Ο απατεωνίσκος! Έτσι απαξιωτικά φώναζαν τον Σίντλερ πριν τον πόλεμο στο χωριό του, το Τσβίταου της Μοραβίας. Από το σχολείο αποβλήθηκε γιατί πλαστογράφησε το ενδεικτικό του. Τον ενδιέφερε μόνο η καλή ζωή, οι γρήγορες μηχανές και οι γυναίκες. Οι μικροαπατεωνιές προκαλούσαν συγκρούσεις με τον πατέρα του και διεκόπη η σχέση τους. Το 1936 έγινε πράκτορας των Γερμανών. Το Φεβρουάριο του 1939 εντάχθηκε στο ναζιστικό κόμμα. Η γερμανική εισβολή στη Πολωνία το 1939, ήταν γι αυτόν μια απρόσμενη ευκαιρία να πλουτίσει. Μετακόμισε στην Κρακοβία και αγόρασε μια επιχείρηση κατασκευής σκευών εμαγιέ, η οποία ανήκε πριν σε Εβραίους. Το σχέδιο του ήταν να φτιάχνει σκεύη σίτισης για το γερμανικό στρατό. Με καλοπιάσματα και αρκετές δωροδοκίες, ανέπτυξε φιλίες με πρόσωπα κλειδιά του γερμανικού στρατού, προκειμένου να του αναθέσουν συμβόλαια παραγωγής. Σύντομα μετέτρεψε τη μικρή επιχείρηση σε μεγάλο εργοστάσιο, γνωστό ως Emalia. Αποφάσισε να προσλάβει Εβραίους εργαζόμενους με κριτήριο την κερδοσκοπία, καθώς ήταν ένα πάμφθηνο προσωπικό. Περίπου 1.000 Εβραίοι ξεκίνησαν να δουλεύουν καταναγκαστικά, στο πλαίσιο της υποχρεωτικής εργασίας των Εβραίων σε εργοστάσια Γερμανών, για την υποστήριξη της πολεμικής προσπάθειας. Η γνώμη του για τους Εβραίους άλλαξε όταν γνωρίστηκε καλύτερα με τον Εβραίο λογιστή, Ισαάκ Στερν. Ο δεσμός τους έγινε ισχυρός και ο Σίντλερ υποστήριξε τους Εβραίους με έργα και όχι με ανώφελη συμπάθεια. Και παρά το γεγονός ότι η πράξη του να χρησιμοποιήσει τη δωρεάν εργασία που πρόσφεραν οι κρατούμενοι στα ναζιστικά κολαστήρια είχε αρχικό κίνητρο το κέρδος, ο Σίντλερ επέδειξε απαράμιλλη επιμονή και αφοσίωση στα ανθρώπινα ιδεώδη, όταν έβαλε στόχο της ζωής του να σώσει εκατοντάδες ομήρους από τον μαρτυρικό θάνατο που τους επιφύλασσαν οι ναζί. Κι αν ισχύει αυτό που του έγραψαν οι ευεργετηθέντες του, ότι όποιος σώζει μια ζωή, σώζει τον κόσμο όλο, τότε η ιστορία του «απατεωνίσκου» Όσκαρ Σίντλερ λειτουργεί ως ορόσημο, καθώς από πράκτορας των ναζί μετατράπηκε σε σωτήρα...
