς τη μαρξιστική-λενινιστική φιλοσοφία. Τα πιο γνωστά από αυτά είναι: Ακουσα πως τίποτα δε θέλετε να μάθετε, Εγκώμιο στη μάθηση, Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου, Αυτό θέλω να τους πω, Να καταπολεμάτε το πρωτόγονο, Ποτέ δε σε είχα αγαπήσει τόσο πολύ, Απώλεια ενός πολύτιμου ανθρώπου, Εγκώμιο στον κομμουνισμό, Εγκώμιο στη διαλεκτική.
Η οπερα της πενταρας, 1928
Η Όπερα της πεντάρας είναι μουσικό έργο του Γερμανού συνθέτη Κουρτ Βάιλ σε λιμπρέτο του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Πρόκειται για μεταφορά του αγγλικού έργου του 18ου αιώνα Η όπερα του ζητιάνου(Beggar's Opera) του Τζον Γκέι. Έκανε πρεμιέρα στις 31 Αυγούστου 1928 στο Θέατρο του Βερολίνου κι από την πρώτη στιγμή προκάλεσε αίσθηση στο ευρύ κοινό κι είχε μεγάλο αντίκτυπο στο χώρο του μιούζικαλ. Γνώρισε παγκόσμια επιτυχία και μεταφράστηκε σε 18 γλώσσες .Σκηνικό του είναι ο υπόκοσμος του Λονδίνου της Βικτωριανής Εποχής. Ο Μακίθ, αρχηγός μιας σπείρας, διασκεδάζει τα βράδια στα καπηλειά του Λονδίνου. Εκεί γνωρίζει την όμορφη Πόλι και αμέσως την ερωτεύεται. Αποφασίζει να την παντρευτεί την ίδια κιόλας νύχτα... Ο πατέρας της Πόλι, ο «άρχοντας των ζητιάνων» Πίτσαμ, εξοργίζεται μαθαίνοντας τον ξαφνικό γάμο της κόρης του, αφού αυτός την προόριζε για να δουλέψει στην επιχείρησή του. Οπότε και επιδιώκει την φυλάκισή του... Η Πόλι με τα λεφτά του Μακίθ ιδρύει μια τράπεζα και βάζει όλη την συμμορία για υπαλλήλους... όπως και τους δύο «ανταγωνιστές» και τον πρώην διευθυντή της αστυνομίας.
H Μανα Κουραγιο και τα παιδια της, 1939
Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ γράφει το αντιπολεμικό αυτό αριστούργημα στο διάστημα του μεσοπολέμου, εκφράζοντας μια κραυγή αγωνίας για τον επερχόμενο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.Η Άννα Φίρλιγκ, γνωστή με το όνομα Μάνα Κουράγιο, κεντρικός χαρακτήρας του έργου, δεν είναι μια συνηθισμένη ηρωίδα. Πρόκειται για μια γυρολόγισα που με τον αραμπά της και τα τρία παιδιά της, περιφέρεται στα πεδία των μαχών της ρημαγμένης Ευρώπης. Πουλάει τρόφιμα, ποτά και βασικές προμήθειες στα αντίπαλα στρατόπεδα, για να επιβιώσει και να προστατεύσει τα παιδιά της. Αυτή η πλευρά της, προκαλεί τη συμπάθειά μας. Ο συγγραφέας όμως δε μας θέλει να αγνοήσουμε την άλλη της πλευρά. Η Μάνα Κουράγιο μιλά για τον πόλεμο σαν να ήταν ευλογία και επιβιώνει σαν επιχειρηματίας,εκμεταλλευόμενη τον πόλεμο. Με το δικό της τρόπο, κάνει δηλαδή, εκείνο που κάνουν οι στρατοί: επιβιώνουν σε βάρος των άλλων. Το μήνυμα είναι απλό και σαφές. Ο πόλεμος είναι μια μηχανή που συνθλίβει τους πάντες εκτός από εκείνους που βρίσκονται στην κορυφή.Έτσι, παρόλο που η Μάνα Κουράγιο «παίζει» σύμφωνα με τους κανόνες του παιχνιδιού (πολέμου), εντούτοις θα τιμωρηθεί πολύ αυστηρά, καθώς οι στόχοι της θα ανατραπούν βίαια. Χάνει το ένα μετά το άλλο και τα τρία παιδιά της, για να καταλήξει στο τέλος του έργου, μόνη χωρίς να της έχει απομείνει τίποτα, εκτός από το αδάμαστο πνεύμα της.
