«Η τεχνική είναι αυτό στο οποίο καταφεύγεις όταν ξεμείνεις από έμπνευση»
Ρουντόλφ Χαμέτοβιτς Νουρέγιεφ 1938 - 1993 Ταταρικής καταγωγής Ρώσος χορευτής και χορογράφος, ένας από τους κορυφαίους του 20ου αιώνα στο κλασικό μπαλέτο.Ο Νουρέγιεφ γεννήθηκε σ' ένα βαγόνι της Υπερσιβηρικής αμαξοστοιχίας κοντά στην πόλη Ιρκούτσκ, κι ενώ η μητέρα του βρισκόταν καθ' οδόν προς το Βλαδιβοστόκ, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του στον Κόκκινο στρατό. Ήταν το τέταρτο και τελευταίο παιδί της μουσουλμανικής στο θρήσκευμα οικογένειάς του.
Μεγάλωσε κοντά στην πόλη Ουφά, στη δημοκρατία του Μπασκορτοστάν. Ξεκίνησε την καριέρα του από τα διάσημα μπαλέτα Κίροφ το 1958, αφού πρώτα σπούδασε στην Ακαδημία Βαγκάνοβα της Αγίας Πετρούπολης έχοντας γίνει δεκτός το 1955, σε ηλικία 17 ετών. Σύντομα αναδύθηκε η τεχνική, η αρμονία και το ταλέντο του, κάτι που συνέτεινε ώστε να γίνει πρωταγωνιστής στους περισσότερους βασικούς ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου. Ο πατέρας του είχε αντίρρηση στο να γίνει χορευτής. Ο ίδιος περιέγραψε τη ζωή του στο φτωχικό σπίτι των νεανικών του χρόνων, όπου υπήρχε μόνο ένα δωμάτιο για μια εξαμελή οικογένεια: «Όποιος ήθελε να πάει στην τουαλέτα περπατούσε ως την άκρη του δρόμου και επειδή ποτέ δεν είχαμε χρήματα, τις πιο πολλές φορές πηγαίναμε ξυπόλητοι. Δεν είχα ούτε δικά μου ρούχα να φορέσω και για να βγω στο δρόμο ντυνόμουν με τα ρούχα των τριών αδελφών μου». Το 1961 στο Παρίσι, σε μία περιοδεία των μπαλέτων Κίροφ του Λένινγκραντ, ο 23χρονος τότε Ρούντολφ Νουρέγιεφ, που ήταν πρώτος χορευτής των μπαλέτων, ζήτησε πολιτικό άσυλο στη Γαλλία ενώ ετοιμαζόταν να αναχωρήσει με τον θίασο για την Αγγλία. Την απόφαση, πάντως, την πήρε ο Ρώσος χορευτής στο αεροδρόμιο Λε Μπουρζέ όταν τον πλησίασαν δύο πράκτορες της υπηρεσίας πληροφοριών KGB, της οποίας στο μεταξύ είχε γίνει στόχος, και του ζήτησαν να επιστρέψει στη Μόσχα. Εκείνος κάλεσε σε βοήθεια τους Γάλλους αστυνομικούς και οδηγήθηκε στο γαλλικό υπουργείο Εσωτερικών. Έκτοτε έγινε ανεπιθύμητος στη Σοβιετική Ένωση και του απαγορεύθηκε η είσοδος στη χώρα. Κάτι που άρθηκε 28 χρόνια αργότερα (1989), όταν με προσωπική παρέμβαση του τότε ηγέτη της χώρας, Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, του επετράπη η είσοδος προκειμένου να παρευρεθεί στην κηδεία της μητέρας του. Στο Παρίσι αρχικά συνεργάστηκε με το Μεγάλο Μπαλέτο του Μαρκήσιου de Cuevas, σύντομα όμως (1962) πήγε στην Αγγλία, όπου απέκτησε τη βρετανική υπηκοότητα