Το Αϊνσίλντεν, ένα ταπεινό μοναστήρι Βενεδικτίνων μοναχών, κρέμεται σε μια απόκρημνη πλαγιά των Άλπεων κάπου στη σημερινή Ελβετία. Το τάγμα των Βενεδικτίνων είναι εξαιρετικά αυστηρό όσον αφορά τα εκκλησιαστικά πρωτόκολλα και οι μοναχοί είναι υποχρεωμένοι να περνάνε ώρες διαβάζοντας την βίβλο και άλλα εκκλησιαστικά κείμενα, να αντιγράφουν αρχαία θρησκευτικά χειρόγραφα και να τηρούν καθημερινά όλες τις τελετουργίες που επιβάλλει η θρησκεία. Ο ελεύθερος χρόνος για αυτούς πολύ απλά είναι ανύπαρκτος. Κι όμως, κάπου εκεί στο μικρό αυτό μοναστήρι, ανάμεσα στους πολυάσχολους και αυστηρούς μοναχούς, υπάρχει κάποιος που τα βράδια, κρυφά και με το φώς των κεριών, τολμά και γράφει κάτι που αν το μάθαιναν οι υπόλοιποι σίγουρα θα τον έδιωχναν από το σχήμα. Πρόκειται για ένα ερωτικό ποίημα, όχι για κάποια γυναίκα, αλλά για την μεγαλύτερη αγάπη αυτού του μοναχού: το σκάκι, ένα παιχνίδι που η επίσημη εκκλησία τότε το θεωρούσε αμαρτωλό και απαγορευμένο. Έτσι, οι “Στίχοι για το Σκάκι” (“Versus de Scachis”) ή Ποίημα του Αϊνσίλντεν όπως είναι πιο γνωστό έγινε όχι μόνο το πρώτο ποίημα για το σκάκι αλλά και η πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά στην ύπαρξη του ανατρεπτικού κομματιού που ονομάζεται “Βασίλισσα”.
Το πόσο ανατρεπτικό ήταν το γεγονός ότι η Βασίλισσα πήρε τη θέση της στο πολεμικό αυτό παιχνίδι καταδεικνύεται από την ίδια την ιστορία του σκακιού. Οι πρώτες αναφορές σε αυτό γίνονται στην Ινδία και την Περσία όπου οι απαρχές του χάνονται στο παρελθόν και εννοείται ότι δεν υπήρχε η Βασίλισσα στο παιχνίδι γιατί ο πόλεμος ήταν κάτι που θεωρούσαν ότι δεν ταίριαζε στις γυναίκες οι οποίες δεν είχαν θέση στο πεδίο της μάχης. Ανεξάρτητα, όμως, από το αν είχαν ή δεν είχαν θέση οι γυναίκες στο πεδίο της μάχης, φαίνεται ότι είχαν θέση -και πολύ σημαντική μάλιστα- στο πεδίο του σκακιού. Παρά την συντηρητική στάση των Περσών και των Αράβων (που “κληρονόμησαν” με τη σειρά τους το σκάκι) απέναντι στις γυναίκες, μια σειρά από παραδόσεις, μύθους και ιστορίες αποκαλύπτουν ότι οι γυναίκες που έπαιζαν αριστοτεχνικό σκάκι ήταν κάτι συνηθισμένο.Συχνό θέμα στις παραδοσιακές ιστορίες ήταν ο έρωτας κάποιου ευγενή για κάποια πριγκίπισσα ή αρχόντισσα ο οποίος προκειμένου να κερδίσει την αγάπη της ή το χέρι της σε γάμο ήταν πρώτα υποχρεωμένος να την νικήσει στο σκάκι. Συχνές ήταν επίσης και οι περιπτώσεις σάχηδων που έδιναν ολόκληρες περιουσίες για να αποκτήσουν μία σκλάβα που είχε εξαιρετικές ικανότητες στο σκάκι. Η σημασία και η αξία τέτοιων δεινών παικτριών μπορεί να γίνει κατανοητή αν αναλογισθεί κανείς πόσες φορές εκείνες στάθηκαν η αιτία με τις συμβουλές τους για να νικήσει ο αφέντης τους κάποιον άλλον ηγεμόνα σε αγώνες με αυξημένο πρεστίζ.