Ο αναγεννησιακός ιδεαλιστής
που άλλαξε την ιστορία της τέχνης!
που άλλαξε την ιστορία της τέχνης!
Ο Μικελάντζελο ντι Λοντοβίκο Μπουοναρότι Σιμόνι 1475 - 1564, γνωστός περισσότερο ως Μιχαήλ Άγγελος, ήταν γλύπτης, ζωγράφος, αρχιτέκτονας και ποιητής της Αναγέννησης. Σήμερα αναγνωρίζεται ως ένας από τους σπουδαιότερους δημιουργούς στην ιστορία της τέχνης. Υπήρξε ο μοναδικός καλλιτέχνης της εποχής, του οποίου η βιογραφία εκδόθηκε πριν το θάνατό του, στους Βίους του Τζόρτζιο Βαζάρι, ο οποίος επέλεξε να τον τοποθετήσει στην κορυφή των καλλιτεχνών, χρησιμοποιώντας για τον Μιχαήλ Άγγελο το προσωνύμιο ο θεϊκός (Il Divino). Στα δημοφιλέστερα έργα του ανήκουν οι νωπογραφίες που φιλοτέχνησε για το Παπικό παρεκκλήσιο του Βατικανού (Καπέλα Σιξτίνα), το άγαλμα του Δαβίδ και η Πιετά (αποκαθήλωση) στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου, στη Ρώμη. Γεννήθηκε στις 6 Μαρτίου του 1475, στο Καπρέζε της Ιταλίας, μια κωμόπολη 60 χλμ μακριά από τη Φλωρεντία και που σήμερα, προς τιμήν του, λέγεται Καπρέζε Μικελάντζελο. Ήταν γιος του Λουντοβίκο ντι Μπουοναρότι ντι Σιμόνι και της Φραντσέσκα ντι Νέρι ντελ Μινιάτο ντι Σιένα. Η οικογένεια Μπουοναρότι είχε καταγωγή από παλαιά φλορεντική οικογένεια και μέλη της είχαν στο παρελθόν καταλάβει σημαντικά αξιώματα. Παρά την εμφανή κλίση του στη ζωγραφική και κατόπιν επιθυμίας του πατέρα του, σπούδασε αρχικά υπό την καθοδήγηση του ουμανιστή Φραντσέσκο ντ' Ουρμπίνο, αλλά το 1487 ξεκίνησε ως μαθητευόμενος στο εργαστήριο ζωγραφικής του Ντομένικο Γκιρλαντάγιο. Εκεί ήρθε σε επαφή με την τεχνική της νωπογραφίας και εξασκήθηκε στο σχέδιο. Επισκεπτόμενος τον Κήπο των Μεδίκων, όπου διατηρείτο σημαντική συλλογή από αρχαία γλυπτά υπό την εποπτεία του γλύπτη Μπρετόλντο ντι Τζοβάνι, διδάχθηκε την τέχνη της γλυπτικής, ενώ παράλληλα γνώρισε τον Λορέντσο των Μεδίκων, επιφανή άρχοντα της Φλωρεντίας, ο οποίος τον εισήγαγε στην αυλή του. Στις 26 Ιουνίου του 1496, επισκέφτηκε τη Ρώμη, όπου ο Μικελάντζελο ανέλαβε την δημιουργία της πιετά (αποκαθήλωση) του Βατικανού, στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου, έργο που απεικονίζει την Παναγία να κρατά στα χέρια της το σώμα του Χριστού μετά τη σταύρωση. H πιετά συνέβαλε καθοριστικά στην καταξίωσή του, ενώ αποτελεί και το μοναδικό έργο που φέρει την υπογραφή του Μικελάντζελο, ο οποίος φρόντισε να χαράξει τις λέξεις MICHEL ANGELUS BONAROTUS FLORENT FACIBAT. Ο Μιχαήλ Άγγελος έμεινε στην πόλη της Ρώμης για περίπου πέντε χρόνια και στη συνέχεια επέστρεψε στην Φλωρεντία. Χάρη στη φήμη που είχε αποκτήσει στη Ρώμη, ανέλαβε αρκετές παραγγελίες έργων. