Η ελληνική μυθολογία αλλά και ο αρχαίος περιηγητής Παυσανίας αναφέρουν ότι οι νύμφες Νέδα, Αγνώ και Θεισόα έλουσαν τον νεογέννητο Δία, κρυφά από τον Κρόνο, στα νερά του και έτσι ο ποταμός που ρέει στο κέντρο της αρκαδικής χώρας πήρε το όνομα Λούσιος. Και από τότε ο ορμητικός ποταμός μαγνήτισε τους ανθρώπους που έχτισαν στις όχθες του την πανάρχαια πόλη της Γόρτυνας και στόλισαν τα απόκρημνα βράχια του φαραγγιού με τις μονές που φιλοξένησαν τον χριστιανικό μοναχισμό. Αλλά πάνω από όλα ο Λούσιος δημιουργεί στο κελαριστό διάβα του ένα πλούσιο οικοσύστημα που σε συνδυασμό με τα ιστορικά «διαμάντια» της περιοχής σχηματίζουν ένα ολοκληρωμένο πεδίο εξερεύνησης και αναψυχής.
Το μήκος του ποταμού φτάνει τα 26 χλμ. και κυλάει σε ένα μέσο υψόμετρο 900 μέτρων. Στα ανατολικά του υψώνεται μεγαλόπρεπο το Μαίναλο και στα δυτικά του απλώνεται η ραχοκοκαλιά του Λύκαιου όρους. Ο Λούσιος πηγάζει από την περιοχή της αρχαίας Θεισόας και από τα βουνά των Λαγκαδίων, με τις κυριότερες πηγές του να βρίσκονται στα χωριά Καρκαλού και Καλονέρι. Αφού κινηθεί σε έναν ημιορεινό λόγγο βόρεια της Δημητσάνας, πέφτει σε ένα μεγάλο φαράγγι μήκους 15 χλμ. και πλάτους 2 χλμ., πριν συναντήσει τον Αλφειό, 2,5 χλμ. βορειοδυτικά της Καρύταινας. Το φαράγγι του Λούσιου θεωρείται ένα από τα ομορφότερα της χώρας μας, καθώς διακρίνεται για την οργιαστική βλάστηση γύρω από το ποτάμι και τα κάθετα βράχια του που υψώνονται απότομα. Τα μεικτά δάση που κυκλώνουν τον ποταμό αποκτούν μια τεράστια χρωματική γκάμα που σε καλεί να «χαθείς» μέσα της σε ένα από τα πιο διάσημα μονοπάτια της Πελοποννήσου.
Περπατώντας στο φαράγγι
Ο ταξιδιώτης, ανάλογα με τις δυνατότητές του, μπορεί να διαλέξει δύο διαδρομές, διαφορετικού μήκους. Η πρώτη και μικρότερη διαδρομή ξεκινάει από τη Μονή Παναγίας Φιλοσόφου, κατεβαίνει στην κοίτη του ποταμού και τη διασχίζει παράλληλα παίρνοντας κάτω από τη Μονή Τιμίου Προδρόμου, φτάνοντας μέχρι τα ερείπια της αρχαίας Γόρτυνας, σε μια πορεία που δεν ξεπερνάει τις 2 ώρες. Η δεύτερη διαδρομή ξεκινάει από την υπέροχη Δημητσάνα και ακολουθώντας την ίδια πορεία καταλήγει μέχρι το χωριό Ελληνικό στα νότια, σε ένα μεγαλύτερο σε μήκος αλλά γεμάτο εικόνες άγριας ομορφιάς μονοπάτι. Και για όσους θέλουν να γνωρίσουν ακόμα πιο εναλλακτικές μορφές τουρισμού, υπάρχει η κατάβαση του ποταμού με ράφτινγκ, που ξεκινάει κοντά στο παλιό πέτρινο γεφύρι του Ατσίχολου και καταλήγει στο υπέροχο γεφύρι του Κούκου στον Αλφειό ποταμό και σας δίνει τη δυνατότητα να θαυμάσετε και να δαμάσετε τον Λούσιο μέσα από τα τρεχούμενα νερά του.