Το σκάκι τελικά βρήκε τον δρόμο του και για την Ευρώπη από δύο πλευρές. Από την Ανατολή εισήχθηκε μέσω του Βυζαντίου και από τη Δύση μέσω της κατάκτησης της Ισπανίας από τους Άραβες. Γενικά οι Άραβες θεωρούσαν το σκάκι αποδεκτό εφόσον δεν παιζόταν με ρεαλιστικά πιόνια, οι παίκτες δεν παραμελούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, δεν έπαιζαν για χρήματα ή στοιχήματα και δεν τσακώνονταν με απρεπές λεξιλόγιο. Σε κάποιες περιπτώσεις, όμως, κάτω από την επιρροή υπερβολικά αυστηρών θρησκευτικών ηγεμόνων, το σκάκι θεωρούνταν αμαρτία. Αυτή η ακραία θεώρηση εξακολουθεί να υπάρχει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και μέχρι σήμερα. Ο Αγιατολάχ Χομεϊνί απαγόρευσε το σκάκι στο Ιράν από το 1979 μέχρι το 1988 και οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν θεωρούσαν “ακάθαρτο” το σκάκι όπως και τις ταινίες, την τηλεόραση, το αλκοόλ, το βερνίκι νυχιών, τους χαρταετούς, το μπιλιάρδο, τα βεγγαλικά και την λαϊκή μουσική τα οποία απαγόρευσαν με ποινή μαστιγώματος και φυλάκισης.
Όταν ο Βρετανός αρχαιολόγος Σερ Άρθουρ Έβανς πραγματοποιούσε ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού στα τέλη του 19ου αιώνα, έμεινε έκθαμβος όταν αντίκρισε μια μεγάλη πλάκα από ελεφαντόδοντο και πέτρα χρώματος μπλε, με γυάλινη επικάλυψη και χρυσά φύλλα. Το εντυπωσιακό αυτό εύρημα ήταν το «Μέγα Ζατρίκιον» που συνοδευόταν από πέντε πιόνια από ελεφαντόδοντο και είχε διαστάσεις 104Χ61 εκατοστά και χρονολογείται γύρω στο 1600 π.Χ. Το «Μέγα Ζατρίκιον» ήταν ένα βασιλικό παιχνίδι ανάλογο με το σύγχρονο σκάκι και γι’ αυτό ο χώρος που ανακαλύφθηκε ονομάστηκε «Διάδρομος του Ζατρικίου».
Οι βυζαντινές αρχόντισσες και αυτοκράτειρες του 7ου αι. αντίθετα θεωρούσαν εξαιρετικής σημασίας να γνωρίζουν να παίζουν με μαεστρία σκάκι (ή ζατρίκιον όπως το ονόμαζαν) και αυτό τις βοηθούσε ακόμα και στην χάραξη της πολιτικής του κράτους.Το πόσο σημαντικό θεωρούνταν το σκάκι φαίνεται και από το ακόλουθο περιστατικό. Το 802 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Νικηφόρος διαδέχθηκε την αυτοκράτειρα Ειρήνη στον βυζαντινό θρόνο και ένα από τα πρώτα πράγματα που φρόντισε να κάνει ήταν να αναδιαπραγματευθεί τις σχέσεις με τον χαλίφη της Βαγδάτης Χαρούν Αλ Ρασίντ. Ένα γράμμα του προς τον χαλίφη έγραφε: “Η Αυτοκράτειρα που διαδέχθηκα θεωρούσε ότι ανήκετε στην τάξη των Πύργων ενώ τοποθετούσε τον εαυτό της στην τάξη των Πιονιών με αποτέλεσμα να σας προσφέρει φόρο ενώ στην πραγματικότητα εσείς οφείλατε να της προσφέρετε φόρο. Αλλά αυτό οφειλόταν στην γυναικεία αδυναμία και ανοησία.” Όπως ήταν αναμενόμενο το θέμα τελικά λύθηκε στο πεδίο της μάχης όπου ο Νικηφόρος κατατροπώθηκε από τον Χαρούν Αλ Ρασίντ και εξαναγκάστηκε να πληρώνει και εκείνος τον φόρο που πριν από αυτόν πλήρωνε η Ειρήνη χωρίς όμως εκείνη να προκαλέσει όλη αυτή την αιματοχυσία. Ίσως τελικά η Ειρήνη να μην ήταν θύμα της αδυναμίας και της ανοησίας της αλλά μια νηφάλια ηγεμόνας που εφάρμοζε ρεαλιστική πολιτική.Όσο αποτελεσματική και αν ήταν όμως μία γυναίκα ηγεμόνας δεν έπαυε να είναι γυναίκα και στα μάτια της ευρωπαϊκής κοινωνίας εκείνης της εποχής ήταν αδύναμη και με κάποιο τρόπο “ελαττωματική”. Μπορεί κάποιες γυναίκες να έφταναν τελικά σε ύπατα αξιώματα αλλά ήταν πάντοτε λόγω συγκυριών και ελλείψει κάποιου διαθέσιμου άντρα. Το σκάκι, που φρόντιζε να εκφράζει την αυστηρά ιεραρχική διαστρωμάτωση της κοινωνίας εξακολουθούσε να μην περιλαμβάνει γυναίκες στα κομμάτια του. Οι μόνες αλλαγές που έγιναν από το αραβικό σκάκι στο ευρωπαϊκό ήταν ότι ο Βεζίρης αντικαταστάθηκε από τον Στρατηγό και ο Ελέφαντας από τον Επίσκοπο (στην Ελλάδα τον λέμε Αξιωματικό), γεγονός που αποκαλύπτει και το πόση εξουσία και επιρροή ασκούσαν οι Επίσκοποι ως διαχειριστές της εκκλησιαστικής περιουσίας και ιδιοκτήτες ολόκληρων ιδιωτικών στρατών.