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζει η ανάθεση του Δαβίδ, για τον καθεδρικό ναό της Φλωρεντίας, ενός μαρμάρινου γλυπτού μεγάλων διαστάσεων. Το έργο ολοκληρώθηκε το 1504 προσδίδοντας μεγάλο κύρος στο Μικελάντζελο. Αποτέλεσε παράλληλα σύμβολο της νέας Φλωρεντινής δημοκρατίας, με αποτέλεσμα να τοποθετηθεί τελικά στην Πιάτσα ντέλλα Σινιορία (Plazza della Signoria) μπροστά από το Παλάτσο Βέκιο (Palazzo Vecchio). Το 1505, ο Μιχαήλ Άγγελος επέστρεψε στη Ρώμη μετά από πρόσκληση του νέου Πάπα Ιουλίου Β΄,και ανέλαβε την διακόσμηση του θόλου του Παπικού Παρεκκλησίου (Καπέλα Σιξτίνα), με νωπογραφίες των δώδεκα Αποστόλων. Ο Μιχαήλ Άγγελος αντιπρότεινε ένα περισσότερο σύνθετο και φιλόδοξο εγχείρημα, δημιουργώντας τελικά, σε διάστημα τεσσάρων ετών (1508-1512), περισσότερες από 300 βιβλικές φιγούρες και άλλες θρησκευτικές παραστάσεις, όπως σκηνές από την Γένεση, την ιστορία του Νώε ή τη Δευτέρα Παρουσία. Τα τέσσερα αυτά χρόνια, λέγεται, ότι ο Μικελάντζελο δεν βγήκε από την Καπέλα Σιξτίνα παρά ελάχιστα και δεν επέτρεψε σε κανέναν να δει το έργο του, δημιουργώντας έτσι μια αναστάτωση, μια φήμη, ενώ πλήθος κόσμου σύρρεε έξω από το Παρεκκλήσι. Σημαντική καινοτομία υπήρξε επίσης η απεικόνιση θεμάτων που προέρχονταν από την αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή παράδοση, χωρίς άμεση σχέση με την χριστιανική θρησκεία, όπως οι Σίβυλλες. Ο θόλος ήταν τόσο ψηλά που επινόησε μία τεχνοτροπία. Ζωγράφισε παραμορφωμένες τις φιγούρες, έτσι ώστε ο θεατής, που βρίσκεται αρκετα μέτρα πιο κάτω, να τις βλέπει κανονικές.
Στις αρχές του 1513 σημειώθηκε ο θάνατος του Ιουλίου Β΄ και ο διάδοχος του, Λέων Ι΄ του ανέθεσε την ανακατασκευή της πρόσοψης της εκκλησίας του Σαν Λορέντσο, στη Φλωρεντία. Εργάστηκε για το σκοπό αυτό για τρία χρόνια, ωστόσο ο πάπας τελικά απέρριψε το σχέδιο. Στη συνέχεια ανέλαβε την ανέγερση ενός νέου σκευοφυλακίου για την ίδια εκκλησία, με σκοπό να περιέχει τους τάφους του Λορέντσο του Μεγαλοπρεπή, του αδελφού του Τζουλιάνο καθώς και των ομώνυμων πρόωρα χαμένων δουκών. Ο θάνατος του πάπα, το 1521 και η άνοδος του Αδριανού ΣΤ΄ αναστέλουν προσωρινά τις εργασίες, οι οποίες συνεχίστηκαν όταν στον παπικό θρόνο ανέβηκε ο Κλήμης Ζ΄. Αν και το έργο έμεινε ημιτελές, αποτελεί σημαντικό δείγμα της συνύπαρξης της αρχιτεκτονικής με τη γλυπτική, σύμφωνα με το καλλιτεχνικό όραμα του Μιχαήλ Άγγελου. Το 1528, του ανατέθηκε σημαντικός ρόλος για την υπεράσπιση της πόλης, απέναντι στα στρατεύματα του Καρόλου Ε΄ και ανέλαβε επόπτης των έργων οχύρωσής της. Πριν την πολιορκία της πόλης, κατέφυγε στη Γαλλία, προσκεκλημένος του Φραγκίσκου Α΄, με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί λιποτάκτης, ωστόσο πολύ σύντομα υπέβαλε αίτηση επιστροφής, η οποία έγινε δεκτή. Στις 12 Αυγούστου του 1530, η Φλωρεντία υπέγραψε