κι εκεί συνεργάστηκε με τα Βασιλικά Μπαλέτα του Λονδίνου, γνωρίζοντας την επιτυχία ως παρτενέρ της κατά 19 χρόνια μεγαλύτερής του Βρετανίδας χορεύτριας, Μαργκότ Φοντέιν. Παρ' ότι η εκεί συνεργασία του ξεπέρασε την εικοσαετία, ουδέποτε ενσωματώθηκε στο μπαλέτο, προτιμώντας τον ρόλο του προσκεκλημένου καλλιτέχνη, τίτλο που διατήρησε στις ανά τον κόσμο εμφανίσεις του. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, κι ενώ παρέμεινε στο χορό ακόμη και όταν πέρασε τα 50 χρόνια του, συνεργάστηκε ακόμη με τα Βασιλικά Μπαλέτα της Σουηδίας, το Μπαλέτο της Σκάλας του Μιλάνου, το Μπαλέτο του Βερολίνου κ.λπ., ενώ διετέλεσε διευθυντής του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού από το 1983 έως το 1989. Έχει ανεβάσει περισσότερα από 25 έργα μπαλέτου, σημαντικότερα εκ των οποίων υπήρξαν: Ζιζέλ , Δον Κιχώτης, Αντιγόνη, Μαργαρίτα, Η λίμνη των κύκνων, Ο καρυοθραύστης, Ρωμαίος και Ιουλιέτα.
Μεγάλωσε κοντά στην πόλη Ουφά, στη δημοκρατία του Μπασκορτοστάν. Ξεκίνησε την καριέρα του από τα διάσημα μπαλέτα Κίροφ το 1958, αφού πρώτα σπούδασε στην Ακαδημία Βαγκάνοβα της Αγίας Πετρούπολης έχοντας γίνει δεκτός το 1955, σε ηλικία 17 ετών. Σύντομα αναδύθηκε η τεχνική, η αρμονία και το ταλέντο του, κάτι που συνέτεινε ώστε να γίνει πρωταγωνιστής στους περισσότερους βασικούς ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου. Ο πατέρας του είχε αντίρρηση στο να γίνει χορευτής. Ο ίδιος περιέγραψε τη ζωή του στο φτωχικό σπίτι των νεανικών του χρόνων, όπου υπήρχε μόνο ένα δωμάτιο για μια εξαμελή οικογένεια: «Όποιος ήθελε να πάει στην τουαλέτα περπατούσε ως την άκρη του δρόμου και επειδή ποτέ δεν είχαμε χρήματα, τις πιο πολλές φορές πηγαίναμε ξυπόλητοι. Δεν είχα ούτε δικά μου ρούχα να φορέσω και για να βγω στο δρόμο ντυνόμουν με τα ρούχα των τριών αδελφών μου». Το 1961 στο Παρίσι, σε μία περιοδεία των μπαλέτων Κίροφ του Λένινγκραντ, ο 23χρονος τότε Ρούντολφ Νουρέγιεφ, που ήταν πρώτος χορευτής των μπαλέτων, ζήτησε πολιτικό άσυλο στη Γαλλία ενώ ετοιμαζόταν να αναχωρήσει με τον θίασο για την Αγγλία. Την απόφαση, πάντως, την πήρε ο Ρώσος χορευτής στο αεροδρόμιο Λε Μπουρζέ όταν τον πλησίασαν δύο πράκτορες της υπηρεσίας πληροφοριών KGB, της οποίας στο μεταξύ είχε γίνει στόχος, και του ζήτησαν να επιστρέψει στη Μόσχα. Εκείνος κάλεσε σε βοήθεια τους Γάλλους αστυνομικούς και οδηγήθηκε στο γαλλικό υπουργείο Εσωτερικών. Έκτοτε έγινε ανεπιθύμητος στη Σοβιετική Ένωση και του απαγορεύθηκε η είσοδος στη χώρα. Κάτι που άρθηκε 