Η βασίλισσα Ισαβέλλα της Καστίλης και της Λεόν ήταν η πιο αμφιλεγόμενη ηγεμόνας όλων των εποχών αλλά και η αφορμή για την εμφάνισή της «Βασίλισσας» στο σκάκι.
Τον 10ο αι. όμως καταγράφηκε μια αναπάντεχη κοινωνική εξέλιξη. Για διάφορους λόγους, τόσο στην Ανατολή όσο και στην Δύση, οι ευρωπαϊκοί θρόνοι καταλήφθηκαν από γυναίκες οι οποίες, προκειμένου να επιβιώσουν τόσο οι ίδιες όσο και τα κράτη τους, έπρεπε να είναι εξίσου αδίστακτες με τους άντρες. Για τα χριστιανικά βασίλεια της εποχής η ευημερία ή η καταστροφή εξαρτώνταν κυριολεκτικά από τον χαρακτήρα του ηγεμόνα τους. Ένας επιτυχημένος βασιλιάς έπρεπε να είναι ταυτόχρονα και ατρόμητος πολεμιστής και να διοικεί με σιδερένια πυγμή. Ενώ παλιότερα οι βασίλισσες δεν είχαν ιδιαίτερη εξουσία και παρέμεναν στην σκιά του συζύγου ή του γιού τους, τον 10ο αι. έπρεπε να συνοδεύουν τον βασιλιά τους στη μάχη και σε περίπτωση ανάγκης ακόμα και να ηγούνται των στρατευμάτων οι ίδιες. Ξαφνικά οι γυναίκες σε υψηλές θέσεις έπρεπε να είναι ικανοί πολιτικοί έτσι ώστε να σχηματίζουν συμμαχίες με σημαντικά μέλη των ευγενών και του κλήρου ενώ ταυτόχρονα έπρεπε να διοικούν τα βασίλειά τους χωρίς να διστάζουν εφόσον χρειαστεί ακόμα και να χύσουν αίμα. Έτσι άρχισε να εμφανίζεται ένα είδος μητριαρχικής εξουσίας που θα υιοθετούσαν πολλές βασίλισσες κατά τους επόμενους αιώνες. Όμως το σκάκι εξακολουθούσε να μην περιλαμβάνει γυναικεία φιγούρα. Για να αλλάξει αυτή η κατάσταση θα χρειαζόταν μια ελληνική παρέμβαση και μάλιστα διπλή.Το 962 η βυζαντινή πριγκίπισσα Αδελαΐδα έγινε αυτοκράτειρα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και το 973 την διαδέχθηκε η νύφη της Θεοφανώ που ήταν ανιψιά του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Τσιμισκή. Και οι δύο γυναίκες αναδείχθηκαν σε ισχυρότατες βασίλισσες που διέδωσαν τον βυζαντινό πολιτισμό στη Δύση. Όμως, όπως γίνεται συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις οι σχέσεις πεθεράς και νύφης δεν ήταν και οι καλύτερες. Για την ακρίβεια η σύγκρουσή τους ήταν εξίσου εντυπωσιακή με το έργο τους και η βασιλεία αυτών των δύο πανίσχυρων γυναικών ήταν τόσο ανατρεπτική που οδήγησε στη προς τιμήν τους “γέννηση” του κομματιού που λέγεται Βασίλισσα αλλά και σε μία σειρά από γυναίκες ηγεμόνες στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Πίνακας της Σοφονίσμπα Ανγκουισόλα (1532 – 1625) που δείχνει τις αδερφές της να παίζουν σκάκι. Η μεγαλύτερη αδερφή κρατά στο αριστερό της χέρι την αντίπαλη Βασίλισσα ως ένδειξη ότι έχει κερδίσει το παιχνίδι. Ο πίνακας αποκαλύπτει ταυτόχρονα ότι το σκάκι ήταν ένα συνηθισμένο παιχνίδι για τα κορίτσια της εποχής, αλλά και ότι η Βασίλισσα στην ουσία ήταν το επίκεντρο του παιχνιδιού.