Ο καλος ανθρωπος του Σετσουαν
Στο έργο ο Μπρεχτ θέτει το ερώτημα πόσο καλός μπορεί να είναι κάποιος σε μία κοινωνία που είναι βασισμένη στην εκμετάλλευση. Γραμμένο την περίοδο 1926-1941, ανέβηκε για πρώτη φορά σε ολοκληρωμένη μορφή το 1943 στη Ζυρίχη. Στην υπόθεση τρεις θεοί έρχονται στη γη με σκοπό να βρουν αρκετούς καλούς ανθρώπους που να ζουν με αξιοπρέπεια ώστε να δικαιολογήσουν τη θεϊκή ύπαρξή τους και να διατηρηθεί ο κόσμος ως έχει. Μετά από πολλές δυσκολίες, εντοπίζουν τον μοναδικό καλό άνθρωπο στη γη: μια πόρνη στην επαρχία Σετσουάν της Κίνας, τη Σεν Τε.Οι θεοί την ανταμείβουν με ένα αξιοπρεπές χρηματικό ποσό κι εκείνη ανοίγει ένα μικρό καπνοπωλείο. Βοηθάει με κάθε τρόπο όποιον συμπολίτη της έχει ανάγκη. Όμως δεν αγνοεί πως πολλοί εκμεταλλεύονται τη διάθεσή της για αγαθοεργίες. Τότε εφευρίσκει ένα alter ego, έναν υποτιθέμενο εξάδελφο, τον μοχθηρό Σουί, τον οποίο όταν υπερβαίνουν τα εσκαμμένα οι ευεργετηθέντες βάζει τα πράγματα σε τάξη. Πόσο καιρό, όμως, θα αντέξει να παίζει αυτό το διπλό ρόλο;«Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν» αποτελεί το έργο του Μπρεχτ με τις περισσότερες τομές στη δράση του. Οι ηθοποιοί ερμηνεύουν πολλαπλούς ρόλους, παραμένουν διαρκώς στη σκηνή συνθέτοντας έναν βουβό θίασο που σχολιάζει και υπογραμμίζει τα δρώμενα της εκάστοτε σκηνής. Τέλος, ερμηνεύουν ζωντανά τη μουσική και τα τραγούδια της παράστασης. Δεν πρόκειται για διδακτικό έργο, το ηθικό του πρόβλημα είναι : μπορεί ο καλός να επιβιώσει σε μια κοινωνία διεφθαρμένων;
Ο κυκλος με την κιμωλια
Από τα διασημότερα έργα του Μπρεχτ -ίσως το πιο γνωστό μαζί με την «Οπερα της πεντάρας»- σίγουρα κρατά τον τίτλο του πλέον πολυπαιγμένου έργου του Γερμανού δραματουργού. «Ο Κύκλος με την κιμωλία» γράφτηκε το 1944 τη χρονιά που ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος, αν και σε ορισμένες χώρες είχε τυπικά τελειώσει, ακόμα μάστιζε τον κόσμο, στη διάρκεια της αυτοεξορίας του Μπρεχτ στις ΗΠΑ. Η υπόθεση αφορά σε κάθε διαμάχη που εκτείνεται από το προσωπικό έως το παγκόσμιο επίπεδο, σε κάθε διεκδίκηση και αντιδικία, με αντικείμενο υλικά ή άυλα αγαθά. Η υπόθεση αφορά σε κάθε διαμάχη που εκτείνεται από το προσωπικό έως το παγκόσμιο επίπεδο, σε κάθε διεκδίκηση και αντιδικία, με αντικείμενο υλικά ή άυλα αγαθά. Ο Κύκλος με την Κιμωλία είναι η ιστορία μιας φτωχής υπηρέτριας, της Γκρούσα, που εργάζεται στο αρχοντικό του πρίγκιπα Καζμπέκι και αναγκάζεται να σώσει το μικρό διάδοχο του θρόνου, που τον παρατάει η μητέρα του στη βιασύνη της να φύγει, για να γλιτώσει από τους επαναστάτες που σκότωσαν τον άντρα της.Το έργο αφηγείται τη φυγή της Γκρούσα προς τα βουνά, για να σώσει τη ζωή του μικρού πρίγκιπα, που στην αρχή της είναι βάρος, αλλά σιγά σιγά μαθαίνει να τον αγαπάει σαν πραγματική μητέρα του. Ο κύκλος με την κιμωλία είναι παράλληλα η ιστορία ενός κλεφτοκοτά, του Αζντάκ, που έγινε δικαστής, επειδή στην επανάσταση έκρυψε στο σπίτι του τον Μεγάλο Δούκα και του έσωσε τη ζωή. Το έργο αφηγείται πώς ο Αζντάκ με τη βοήθεια του κύκλου με την κιμωλία έκρινε, αν ο μικρός πρίγκιπας ανήκε στην πραγματική του ή στη θετή του μητέρα, την Γκρούσα.