συνθηκολόγηση, ενώ μετά την επιστροφή των Μεδίκων, ο Μιχαήλ Άγγελος παρέμεινε στην πόλη, συνεχίζοντας το έργο του πάνω στο σκευοφυλάκιο καθώς και στην Λαυρεντιανή Βιβλιοθήκη. Στις αρχές της δεκαετίας του 1530, επισκέφτηκε εκ νέου τη Ρώμη πραγματοποιώντας προσπάθεια να ολοκληρώσει τον Τάφο του Ιούλιου Β'. Οι εργασίες διακόπηκαν την περίοδο 1534-1541, όταν ανέλαβε να ζωγραφίσει την Δευτέρα Παρουσία στην Καπέλα Σιξτίνα. Στα τελευταία χρόνια της εξουσίας του πάπα Παύλου Γ', ανέλαβε επίσης μία σειρά από αρχιτεκτονικά έργα, με σημαντικότερα ίσως αυτά που αφορούσαν την αναμόρφωση της πλατείας του Καπιτωλίου και το Παλάτσο Φαρνέζε. Το 1546, διορίστηκε υπεύθυνος αρχιτέκτονας για την ολοκλήρωση της κατασκευής της βασιλικής του Αγίου Πέτρου. Τα σχέδια που ακολουθήθηκαν ανήκαν στον Ντονάτο Μπραμάντε, ωστόσο ο Μιχαήλ Άγγελος σχεδίασε το θόλο της, η κατασκευή του οποίου ολοκληρώθηκε πριν το θάνατό του, αν και η τοποθέτησή του έλαβε χώρα μεταγενέστερα. Πέθανε στις 18 Φεβρουαρίου του 1564. Σύμφωνα με τον Βαζάρι, διατύπωσε τη διαθήκη του λέγοντας πως αφήνει "την ψυχή του στο Θεό, το σώμα του στη γη και τα υλικά αγαθά στους πιο κοντινούς συγγενείς". Η σορός του εναποτέθηκε σε μία σαρκοφάγο στην Εκκλησία των Αγίων Αποστόλων στη Ρώμη, αλλά μετά από λίγες ημέρες, ο ανηψιός του, Λιονάρντο Μπουανόρι, οργάνωσε την κλοπή της, μεταφέροντας το λείψανο στην Βασιλική της Santa Croce της Φλωρεντίας, εκπληρώνοντας σχετική επιθυμία του ίδιου του Μιχαήλ Άγγελου.
«Η Δευτέρα Παρουσία»
«Η Δευτέρα Παρουσία», απέκτησε μεγάλη φήμη και ξεσήκωσε πολύ θόρυβο και αντιδράσεις. Στο Μεσαίωνα, το πρόσωπο του Χριστού συγκέντρωνε τις ιδιότητες της δικαιοσύνης και του ελέους. Ο Χριστός, αυτή τη φορά με τη δεύτερη και ένδοξη Παρουσία του, έρχεται μόνο ως Κριτής, για να κρίνει ζώντες και νεκρούς. Η ιδιότητα του ελέους μεταφέρεται πια στο πρόσωπο της Παναγίας. Πρόθεση του Μιχαήλ Αγγέλου, ήταν να αναπαραστήσει τη Δευτέρα Παρουσία, όπως ακριβώς θα πρέπει να είναι και βασίστηκε στα κείμενα του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου. Το έργο μεταφέρει την έσχατη χριστιανική νομοτέλεια, στη μορφή ενός γεγονότος, όπου συμμετέχει όλη η ανθρωπότητα. Οι 314 μορφές του έργου βρίσκονται αντιμέτωπες με την αιώνια κρίση. Είναι η στιγμή της εκπλήρωσης του σκοπού της θείας νομοτέλειας, που συμπίπτει με την ολοκλήρωση του θεϊκού σχεδίου για τον κόσμο. Η αρχή της, που ξεκίνησε με τη δημιουργία του κόσμου, τώρα φτάνει στο τέλος του συμβατικού χρόνου και της ιστορίας του κόσμου. Η εισβολή του αιώνιου, έχει εκμηδενίσει τη σημαντικότητα της υλικής ύπαρξης. Με την κατάλυση του κόσμου καταλύεται και η ιστορία, αφού εκτός χώρου και χρόνου δεν υπάρχει ιστορικό γεγονός. Η νωπογραφία χωρίζεται