28 χρόνια αργότερα (1989), όταν με προσωπική παρέμβαση του τότε ηγέτη της χώρας, Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, του επετράπη η είσοδος προκειμένου να παρευρεθεί στην κηδεία της μητέρας του. Στο Παρίσι αρχικά συνεργάστηκε με το Μεγάλο Μπαλέτο του Μαρκήσιου de Cuevas, σύντομα όμως (1962) πήγε στην Αγγλία, όπου απέκτησε τη βρετανική υπηκοότητα κι εκεί συνεργάστηκε με τα Βασιλικά Μπαλέτα του Λονδίνου, γνωρίζοντας την επιτυχία ως παρτενέρ της κατά 19 χρόνια μεγαλύτερής του Βρετανίδας χορεύτριας, Μαργκότ Φοντέιν. Παρ' ότι η εκεί συνεργασία του ξεπέρασε την εικοσαετία, ουδέποτε ενσωματώθηκε στο μπαλέτο, προτιμώντας τον ρόλο του προσκεκλημένου καλλιτέχνη, τίτλο που διατήρησε στις ανά τον κόσμο εμφανίσεις του. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, κι ενώ παρέμεινε στο χορό ακόμη και όταν πέρασε τα 50 χρόνια του, συνεργάστηκε ακόμη με τα Βασιλικά Μπαλέτα της Σουηδίας, το Μπαλέτο της Σκάλας του Μιλάνου, το Μπαλέτο του Βερολίνου κ.λπ., ενώ διετέλεσε διευθυντής του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού από το 1983 έως το 1989. Έχει ανεβάσει περισσότερα από 25 έργα μπαλέτου, σημαντικότερα εκ των οποίων υπήρξαν: Ζιζέλ , Δον Κιχώτης, Αντιγόνη, Μαργαρίτα, Η λίμνη των κύκνων, Ο καρυοθραύστης, Ρωμαίος και Ιουλιέτα.
«Δεν με νοιάζει αν η Margot είναι η Νταμ της βρετανικής αυτοκρατορίας ή κάποια χρόνια μεγαλύτερή μου. Για μένα αντιπροσωπεύει την αιώνια νεότητα - υπάρχει μια απόλυτη μουσική ποιότητα στο όμορφο σώμα της και το χορευτικό της αποτύπωμα. Επειδή είμαστε ειλικρινείς και ταλαντούχοι, μια έντονη “αφηρημένη” αγάπη γεννιέται μεταξύ μας κάθε φορά που χορεύουμε μαζί».
Στη δεκαετία του '70 ασχολήθηκε με την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, πρωταγωνιστώντας μεταξύ άλλων στην κινηματογραφική εκδοχή του "Δον Κιχώτη", ενώ αργότερα ερμήνευσε τον Ροδόλφο Βαλεντίνο στην ομότιτλη ταινία. Το 1982 απέκτησε και την αυστριακή υπηκοότητα, αν και ζούσε κατά βάση στο Παρίσι. Ο Νουρέγιεφ ήταν ομοφυλόφιλος και ουδέποτε έκρυψε τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Η ζωή του πέρα από τη λάμψη συνοδεύτηκε και με ιστορίες γεμάτες έρωτα, σεξ και σκάνδαλα. Ανάμεσα στις συναναστροφές του υπήρξαν πολλά ονόματα του ευρύτερου καλλιτεχνικού χώρου, αλλά και του διεθνούς "τζετ σετ", όπως ο Μικ Τζάγκερ, η Τζάκι Κένεντι, ο Άντι Γουόρχολ και ο Φρέντι Μέρκιουρι, ενώ ο 25χρονος δεσμός του με τον Δανό χορευτή Έρικ Μπρουν -παρά τα σύντομα διαλείμματα- θα κυριαρχήσει στην ερωτική του ζωή, παίρνοντας τέλος το '86 με τον θάνατο του Μπρουν. Όταν προσβλήθηκε από τον ιό του HIV , ο Νουρέγιεφ φοβόταν να αποκαλύψει την ασθένειά του, επειδή νόμιζε ότι θα έκανε κακό στην καριέρα του. Θεωρούσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα μπορούσαν να του αρνηθούν την είσοδο αν γνώριζαν ότι είχε AIDS.