Περπατώντας στο φαράγγι
Ο ταξιδιώτης, ανάλογα με τις δυνατότητές του, μπορεί να διαλέξει δύο διαδρομές, διαφορετικού μήκους. Η πρώτη και μικρότερη διαδρομή ξεκινάει από τη Μονή Παναγίας Φιλοσόφου, κατεβαίνει στην κοίτη του ποταμού και τη διασχίζει παράλληλα παίρνοντας κάτω από τη Μονή Τιμίου Προδρόμου, φτάνοντας μέχρι τα ερείπια της αρχαίας Γόρτυνας, σε μια πορεία που δεν ξεπερνάει τις 2 ώρες. Η δεύτερη διαδρομή ξεκινάει από την υπέροχη Δημητσάνα και ακολουθώντας την ίδια πορεία καταλήγει μέχρι το χωριό Ελληνικό στα νότια, σε ένα μεγαλύτερο σε μήκος αλλά γεμάτο εικόνες άγριας ομορφιάς μονοπάτι. Και για όσους θέλουν να γνωρίσουν ακόμα πιο εναλλακτικές μορφές τουρισμού, υπάρχει η κατάβαση του ποταμού με ράφτινγκ, που ξεκινάει κοντά στο παλιό πέτρινο γεφύρι του Ατσίχολου και καταλήγει στο υπέροχο γεφύρι του Κούκου στον Αλφειό ποταμό και σας δίνει τη δυνατότητα να θαυμάσετε και να δαμάσετε τον Λούσιο μέσα από τα τρεχούμενα νερά του.
Η άνθηση του μοναχισμού
Τα αφιλόξενα κάθετα βράχια του Λούσιου μαγνήτισαν και φιλοξένησαν ανά τους αιώνες πολλά ιστορικά μοναστήρια που ακόμα και σήμερα στέκονται πάνω από το βλέμμα του πεζοπόρου. Εδώ ο κυνηγημένος χριστιανισμός βρήκε το κατάλληλο καταφύγιο από τις διώξεις της Τουρκοκρατίας και κράτησε ζωντανή την πίστη, αλλά και την ελληνική γλώσσα, στις μαύρες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Οι ίδιες μονές αργότερα αποτέλεσαν ορμητήριο για τους μεγάλους πελοποννήσιους ήρωες της Επανάστασης του '21. Μονές λαξεμένες αρχιτεκτονικά στους γκρεμούς, μικρά εκκλησάκια κοντά στις όχθες και σπήλαια που λειτουργούσαν σαν ασκηταριά απλώνονται σε όλο το μήκος του Λούσιου. Ξεχωρίζει η διάσημη για την αρχιτεκτονική της Μονή του Τιμίου Προδρόμου, η νεότερη Μονή Παναγίας Φιλοσόφου, τα ερείπια της παλιάς Μονής Φιλοσόφου που υπήρξε η ιστορικότερη και η πιο παλαιά μονή της Αρκαδίας, χτισμένη το 963, η Μονή Αιμυαλών με τη φρουριακή δομή της και η παλαιά Μονή Καλαμίου, δίπλα στη νέα Μονή, κοντά στον Ατσίλοχο.
Παρατηρώντας τα γεράκια
Το φαράγγι με την πυκνή βλάστηση και ο ποταμός με τα ορμητικά νερά αποτελούν έναν ιδανικό βιότοπο για πολλά είδη της πανίδας που εδώ βρίσκουν το κατάλληλο τόπο για να προφυλαχθούν και να αναπαραχθούν. Περπατώντας στις όχθες και παρατηρώντας το τοπίο από ψηλά θα δείτε πολλά σπάνια και θαυμαστά είδη της ορνιθοπανίδας. Γερακίνες, φιδαετοί, πετρίτες, βραχοκιρκίνεζα και άλλα περήφανα αρπακτικά των ουρανών στολίζουν με τα καστάνα φτερά και το αγέρωχο πέταγμα τους τα βράχια του φαραγγιού. Αρκεί κανείς να φτάσει μέχρι τη θέση θέασης που βρίσκεται στο εκκλησάκι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, λίγο πριν την Ιερά Μονή Προδρόμου για να τα θαυμάσει. Στα κάθετα βράχια του φαραγγιού ζούνε δεκάδες αγριοπερίστερα, γαλαζοκότσυφες και κάργιες ενώ αν καθίσετε στις όχθες και κάνετε απόλυτη ησυχία, σύντομα θα δείτε σταχτοσουσουράδες, αιγίθαλους, τρυποφράχτες, δεντροτσοπανάκους, λούγαρα, αηδόνια και άλλα μικροπούλια να ξεπροβάλλουν από τους θάμνους και τα δέντρα και να κοιτούν με περιέργεια.