σε επί μέρους τμήματα που έχουν όλα, ως σημείο αναφοράς και ενότητας τη μορφή του Χριστού. Η αυστηρή μορφή του περιβάλλεται από το φωτεινό γνόφο του Άκτιστου Φωτός, που υποδηλώνει την άχρονη και θεία του υπόσταση, και είναι ζωγραφισμένη στο ένα τρίτο του ύψους, στην χρυσή τομή της σύνθεσης, όπου συγκεντρώνεται η προσοχή του θεατή. Το χέρι του, είναι υψωμένο με οργή και μοιάζει να εξακοντίζει, όπως ο Δίας, τον φοβερό κεραυνό της κατάρας του διαγώνια, από τα αριστερά προς τα δεξιά. Φυσικά, η τέχνη του δεν έγινε αποδεκτή από όλους Η εξωτερική εμφάνιση των έργων του ήταν πολύ τολμηρή και προκαλούσε συχνά τα δυσμενή σχόλια των αυστηρών κύκλων της εποχής του. Όπως γράφει ο Stefano Bottari: «μέσα στο όλο και πιο παράφορο κλίμα της Αντιμεταρρύθμισης οι δύο ανυπέρβλητες τοιχογραφίες θεωρούνται σα μια συλλογή από διαστροφές και ελευθεριότητες, σε αντίθεση με την κομψή και εκλεπτυσμένη ομορφιά του έργου του Ραφαήλ». Άλλωστε και ο περίφημοςΔαυϊδ του, πολλά χρόνια πριν, είχε λιθοβοληθεί κατά τη μεταφορά του στους δρόμους της Φλωρεντίας από ομάδες σκανδαλισμένων Φλωρεντινών. Τα έργα του, που είχε εμπνευσθεί από την ζωηρή πίστη και την άδολη πρόθεση να εκφράσει το θείο μέσα από μορφές κλασικής τελειότητας, αν και θαυμάζονταν, δεν έγιναν «ηθικώς» αποδεκτά από μέρος του κοινού.
ΘΡΗΝΟΣ (PIETA)
Απεικονίζει το θανάτο του Ιησού και τον θρήνο της Παναγίας. Το γλυπτό είναι περίοπτο και παρουσιάζει υπέροχες λεπτομέρειες από κάθε οπτική γωνία, ωστόσο η κύρια όψη του είναι η μετωπική. Είναι το σώμα του νεκρού Χριστού στην αγκαλιά της Παρθένου Μαρίας. Η απόδοση των μορφών σ’ αυτή τη στάση ήταν πρωτότυπη για την εποχή του καλλιτέχνη στην Ιταλία. Ο Μιχαήλ Άγγελος πήρε την ιδέα από ανάλογες αναπαραστάσεις της βόρειας Ευρώπης (Νορμανδίας). Επέλεξε την πυραμίδα ως σύμβολο θανάτου, χωρίς όμως η σύνθεση να έχει αυστηρή τριγωνική φόρμα.
Η κορυφή της πυραμίδας είναι το κεφάλι της Παναγίας, ενώ το φόρεμά της με τις έντονες πτυχώσεις και τα ανοιχτά γόνατά της, για να συγκρατούν το σώμα του Χριστού, είναι η βάση. Κάτω φαίνονται τα βράχια του Γολγοθά λιγότερο δουλεμένα, ώστε το βλέμμα του θεατή να στρέφεται ψηλά. Το σώμα της Παναγίας είναι αναλογικά πολύ μεγαλύτερο από το σώμα του Χριστού. Αυτό εξυπηρετεί την ισορροπία της σύνθεσης, και τελικά υπάρχει μια μεγάλη οπτική αρμονία των δύο σωμάτων. Τα σώματα έχουν μια περιστροφική κίνηση και σχετίζονται με άνεση, χωρίς να τονίζεται το βάρος του νεκρού σώματος. Το αριστερό χέρι της Παναγίας είναι με ανοιχτή την παλάμη προς τα επάνω, συμβολίζοντας την αποδοχή της θυσίας του Ιησού. Το κεφάλι της γέρνει ελαφρώς δεξιά προς το σώμα του Υιού της. Εντύπωση προκαλεί το πρόσωπο της Παναγίας, το οποίο είναι κλαμένο αλλά