Τα πέτρινα γεφύρια ήταν αποτέλεσμα διαλόγου του ανθρώπου με το φυσικό του περιβάλλον. Δημιούργησαν τη δική τους ιστορία, που εκφράζει την επικοινωνιακή ανάγκη του ανθρώπου να αγαπηθεί, να γιορτάσει, να εκτεθεί σε άλλες κουλτούρες, να ανταλλάξει τα προϊόντα του και ακόμη, δυστυχώς, να δώσει τη δυνατότητα σε στρατούς να βιάσουν την ελευθερία του. Τα πέτρινα γεφύρια συνέβαλαν στη διαμόρφωση του πολιτισμού μας, στην έκφραση της αυθεντικής λαϊκής αισθητικής και το σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον, στην αναζήτηση, και συνεχίζουν να μας θυμίζουν τη χαμένη κοινωνική συνοχή, εγκαταλελειμμένα στην ύπαιθρο της πατρίδας μας, σιωπηλά στη μοναξιά και την αδιαφορία. Τα περισσότερα κατασκευάστηκαν την περίοδο της τουρκοκρατίας από την ανάγκη της επικοινωνίας των χωριών - κυρίως των ορεινών - μιας και είχαν αποτραβηχτεί σε δύσβατα μέρη για να αποφύγουν τον τουρκικό ζυγό. Η όλη ποιότητα κατασκευής τους ήταν τόσο περίτεχνη και γερή, που αρκετά από αυτά χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα.
Αζίζ Αγά
Άρτας
Το γεφύρι της Άρτας (στη λαϊκή παράδοση: γιοφύρι της Άρτας) είναι λιθόκτιστη γέφυρα του ποταμού Αράχθου, του 17ου αιώνα μ.Χ., στην πόλη της Άρτας, που έγινε πασίγνωστη από το ομώνυμο θρυλικό δημοτικό τραγούδι που αναφέρεται στην «εξ ανθρωποθυσίας» θεμελίωσή του. Ο ίδιος όρος αποτελεί επίσης σύγχρονη μεταφορική έκφραση όταν αναφέρονται έργα που αργούν να ολοκληρωθούν όπως και στο θρύλο του τραγουδιού («Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν»). Το πέτρινο γεφύρι της Άρτας, είναι το πιο ξακουστό στην Ελλάδα και αυτό βέβαια το χρωστάει στο θρύλο για τη «θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα», που η λαϊκή μούσα τον έκανε τραγούδι. Η αρχική κατασκευή του γεφυριού τοποθετείται στα χρόνια της κλασικής Αμβρακίας, επί βασιλέως Πύρρου Α'. Αυτό είναι φυσικό, επειδή στα μέρη αυτά αναπτύχθηκε αξιόλογος πολιτισμός από τα προχριστιανικά ακόμη χρόνια. Συνεπώς, οι αρχαίοι Αμβρακιώτες είχαν ανάγκη να κατασκευάσουν στο σημείο αυτό κάποιο πέρασμα, γεφύρι, έργο που ασφαλώς θα βελτιώθηκε στα Ελληνιστικά χρόνια, όταν ο βασιλιάς Πύρρος Α' έκανε την Αμβρακία πρωτεύουσα του κράτους του, κι ακόμη αργότερα (στα ρωμαϊκά χρόνια) με την άνθηση της διπλανής Νικόπολης και την αύξηση της εμπορικής κίνησης. Τη σημερινή του μορφή, το Γεφύρι της Άρτας απέκτησε το έτος 1602-1606 μ.Χ. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η χρηματοδότηση της κατασκευής του Γεφυριού της Άρτας έγινε από έναν Αρτινό παντοπώλη, τον Ιωάννη Θιακογιάννη ή Γυφτοφάγο, που προφανώς είχε εμπορικές δραστηριότητες και ενδιαφερόταν για τη διάβαση του Αράχθου ποταμού από τα μουλάρια με τα φορτία του. Δυστυχώς τα στοιχεία που μας παρέχουν οι αρχαίες πηγές είναι ελάχιστα και γι’ αυτό είμαστε αναγκασμένοι να στηριχθούμε για τη μελέτη του στο ίδιο το κτίσμα.
