Ο Χάρολντ Πίντερ αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς Άγγλους θεατρικούς συγγραφείς που σημείωσε μεγάλη διεθνή επιτυχία ως ένας από τους πιο πολύπλοκους και ιδιαίτερους δραματουργούς μετά τον Β ΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα έργα του σημειώνονται για τη χρήση σιωπής, την αυξανόμενη ένταση, και τη συγκρατημένη και αινιγματική μικρή σε έκταση συζήτηση.
Γιος ενός Εβραίου ράφτη, ο Χάρολντ Πίντερ γεννήθηκε στο Ανατολικό Λονδίνο το 1930. Άρχισε να γράφει ποίηση για μικρά περιοδικά στην εφηβεία του και ως νεαρός σπούδασε υποκριτική στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης και στο Central Scool of Speech and Drama, χωρίς ωστόσο να αποφοιτήσει ποτέ καθώς τα παράτησε γρήγορα για να ξεκινήσει την καριέρα του ως ηθοποιός με το ψευδώνυμο Ντέιβιντ Μπάρον. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, ο Πίντερ ταξίδεψε σε διάφορα μέρη της Ιρλανδίας με μια σαιξπηρική θεατρική εταιρεία και επί σειρά ετών εργαζόταν σε επαρχιακό ρεπερτόριο, πριν αποφασίσει να στρέψει την προσοχή του στην δραματουργία, χαρίζοντάς μας τα αριστουργήματά του. Ο Πίντερ ξεκίνησε τη συγγραφή θεατρικών έργων το 1957, όταν είχε αναφέρει μια ιδέα για ένα έργο σε ένα φίλο του, ο οποίος εργαζόταν στο τμήμα θεάτρου του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ. Ο φίλος του ενθουσιάστηκε τόσο με την ιδέα συγγραφής που έστειλε γράμμα στον Πίντερ ρωτώντας τον για το έργο. Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι, αν το πανεπιστήμιο τελικά αποφάσιζε να ανεβάσει το έργο, θα χρειαζόταν οι διάλογοι να είναι έτοιμοι εντός μίας εβδομάδας. Ο Πίντερ απάντησε στο φίλο του να ξεχάσει το όλο θέμα για την συγγραφή. Φυσικά δεν είχε εγκαταλείψει την ιδέα του απλά ήθελα να ετοιμάσει πλήρως συγκεντρωμένος το έργο του. Μέσα στις επόμενες τέσσερις ημέρες το θεατρικό έργο ήταν έτοιμο. Το προϊόν των κόπων του, ένα μονόπρακτο με τίτλο The Room, περιείχε πολλά από τα στοιχεία που θα χαρακτηρίσουν και θα ξεχωρίσουν αργότερα τα έργα του - δηλαδή μια συνηθισμένη υπόθεση ή ιστορία που σταδιακά επενδύετε με απειλές και μυστήριο μέσα από σκόπιμη παράλειψη της εξήγησης ή του κινήτρου για τη δράση.