πολύ ήρεμο και πολύ νεανικό. Ο Μιχαήλ Άγγελος κατηγορήθηκε στην εποχή του, γιατί παρουσίασε τόσο νεανική τη μορφή της Παναγίας. Εκείνος όμως ήθελε να αναπαραστήσει την Παναγία σε νεαρή ηλικία και με αγνή ομορφιά, αντί να παρουσιάσει μια συντετριμμένη από τον πόνο και μεγάλη σε ηλικία γυναίκα. Στο πρόσωπο του Χριστού δεν αποτυπώνεται πόνος. Αποτυπώνεται μια ηρεμία που συμβολίζει την επικοινωνία του Υιού με τον Πατέρα, μετά την υπέρτατη θυσία της σταύρωσης και την επιτέλεση του καθήκοντος.Το φως λάμπει και αντανακλά στις λείες γυαλισμένες επιφάνειες. Τα βαθιά σκαλίσματα σκιάζονται σε ένα συνεχές παιχνίδι και κίνηση του βλέμματος του θεατή, δίνοντας ζωή και υπόσταση στο έργο. Ενδιαφέρουσα αντίθεση δημιουργείται ανάμεσα στο γυμνό σώμα του Χριστού και στο ένδυμα της Παναγίας. Οι μύες και οι φλέβες διακρίνονται σε κάθε τους λεπτομέρεια. Η διαγώνια λωρίδα στο ρούχο της Παναγίας φέρει την υπογραφή του καλλιτέχνη. Είναι το μοναδικό έργο που υπέγραψε ο Μιχαήλ Άγγελος, επειδή ήθελε όλοι να γνωρίζουν τον δημιουργό αυτού του έργου και την καταγωγή του από τη Φλωρεντία. Όλο το έργο του αποπνέει τη βαθιά θρησκευτική πίστη του, αφού εξάλλου ο ίδιος θεωρούσε ότι η ομορφιά της τέχνης πηγάζει από τον Θεό. Ο Μιχαήλ Άγγελος ήταν μεγάλος γνώστης της ανθρώπινης ανατομίας. Ο άνθρωπος ήταν άλλωστε το κεντρικό θέμα σε όλο το έργο του.
Ο ΜΙΧΑΗΛ ΑΓΓΕΛΟΣ στην ΚΑΠΕΛΛΑ ΣΙΣΤΙΝΑ
Η ΔΥΣΦΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ
Αυτή δεν είναι η δουλειά μου. Σπαταλάω τον χρόνο μου για το τίποτα.
Βόηθα, Θεέ μου!
(Γράφει στα γράμματα του όταν υποχρεώθηκε από τον πάπα Ιούλιο Β' να αναλάβει τις νωπογραφίες στην οροφή της Cappella Sistina)Ο καλλιτέχνης αγαπούσε την γλυπτική και αντιπαθούσε την ζωγραφική)
Η γενειάδα μου κοιτάζει προς τον Παράδεισο
και νιώθω το σβέρκο μου να κολλάει στην καμπούρα μου.
Διπλώνω το στήθος μου σαν μέγαιρα
και καθώς δεν σταματά να στάζει από πάνω το πινέλο μου,
το πρόσωπό μου μοιάζει με διακοσμημένο δάπεδο.
Προφύλαξε, Τζοβάνι, από δω και πέρα
το νεκρό έργο και την τιμή μου,
γιατί η θέση μου δεν είναι καλή,και δεν είμαι και ζωγράφος. (Σονέτο του καλλιτέχνη)
Άσεμνο έργο η Εμπνευσμένο;
Ο πάπας Παύλος Δ' ανέθεσε στον ζωγράφο Βολτέρα να επέμβει στον πίνακα και να "ντύσει" τις γυμνές μορφές. Ο καλλιτέχνης έμεινε στην ιστορία με το παρατσούκλι ο "βρακωτής".(Ο Michaelangelo παρακολουθώντας ατάραχος: "Πείτε στην παναγιότητά του ότι αυτό είναι ένα μικρό ζήτημα, που μπορεί εύκολα να αντιμετωπιστεί. Ας ασχοληθεί με την αναμόρφωση του κόσμου".)
Ο αιδαισιμώτατος Cornaro, έπειτα από μακρά εξέταση του έργου: "Αν ο Michaelangelo μου έδινε έναν πίνακα που να απεικονίζει μόνο μια από αυτές τις μορφές, θα τον πλήρωνα οτιδήποτε μου ζητούσε".