Άρτας
Το γεφύρι της Άρτας (στη λαϊκή παράδοση: γιοφύρι της Άρτας) είναι λιθόκτιστη γέφυρα του ποταμού Αράχθου, του 17ου αιώνα μ.Χ., στην πόλη της Άρτας, που έγινε πασίγνωστη από το ομώνυμο θρυλικό δημοτικό τραγούδι που αναφέρεται στην «εξ ανθρωποθυσίας» θεμελίωσή του. Ο ίδιος όρος αποτελεί επίσης σύγχρονη μεταφορική έκφραση όταν αναφέρονται έργα που αργούν να ολοκληρωθούν όπως και στο θρύλο του τραγουδιού («Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν»). Το πέτρινο γεφύρι της Άρτας, είναι το πιο ξακουστό στην Ελλάδα και αυτό βέβαια το χρωστάει στο θρύλο για τη «θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα», που η λαϊκή μούσα τον έκανε τραγούδι. Η αρχική κατασκευή του γεφυριού τοποθετείται στα χρόνια της κλασικής Αμβρακίας, επί βασιλέως Πύρρου Α'. Αυτό είναι φυσικό, επειδή στα μέρη αυτά αναπτύχθηκε αξιόλογος πολιτισμός από τα προχριστιανικά ακόμη χρόνια. Συνεπώς, οι αρχαίοι Αμβρακιώτες είχαν ανάγκη να κατασκευάσουν στο σημείο αυτό κάποιο πέρασμα, γεφύρι, έργο που ασφαλώς θα βελτιώθηκε στα Ελληνιστικά χρόνια, όταν ο βασιλιάς Πύρρος Α' έκανε την Αμβρακία πρωτεύουσα του κράτους του, κι ακόμη αργότερα (στα ρωμαϊκά χρόνια) με την άνθηση της διπλανής Νικόπολης και την αύξηση της εμπορικής κίνησης. Τη σημερινή του μορφή, το Γεφύρι της Άρτας απέκτησε το έτος 1602-1606 μ.Χ. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η χρηματοδότηση της κατασκευής του Γεφυριού της Άρτας έγινε από έναν Αρτινό παντοπώλη, τον Ιωάννη Θιακογιάννη ή Γυφτοφάγο, που προφανώς είχε εμπορικές δραστηριότητες και ενδιαφερόταν για τη διάβαση του Αράχθου ποταμού από τα μουλάρια με τα φορτία του. Δυστυχώς τα στοιχεία που μας παρέχουν οι αρχαίες πηγές είναι ελάχιστα και γι’ αυτό είμαστε αναγκασμένοι να στηριχθούμε για τη μελέτη του στο ίδιο το κτίσμα.
Αρτοτίβας
Το γεφύρι της Αρτοτίβας κατασκευάστηκε ή ανακατασκευάστηκε κατά την Α' Ενετοκρατία (1407-1499) σε σχήμα τοξωτό κι είναι λιθόκτιστο με ασβεστοκονίαμα. Βρίσκεται σε μοναδική θέση στο στενότερο σημείο του ποταμού Εύηνου λίγο πριν συναντήσει τον παραπόταμό του Κότσαλο. Έχει άνοιγμα 22,35 μ., πλάτος 2,4 μ. και πάχος 1 μ. Το οδόστρωμα από τα δύο άκρα της γέφυρας έως την κορυφή προχωρά με κεκλιμένα πλατύσκαλα. Η τελική επίστρωση γίνεται με καλντερίμι επιμελώς κατασκευασμένο. Συνέδεε τη δυτική Αιτωλία με την ορεινή Ναυπακτία και Ευρυτανία μέχρι τη δεκαετία του 1950, οπότε κατασκευάσθηκε ο νέος δρόμος Θέρμου-Πλατάνου.
Το γεφύρι της Αρτοτίβας κατασκευάστηκε ή ανακατασκευάστηκε κατά την Α' Ενετοκρατία (1407-1499) σε σχήμα τοξωτό κι είναι λιθόκτιστο με ασβεστοκονίαμα. Βρίσκεται σε μοναδική θέση στο στενότερο σημείο του ποταμού Εύηνου λίγο πριν συναντήσει τον παραπόταμό του Κότσαλο. Έχει άνοιγμα 22,35 μ., πλάτος 2,4 μ. και πάχος 1 μ. Το οδόστρωμα από τα δύο άκρα της γέφυρας έως την κορυφή προχωρά με κεκλιμένα πλατύσκαλα. Η τελική επίστρωση γίνεται με καλντερίμι επιμελώς κατασκευασμένο. Συνέδεε τη δυτική Αιτωλία με την ορεινή Ναυπακτία και Ευρυτανία μέχρι τη δεκαετία του 1950, οπότε κατασκευάσθηκε ο νέος δρόμος Θέρμου-Πλατάνου.