Ο Όσκαρ Σίντλερ γεννιέται στις 28 Απριλίου 1908 στη βιομηχανική πόλη Τσβιτάου της Μοραβίας, τότε γερμανική επαρχία της Αυστρο-Ουγγαρίας και σήμερα μέρος της Τσεχίας. Ο μικρός Όσκαρ μεγαλώνει μέσα σε μεγαλοαστικό περιβάλλον, με τον πατέρα του να είναι εργοστασιάρχης της περιοχής, και φοιτεί σε ιδιωτικό γερμανικό σχολείο. Ως παιδί ήταν ιδιαίτερα αγαπητός μεταξύ των συμμαθητών του, αν και σύντομα θα επιδείξει τις γνωστές κατεργαριές του που θα του φέρουν το ψευδώνυμο «απατεωνίσκος»! Ο νεαρός Σίντλερ αποβάλλεται από το σχολείο γιατί πλαστογράφησε το ενδεικτικό του, ενώ μεγαλώνοντας τον ενδιαφέρει μόνο η καλή ζωή: τα λούσα, οι γρήγορες μηχανές και οι γυναίκες. Στη δεκαετία του '20 λοιπόν, ο μπον βιβέρ Σίντλερ θα βρεθεί στη δούλεψη του πατέρα του, ο οποίος θέλησε έτσι να χαλιναγωγήσει τον ξέφρενο γιο του από τα συνεχή του καμώματα. Ο Όσκαρ οργώνει τη χώρα πουλώντας τον αγροτικό εξοπλισμό που κατασκεύαζε η οικογενειακή επιχείρηση, αν και οι μικροαπατεωνιές του προκαλούν σφοδρές συγκρούσεις με τον πατέρα του. Οι σχέσεις τους διακόπηκαν οριστικά το 1928, όταν ο 20χρονος Όσκαρ παντρεύτηκε την Έμιλι, σε πείσμα των οικογενειακών αντιρρήσεων. Η θέση του στη βιομηχανία ήταν πια παρελθόν και εκείνος πιάνει δουλειά ως εμπορικός αντιπρόσωπος της τοπικής εταιρίας ηλεκτροδοτήσεως.Ταυτοχρόνως, το πολιτικό σκηνικό της Ευρώπης αλλάζει άρδην, ιδιαίτερα στη Γερμανία, όταν ο Αδόλφος Χίτλερ και το Ναζιστικό του Κόμμα αρχίζουν να κερδίζουν λαϊκό έρεισμα. Η ναζιστική προπαγάνδα καλεί τους Γερμανούς της Μοραβίας να αποδείξουν τους δίκαιους δεσμούς τους με τη μαμά Γερμανία. Ως αποτέλεσμα του εθνικιστικού παραληρήματος, μέχρι το 1935 δεν ήταν λίγοι οι γερμανόφωνοι της περιοχής που είχαν ενταχθεί στο ναζιστικό κόμμα, ανάμεσά τους και ο πάντα φιλόδοξος Σίντλερ. Δεν ήταν ακριβώς ότι συμπαθούσε τη ναζιστική ιδεολογία, θεώρησε πάντως καλό να ενταχθεί στο νέο άρμα με τη μεγάλη δυναμική...
Την 1η Σεπτεμβρίου 1939, ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία, αναγκάζοντας Αγγλία και Γαλλία να του κηρύξουν τον πόλεμο. Μέσα σε μόλις μία εβδομάδα, ο Σίντλερ κατέφτασε στην Κρακοβία οσμιζόμενος την ευκαιρία πλουτισμού που παρέχει συνήθως ο πόλεμος στους καιροσκόπους. Κι έτσι μέχρι τα μέσα του Οκτωβρίου, όταν η πόλη έγινε το νέο κυβερνητικό κέντρο της κατακτημένης Πολωνίας, ο Όσκαρ διατηρούσε τις καλύτερες των σχέσεων τόσο με τους αξιωματικούς της Βέρμαχτ όσο και των SS, προσφέροντάς τους στη μαύρη αγορά παράνομα αγαθά που σπάνιζαν, όπως κονιάκ και τσιγάρα. Την ίδια εποχή γνωρίζει τον Ισαάκ Στερν, τον εβραίο λογιστή που μεσολάβησε για να ισχυροποιήσει ο Σίντλερ τις σχέσεις του με την ντόπια εβραϊκή επιχειρηματική κοινότητα. Κι έτσι, με τις διασυνδέσεις και τα πλοκάμια του που είχαν φτάσει παντού, ο δαιμόνιος επιχειρηματίας αποκτά ένα φαλιρισμένο εργοστάσιο με εμαγιέ κουζινικά σκεύη (που ανήκε πριν σε εβραϊκά χέρια), το οποίο ανοίγει εκ νέου τον Ιανουάριο του 1940. Ο Στερν προσλήφθηκε ως λογιστής, αν και σύντομα οι δύο άντρες θα συνδεθούν με βαθιά φιλία. Το φυσικό ταλέντο του Σίντλερ στις δημόσιες σχέσεις αλλά και η προθυμία του να δωροδοκεί συνεχώς τους κατάλληλους ανθρώπους τον κάνουν να εξασφαλίσει παχυλά συμβόλαια με τον γερμανικό στρατό για τις κατσαρόλες και τα τηγάνια του. Ως υπαλλήλους του εργοστασίου του, προσέλαβε κερδοσκοπικά χίλια μέλη της εβραϊκής κοινότητας της Κρακοβίας, που αριθμούσε 56.000 ψυχές και ζούσαν στα γκέτο της πόλης. Ήταν η φτηνότερη