Ο Νουρέγιεφ άρχισε να επηρεάζεται από τον ιό το καλοκαίρι του 1991, ενώ η "τελική φάση" ξεκίνησε την άνοιξη του 1992. Με υψηλό πυρετό, μπήκε στο Νοσοκομείο της Notre Dame du Perpetuel Secours, σε ένα προάστιο βορειοδυτικά του Παρισιού, και υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για περικαρδίτιδα, μια φλεγμονή στον μεμβρανώδη σάκο γύρω από την καρδιά. Εκείνη την εποχή, αυτό που του έδωσε δύναμη να παλέψει με την ασθένειά του, ήταν η ελπίδα ότι θα μπορούσε να χορέψει στο έργο του Προκόφιεφ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» στη Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης στις 6 Μαΐου. Τελικά το έκανε και ήταν μια σπουδαία εμφάνιση. Επιστρέφοντας στο Παρίσι τον Ιούλιο, έδειξε νέα σημάδια περικαρδίτιδας, αλλά αποφασισμένος να παλέψει, έφυγε για να ξεκουραστεί στο σπίτι του, στην Καραϊβική. Μετά από άλλες πέντε εβδομάδες στην Καραϊβική, ο Νουρέγιεφ ξαναμπήκε στο νοσοκομείο στις 20 Νοεμβρίου και παρέμεινε εκεί μέχρι το θάνατό του. Οι τελευταίες εβδομάδες ήταν ανώδυνες και το πρόσωπό του στο φέρετρο παρέμενε "πολύ όμορφο. Πέθανε στις 6 Ιανουαρίου 1993, σε ηλικία 55 ετών. Η κηδεία του έγινε στο μαρμάρινο φουαγιέ του Paris Garnier Opera House. Το μνήμα του βρίσκεται στο ρωσικό κοιμητήριο του Παρισιού. Πολλά αφιερώματα έγιναν μνημονεύοντας την λαμπρότητά του ως χορευτής. Ένας τέτοιος φόρος τιμής προερχόταν και από τον Oleg Vinogradov του Kirov Ballet της Αγίας Πετρούπολης της Ρωσίας: "Ότι έκανε ο Nureyev στα δυτικά, ποτέ δεν θα μπορούσε να γίνει εδώ». Λίγο πριν το θάνατό του είχε φροντίσει να αφήσει 7 εκατομμύρια δολάρια στο Rudolph Nureyev Dance Foundation, αν και οι συγγενείς του θέλησαν να προσβάλουν αυτή την δωρεά υποστηρίζοντας ότι δεν είχε τα λογικά του λίγο πριν το τέλος του, κάτι ωστόσο που απέρριψε το ομοσπονδιακό δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση. Ο θάνατός του αποτέλεσε την μεγαλύτερη απώλεια για το χορό μετά τον θάνατο της Pavlova και του Nijinsky .
«Το πιο σημαντικό πράγμα είναι ο χορός, και πριν μαραθεί από το σώμα μου, θα συνεχίσω να χορεύω μέχρι την τελευταία στιγμή, μέχρι την τελευταία σταγόνα».