Ο Biagio de Cesena αρχιθαλαμηπόλος του πάπα: "...πράξη μέγιστης ατιμίας να έχουν αποτυπωθεί τόσες πολλές γυμνές μορφές που χωρίς αιδώ επιδεικνύουν τα απόκρυφά τους σε ένα τόσο σεβάσμιο μέρος. Αυτό δεν είναι έργο για παπικό παρεκκλήσι, αλλά για το λουτρό κακόφημου σπιτιού"!(Ο Michaelangelo τον εκδικήθηκε προσθέτοντας την μορφή του στους κολασμένους (7γ - η τυλιγμένη με το φίδι μορφή)). Ο Βαζάρι (βιογράφος του καλλιτέχνη): "Αυτή η θεία ζωγραφική θα πρέπει να είναι πρότυπο για την τέχνη μας. Η Θεία Πρόνοια την δώρισε στον κόσμο για να δείξει πόση ευφυία μπορεί να μοιράσει σε ορισμένους ανθρώπους. Ο πιο έμπειρος τεχνίτης τρέμει καθώς εξετάζει τα έντονα περιγράμματα και τις καταπληκτικές προοπτικές βραχύνσεις. Μπροστά σε αυτό το ουράνιο έργο, οι αισθήσεις παραλύουν".Ο Serni έγραφε στον καρδινάλιο Γκονζάγκα, έμπιστο του πάπα: "...τα γυμνά είναι ασύμβατα με ένα τέτοιο μέρος, γιατί επιδεικνύουν συγκεκριμένα τμήματα της ανατομίας τους".
Ο πάπας Ιωάννης Παύλος Β' στις ημέρες μας, αναγνώρισε την "Δευτέρα Παρουσία" σαν "έναν ναό αφιερωμένο στη θεολογία του ανθρώπινου σώματος".
ΕΙΠΑΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ
Μόνο αν έχει δει κανείς την Καπέλα Σιξτίνα, μπορεί να συλλάβει ως που είναι ικανός να φθάσει ένας εμπνευσμένος δημιουργός. (Γκαίτε)
Είναι επικίνδυνο να προσπαθήσεις να την περιγράψεις. Πολλοί έχουν αποτύχει σε αυτό το αδύνατο καθήκον. Οι αναλύσεις και τα σχόλια σκοτώνουν συχνά το έργο, κατακερματίζοντας το. Πρέπει να σταθείς μπροστά του και να βυθιστείς στην άβυσσο αυτής της ψυχής που παραληρεί. Είναι έργο τρόμου. Αυτοί που το εξετάζουν με ψυχραιμία δεν έχουν ελπίδα να το κατανοήσουν. Το ερωτεύεσαι ή το μισείς με την πρώτη ματιά. Σε πνίγει και σε καίει.... Όλα καλούν τον Θεό, όλα τον φοβούνται όλα τον επικαλούνται...Οι εικόνες που ξεδιπλώνονται σε αυτή την οροφή και σε αυτούς τους τοίχους είναι το απαύγασμα μιας καθαρής, άγριας ομορφιάς. Πουθενά δεν υπάρχει κάτι όμοιό του, κτηνώδες αλλά και θείο συγχρόνως (Ρομαίν Ρολάν)
Η ΔΥΣΦΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ
Αυτή δεν είναι η δουλειά μου. Σπαταλάω τον χρόνο μου για το τίποτα.
Βόηθα, Θεέ μου!
(Γράφει στα γράμματα του όταν υποχρεώθηκε από τον πάπα Ιούλιο Β' να αναλάβει τις νωπογραφίες στην οροφή της Cappella Sistina)Ο καλλιτέχνης αγαπούσε την γλυπτική και αντιπαθούσε την ζωγραφική)
Η γενειάδα μου κοιτάζει προς τον Παράδεισο
και νιώθω το σβέρκο μου να κολλάει στην καμπούρα μου.
Διπλώνω το στήθος μου σαν μέγαιρα
και καθώς δεν σταματά να στάζει από πάνω το πινέλο μου,
το πρόσωπό μου μοιάζει με διακοσμημένο δάπεδο.