Αργότερα μέσα στο ίδιο έτος, ο Πίντερ θα αναπτύξει το ύφος του ακόμα περισσότερο σε ένα ακόμα μονόπρακτο που θα γράψει, το The Dumb Waiter, όπου δύο πληρωμένοι δολοφόνοι έχουν κληθεί από έναν μυστηριώδη οργανισμό για να δολοφονήσουν ένα άγνωστο θύμα. Σε αυτό το δεύτερο έργο του, ο Πίντερ πρόσθεσε το στοιχείο της κωμωδίας, το οποίο γίνεται φανερό κυρίως μέσω των λαμπρών διαλόγων των δύο εκτελεστών πίσω από τους οποίους οι δύο άνδρες κρύβουν την ολοένα και αυξανόμενη ανησυχία τους για την αποστολή που έχουν αναλάβει. Το έργο The Dumb Waiter παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Hampstead Theatre Club στο Λονδίνο το 1960. Παρόλο που γράφτηκε μετά το The Dumb Waiter, το πρώτο μεγάλου μήκους θεατρικό του έργο, με τίτλο The Birthday Party ανέβηκε δύο χρόνια νωρίτερα, το 1958 στο Arts Theatre στο Cambridge. Το έργο ασχολείται με τον Stanley, έναν αδιάφορο άνδρα στα τριάντα του, ο οποίος έχει βρει καταφύγιο σε ένα σκοτεινό παραθαλάσσιο οικοτροφείο, το οποίο είχαν να το επισκεφτούν άλλοι άνθρωποι εκτός από εκείνον, εδώ και χρόνια.Όταν ο Goldberg και ο McCann δύο χαρακτήρες που θυμίζουν τους πληρωμένους δολοφόνους στο The Dumb Waiter φθάνουν, καθίσταται σαφές ότι κυνηγούν τον Stanley. Όπως ο Σάμιουελ Μπέκετ, έτσι και ο Πίντερ αρνείται να παράσχει λογικές εξηγήσεις για τις ενέργειες των χαρακτήρων του. Είναι οι δύο άνδρες όντως απεσταλμένοι κάποιας μυστικής οργάνωσης την οποία έχει προδώσει ο Stanley ή μήπως πρόκειται για άντρες νοσοκόμους που στάλθηκαν για να φέρουν τον ήρωα πίσω σε ένα άσυλο από το οποίο έχει δραπετεύσει; Το ερώτημα όμως δεν θα πάρει ποτέ απάντηση. Αντ ΄αυτού, οι δύο άνδρες οργανώνουν ένα πάρτι γενεθλίων για έναν τρομοκρατημένο Stanley, ο οποίος επιμένει ότι δεν είναι τα γενέθλιά του.
Ο Πίντερ συνέχισε να γράφει μια σειρά από αριστουργήματα που αγαπήθηκαν από κοινό και κριτικούς και στα οποία συμπεριλαμβάνονται, «Ο Επιστάτης», ο «Γυρισμός», η «Προδοσία», το «Παλιοί Καιροί», και το «Ashes to Ashes». Συνέθεσε επίσης μια σειρά θεατρικών έργων για το ραδιόφωνο και αρκετούς τόμους ποίησης. Τα σενάρια του περιλαμβάνουν το «Η Γυναίκα του Γάλλου Υπολοχαγού», το «The Last Tycoon» και το «The Handmaid’s Tale», ενώ έλαβε πολυάριθμα βραβεία συμπεριλαμβανομένων της Αργυρής Άρκτου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, βραβεία BAFTA, το Hamburg Shakespeare Prize, το Palme d΄Or του Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, το Commonwealth Award και το Νόμπελ Λογοτεχνίας. To χαλαρό του ύφος και το χάρισμά του να δημιουργεί ένταση και τρόμο μέσα από εξαιρεικά λητές περιγραφές και ελάχιστα λόγια τον έκαναν έναν από τους πιο σεβαστούς θεατρικούς συγγραφείς της εποχής του, ενώ μέχρι το θάνατό του το 2008, ο Πίντερ αναφερόταν ως ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς που βρισκόταν εν ζωή και απολάμβανε τη φήμη που είχε πάρει η δουλειά του. Πέθανε στις 24 Δεκέμβρη του 2008, σε ηλικία 78 ετών, μετά από μακρόχρονη μάχη με τον καρκίνο.