Πλάκας
Το ιστορικό γεφύρι της Πλάκας είναι αριστούργημα λαϊκής αρχιτεκτονικής, έργο Τζουμερκιωτών μαστόρων, από το 1866. Είναι αρχιτεκτονικό μεγαλούργημα, που αποσπά τον θαυμασμό απ’ όποιον τη διαβαίνει ή την αντικρίζει από κοντά ή μακριά. Η γέφυρα έχει συνολικό μήκος 61 μ. και ύψος 19,70 μ. Η μεγάλη καμάρα λεπτή και αέρινη έχει άνοιγμα 39 μ. Τη σχεδίασε και την έχτισε ο μαστρο-Μπέκας στις αρχές του Ιουλίου του 1866. Εντατικά εργάστηκε το πολυπληθές συνεργείο και το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου έλαβαν τέλος οι εργασίες. Βρισκόταν στο Πρώην Δήμο Πραμάντων σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από τα Γιάννενα και ΄΄ενωνε τους νομούς Ιωαννίνων και Άρτας. Δυστυχώς σήμερα, έπειτα από την εγκληματική αδιαφορία των αρμόδιων για τη συντήρηση του φορέων, αποτελεί παρελθόν...
Το ιστορικό γεφύρι της Πλάκας είναι αριστούργημα λαϊκής αρχιτεκτονικής, έργο Τζουμερκιωτών μαστόρων, από το 1866. Είναι αρχιτεκτονικό μεγαλούργημα, που αποσπά τον θαυμασμό απ’ όποιον τη διαβαίνει ή την αντικρίζει από κοντά ή μακριά. Η γέφυρα έχει συνολικό μήκος 61 μ. και ύψος 19,70 μ. Η μεγάλη καμάρα λεπτή και αέρινη έχει άνοιγμα 39 μ. Τη σχεδίασε και την έχτισε ο μαστρο-Μπέκας στις αρχές του Ιουλίου του 1866. Εντατικά εργάστηκε το πολυπληθές συνεργείο και το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου έλαβαν τέλος οι εργασίες. Βρισκόταν στο Πρώην Δήμο Πραμάντων σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από τα Γιάννενα και ΄΄ενωνε τους νομούς Ιωαννίνων και Άρτας. Δυστυχώς σήμερα, έπειτα από την εγκληματική αδιαφορία των αρμόδιων για τη συντήρηση του φορέων, αποτελεί παρελθόν...
Κεφαλογιόφυρο
Το Κεφαλογιόφυρο είναι ένα εξαίρετο μνημείο γεφυροποιίας στις κλεισούρες του Μόρνου κάτω από τον οικισμό Καταφύγιο που διατηρείται πολύ καλά από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Από το γεφύρι αυτό επικοινωνούσε η Δωρίδα με τη Ναυπακτία, ιδιαίτερα όταν ο Μόρνος κατέβαζε και ήταν αδιάβατος. Από αυτό πέρασαν και βρήκαν καταφύγιο στο κοντινό Μοναστήρι της Βαρνάκοβας οι διασωθέντες της ηρωικής Εξόδου του Μεσολογγίου (10 Απριλίου 1826). Το γεφύρι, σύμφωνα με την παράδοση, είναι διπλά στοιχειωμένο. Τα δύο «στοιχειά», ο Αράπης από το Ναυπακτιώτικο μέρος και η Μπελεσίτσα από το δωρικό βοηθώντας το ένα το άλλο καταφέρνουν αιώνες τώρα και προστατεύουν το γεφύρι από το θυμό του Μόρνου.