μορφή εργασίας που μπορούσε να βρει σε όλη την Πολωνία, καθώς το πάμφθηνο προσωπικό ήταν υποχρεωμένο να δουλεύει καταναγκαστικά, στο πλαίσιο της υποχρεωτικής εργασίας των εβραίων σε γερμανικά εργοστάσια, για την υποστήριξη της ναζιστικής πολεμικής προσπάθειας... Μέχρι τα μέσα της άνοιξης του '40 όμως το ναζιστικό μένος κατά των εβραίων ήδη είχε ξεσπάσει: ο Σίντλερ διατάζεται από το καθεστώς να πληρώνει τους μισθούς των υπαλλήλων του κατευθείαν στα SS παρά στο χέρι των εργαζομένων. Τα πράγματα έμελλε βέβαια να χειροτερεύσουν: τον Αύγουστο νέο ναζιστικό φιρμάνι παρήγγειλε στους εβραίους να εγκαταλείψουν την πόλη, μένοντας πίσω μόνο όσοι είχαν δουλειά σε γερμανικές επιχειρήσεις...
Το 1942, οι Γερμανοί αρχίζουν να μεταφέρουν τους Εβραίους της Κρακοβίας σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο Σίντλερ αντιδρά με τον τρόπο που ξέρει. Με προσωπική διπλωματία και δωροδοκίες δεν αφήνει τους Ναζί να πειράξουν τους δικούς του εργαζόμενους. Το 1943 αποφασίστηκε το οριστικό κλείσιμο του «γκέτο» της Κρακοβίας. Δημιουργήθηκε ένα κέντρο εργασίας έξω από την πόλη, όπου θα εργάζονταν μόνο οι υγιείς Εβραίοι και οι υπόλοιποι θα εκτελούνταν ή θα στέλνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο Σίντλερ έγινε μάρτυρας επιδρομής των Γερμανών στο γκέτο και σοκαρίστηκε από την άγρια δολοφονία των Εβραίων. Αποφάσισε να δράσει δυναμικά. Δημιούργησε στο εργοστάσιο του τμήμα παραγωγής όπλων, για να ενταχθεί στο νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα και να προστατεύσει τους εργαζόμενούς του. Με αυτό το επιχείρημα έπεισε τον υπεύθυνο αξιωματικό Άμον Γκετ, να κρατήσει τους εργάτες του, επειδή ήταν απαραίτητοι στην παραγωγή όπλων.Καθώς ο κόκκινος Στρατός πλησίαζε στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης στα ανατολικά, οι Γερμανοί άρχισαν να μεταφέρουν όλους τους Εβραίους κρατουμένους δυτικά. Έκλειναν το ένα εργοστάσιο μετά το άλλο. Ανάμεσα τους και αυτό του Σίντλερ, που κατάφερε να προλάβει τις εξελίξεις. Με τη συνήθη τακτική της δωροδοκίας, εξασφάλισε τη μεταφορά του εργοστασίου του και των εργαζομένων του στο Μπρούνλιτζ, στην Τσεχία. Έτσι φτιάχτηκε μια λίστα με τα ονόματα των Εβραίων που θα έμπαιναν στο τρένο για την Τσεχία, αντί για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τελικά τον Οκτώβριο, μεταφέρθηκαν αρχικά περίπου 800 άτομα και στη συνέχεια 300 γυναίκες και παιδιά. Η δεύτερη ομάδα οδηγήθηκε κατά λάθος στο Άουσβιτς, αλλά ο Σίντλερ μετά από άμεσες ενέργειες κατόρθωσε να τους σώσει και να τους οδηγήσει στην Τσεχία. Οι Εβραίοι του χρώσταγαν τη ζωή τους. Όταν ο πόλεμος έληξε τον ευχαρίστησαν με ένα συγκινητικό τρόπο. Την ώρα του αποχαιρετισμού, του χάρισαν ένα δαχτυλίδι, για να το φορά συνέχεια και να διαβάζει το ρητό που έγραψαν στον κύκλο του: “ Όποιος σώζει μια ζωή, σώζει τον κόσμο ολόκληρο”. Ο Σίντλερ δεν είχε σώσει όλο τον κόσμο αλλά σίγουρα, ήταν από τους ελάχιστους Γερμανούς που το προσπάθησε. Παρά τον ικανότατο αριθμό του έμψυχου δυναμικού του, το εργοστάσιο του Σίντλερ δεν έφτιαξε ούτε έναν λειτουργικό κάλυκα για σφαίρες στους 7 μήνες της λειτουργίας του! Στον ναζιστικό στρατό δικαιολογούνταν ότι έφταιγαν οι συνθήκες και οι αρχικές δυσκολίες που κάθε νέα επιχείρηση αντιμετωπίζει, ο ίδιος και οι εβραίοι του ήξεραν όμως καλά ότι ο Σίντλερ είχε σκοπίμως αποδυναμώσει τη γραμμή παραγωγής για να είναι σίγουρος ότι καμία σφαίρα δεν θα περνούσε ποτέ τους ελέγχους ποιότητας...