Ο Nureyev δεν συμβιβαζόταν εύκολα με τους κανόνες, τους περιορισμούς και την ιεραρχική τάξη και μερικές φορές παρουσίαζε μια ευμετάβλητη ιδιοσυγκρασία. Η ανυπομονησία του γινόταν αισθητή κυρίως όταν οι αδυναμίες των άλλων εμπόδιζαν τη δουλειά του. Οι περισσότερες μπαλαρίνες με τις οποίες χόρεψε, συμπεριλαμβανομένων των: Antoinette Sibley, Gelsey Kirkland και Annette Page απέτισαν φόρο τιμής σε αυτόν ως ένα διακριτικό παρτενέρ. Κράτησε σταθερές τις παλιές του φιλίες, μέσα και έξω από τον χώρο του μπαλέτου, για πολλές δεκαετίες και θεωρήθηκε πιστός φίλος γενναιόδωρος φίλος. Ήταν γνωστός για την εξαιρετική γενναιοδωρία του σε πολλές μπαλαρίνες, γεγονός που τον τιμά διότι τους πρόσφερε τη βοήθεια του σε δύσκολους καιρούς για εκείνες. Στην περίπτωση της μπαλαρίνας Lynn Seymour, η οποία ήταν στενοχωρημένη που δεν της δόθηκε η ευκαιρία να χορέψει στην πρεμιέρα του μπαλέτου τουMac Millan «Romeo and Juliet», ο Nureyev έβρισκε συχνά έργα γι 'αυτήν, ακόμη και όταν εκείνη είχε κατάθλιψη και προβλήματα με το βάρος της με αποτέλεσμα να μην μπορεί να βρει ρόλους. Η επιρροή που άσκησε ο Nureyev στον κόσμο του μπαλέτου, άλλαξε ολόκληρη την αντίληψη που υπήρχε για τους άντρες χορευτές. Σε δικές του παραγωγές, στους κλασικούς ανδρικούς ρόλους πρόσθεσε περισσότερη χορογραφία. Μια άλλη σημαντική επιρροή του ήταν το πέρασμα διαμέσου των συνόρων μεταξύ κλασικού μπαλέτου και μοντέρνου χορού συνδυάζοντας και τα δύο στις χορογραφίες. Σήμερα είναι φυσιολογικό για τους χορευτές να λαμβάνουν εκπαίδευση σε δύο μορφές, αλλά στην πραγματικότητα ο Nureyev ήταν ο δημιουργός τους και διακρίθηκε εξίσου τόσο στο σύγχρονο όσο και στον κλασικό χορό. Η χορογράφος σύγχρονου χορού Martha Graham δημιούργησε ένα έργο ειδικά για εκείνον. Επίσης ο Gene Kelly είχε προσπαθήσει να συνδυάσει το μοντέρνο και το κλασικό στυλ στην ταινία, ενώ ο Nureyev σημείωσε σημαντική πρόοδο στην αποδοχή του Σύγχρονου Χορού στη σφαίρα του "Κλασικού Μπαλέτου".
Ο διάσημος χορευτής λίγο πριν πεθάνει είχε δηλώσει σε συνέντευξή του: «Είμαι ο πιο ερωτικός άνθρωπος που υπάρχει. Ρωτήστε την Τζάκι Κένεντι και αν δεν με πιστεύετε ρωτήστε τον Μπομπ και τον Τζον Τζον Κένεντι. Κανείς δεν μπορεί να μου αντισταθεί. Όποιος έχει κοιμηθεί μαζί μου με έχει ερωτευτεί». Σύμφωνα με δημοσίευμα της Daily Mail, η Τζάκι είχε εκνευριστεί με τις απιστίες του Προέδρου και είχε αποφασίσει να μην μείνει με σταυρωμένα τα χέρια. Έτσι όπως γίνεται γνωστό μέσα από τις σελίδες του βιβλίου «Το ροζ τρίγωνο», η Τζάκι είχε γνωρίσει τον εννιά χρόνια μικρότερό της, Νουρέγιεφ, κατά τη διάρκεια παράστασης που έδωσαν με την σύντροφό του Μαργκότ Φοντέιν στον Λευκό Οίκο και τον ερωτεύτηκε. Ωστόσο ο συγγραφέας του βιβλίου περνάει και σε άλλες αποκαλύψεις, όπως ότι ο ο χορευτής «συνελήφθη» να φιλιέται «παθιασμένα» με τον γαμπρό της πρώτης κυρίας των ΗΠΑ, Μπομπ Κένεντι σε τηλεφωνικό θάλαμο.