Τα αφιλόξενα κάθετα βράχια του Λούσιου μαγνήτισαν και φιλοξένησαν ανά τους αιώνες πολλά ιστορικά μοναστήρια που ακόμα και σήμερα στέκονται πάνω από το βλέμμα του πεζοπόρου. Εδώ ο κυνηγημένος χριστιανισμός βρήκε το κατάλληλο καταφύγιο από τις διώξεις της Τουρκοκρατίας και κράτησε ζωντανή την πίστη, αλλά και την ελληνική γλώσσα, στις μαύρες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Οι ίδιες μονές αργότερα αποτέλεσαν ορμητήριο για τους μεγάλους πελοποννήσιους ήρωες της Επανάστασης του '21. Μονές λαξεμένες αρχιτεκτονικά στους γκρεμούς, μικρά εκκλησάκια κοντά στις όχθες και σπήλαια που λειτουργούσαν σαν ασκηταριά απλώνονται σε όλο το μήκος του Λούσιου. Ξεχωρίζει η διάσημη για την αρχιτεκτονική της Μονή του Τιμίου Προδρόμου, η νεότερη Μονή Παναγίας Φιλοσόφου, τα ερείπια της παλιάς Μονής Φιλοσόφου που υπήρξε η ιστορικότερη και η πιο παλαιά μονή της Αρκαδίας, χτισμένη το 963, η Μονή Αιμυαλών με τη φρουριακή δομή της και η παλαιά Μονή Καλαμίου, δίπλα στη νέα Μονή, κοντά στον Ατσίλοχο.
Παρατηρώντας τα γεράκια
Το φαράγγι με την πυκνή βλάστηση και ο ποταμός με τα ορμητικά νερά αποτελούν έναν ιδανικό βιότοπο για πολλά είδη της πανίδας που εδώ βρίσκουν το κατάλληλο τόπο για να προφυλαχθούν και να αναπαραχθούν. Περπατώντας στις όχθες και παρατηρώντας το τοπίο από ψηλά θα δείτε πολλά σπάνια και θαυμαστά είδη της ορνιθοπανίδας. Γερακίνες, φιδαετοί, πετρίτες, βραχοκιρκίνεζα και άλλα περήφανα αρπακτικά των ουρανών στολίζουν με τα καστάνα φτερά και το αγέρωχο πέταγμα τους τα βράχια του φαραγγιού. Αρκεί κανείς να φτάσει μέχρι τη θέση θέασης που βρίσκεται στο εκκλησάκι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, λίγο πριν την Ιερά Μονή Προδρόμου για να τα θαυμάσει. Στα κάθετα βράχια του φαραγγιού ζούνε δεκάδες αγριοπερίστερα, γαλαζοκότσυφες και κάργιες ενώ αν καθίσετε στις όχθες και κάνετε απόλυτη ησυχία, σύντομα θα δείτε σταχτοσουσουράδες, αιγίθαλους, τρυποφράχτες, δεντροτσοπανάκους, λούγαρα, αηδόνια και άλλα μικροπούλια να ξεπροβάλλουν από τους θάμνους και τα δέντρα και να κοιτούν με περιέργεια.
Το πανάρχαιο λίκνο
Τα κρυστάλλινα νερά του Λούσιου προσέλκυσαν από τα αρχαία χρόνια τους ανθρώπους που στις όχθες του έχτισαν την πόλη της Γόρτυνας. Η πανάρχαια ιστορία της πόλης που χάρισε το όνομα της σε αυτή την άγρια περιοχή της Αρκαδίας χάνεται σε ένα μυθολογικό πέπλο και ακόμα και σήμερα δεν έχει καταστεί δυνατό να προσδιοριστούν οι ακριβείς χρονολογίες ίδρυσης, ακμής και παρακμής της πόλης. Αυτό που είναι γνωστό είναι ότι η Γόρτυνα υπήρξε συνδεδεμένη με τη λατρεία του Ασκληπιού και εδώ κατέφθαναν οι Αρκάδες για την παραδοσιακή λουτροθεραπεία στα νερά του Λούσιου. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ο ποταμός λατρεύτηκε από τους προγόνους μας ως θεότητα. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι στην πόλη υπήρχε μεγαλόπρεπος ναός τoυ Ασκληπιού και ακόμα και ο Μέγας Αλέξανδρος πέρασε από τη Γόρτυνα για να προσκυνήσει, αφιερώνοντας την πανοπλία και το δόρυ του στον ναό. Σήμερα τα ερείπια της αρχαίας πόλης σώζονται κοντά στο γεφύρι του Κόκκορη και αξίζει κανείς να περπατήσει λίγα μέτρα για να τα θαυμάσει.