Το ταξίδι στη σιωπή του Χάρολντ Πίντερ
Οι ήρωες του Πίντερ, όλοι τους σχεδόν, πάσχουν από Μνήμη. Και ανά πάσα στιγμή μεταφράζουν, παραφράζουν, φονεύουν ή επινοούν οι ίδιοι το παρελθόν τους. Σαν να στέκονται μετέωροι ανάμεσα σε δύο χρονικές βαθμίδες: το αιωνίως παρόν Τότε και το διαρκώς ανύπαρκτο Τώρα. Και το μέλλον, ένα τέρας μπροστά τους. Εκθαμβοι παρατηρούν τη ρωγμή. Η Μνήμη τους είναι είναι επιλεκτική (;) και σαν δεινή χορεύτρια κάνει τη μία φιγούρα μετά την άλλη. Οι ήρωες του Πίντερ μιλούν λέξεις λίγες αλλά πάντοτε κυοφορούσες. Καμία λέξη δεν είναι μόνη της. Κάθε λέξη σχεδόν κουβαλάει μαζί της και άλλες λέξεις άλλων σημασιών. Αυτή η μόνιμη «Απειλή της Γλώσσας», που άλλα εκφωνεί και άλλα -συχνότατα- εννοεί, είναι κύριο χαρακτηριστικό των πιντερικών έργων. Και αυτό είναι που κάνει τα έργα του Πίντερ να είναι τελικά έργα Δράσης. Οχι εξωτερικής Δράσης, αλλά αντιθέτως Ψυχαναλυτικής δράσης και διαδικασίας. Και επίσης, αυτή η τουλάχιστον δίσημη οπτική του Λόγου του, είναι που ανάγει τον Πίντερ σε ποιητικό θεατρικό συγγραφέα. Το έχει πει και ο ίδιος άλλωστε: «Οταν γράφω δεν είναι άλλο πράγμα για μένα το Θέατρο και άλλο η Ποίηση». Λέξεις-όροι που, ξαφνικά, αποκτούν μια άλλη διάσταση. Λέει, για παράδειγμα, στην Προδοσία η Εμμα στον Τζέρρυ: Τι έχεις; και ο Τζέρρυ φαινομενικά ατάραχος της απαντά: Τίποτα... μία κατάθλιψη. Και αναρωτιέται κανείς πώς μπορεί να συνδυαστεί το τίποτα με αυτήν τη φριχτή νόσο που ονομάζεται κατάθλιψη; Και λίγο παρακάτω στο ίδιο έργο δίνεται ένας εξαιρετικός ορισμός της κατατονίας. Λέει ο Τζέρρυ στην Εμμα: Ξέρεις τι είναι η κ α τ α τ ο ν ί α; Ξέρεις; Ξέρεις; ... είναι ο πρίγκιπας της ερήμωσης... ο πρίγκιπας του κενού...
Οι ήρωες του Πίντερ, όλοι τους σχεδόν, πάσχουν από Μνήμη. Και ανά πάσα στιγμή μεταφράζουν, παραφράζουν, φονεύουν ή επινοούν οι ίδιοι το παρελθόν τους. Σαν να στέκονται μετέωροι ανάμεσα σε δύο χρονικές βαθμίδες: το αιωνίως παρόν Τότε και το διαρκώς ανύπαρκτο Τώρα. Και το μέλλον, ένα τέρας μπροστά τους. Εκθαμβοι παρατηρούν τη ρωγμή. Η Μνήμη τους είναι είναι επιλεκτική (;) και σαν δεινή χορεύτρια κάνει τη μία φιγούρα μετά την άλλη. Οι ήρωες του Πίντερ μιλούν λέξεις λίγες αλλά πάντοτε κυοφορούσες. Καμία λέξη δεν είναι μόνη της. Κάθε λέξη σχεδόν κουβαλάει μαζί της και άλλες λέξεις άλλων σημασιών. Αυτή η μόνιμη «Απειλή της Γλώσσας», που άλλα εκφωνεί και άλλα -συχνότατα- εννοεί, είναι κύριο χαρακτηριστικό των πιντερικών έργων. Και αυτό είναι που κάνει τα έργα του Πίντερ να είναι τελικά έργα Δράσης. Οχι εξωτερικής Δράσης, αλλά αντιθέτως Ψυχαναλυτικής δράσης και διαδικασίας. Και επίσης, αυτή η τουλάχιστον δίσημη οπτική του Λόγου του, είναι που ανάγει τον Πίντερ σε ποιητικό θεατρικό συγγραφέα. Το έχει πει και ο ίδιος άλλωστε: «Οταν γράφω δεν είναι άλλο πράγμα για μένα το Θέατρο και άλλο η Ποίηση». Λέξεις-όροι που, ξαφνικά, αποκτούν μια άλλη διάσταση. Λέει, για παράδειγμα, στην Προδοσία η Εμμα στον Τζέρρυ: Τι έχεις; και ο Τζέρρυ φαινομενικά ατάραχος της απαντά: Τίποτα... μία κατάθλιψη. Και αναρωτιέται κανείς πώς μπορεί να συνδυαστεί το τίποτα με αυτήν τη φριχτή νόσο που ονομάζεται κατάθλιψη; Και λίγο παρακάτω στο ίδιο έργο δίνεται ένας εξαιρετικός ορισμός της κατατονίας. Λέει ο Τζέρρυ στην Εμμα: Ξέρεις τι είναι η κ α τ α τ ο ν ί α; Ξέρεις; Ξέρεις; ... είναι ο πρίγκιπας της ερήμωσης... ο πρίγκιπας του κενού...