Τι απέγινε ο Όσκαρ Σίντλερ
Τελικά, τον Μάιο του 1945 ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πια παρελθόν, μετά την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας. Και βέβαια, όπως ήταν λογικό μετά την πλήρως αποτυχημένη λειτουργία του εργοστασίου του αλλά και τα τεράστια ποσά που είχε ξοδέψει σε δωροδοκίες, ο Σίντλερ ήταν πια χρεοκοπημένος! Αφού συγκέντρωσε όλους τους εργάτες του για να τους ενημερώσει για τα καλά νέα, τους ζήτησε κατόπιν να μην ψάξουν εκδίκηση για όλα όσα τους είχαν συμβεί. Αφού τήρησαν και ενός λεπτού σιγή για τα θύματα του πολέμου, ο Σίντλερ ευχαρίστησε τα μέλη των SS που ήταν παρόντα στο εργοστάσιό του, ενθαρρύνοντάς τους να επιστρέψουν ειρηνικά στα σπίτια τους και να αποφύγουν την περαιτέρω αιματοχυσία. Την ώρα του αποχαιρετισμού, οι 1.200 εβραίοι του χάρισαν ένα δαχτυλίδι, στο οποίο είχαν σκαλίσει τη φράση «Όποιος σώζει μια ζωή, σώζει τον κόσμο ολόκληρο». Δυο-τρεις μέρες αργότερα, οι εβραίοι του Σίντλερ απελευθερώθηκαν από μοναχικό ρώσο αξιωματικό, ο οποίος έφτασε στο εργοστάσιο καβάλα στο άλογο του...Κατέφυγε με την γυναίκα του στην κατεχόμενη από τους Αμερικανούς Αυστρία. Το 1949 μετακόμισε στην Αργεντινή, όπου αγόρασε μία φάρμα. Μέχρι το 1957 είχε πτωχεύσει και βασιζόταν σε φιλανθρωπίες Εβραίων. Ο Σίντλερ, έκανε άσωτη ζωή με αλόγιστες σπατάλες, γυναίκες, πολύ αλκοόλ και αποτυχημένες επαγγελματικές επιλογές. Το 1958 εγκατέλειψε τη σύζυγο του και επέστρεψε στη Γερμανία για να ανοίξει επιχείρηση παραγωγής τσιμέντου. Απέτυχε. Από τότε και μετά βασιζόταν σε εβραϊκές φιλανθρωπίες και σε μία μικρή σύνταξη που του αποδόθηκε από τη γερμανική κυβέρνηση το 1968. Έως το τέλος της ζωής του, κάθε άνοιξη επισκεπτόταν το Ισραήλ. Πολλοί Γερμανοί εξοργίστηκαν εναντίον του επειδή βοήθησε τους Εβραίους και κατέθεσε κατά των Ναζί εγκληματιών πολέμου. Πέθανε το 1974 και τάφηκε σύμφωνα με την επιθυμία του σε καθολικό νεκροταφείο, στο Ισραήλ. Περίπου 500 επιζήσαντες από τους εβραίους που είχε σώσει παρέστησαν στην κηδεία του. Χάρη στον Όσκαρ Σίντλερ, 1.200 άνθρωποι επιβίωσαν του Ολοκαυτώματος και έκαναν οικογένεια και απογόνους, ζώντας μέχρι και τη δεκαετία του '90 για να διηγηθούν την απίστευτη ιστορία του τυχοδιώκτη ναζιστή που έγινε Δίκαιος των Εθνών.