Ενας ζωντανός καμβάς
Το φαράγγι φιλοξενεί έναν τεράστιο δασικό πλούτο που από ψηλά και από το σημείο θέας στην εκκλησία της Μετα-μόρφωσης του Σωτήρος μοιάζει με ένα πολύχρωμο, αφράτο πάπλωμα. Η ιδιαιτερότητα της χλωρίδας του φαραγγιού έγκειται στη μεγάλη πυκνότητα σαπό πολλά διαφορετικά είδη. Πουρνάρια, γαύροι, κυπαρίσσια, σφενδάμια, αριές, κουτσουπιές, πλατάνια, ιτιές, οστρυές, μυρτιές, φυλλίκια, δάφνες, αγριελιές, λεύκες, λυγαριές και διάφορα αναρριχητικά φυτά ανταγωνίζονται σε ομορφιά για μια θέση δίπλα στον ποταμό. Παράλληλα, κάθε άνοιξη το δάσος γεμίζει με άγριες ορχιδέες, ίριδες, νεραγκούλες, ενώ αυτή την εποχή φυτρώνουν κρόκοι και σπάνιοι γάλανθοι.
Τα κρυστάλλινα νερά του Λούσιου προσέλκυσαν από τα αρχαία χρόνια τους ανθρώπους που στις όχθες του έχτισαν την πόλη της Γόρτυνας. Η πανάρχαια ιστορία της πόλης που χάρισε το όνομα της σε αυτή την άγρια περιοχή της Αρκαδίας χάνεται σε ένα μυθολογικό πέπλο και ακόμα και σήμερα δεν έχει καταστεί δυνατό να προσδιοριστούν οι ακριβείς χρονολογίες ίδρυσης, ακμής και παρακμής της πόλης. Αυτό που είναι γνωστό είναι ότι η Γόρτυνα υπήρξε συνδεδεμένη με τη λατρεία του Ασκληπιού και εδώ κατέφθαναν οι Αρκάδες για την παραδοσιακή λουτροθεραπεία στα νερά του Λούσιου. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ο ποταμός λατρεύτηκε από τους προγόνους μας ως θεότητα. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι στην πόλη υπήρχε μεγαλόπρεπος ναός τoυ Ασκληπιού και ακόμα και ο Μέγας Αλέξανδρος πέρασε από τη Γόρτυνα για να προσκυνήσει, αφιερώνοντας την πανοπλία και το δόρυ του στον ναό. Σήμερα τα ερείπια της αρχαίας πόλης σώζονται κοντά στο γεφύρι του Κόκκορη και αξίζει κανείς να περπατήσει λίγα μέτρα για να τα θαυμάσει.
Ενας ζωντανός καμβάς
Το φαράγγι φιλοξενεί έναν τεράστιο δασικό πλούτο που από ψηλά και από το σημείο θέας στην εκκλησία της Μετα-μόρφωσης του Σωτήρος μοιάζει με ένα πολύχρωμο, αφράτο πάπλωμα. Η ιδιαιτερότητα της χλωρίδας του φαραγγιού έγκειται στη μεγάλη πυκνότητα σαπό πολλά διαφορετικά είδη. Πουρνάρια, γαύροι, κυπαρίσσια, σφενδάμια, αριές, κουτσουπιές, πλατάνια, ιτιές, οστρυές, μυρτιές, φυλλίκια, δάφνες, αγριελιές, λεύκες, λυγαριές και διάφορα αναρριχητικά φυτά ανταγωνίζονται σε ομορφιά για μια θέση δίπλα στον ποταμό. Παράλληλα, κάθε άνοιξη το δάσος γεμίζει με άγριες ορχιδέες, ίριδες, νεραγκούλες, ενώ αυτή την εποχή φυτρώνουν κρόκοι και σπάνιοι γάλανθοι.