Οι ήρωες του Πίντερ είναι πάντοτε τοποθετημένοι και κλεισμένοι στους τέσσερις τοίχους ενός δωματίου, ενός γραφείου, ενός σπιτιού. Εγκλωβισμένοι. Περιορισμένοι. Και μέσα σε αυτόν τον πάντοτε πεπερασμένο Χώρο προσπαθούν να ανιχνεύσουν και να βρουν καινούριες ή παλιές διαστάσεις του πάντοτε άπειρου Χρόνου. Σαν ένα μόνιμο παιχνίδι του Χώρου με τον Χρόνο είναι τα έργα του Πίντερ. Οι ήρωες του Πίντερ ξαφνικά παύουν να μιλούν. Σιωπούν. Αυτές οι διαρκώς παρούσες παύσεις και σιωπές μέσα στον Λόγο του είναι σαν επιμελημένες προσπάθειες ανασύνταξης του Χώρου, του Χρόνου και του Λόγου. Ο Πίντερ είναι ο πρώτος ίσως σύγχρονος δραματουργός που μας αποκαλύπτει σε τόσο επαρκή βαθμό πως Λόγος δεν είναι μονάχα αυτό που εκφωνείται. Αλλά κυρίως -στις κρίσιμες στιγμές τουλάχιστον της επικοινωνίας- αυτό που δεν τολμά να Λεχθεί. Το Αφατο. Το Οριακό. Αυτές οι διάσπαρτες ρωγμές ανάμεσα στον εκφωνημένο Λόγο του δεν καταστέλλουν τη δράση. Αντιθέτως την πυροδοτούν προς νέες οδούς. Διακτινίζουν τη δράση του και την επαναπροσδιορίζουν. Διαθλάσεις του Λόγου και διακτινισμοί του. Οι ήρωες του Πίντερ δεν είναι όμως μόνο μοναχικά όντα, ούτε και αντιπροσωπεύουν μονάχα μεμονωμένα ανθρώπινα περιστατικά. Είναι και πρόσωπα πολιτικά, πρόσωπα ιστορικά. Οι ήρωες του Πίντερ δεν είναι ήρωες με την αρχετυπική σημασία του όρου. Είναι καθημερινά πρόσωπα που μέσα από συγκεκριμένες συνθήκες και αφορμές γίνονται ήρωες καθώς προσπαθούν απεγνωσμένα και με εσωτερική μανία να καθρεφτιστούν στο απέναντι πρόσωπό τους. Ο Αλλος, εκείνο το Τερατώδες Αλλο Πρόσωπο, ο Απέναντι στα έργα του Πίντερ λειτουργεί ως καθρέφτης -παραμορφωτικός ή θολός ή αξιόπιστος- προκειμένου ο καθένας να ξεκαθαρίσει το εσωτερικό του Τοπίο και να φτάσει ή να μη φτάσει ποτέ σε αυτό που λένε πως ονομάζεται Αλήθεια και Πραγματικότητα. Αλλά η Αλήθεια είναι απελπιστικά κοντά στη Φαντασία. Τα όρια, δυσδιάκριτα, αν όχι ανύπαρκτα πολλάκις. Και κάπως έτσι το Μυαλό των ηρώων του Πίντερ εκρήγνυται και διασπάται σε κομματάκια και ξεφτίδια Πραγματικότητας και Φαντασμαγορίας, για να μας θυμίσει τελικά αυτό που και στην καθημερινή Ζωή καθημερινά συμβαίνει: Για κάπου αλλού να Πας κι αλλού να Καταλήγεις.Εκείνο που κάνει τον Χάρολντ Πίντερ ενδιαφέροντα, συναρπαστικό, αλλά και φοβερό, γενναιόδωρο και διαισθητικό είναι το γεγονός πως παρουσίαζε τον πλούτο και την ιδιομορφία της καθημερινότητας. Μας βοηθούσε να παρατηρούμε τους εαυτούς μας πιο προσεκτικά.