Το Κεφαλογιόφυρο είναι ένα εξαίρετο μνημείο γεφυροποιίας στις κλεισούρες του Μόρνου κάτω από τον οικισμό Καταφύγιο που διατηρείται πολύ καλά από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Από το γεφύρι αυτό επικοινωνούσε η Δωρίδα με τη Ναυπακτία, ιδιαίτερα όταν ο Μόρνος κατέβαζε και ήταν αδιάβατος. Από αυτό πέρασαν και βρήκαν καταφύγιο στο κοντινό Μοναστήρι της Βαρνάκοβας οι διασωθέντες της ηρωικής Εξόδου του Μεσολογγίου (10 Απριλίου 1826). Το γεφύρι, σύμφωνα με την παράδοση, είναι διπλά στοιχειωμένο. Τα δύο «στοιχειά», ο Αράπης από το Ναυπακτιώτικο μέρος και η Μπελεσίτσα από το δωρικό βοηθώντας το ένα το άλλο καταφέρνουν αιώνες τώρα και προστατεύουν το γεφύρι από το θυμό του Μόρνου.
Γεφύρι Τσίπιανης ή Γρεβενιτίου
Ακριβώς δίπλα από τη γέφυρα, πάνω από τον ποταμό Βάρδα, στον δρόμο προς Γρεβενίτι και πριν από το Τρίστενο. Χτίστηκε το 1875 με χρήματα του Αναστάση Πασπαλιάρη και κατοίκων του Γρεβενιτίου.
Ακριβώς δίπλα από τη γέφυρα, πάνω από τον ποταμό Βάρδα, στον δρόμο προς Γρεβενίτι και πριν από το Τρίστενο. Χτίστηκε το 1875 με χρήματα του Αναστάση Πασπαλιάρη και κατοίκων του Γρεβενιτίου.
Γεφύρι Κόνιτσας
Είναι μεγάλο μονότοξο γεφύρι με ύψος 20 μέτρων και άνοιγμα τόξου 40 μέτρα. Βρίσκεται στην άκρη της Κόνιτσας και γεφυρώνει το φαράγγι του Αώου. Κτίστηκε από τον αρχιμάστορα Ζιάγα Φρόντζο που καταγόταν από την Πυρσόγιαννη το 1870, με πλουσίων κατοίκων της Κόνιτσας.
Είναι μεγάλο μονότοξο γεφύρι με ύψος 20 μέτρων και άνοιγμα τόξου 40 μέτρα. Βρίσκεται στην άκρη της Κόνιτσας και γεφυρώνει το φαράγγι του Αώου. Κτίστηκε από τον αρχιμάστορα Ζιάγα Φρόντζο που καταγόταν από την Πυρσόγιαννη το 1870, με πλουσίων κατοίκων της Κόνιτσας.
Γεφύρι Πλακίδα ή Καλογερικό
Ενώνει τις όχθες του Βίκου και βρίσκεται στην περιοχή κοντά στους Κήπους. Είναι μεγάλο τρίτοξο γεφύρι με εντυπωσική συμμετρία. Το όνομά του το οφείλει στον καλόγερο Σεραφείμ από το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία της Βίτσας, με την φροντίδα του οποίου κτίστηκε το 1814. Ο Αλέξης Πλακίδας από το Κουκούλι φρόντισε για την επισκευή του το 1865, αιτία από την οποία πήρε και το όνομά του.
Ενώνει τις όχθες του Βίκου και βρίσκεται στην περιοχή κοντά στους Κήπους. Είναι μεγάλο τρίτοξο γεφύρι με εντυπωσική συμμετρία. Το όνομά του το οφείλει στον καλόγερο Σεραφείμ από το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία της Βίτσας, με την φροντίδα του οποίου κτίστηκε το 1814. Ο Αλέξης Πλακίδας από το Κουκούλι φρόντισε για την επισκευή του το 1865, αιτία από την οποία πήρε και το όνομά του.
Γεφύρι Καμπέρ Αγά
Ενώνει τις δύο όχθες του Ζαγορίτικου, στην περιοχή κοντά στους Μηλιωτάδες. Τις δαπάνες για την κατασκευή του τις επωμίστηκε ο Καμπέρ Αγάς, απ' τον οποίο και ονομάστηκε.
Ενώνει τις δύο όχθες του Ζαγορίτικου, στην περιοχή κοντά στους Μηλιωτάδες. Τις δαπάνες για την κατασκευή του τις επωμίστηκε ο Καμπέρ Αγάς, απ' τον οποίο και ονομάστηκε.