Τελικά, τον Μάιο του 1945 ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πια παρελθόν, μετά την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας. Και βέβαια, όπως ήταν λογικό μετά την πλήρως αποτυχημένη λειτουργία του εργοστασίου του αλλά και τα τεράστια ποσά που είχε ξοδέψει σε δωροδοκίες, ο Σίντλερ ήταν πια χρεοκοπημένος! Αφού συγκέντρωσε όλους τους εργάτες του για να τους ενημερώσει για τα καλά νέα, τους ζήτησε κατόπιν να μην ψάξουν εκδίκηση για όλα όσα τους είχαν συμβεί. Αφού τήρησαν και ενός λεπτού σιγή για τα θύματα του πολέμου, ο Σίντλερ ευχαρίστησε τα μέλη των SS που ήταν παρόντα στο εργοστάσιό του, ενθαρρύνοντάς τους να επιστρέψουν ειρηνικά στα σπίτια τους και να αποφύγουν την περαιτέρω αιματοχυσία. Την ώρα του αποχαιρετισμού, οι 1.200 εβραίοι του χάρισαν ένα δαχτυλίδι, στο οποίο είχαν σκαλίσει τη φράση «Όποιος σώζει μια ζωή, σώζει τον κόσμο ολόκληρο». Δυο-τρεις μέρες αργότερα, οι εβραίοι του Σίντλερ απελευθερώθηκαν από μοναχικό ρώσο αξιωματικό, ο οποίος έφτασε στο εργοστάσιο καβάλα στο άλογο του...Κατέφυγε με την γυναίκα του στην κατεχόμενη από τους Αμερικανούς Αυστρία. Το 1949 μετακόμισε στην Αργεντινή, όπου αγόρασε μία φάρμα. Μέχρι το 1957 είχε πτωχεύσει και βασιζόταν σε φιλανθρωπίες Εβραίων. Ο Σίντλερ, έκανε άσωτη ζωή με αλόγιστες σπατάλες, γυναίκες, πολύ αλκοόλ και αποτυχημένες επαγγελματικές επιλογές. Το 1958 εγκατέλειψε τη σύζυγο του και επέστρεψε στη Γερμανία για να ανοίξει επιχείρηση παραγωγής τσιμέντου. Απέτυχε. Από τότε και μετά βασιζόταν σε εβραϊκές φιλανθρωπίες και σε μία μικρή σύνταξη που του αποδόθηκε από τη γερμανική κυβέρνηση το 1968. Έως το τέλος της ζωής του, κάθε άνοιξη επισκεπτόταν το Ισραήλ. Πολλοί Γερμανοί εξοργίστηκαν εναντίον του επειδή βοήθησε τους Εβραίους και κατέθεσε κατά των Ναζί εγκληματιών πολέμου. Πέθανε το 1974 και τάφηκε σύμφωνα με την επιθυμία του σε καθολικό νεκροταφείο, στο Ισραήλ. Περίπου 500 επιζήσαντες από τους εβραίους που είχε σώσει παρέστησαν στην κηδεία του. Χάρη στον Όσκαρ Σίντλερ, 1.200 άνθρωποι επιβίωσαν του Ολοκαυτώματος και έκαναν οικογένεια και απογόνους, ζώντας μέχρι και τη δεκαετία του '90 για να διηγηθούν την απίστευτη ιστορία του τυχοδιώκτη ναζιστή που έγινε Δίκαιος των Εθνών.