Αν και η εμφάνιση της Βασίλισσας εκφράζει το αυξημένο στάτους που άρχιζαν να απολαμβάνουν σταδιακά στον Μεσαίωνα, όχι μόνο οι βασίλισσες αλλά και οι γυναίκες γενικά, η θέση τους απείχε πολύ από το να θεωρείται ισάξια με εκείνη των αντρών και αυτό φαινόταν και στο σκάκι. Η Βασίλισσα στεκόταν δίπλα στον Βασιλιά αλλά το ύψος της ήταν σαφέστατα χαμηλότερο από εκείνου. Επίσης, οι κινήσεις της διέφεραν πολύ από τις σημερινές που είναι σχεδόν απεριόριστες και για την ακρίβεια, μπορούσε να κινηθεί μόνο ένα τετράγωνο διαγώνια. Ακόμα και ο Αξιωματικός (ο Επίσκοπος στο δυτικό σκάκι) ήταν πιο ισχυρός από εκείνη. Αν και η κοινωνική αντιμετώπιση των γυναικών είχε βελτιωθεί θα χρειαζόταν να περάσουν ακόμα μερικοί αιώνες μέχρι να ξεπεραστούν τα ταμπού και μία γυναίκα να απεικονιστεί πραγματικά ισχυρή. Και αυτό έγινε τον 16ο αιώνα από μία από τις πιο αμφιλεγόμενες βασίλισσες όλων των εποχών: την Ισαβέλλα της Καστίλης.Η Ισαβέλλα, μαζί με τον σύζυγό της Φερδινάνδο, ένωσε όλη την Ισπανία σε ένα βασίλειο, έδιωξε τους Άραβες από την Ιβηρική χερσόνησο και χρηματοδότησε τα ταξίδια του Κολόμβου στον Νέο Κόσμο. Τόσο συγκεντρωμένη στο βασιλικό της έργο ήταν μάλιστα που όταν την έπιασαν οι πόνοι της γέννας στα δίδυμα παιδιά της βρισκόταν σε στρατιωτική σύσκεψη. Από την άλλη, ίδρυσε την τρομερή Ισπανική Ιερά Εξέταση και εκδίωξε με αιματηρό τρόπο τους Εβραίους και τους Μαυριτανούς από την Ισπανία. Όπως και να ‘χει όμως η Ισαβέλλα απέδειξε πολλές φορές πως ήταν αδίστακτη, αποφασισμένη και ικανή και αυτό φάνηκε από νωρίς όταν σε ηλικία μόλις 17 ετών έκανε κάτι αδιανόητο για μια νεαρή και ανύπαντρη πριγκίπισσα. Διακήρυξε δημόσια ότι ήταν η μοναδική νόμιμη διάδοχος των βασιλείων της Καστίλης και της Λεόν ενώ ο αδερφός της Ενρίκε ήταν ακόμα εν ζωή! Ο Ενρίκε, που ήξερε τι “σίφουνας» ήταν η αδερφή του, προσπάθησε να την ξεφορτωθεί παντρεύοντάς την με τον βασιλιά της Πορτογαλίας (και ένα σωρό άλλους παρεμπιπτόντως) αλλά εκείνη, με μια χαρακτηριστικά αυθάδικη κίνηση επέλεξε τον πρίγκιπα Φερδινάνδο της Αραγόν που δεν είχε δει ποτέ αλλά της είχαν πει ότι ήταν νέος και εμφανίσιμος. Ευτυχώς για εκείνη οι φήμες ήταν αληθινές και ακόμα πιο ευτυχώς η Ισαβέλλα και ο Φερδινάνδος ερωτεύθηκαν παράφορα με την πρώτη ματιά. Πέντε χρόνια αργότερα ο Ενρίκε πέθανε και την θέση του επρόκειτο να πάρει ο Φερδινάνδος με βασίλισσα στο πλευρό του την Ισαβέλλα. Αλλά εκείνη, σαν πραγματική βασίλισσα του σκακιού, έκανε μία κανονική κίνηση ματ που την εδραίωσε σαν μία από τις μεγαλύτερες ηγεμόνες όλων των εποχών.