Προφύλαξε, Τζοβάνι, από δω και πέρα
το νεκρό έργο και την τιμή μου,
γιατί η θέση μου δεν είναι καλή,και δεν είμαι και ζωγράφος. (Σονέτο του καλλιτέχνη)
Άσεμνο έργο η Εμπνευσμένο;
Ο πάπας Παύλος Δ' ανέθεσε στον ζωγράφο Βολτέρα να επέμβει στον πίνακα και να "ντύσει" τις γυμνές μορφές. Ο καλλιτέχνης έμεινε στην ιστορία με το παρατσούκλι ο "βρακωτής".(Ο Michaelangelo παρακολουθώντας ατάραχος: "Πείτε στην παναγιότητά του ότι αυτό είναι ένα μικρό ζήτημα, που μπορεί εύκολα να αντιμετωπιστεί. Ας ασχοληθεί με την αναμόρφωση του κόσμου".)
Ο αιδαισιμώτατος Cornaro, έπειτα από μακρά εξέταση του έργου: "Αν ο Michaelangelo μου έδινε έναν πίνακα που να απεικονίζει μόνο μια από αυτές τις μορφές, θα τον πλήρωνα οτιδήποτε μου ζητούσε".
Ο Biagio de Cesena αρχιθαλαμηπόλος του πάπα: "...πράξη μέγιστης ατιμίας να έχουν αποτυπωθεί τόσες πολλές γυμνές μορφές που χωρίς αιδώ επιδεικνύουν τα απόκρυφά τους σε ένα τόσο σεβάσμιο μέρος. Αυτό δεν είναι έργο για παπικό παρεκκλήσι, αλλά για το λουτρό κακόφημου σπιτιού"!(Ο Michaelangelo τον εκδικήθηκε προσθέτοντας την μορφή του στους κολασμένους (7γ - η τυλιγμένη με το φίδι μορφή)). Ο Βαζάρι (βιογράφος του καλλιτέχνη): "Αυτή η θεία ζωγραφική θα πρέπει να είναι πρότυπο για την τέχνη μας. Η Θεία Πρόνοια την δώρισε στον κόσμο για να δείξει πόση ευφυία μπορεί να μοιράσει σε ορισμένους ανθρώπους. Ο πιο έμπειρος τεχνίτης τρέμει καθώς εξετάζει τα έντονα περιγράμματα και τις καταπληκτικές προοπτικές βραχύνσεις. Μπροστά σε αυτό το ουράνιο έργο, οι αισθήσεις παραλύουν".Ο Serni έγραφε στον καρδινάλιο Γκονζάγκα, έμπιστο του πάπα: "...τα γυμνά είναι ασύμβατα με ένα τέτοιο μέρος, γιατί επιδεικνύουν συγκεκριμένα τμήματα της ανατομίας τους".
Ο πάπας Ιωάννης Παύλος Β' στις ημέρες μας, αναγνώρισε την "Δευτέρα Παρουσία" σαν "έναν ναό αφιερωμένο στη θεολογία του ανθρώπινου σώματος".
ΕΙΠΑΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ
Μόνο αν έχει δει κανείς την Καπέλα Σιξτίνα, μπορεί να συλλάβει ως που είναι ικανός να φθάσει ένας εμπνευσμένος δημιουργός. (Γκαίτε)
Είναι επικίνδυνο να προσπαθήσεις να την περιγράψεις. Πολλοί έχουν αποτύχει σε αυτό το αδύνατο καθήκον. Οι αναλύσεις και τα σχόλια σκοτώνουν συχνά το έργο, κατακερματίζοντας το. Πρέπει να σταθείς μπροστά του και να βυθιστείς στην άβυσσο αυτής της ψυχής που παραληρεί. Είναι έργο τρόμου. Αυτοί που το εξετάζουν με ψυχραιμία δεν έχουν ελπίδα να το κατανοήσουν. Το ερωτεύεσαι ή το μισείς με την πρώτη ματιά. Σε πνίγει και σε καίει.... Όλα καλούν τον Θεό, όλα τον φοβούνται όλα τον επικαλούνται...Οι εικόνες που ξεδιπλώνονται σε αυτή την οροφή και σε αυτούς τους τοίχους είναι το απαύγασμα μιας καθαρής, άγριας ομορφιάς. Πουθενά δεν υπάρχει κάτι όμοιό του, κτηνώδες αλλά και θείο συγχρόνως (Ρομαίν Ρολάν)