Η πραγματική λίστα
Η αυθεντική λίστα, με ημερομηνία 18 Απριλίου 1945 ήταν δακτυλογραφημένη σε χαρτί από τον Ιτζακ Στερν, λογιστή του Σίντλερ και πωλήθηκε πριν από τέσσερα χρόνια από τον ανιψιό του Στερν. Αναμένεται να βγει ξανά προς πώληση στο eBay, με τιμή εκκίνησης τα τρία εκατομμύρια δολάρια. Πρόκειται για ένα κείμενο 14 σελίδων, το οποίο περιλάμβανε τα ονόματα και την εθνικότητα τουλάχιστον 801 Εβραίων. Ο τελευταίος επιζών της λίστας, ο 83χρονος Λέισον, πέθανε .Ηταν μόλις 12 ετών όταν ο Όσκαρ Σίντλερ, τον συμπεριέλαβε στη λίστα που του έσωζε τη ζωή. Τα άλλα αντίγραφα της αυθεντικής λίστας κατέχει το αμερικανικό Μουσείο Ολοκαυτώματος στην Ουάσιγκτον, το γερμανικό Ομοσπονδιακό Αρχείο στο Κόμπλεντς και το Μνημείο Γιαντ Βασέμ στο Ισραήλ. Το χρονικό της αναγνώρισης Κανείς δεν γνώριζε μέχρι το 1980 τον Γερμανό επιχειρηματία Όσκαρ Σίντλερ, που έσωσε από το Άουσβιτς 1.200 Εβραίους, οι οποίοι δούλευαν στο εργοστάσιο του. Τότε, ένας επιζών του Ολοκαυτώματος, ο Poldek Pfefferberg αφηγήθηκε την ιστορία του. Ο Αυστραλός Τόμας Κενάλι αποφάσισε να γράψει την ιστορία του Όσκαρ σε βιβλίο. Ο τίτλος ήταν:»Η Λίστα του Σίντλερ» και εκδόθηκε το 1982. Όμως η ηρωική πράξη του Σίντλερ έγινε ευρύτερα γνωστή το 1993, μέσα από την ομώνυμη ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Το πολεμικό βιογραφικό δράμα, συγκίνησε τον κόσμο, ενώ στην απονομή των Όσκαρ που έγινε στις 22 Μαρτίου του 1994, κέρδισε 7 Όσκαρ, μεταξύ των οποίων καλύτερης ταινίας.
Η αυθεντική λίστα, με ημερομηνία 18 Απριλίου 1945 ήταν δακτυλογραφημένη σε χαρτί από τον Ιτζακ Στερν, λογιστή του Σίντλερ και πωλήθηκε πριν από τέσσερα χρόνια από τον ανιψιό του Στερν. Αναμένεται να βγει ξανά προς πώληση στο eBay, με τιμή εκκίνησης τα τρία εκατομμύρια δολάρια. Πρόκειται για ένα κείμενο 14 σελίδων, το οποίο περιλάμβανε τα ονόματα και την εθνικότητα τουλάχιστον 801 Εβραίων. Ο τελευταίος επιζών της λίστας, ο 83χρονος Λέισον, πέθανε .Ηταν μόλις 12 ετών όταν ο Όσκαρ Σίντλερ, τον συμπεριέλαβε στη λίστα που του έσωζε τη ζωή. Τα άλλα αντίγραφα της αυθεντικής λίστας κατέχει το αμερικανικό Μουσείο Ολοκαυτώματος στην Ουάσιγκτον, το γερμανικό Ομοσπονδιακό Αρχείο στο Κόμπλεντς και το Μνημείο Γιαντ Βασέμ στο Ισραήλ. Το χρονικό της αναγνώρισης Κανείς δεν γνώριζε μέχρι το 1980 τον Γερμανό επιχειρηματία Όσκαρ Σίντλερ, που έσωσε από το Άουσβιτς 1.200 Εβραίους, οι οποίοι δούλευαν στο εργοστάσιο του. Τότε, ένας επιζών του Ολοκαυτώματος, ο Poldek Pfefferberg αφηγήθηκε την ιστορία του. Ο Αυστραλός Τόμας Κενάλι αποφάσισε να γράψει την ιστορία του Όσκαρ σε βιβλίο. Ο τίτλος ήταν:»Η Λίστα του Σίντλερ» και εκδόθηκε το 1982. Όμως η ηρωική πράξη του Σίντλερ έγινε ευρύτερα γνωστή το 1993, μέσα από την ομώνυμη ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Το πολεμικό βιογραφικό δράμα, συγκίνησε τον κόσμο, ενώ στην απονομή των Όσκαρ που έγινε στις 22 Μαρτίου του 1994, κέρδισε 7 Όσκαρ, μεταξύ των οποίων καλύτερης ταινίας.