Για πάνω από 20 χρόνια η Ισαβέλλα και ο Φερδινάνδος πολεμούσαν συνεχώς τους εχθρούς τους και δεν ήταν τυχαίο που εκείνη την εποχή η Βασίλισσα στο σκάκι απέκτησε την σχεδόν απεριόριστη δυνατότητα κινήσεων και έγινε το ισχυρότερο κομμάτι στο παιχνίδι, πιο ισχυρό ακόμα και από τον βασιλιά. Μία πολεμοχαρής βασίλισσα πιο δυνατή από τον σύζυγό της είχε κάνει την εμφάνισή της στην Καστίλη. Γιατί όχι και στην σκακιέρα; Αυτό το σκάκι, όπου η Βασίλισσα ήταν τόσο ισχυρή, ονομάστηκε το “Σκάκι της Βασίλισσας” προς τιμήν της Ισαβέλλας και σε αντιδιαστολή με το “Παλιό Σκάκι” που παιζόταν μέχρι τότε. Από τότε και μέχρι σήμερα σε όλον τον κόσμο (με εξαίρεση τις μουσουλμανικές χώρες) παίζουμε το “Σκάκι της Βασίλισσας” που υποσυνείδητα μας θυμίζει ότι ακόμα και ένας βασιλιάς χρειάζεται μια βασίλισσα στο πλευρό του και μάλιστα ισχυρή. Ειρωνικά, αυτή η “χειραφέτηση” της Βασίλισσας του σκακιού ήταν η αιτία που οι γυναίκες άρχισαν σταδιακά να απομακρύνονται από το παιχνίδι. Ενώ μέχρι τότε μία γυναίκα που ήταν αριστοτεχνική παίκτρια ήταν κάτι συνηθισμένο ακόμα και για τους μουσουλμάνους, μέσα στις επόμενες λίγες δεκαετίες το σκάκι μετατράπηκε σε σχεδόν αποκλειστικά αντρική υπόθεση. Η νέα πανίσχυρη Βασίλισσα έκανε το παιχνίδι πιο γρήγορο, πιο επιθετικό και πιο ριψοκίνδυνο. Εκεί που παλιά οι παρτίδες κρατούσαν μέρες ολόκληρες, τώρα κρατούσαν ώρες, μπορεί και λεπτά. Ενώ πριν μπορούσε κανείς να παίζει σκάκι και ταυτόχρονα να μαγειρεύει, να φροντίζει τα παιδιά, ακόμα και να φλερτάρει, τώρα έπρεπε να κάθεται απόλυτα προσηλωμένος στην παρτίδα με τις παλάμες να ιδρώνουν από την αγωνία. Οι γυναίκες δεν μπορούσαν πλέον να συνδυάζουν εύκολα το σκάκι με το νοικοκυριό και την ανατροφή των παιδιών ενώ οι περισσότερες παρτίδες άρχιζαν να παίζονται με χρηματικά στοιχήματα και χρήματα είχαν κυρίως οι άντρες. Το σκάκι έγινε αδυσώπητη μάχη όπου διακυβεύονταν περιουσίες και παιζόταν σε ταβέρνες, καφενεία και λέσχες και ενώ οι ταβέρνες και τα καφενεία ήταν χώροι στους οποίους οι γυναίκες δύσκολα μπορούσαν να βρεθούν, οι λέσχες ήταν εντελώς απαγορευμένες για εκείνες. Πολύ σύντομα το επιθετικό αυτό σκάκι θεωρήθηκε απρεπής ενασχόληση για την “ευαίσθητη” και “φιλειρηνική” γυναικεία φύση και οι λιγοστές γυναίκες που έπαιζαν δέχονταν την κοινωνική κατακραυγή.
Από τον 15ο αι. που “χειραφετήθηκε” η Βασίλισσα έπρεπε να περάσουν 500 ολόκληρα χρόνια για να εμφανιστούν ξανά οι ελάχιστες πρώτες γυναίκες που άρχισαν να παίζουν δημοσίως καθώς οι πρώτες γυναικείες λέσχες σκακιού άρχισαν να ιδρύονται στις αρχές του 20ου αι. Ακόμα και τότε όμως οι γυναίκες έπρεπε να εφευρίσκουν ένα σωρό δικαιολογίες για να μπορούν να παίζουν χωρίς να τις κατακρίνουν και μία από αυτές ήταν ότι η γνώση σκακιού έκανε μία γυναίκα πιο επιθυμητή νύφη. “Ο πάστορας, ο γιατρός, ο λογιστής ή ο έμπορος σίγουρα θα απολάμβαναν τη συντροφιά μίας συζύγου που παίζει σκάκι στο σπίτι μετά την κοπιαστική τους εργασία” έγραφε το 1898 η χήρα Μιούλερ- Θιμ σε άρθρο σε εφημερίδα του Λονδίνου για να προσελκύσει νεαρές κυρίες στην σκακιστική της λέσχη.Σήμερα οι γυναίκες και τα κορίτσια παίζουν σκάκι όχι μόνο στο σπίτι αλλά και στα σχολεία, τις σκακιστικές λέσχες και τους διεθνείς διαγωνισμούς. Εξακολουθούν, όμως, να αποτελούν μειοψηφία σε σχέση με τους άντρες. Παγκοσμίως οι γυναίκες αποτελούν μόνο το 5% των συνολικών παικτών. Εξαίρεση είναι η Ουγγαρία, η Ουκρανία και η Κίνα στις οποίες η συμμετοχή των γυναικών στο σκάκι είναι ίδια με εκείνη των αντρών. Καθόλου συμπτωματικά οι χώρες αυτές έχουν βγάλει πολλές παγκόσμιες πρωταθλήτριες στο σκάκι. Κοιτάζοντας, όμως, την γυναικεία συμμετοχή στο παιχνίδι αυτό κατά την διάρκεια των αιώνων δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί κανείς αν θα καταφέρει ποτέ να ανακάμψει και να φτάσει τα επίπεδα στα οποία ήταν πριν και μάλιστα σε εποχές που σήμερα θεωρούμε “οπισθοδρομικές”, όπως ο Μεσαίωνας. Στη δική μας “προοδευμένη” εποχή που πια κομπάζουμε για την νομική ισότητα που έχουμε επιτύχει, οι άντρες σκακιστές εξακολουθούν να βλέπουν τις γυναίκες σκακίστριες με περιφρόνηση. “Οι γυναίκες παίζουν χειρότερα γιατί δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον στους άντρες παρά στο σκάκι” δήλωσε ο αμερικανός σκακιστής Γουίλιαμ Λόμπαρντι. Ο παγκόσμιος πρωταθλητής Μπόμπι Φίσερ περηφανεύτηκε ότι θα χάριζε “ένα κομμάτι και μία κίνηση” σε οποιαδήποτε γυναίκα στον κόσμο και πάλι θα την νικούσε. Ο Grandmaster Λάιος Πόρτις επίσης δήλωσε ότι μία γυναίκα παγκόσμια πρωταθλήτρια θα ήταν κάτι “ενάντια στη φύση.” Βλέποντας αυτές τις δηλώσεις δεν μπορεί κανείς παρά να αναρωτηθεί, όχι τόσο αν αυτές είναι αλήθεια, αλλά το τι αποκαλύπτει για την κοινωνία μας το ότι αυτοί οι εξαιρετικά επιτυχημένοι στον τομέα τους άντρες, που λογικά θα έπρεπε να αισθάνονται τεράστια αυτοπεποίθηση και μεγαλοψυχία, αισθάνθηκαν την ανάγκη να κάνουν αυτά τα σχόλια που στόχο έχουν συγκεκριμένα το γυναικείο φύλο.